Κάπου στα μέσα του 2015 ανακάλυψα τους National και δίχως να περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα, εγκαθιδρύθηκαν ως μία καθημερινή ηχητική συνήθεια, κάτι το οποίο αναπόφευκτα με οδήγησε σε μία τεράστια επιθυμία να τους δω από κοντά. Κατάλαβα από νωρίς πως κάτι τέτοιο εντός συνόρων θα γινόταν πολύ δύσκολα και πεπεισμένος να μην αφήσω να δημιουργηθεί ένα ακόμα απωθημένο (με πρώτο και καλύτερο τον Bruce Springsteen), λίγο μετά την ανακοίνωση της τελευταίας τους περιοδείας στις αρχές Μαΐου έκλεισα εισιτήρια, αεροπορικά και συναυλιακά για την δεύτερη μέρα, που θα έπαιζαν στο Tempodrom του Βερολίνου. Eκ των υστέρων, το μόνο για το οποίο μετανιώνω είναι το ότι δεν πήρα εισιτήρια και για την πρώτη μέρα.
Η πρωτεύουσα της Γερμανίας είχε ντυθεί κατάλληλα για την περίσταση με έντονη ομίχλη, βροχερούς δρόμους και τσουχτερό κρύο, μία εικόνα εντελώς αντίθετη από την Ελλάδα που άφησα πίσω και που αρνούνταν να βγάλει την ανοιξιάτικη ενδυμασία. Το Βερολίνο όμως έμοιαζε πανέτοιμο για τους National. Το τελευταίο άλμπουμ τους, Sleep Well Beast, που κυκλοφόρησε τον περασμένο Σεπτέμβριο παρά τις νέες ηλεκτρονικές λεπτομέρειες, δένει τέλεια με τον υπόλοιπο κατάλογο του συγκροτήματος και το “Nobody Else Will Be There” έντυσε με τεράστια επιτυχία την πρώτη πρωινή βόλτα στην πόλη, λίγες ώρες πριν την συναυλία.
Υπάρχει μία ιδιαίτερη αίσθηση όταν βρίσκεσαι ελάχιστα μακριά από το να ζήσεις κάτι που σκεφτόσουν πως μπορεί και να μην ζήσεις ποτέ και ενώ είμαι σίγουρος πως αρκετοί θα έχουν μία πιο θετική ματιά σε τέτοιες περιστάσεις. Προσωπικά φαντάζομαι όλα όσα μπορούν να πάνε στραβά και τα αποδέχομαι έτσι ώστε να μην έρθει γερή απογοήτευση. Το θεωρώ έναν τρόπο αυτοάμυνας ενάντια στην απότομη προσγείωση. Φυσικά, τίποτα δεν πήγε στραβά, η πρωινή βόλτα έγινε απογευματινή και λίγη ώρα πριν πάρουμε τον δρόμο για το στάδιο ολοκληρώθηκε το απαραίτητο pre-game σε μία ιρλανδέζικη παμπ ενώ στις 19:00 ακριβώς βρισκόμασταν έξω από το Tempodrom.
Ένα όμορφος, μικρός χώρος με συνολική χωρητικότητα περίπου τα 4.000 άτομα, ήταν ό,τι πρέπει τόσο σε διαστάσεις όσο και σε ύφος για να φιλοξενήσει ένα συγκρότημα, που νομίζω σε ένα ανοιχτό στάδιο ίσως και να χάνει κάτι από αυτό που τo κάνει μοναδικό. Με το πέρασμα της ώρας το Tempodrom γέμισε εντελώς σε μία συναυλία που ήταν έτσι κι αλλιώς sold-out εδώ και αρκετούς μήνες και έτσι, στις 20:00 ακριβώς ξεκίνησε το σόου με μία μικρή προθέρμανση από την Lisa Hannigan, μία γυναίκα ιρλανδικής καταγωγής με κάπως ντροπαλό ύφος και ένα πολύ ήρεμο, σύντομο setlist.
