Ήταν νωρίς το ξημέρωμα, όταν ανάμεσα στα πυκνά φυλλώματα στις όχθες του ποταμού Πότομακ, εμφανίστηκαν κάποια γυμνά σώματα. Βαμμένα με σκούρα μπλε και μαύρα χρώματα άφηναν στα μάτια των Άγγλων, που βρίσκονταν στο φρούριο της απέναντι όχθης, την ψευδαίσθηση της ηρεμίας ͘ σαν να μη βρίσκονταν εκεί μερικοί Τσερόκι (Ινδιάνοι) καμουφλαρισμένοι.
Στο Φορτ Ουόρμπαρτον κατέληγαν δύο κανάλια του ποταμού, τα οποία έκαναν πιο ορμητικά τα νερά στο πέρασμα εκείνο. Οι Άγγλοι μέσω αυτού του οχυρού έλεγχαν τις μετακινήσεις(εμπορικές και μη) σχεδόν σε όλο το μήκος του Πότομακ. Λόγω της μεταφοράς του επίκεντρου του πολέμου νοτιότερα, η φρουρά δεν ήταν τόσο δυναμική στην παρουσία της. Ωστόσο, η στρατηγική θέση και η ασφάλεια που προσέφεραν τα δεκάδες κανόνια και τα πέτρινα τείχη ήταν αρκετά, ώστε να θεωρείται ένα δυσκατάβλητο οχυρό για οποιονδήποτε εχθρό.
Καθώς οι Τσερόκι είχαν ήδη προβάλει στην απέναντι όχθη, κρατώντας τις πιρόγες κοντά τους χωμένες στις φυλλωσιές, από το άλλο κανάλι, το θολό πρώτο φως της μέρας εμφάνισε μία σκούνα που έπλεε με μικρή ταχύτητα προς το οχυρό.
Οι άντρες του Μόργκαν επιβιβασμένοι και οπλισμένοι με τα γνωστά θανατηφόρα τυφέκιa τους, είχαν λάβει κιόλας θέσεις βολής στο κατάστρωμα του πλοίου. Στο τιμόνι και στα κανόνια το πλήρωμα του Σκορπιού ήταν έτοιμο ν’ ανοίξει πυρ εναντίον της αγγλικής φρουράς στα καλά οχυρωμένα, πέτρινα τείχη.
Το σχέδιο ήταν εστιασμένο στην επίθεση από δύο μέτωπα. Το ένα, αυτό που προκάλεσε η όψη της σκούνας στους φρουρούς των πύργων, δεν άργησε να στηθεί. Πυροβολισμοί κατά βούληση και διαρκείς φωνές που καλούσαν σε επιφυλακή ήταν εκείνα τα στοιχεία τα οποία έσπασαν την ησυχία της κοιλάδας. Τους πυροβολισμούς ακολούθησαν και κανονιές, που πυκνές-πυκνές προσπαθούσαν να πετύχουν το σώμα του πλοίου. Οι άντρες του Σκορπιού, υπομονετικοί για την πιο κατάλληλη βολή, άργησαν να βάλουν φωτιά στα δικά τους φιτίλια.
Αυτοί που είχαν αρχίσει ήδη την υπεράσπιση του πλοίου ήταν οι σκοπευτές του Μόργκαν. Είχαν καταφέρει από σχετικά μακρινή απόσταση να εξουδετερώσουν μερικά κόκκινα παλτό που διακρίνονταν στις πολεμίστρες. Η κίνηση του Σκορπιού για συμμαχία με τα «φαντάσματα» του Μόργκαν ήταν έξυπνη.
«Θα έχεις όλα τα πολεμοφόδια και το ελεύθερο να φας όσα αγγλικά σκυλιά τραβά η όρεξή σου!» του είχε πει εκείνο το βράδυ στο Ουίντσεστερ.
Εκείνος φάνηκε πως βρισκόταν μεταξύ της αποφασιστικότητας να τελειώσει μια ώρα αρχύτερα τον πόλεμο και της επιθυμίας του να παραμείνει για όσο το δυνατόν περισσότερο γινόταν με την οικογένειά του.
Δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει… «Ίσως μόλις πατήσω το πόδι μου έξω από αυτό το καλύβι να με βρει ο θάνατος» ήταν η καταληκτική απάντησή του. Τον άφησε να το σκεφτεί. Μια μέρα πέρασε και τώρα προσπαθούσε να κάνει πράξη ό,τι του είχε υποσχεθεί: να παραλύσει από τρόμο κάθε αγγλικό οχυρό.
