Η ατομική βόμβα στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι, αποτέλεσε το τελευταίο επεισόδιο στην ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Οι Αμερικανοί χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά ως όπλο την ατομική βόμβα, που πρώτοι αυτοί είχαν κατασκευάσει τον Ιούνιο του 1945. Η κατάσταση των δυο ιαπωνικών πόλεων μετά την επίθεση ήταν άθλια.
Με την ενέργειά τους αυτή, που βρήκε πολλούς επικριτές, κατόρθωσαν να επισπεύσουν το τέλος του πολέμου στα μέτωπα του Ειρηνικού και να ελαχιστοποιήσουν τις δικές τους απώλειες. Παράλληλα, δήλωσαν με εμφατικό τρόπο ποιος θα είναι το αφεντικό στις παγκόσμιες υποθέσεις μετά τη λήξη του πολέμου.
Το καλοκαίρι του 1945, τα τύμπανα του πολέμου είχαν σιγήσει στην Ευρώπη.
Παρά τη συνεχιζόμενη προέλαση των Συμμάχων στον Ειρηνικό, η μιλιταριστική Ιαπωνία αρνείτο να παραδοθεί. Οι μεγάλες αμερικανικές απώλειες κατά την κατάληψη της Οκινάβας, τον Ιούνιο του 1945 , είχαν ανησυχήσει τον πρόεδρο Τρούμαν. Οι 12.000 νεκροί και 38.000 τραυματίες δημιουργούσαν το φόβο για μακροχρόνιο πόλεμο και τεράστιο αριθμό θυμάτων. Ο φόβος θα γινόταν πραγματικότητα σε περίπτωση που τα συμμαχικά στρατεύματα αποβιβάζονταν στα κύρια νησιά της Ιαπωνίας. Εκεί στάθμευαν 2 εκατομμύρια στρατιώτες.
Ο στρατηγός Καρλ Σποτς, αρχηγός της αεροπορίας του Ειρηνικού, πρότεινε στον Τρούμαν τη ρίψη ατομικής βόμβας πάνω από μία πυκνοκατοικημένη ιαπωνική πόλη. Με την πρόταση Σποτς συμφώνησε και ο στρατηγός Ντάγκλας ΜακΆρθουρ, που έχει το γενικό πρόσταγμα στις επιχειρήσεις του Ειρηνικού.
Η πολιτική ηγεσία έδωσε το «πράσινο φως» και η πόλη που επιλέχθηκε ήταν η Χιροσίμα.Η πόλη αυτή βρίσκεται.στο νότιο άκρο του Χόνσου, του μεγαλύτερου νησιού της μητροπολιτικής Ιαπωνίας. Εκεί θα έπεφτε η πρώτη ατομική βόμβα. Εκπαιδευμένος ειδικά για αυτόν τον σκοπό, ο σμήναρχος Πολ Τίμπετς ανέλαβε την επιχείρηση.Το στρατηγικό βομβαρδιστικό που οδηγούσε ήταν τύπου Β29 και έφερε το όνομα της μητέρας του , Enola Gay. Ακριβώς στις 8:15 το πρωί απελευθέρωσε πάνω από την πόλη τη βόμβα ουρανίου. H ατομική αυτή βόμβα έφερε την κωδική ονομασία Little Boy. Περίπου 45 δευτερόλεπτα αργότερα, η βόμβα εξερράγη 600 μέτρα πάνω από τη Χιροσίμα. Μία φωτεινή λάμψη τύφλωσε το πλήρωμα του βομβαρδιστικού. Αμέσως σχηματίστηκε πάνω από το σημείο της έκρηξης ένα κόκκινο νεφέλωμα σε σχήμα μανιταριού.
Το ωστικό κύμα της έκρηξης, σε συνδυασμό με τη θερμότητα που εκλύθηκε, κονιορτοποίησε τα πάντα σε μία περιοχή 11 τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Ποτέ άλλοτε στην παγκόσμια ιστορία μία και μόνη βόμβα δεν προκάλεσε τόσους πολλούς θανάτους. Επί τόπου σκοτώθηκαν πάνω από 20.000 στρατιώτες και 78.000 άμαχοι. Οι αγνοούμενοι ξεπέρασαν τις 13.000 και οι βαριά τραυματίες τις 10.000. Για πολλούς από τους επιζήσαντες η ζωή θα είναι μαρτυρική τα επόμενα χρόνια και αρκετές χιλιάδες θα πεθάνουν από καρκίνους.
Η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Ιαπωνίας δεν συνειδητοποίησε πλήρως τη σημασία του γεγονότος και συνέχισε τις πολεμικές επιχειρήσεις. Στο διπλωματικό πεδίο, το Τόκιο ζήτησε τη μεσολάβηση της Μόσχας. Όμως στις 8 Αυγούστου, ο Στάλιν, ενήμερος για τις κινήσεις των Αμερικανών, της κήρυξε τον πόλεμο. Ο «Κόκκινος Στρατός» προέλασε στη Μαντζουρία.
Οι Αμερικανοί ανυπομονούσαν να τελειώσουν τον πόλεμο. Στις 12 το μεσημέρι της 9ης Αυγούστου έριξαν και δεύτερη ατομική βόμβα, αυτή τη φορά στην πόλη Ναγκασάκι. Οι νεκροί έφθασαν τις 36.000 και οι τραυματίες τις 40.000. Το ωστικό κύμα κατέστρεψε εντελώς τα κτήρια της πόλης σε μία ζώνη 5 τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Μόνο μετά και την καταστροφή του Ναγκασάκι οι Ιάπωνες κατανόησαν την ισχύ του νέου όπλου και τη δική τους αδυναμία να συνεχίσουν τον πόλεμο. Στις 10 Αυγούστου ξεκίνησε η διαδικασία παράδοσης της Ιαπωνίας. Ολοκληρώθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου 1945, με την επίσημη τελετή επί του αμερικανικού πολεμικού «Μιζούρι», που ναυλοχούσε στον κόλπο του Τόκιο.
O Άλμπερτ Αϊνστάιν μιλώντας προς του μαθητές της Ιαπωνίας :
“Σε παλιότερες εποχές, τα έθνη ζούσαν με αμοιβαία άγνοια και στην πραγματικότητα το ένα μισούσε ή φοβόταν το άλλο. Το πνεύμα της αδελφικής συνεννόησης μεταξύ τους ας κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος. Με αυτή την πίστη, εγώ, ένας γέρος άνθρωπος, χαιρετώ εσάς, Ιάπωνες μαθητές, από μακριά και ελπίζω πως η γενιά σας κάποτε θα τοποθετήσει τη δική μου στην ντροπή.”