Προσωπικά δεν με συγκίνησε ιδιαίτερα, κάτι που ίσως να οφείλεται στην ανυπομονησία που είχα για το κυρίως πιάτο, δίχως αυτό να σημαίνει πως ήταν και χάσιμο χρόνου. Ξεκίνησε με μοναδικούς μουσικούς βοηθούς τη φωνή της και μία ακουστική κιθάρα, ενώ πολύ σύντομα ο Aaron Dessner των National ανέβηκε στη σκηνή για να την συντροφεύσει με το πιάνο του. Για το κλείσιμο επιστρατεύθηκαν και πνευστά για να προσδώσουν μία διαφορετική νότα στο παίξιμο της Hannigan. Μισή ώρα ακριβώς από τη στιγμή που ανέβηκε μας αποχαιρέτησε κάτι που σήμαινε μόνο ένα πράγμα: οι National ήταν κοντά.
Αυτή ήταν η πρώτη μου συναυλία στο εξωτερικό, κάτι που σήμαινε πως δεν είχα πρότερη εμπειρία με μερικά πράγματα, όπως με την ώρα έναρξης. Εδώ πέρα έχω συνηθίσει σε μία μικρή (ή και λίγο μεγαλύτερη ενίοτε) καθυστέρηση από το εκάστοτε συγκρότημα, από 10 λεπτά ή μέχρι και μισή ώρα, ένα στοίχημα είναι αυτή η διαδικασία από μόνη της. Αντίστοιχα στοιχήματα στο Βερολίνο εκείνη τη μέρα θα ήταν πολύ βαρετά, μιας και ο Matt Berninger με την παρέα του έκαναν τα πρώτα τους βήματα μπροστά από το κοινό ακριβώς στις 21:00 και δίχως να έχουν καμία διάθεση για περαιτέρω ομιλίες και χαιρετούρες, αντήχησαν οι πρώτες νότες πιάνου.
Εδώ θα ήθελα να αποκαλύψω την τεράστια χαρά που ένιωσα (αν και για μόλις λίγα δεύτερα) καθώς πίστεψα πως ξεκινούσαν με το “Exile Vilify” αλλά δεν μου έκαναν την χάρη αφού προτίμησαν το “Born to Beg” για πρώτο τραγούδι. Κανένα παράπονο, ποιος είμαι εγώ να στεναχωρηθώ για κάτι τέτοιο στην πρώτη μου συναυλία των National;
Από κει και έπειτα όλα έγιναν αστραπιαία. Οι επόμενες 2 ώρες στο μυαλό μου κράτησαν όσο χρειάζεται ένα σπίρτο για να αρπάξει φωτιά από τη στιγμή που θα το τρίψεις σε σκληρή επιφάνεια. Ήταν μία φοβερά έντονη εμπειρία που ήρθε, πέρασε και τελείωσε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα και ας πέρασαν συνολικά 23 τραγούδια. Πώς να γινόταν διαφορετικά από τη στιγμή που μέχρι και την πρώτη ώρα δεν μπορούσα να το πιστέψω; Όσες φορές και να ακούσεις τα τραγούδια, όσα βίντεο και να δεις, δεν υπάρχει αίσθηση που να συναγωνίζεται την live εκτέλεση κομματιών από την ίδια την μπάντα, σε έναν χώρο γεμάτο με ανθρώπους που γουστάρουν όσο και συ (μπορεί και περισσότερο) αυτό που βλέπουν και ακούν μπροστά τους. Συνέχεια με το lead single, “The System Only Dreams in Total Darkness”, καπάκι ίσως το πιο όμορφα στενάχωρο χορευτικό κομμάτι, “Don’t Swallow the Cap”, με τα “Afraid of Everyone” και “Nobody Else Will Be There” να κλείνουν ιδανικά την πρώτη πεντάδα.