Η σκούνα περιέπλεε τα τείχη με αργή σταθερή πορεία. Τα ψηλότερα σημεία των τειχών ‒ το γνώριζαν οι κουρσάροι ‒ ήταν τα πιο ευάλωτα. Εκεί, ξεκίνησε και για τα κανόνια του πλοίου το σημάδι. Ο κρότος έσειε όλο το κατάστρωμα, εμποδίζοντας τις βολές ακριβείας από τους άντρες του Μόργκαν και τον ίδιο. Τα «πυρ» ήταν γι’ αυτούς ένα σήμα παύσης καθώς οι μπάλες εκτοξεύονταν, θρυμματίζοντας στην απέναντι πλευρά την οχύρωση.
Τώρα ο Σκορπιός ήταν σίγουρος πως είχε τραβήξει όλη την προσοχή των Άγγλων μέσα στο οχυρό. Όσο κρατούσε ακόμη το λιγοστό σκοτάδι, ένα σινιάλο προς την πλευρά του άλλου καναλιού φάνηκε από την πρύμνη του πλοίου.
Οι Τσερόκι ζούσαν γι’ αυτές τις στιγμές. Ένιωθαν περήφανοι που κάποιοι λευκοί επιζητούσαν διακαώς τη βοήθειά τους. Ταυτόχρονα κοιτούσαν και το δικό τους συμφέρον, αφού οι Άγγλοι είχαν διακόψει τις εμπορικές σχέσεις μαζί τους, ενώ από την άλλη το μερτικό τους από τα εμπορεύματα που διακινούσαν οι κουρσάροι, το έπαιρναν και με το παραπάνω.
Αθόρυβοι, έπλεαν σαν πούπουλα πάνω στο νερό, που ορμητικό καθώς ήταν, τους έστελνε γρηγορότερα κατά πάνω στο οχυρό. Σχεδόν αόρατοι, αποβιβάστηκαν κι έριξαν γάντζους για ν’ ακολουθήσει η αναρρίχηση. Επιδέξιοι και γνώστες μιας τέτοιας μορφής πολέμου εισχώρησαν στο οχυρό, αφού πρώτα σκότωσαν τους δύο φρουρούς που είχαν μείνει μόνοι από εκείνη την πλευρά.
Στο άλλο μέτωπο, ο Σκορπιός είχε ν’ αντιμετωπίσει τον κίνδυνο βύθισης του πλοίου του αφού, παρά τους ελιγμούς, μία από τις βολές των κανονιών είχε χτυπήσει άσχημα την πλώρη. Μερικοί από τους ναύτες κατέβηκαν στ’ αμπάρια, για ν’ αδειάσουν όσο από το νερό μπορούσαν. Ο Μόργκαν κοιτούσε πότε πότε τον Σκορπιό, αναρωτώμενος πόσο ακόμη θα άντεχαν.
«Υπομονή», πρόκρινε εκείνος. «Περιμένω τους φίλους μας να κάνουν ένα από τα θαύματά τους…»
Όταν μετά από μερικά λεπτά, ήχησαν οι αλαλαγμοί των Τσερόκι μέσα από το οχυρό, έδωσε την εντολή: «Άντρες! Πρόσω ολοταχώς να πλευρίσουμε την είσοδο»! Από εκεί κι έπειτα, τίποτα δεν μπόρεσε να σταματήσει τη διαφαινόμενη νίκη των πατριωτών και την πικρή ήττα των Άγγλων. Σαράντα άντρες, ανάμεσά τους και μερικοί αξιωματικοί, πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Οι απώλειες επίσης ήταν αρκετές. Το Φορτ Ουόρμπαρτον βρισκόταν πλέον σε αμερικανικά χέρια.
-Ήταν μία από τις επιτυχίες αυτής της συμμαχίας. Δεν μπορείς να πεις, Τζορτζ.
-Με εκπλήσσουν οι γνώσεις σου σε κάθε βήμα μας όλο και περισσότερο.
-Κατάγομαι από την Επανάσταση, στο είπα. Είμαι παιδί της.
-Και πώς συμβαίνει να μην υπήρχες στον χάρτη μέχρι που εμφανίστηκες στο σπίτι μου;
-Δείξε λίγη κατανόηση… Ικανότατος είσαι σίγουρα, αλλά δεν τα ξέρουμε πάντα όλα. Άλλωστε, γι’ αυτό είμαι εδώ με αυτό το ημερολόγιο. Ύψιστη παρακαταθήκη θα σου αφήσω.
-Πόσα άλλα ήταν τα κατορθώματα αυτού του ντουέτου;
-Να ’σαι σίγουρος πως δεν μπορώ να τα θυμάμαι όλα… Πολλά δεν τ’ αναφέρει καν ο Τάλμποτ στο ημερολόγιο.
Ο Μόουζες πήρε για μερικά δευτερόλεπτα ένα σκεπτικό ύφος, κι έπειτα άρχισε να λογαριάζει. «Όξον Χιλ, Μπένεντικτ ή τουλάχιστον αυτό το φρούριο που βρίσκεται στο σημερινό Μπένεντικτ, Τασκαρόρα…»
-Η τελευταία περιοχή δεν μου θυμίζει κάτι. Για τα υπόλοιπα είχα ακούσει φήμες πως έπεσαν στους πατριώτες. Ήταν δύσκολες εποχές, κι ακόμη είναι, για έναν ιστορικό. Πόσα και πόσα να μάθει, να ψάξει, να πιστέψει…
-Τελικά, οι δικές μου μαρτυρίες μπορούν να συμπεριληφθούν στις έγκυρες πηγές σου ή όχι. Έχω καταφέρει να κερδίσω ένα μέρος από την εμπιστοσύνη του αιωνίως καχύποπτου Τζορτζ Μπάνκροφτ;
Εκείνος σταμάτησε για λίγο και τον κοίταξε. Θέλοντας να μην παραδεχθεί την ηθική ήττα του στο μπραντεφέρ με τον άγνωστο άντρα, του απάντησε: «Ξέρω ότι μπορώ πλέον να πιστέψω το ημερολόγιο. Για τα δικά σου κίνητρα και τα λεγόμενα, ακόμη αμφιβάλλω».
Ο Μόουζες έδειξε ενοχλημένος από το πείσμα του, κάτι που τον έφερε ένα βήμα πριν την αποκάλυψη.
-Όταν έχεις πατέρα έναν θαλασσόλυκο, ο οποίος ζει σήμερα στην αφάνεια, επειδή οι συνθήκες και οι σχέσεις της διαπλοκής σε αυτό που ονομάσαμε Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής ακολούθησαν μονάχα τους ευνοημένους, τότε μπορείς τουλάχιστον να είσαι σίγουρος πως ό,τι κι αν εξομολογήθηκε για όσα πέρασε στην επανάσταση, είναι αλήθεια.
Ο Μπάνκροφτ έστρεψε ξαφνιασμένος το κεφάλι του προς τον Μόουζες.
-Θες να πεις… Θες να πεις πως όλα αυτά τα έμαθες από τον Τάλμποτ… Τον πατέρα σου;
Ο Μόουζες για μια στιγμή, κατάλαβε πως είχε παραπλανήσει εντελώς τον περίεργο και μονόχνοτο ιστορικό. Τα γέλια του ήχησαν κατά μήκος του μονοπατιού που είχαν πάρει κατά την επιστροφή τους στην έπαυλη.
-Θα σου πω, αφού με προκαλείς, τι τύπος ήταν ο Τάλμποτ ο Σκορπιός˙ για να καταλάβεις πως δεν υπήρχε πιθανότητα να στεκόταν μπροστά σου τώρα ένας τύπος που να λέει με σιγουριά ότι είναι παιδί του.
Μην αμφιβάλεις για τίποτα απ’ όσα θα πω˙ τα περισσότερα εξάγονται με την αγαπημένη επαγωγική μέθοδό σου μέσω των σελίδων του ημερολογίου. Άρρωστος κρασοπότης, όταν τουλάχιστον δεν βρισκόταν σε μάχη. Αυτό το τελευταίο δεν είναι για κάθε περίπτωση εξακριβωμένο.
Απίστευτος και ιδιοφυής στις εμπορικές συναλλαγές˙ μπορούσε δηλαδή να σου πουλήσει ένα σακί με πούπουλα για ένα σακούλι χρυσό. Είχε, ωστόσο, παρόμοια έφεση και στις γυναίκες, ώστε κατάφερνε ‒ εκτός από τις δεκάδες πόρνες ‒ να τις ρίχνει και αυτές στο κρεβάτι του. Η πίστη, η αφοσίωση σε όσους γνώριζε και σεβόταν, ήταν το όπλο του. Ήξερε από λόγο˙ τον τιμούσε. Εκτός αυτού όμως, όλα ήταν ρευστά. Έρχονταν και παρέρχονταν, όπως και πλείστες αναφορές σε γιους ή κόρες, φερόμενα ως δικά του παιδιά, δίχως όμως καμία εξακρίβωση.