Η υπόλοιπη λίστα ήταν μία μίξη από best of κομμάτια και από τραγούδια του τελευταίου album των National, τα οποία είμαι σίγουρος πως θα έχουν ήδη βρει τη δικιά τους θέση στις καρδιές των ακροατών. Κοινώς, είχε κάτι για όλους, είτε μιλάμε για ειλικρινέστατες δηλώσεις αγάπης (“I Need My Girl”, “Slow Show”), είτε για κομμάτια ικανά να σε κάνουν να χάσεις την ανάσα και τη φωνή σου (“Bloodbuzz Ohio”), ενώ χάρηκα ιδιαίτερα που βρήκε θέση στο setlist ένα προσωπικό αγαπημένο, το “The Geese of Beverly Road”, που περιλαμβάνει ένα από τα καλύτερα μονόστιχα της μπάντας (“serve me the sky with a big slice of lemon”). Το βασικό σετ έκλεισε με ένα δυναμικό χατ-τρικ, με το ίσως καλύτερο τραγούδι του νέου δίσκου Carin at the Liquor Store, το “Day I Die”, το οποίο ο Matt ερμήνευσε κόβοντας βόλτες στην πλατεία, παρέα με το κοινό (σε αυτό το σημείο να δηλώσω πως εκτός του ότι τραγούδησα το ρεφρέν πολύ-πολύ κοντά του, τον βοήθησα να ανέβει τα κάγκελα για να επιστρέψει στη σκηνή-τίποτα, αυτό, απλώς ήθελα να το πω) ενώ το “Fake Empire” έδωσε έναν πανηγυρικό τόνο λίγο πριν το encore.
Επιστροφή με αξιαγάπητο” Lucky You” και φινάλε με την τριπλέτα που οφείλει να βιώσει ζωντανά όποιος άνθρωπος αγαπάει την μουσική, “Mr. November”, “Terrible Love” και “Vanderlyle Crybaby Cry”. Οι συναισθηματικές εκρήξεις των δύο πρώτων γίνονται ακόμα πιο εντυπωσιακές από κοντά, ενώ η ακαπέλα κατεύθυνση που αποφάσισαν να ακολουθήσουν με το “Vanderlyle” δίνει το τέλειο κλείσιμο σε ένα δίωρο γεμάτο έρωτες και δαίμονες, με ένα ολόκληρο στάδιο να συνοδεύει το συγκρότημα τραγουδώντας μερικούς από τους πιο συγκινητικούς στίχους που έχουν γράψει οι National.
Είπα πως δεν θέλω να κάνω παράπονα αλλά επειδή είμαστε εγωιστές, λυπήθηκα λίγο με την απουσία του “Pink Rabbits”, αλλά υποθέτω πως δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα.
Και αυτό ήταν. Τα αδέρφια Dessner και Devendorf μας είπαν αντίο και μας άφησαν να γυρίσουμε σπίτι γεμάτοι από εμπειρίες και αναμνήσεις, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά πως δεν υπάρχει καλύτερη «επένδυση» χρημάτων από αυτά που φεύγουν για συναυλίες. Προσωπικά, ένα μεγάλο μου όνειρο εκπληρώθηκε, αν και είναι από αυτές τις περιπτώσεις όπου βιώνεις κάτι δυνατό και το μόνο που θες είναι να βρεις ευκαιρία να το ζήσεις ξανά και ξανά.
Μέχρι τότε κρατάω αυτό το υπέροχο δίωρο που πέρασα παρέα με φίλους και κάτι άκυρους Γερμανούς που στέκονταν δίπλα μου και μοιραστήκαμε μπύρες και αγκαλιές δίχως να ανταλλάξουμε καν ονόματα. Γιατί αυτά κάνει η μουσική. Ενώνει. Και δίνει δωρεάν μπύρες.
Setlist:
Born to Beg
The System Only Dreams in Total Darkness
Don’t Swallow the Cap
Afraid of Everyone
Nobody Else Will Be There
Empire Line
I Need My Girl
This is the Last Time
Walk It Back
Guilty Party
Turtleneck
The Geese of Beverly Road
Mistaken For Strangers
Green Gloves
Bloodbuzz Ohio
Slow Show
Carin at the Liquor Store
Day I Die
Fake Empire
Encore:
Lucky You
Mr. November
Terrible Love
Vanderlyle Crybaby Geeks