Άλλωστε, εκεί που τον έβρισκες στον Βορρά, ξαφνικά σάλπαρε για τον Νότο. Εκεί που τον άφηνες στην ταβέρνα, τον έβρισκες χωμένο στον στάβλο να κοιμάται, με ή και χωρίς ωραία παρέα. Αυτός ήταν ο Τάλμποτ, που για όλα τα «μούτρα» της θάλασσας ήταν ο πονηρός, κυκλοθυμικός, δυναμικός, σίγουρα πατριώτης όπου δεν τον πονούσε η τσέπη, Σκορπιός.
Γι’ αυτό πες μου, νομίζεις ακόμη ότι θα ήξερα να σου πω με βεβαιότητα ότι είναι ο πατέρας μου;
Ο Μπάνκροφτ κούνησε το κεφάλι, πιθανώς σκεπτόμενος τη δική του οπτική για τα πράγματα: «Πού είχε ξεπέσει, Θεέ μου, το ημερολόγιο».
-Πώς μπορεί ο Μόργκαν να έδωσε τέτοιο κειμήλιο σ’ έναν τέτοιο τύπο; συνέχισε.
-Γι’ αυτόν τον σκοπό χρειάζεται να σου αφηγηθώ την τελευταία εξομολόγηση του Μόργκαν σ’ αυτό το πολύτιμο βιβλίο:
Αραγμένο το σκαρί του Σκορπιού σ’ έναν όρμο, στο Σέιντι Όουκ, είχαμε σταματήσει το κυνήγι των Άγγλων για ανεφοδιασμό. Άλλωστε, όσο κι αν ήθελε να συνεχίσει με αυτήν την τακτική ο Σκορπιός αντιμετώπιζε ελλείψεις. Τρόφιμα λιγοστά, σφαίρες και μπαρούτι μονάχα για αναγκαία άμυνα˙ τίποτα δεν θύμιζε τις πρώτες μέρες των αποστολών μας. Οι Άγγλοι είχαν γίνει πολύ πιο προσεκτικοί στα περάσματα. Είχαν αυξήσει μ’ ενισχύσεις πολλές από τις φρουρές στην περιοχή. Το εμπόριο γινόταν με δυσκολία και με κίνδυνο έκθεσης της θέσης μας.
Τελευταία, οι φήμες περί εξάπλωσης κατασκόπων στις τάξεις των πατριωτών και των εμπόρων με τους οποίους είχαν σχέσεις, αυξάνονταν. Ευτυχώς για τις δικές μας ομάδες βάζαμε το χέρι μας στη φωτιά πως κανείς δεν θα δεχόταν ν’ αλλαξοπιστήσει. Οι έμποροι όμως; Οι άλλοι λαθρέμποροι; Οι γνωστοί δρόμοι είχαν κλείσει. Ο Σκορπιός έψαχνε μέσω κάθε επαφής του για νέες ανταλλαγές, εκ του ασφαλούς.
Εκείνο το σούρουπο, το έβλεπα στα μάτια του καθώς καθόταν ακουμπισμένος στην πρύμνη, ότι δούλευε το μυαλό του για άμεση λύση. Το πλήρωμα μπορεί να τον ακολουθούσε ακόμα και στην κόλαση. Τι εγγυήσεις όμως υπάρχουν, όταν η πείνα θερίζει, το ηθικό πέφτει, βλέπεις τον αγώνα ως έναν μάταιο κόπο;
Οι γνώσεις μου περί θάλασσας μηδαμινές και οι επαφές μου με τους κουρσάρους ανύπαρκτες. Νιώθω σαν μισθοφόρος που περιμένει απλώς τη λεία του. Τότε ήταν που πρότεινα να ζητήσουμε όση βοήθεια μπορούσε να σταλεί από τον υπέρμαχο τέτοιων προσπαθειών εναντίον των Άγγλων. Από το πρόσωπο που σίγουρα θα ήθελε ν’ ακουστεί όσο τίποτα το όνομά του ανάμεσα στις τάξεις των πατριωτών, ότι με δική του πρωτοβουλία ήρθε ακόμη μια επιτυχία. Ο άνθρωπός μου ήταν ο Άρνολντ. Ο στρατηγός Μπένεντικτ Άρνολντ.
-Δυστυχώς για εμάς, Τζορτζ, στα έγγραφα του ημερολογίου δεν υπάρχει τίποτα για το πώς επικοινώνησαν οι δύο πρώην συμπολεμιστές στη μάχη της Σαρατόγκα και των Μπέμις Χάιτς.
-Τότε; Γνωρίζουμε τουλάχιστον την απάντηση του Άρνολντ; Το αποτέλεσμα αυτής της σκέψης;
-Ούτε. Η βοήθεια όμως φαινόταν πως ήρθε. Φαίνεται από τα παρακάτω λόγια:
Στο Σάντυ Πόιντ και η αμμώδης ξέρα της περιοχής έμελλε να αποβεί μοιραία για μας. Το ραντεβού μ’ έναν λόχο, άγημα υπό τις διαταγές του Άρνολντ, δεν έφτασε ποτέ εις πέρας. Στην πραγματικότητα, δεν συνέβη ποτέ.
Όντας υπό την καθοδήγησή μου ο Σκορπιός, ακολούθησε τις οδηγίες μου και πλεύσαμε μαζί μέχρι το ακρωτήρι του Σάντυ Πόιντ. Μπαρουτοκαπνισμένος στις θάλασσες γνώριζε πως διακινδυνεύαμε αρκετά στα ανοιχτά νερά του κόλπου Τσέζαπικ.
Όμως, η συμφωνία ήταν αυτή. Ο στρατός του Άρνολντ που βρισκόταν νοτιότερα, δεν θα μπορούσε να διανύσει άμεσα τόσο μεγάλη απόσταση. Μια παράκαμψη ήταν αρκετή. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, υπό την ασφάλεια τουλάχιστον της σκιάς, θα λαμβάναμε αρκετά βαρελάκια μπαρούτι, μπάλες κανονιών, φιτίλι, βόλια, και ό,τι τρόφιμο μπορούσε να βρεθεί στην κοντινή περιοχή. Σ’ αυτό ο στρατηγός δεν μπορούσε να μου υποσχεθεί τίποτα βέβαιο.
Η σκούνα είχε φτάσει μέχρι τα ρηχά νερά του ακρωτηρίου. Οι παρατηρητές που σκορπίστηκαν στην περιοχή ανέφεραν πως δεν υπήρχε πουθενά ίχνος των στρατιωτών του Άρνολντ. Δεν θυμάμαι πολλά από τα γεγονότα που ακολούθησαν…
Φωτιά από το πουθενά, κρότοι κανονιών διαπερνούσαν τον αέρα. Όταν άκουσα το «εγκαταλείψτε!» είδα γύρω μας, μόλις μερικές εκατοντάδες μέτρα μακρύτερα, να ασημίζουν υπό το φως του φεγγαριού τα πανιά αγγλικών κανονιοφόρων.
Τσαλαβουτώντας στα νερά, τραβήξαμε προς την ξηρά, γνωρίζοντας πως το πράγμα είχε τελειώσει για μας στη θάλασσα. Ο Σκορπιός κι εκείνος έντρομος φώναζε στους ναυτικούς του «Σώστε τους εαυτούς σας»!
Δεν γνώριζα μέχρι τώρα που γράφω αυτές τις αράδες, πώς διάολο οι Άγγλοι μας την είχαν στημένη. Ποιος αόρατος εχθρός μας παρακολουθούσε διαρκώς. Όταν τα νέα εξαπλώθηκαν σαν χείμαρρος στα στρατόπεδα των πατριωτών, άκουσα κι εγώ ‒ το γράφω για να το πιστέψω ‒ ότι ο Άρνολντ είχε αλλάξει πλευρά. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, μα ποτέ δεν πρόκειται να συγχωρήσω τέτοια προδοσία. Η αδικαιολόγητη φυγή του και ο προσεταιρισμός με τον εχθρό είναι το χείριστο έγκλημα.
Η βοή του Θανάτου, πέρασε σήμερα ξυστά από εμένα. Τραυματισμένος από τα πυρά των Άγγλων στο πόδι, διέφυγα τον όλεθρο χάρη στις πλάτες του μοναδικού έμπιστου, όπως αποδείχτηκε, συστρατιώτη. Από εκείνη τη νύχτα, του οφείλω τη ζωή μου.