Η Ημέρα του Φυλακισμένου Συγγραφέα τιμάται κάθε 15 Νοέμβρη ετησίως, ενώ αποτελεί πρωτοβουλία της Διεθνής Ποιητών, Δοκιμιογράφων και Μυθιστοριογράφων (International Pen). Καθιερώθηκε για να υποστηρίξει όλους εκείνους τους συγγραφείς που δέχθηκαν και δέχονται την παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης. Η καθολική ελευθερία που, ως επί το πλείστον, απολαμβάνουμε σήμερα ή ολωσδιόλου πιστεύουμε πως κεκτημένα την κατέχουμε εν έτη 2022, πολλές φορές αμφισβητήθηκε.
Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα συγγραφέων που φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν ή και εκτελέστηκαν, επειδή δρούσαν κατά βούληση. Φυλακισμένοι συγγραφείς, που όρισαν την κοινωνία και την πολιτική, εξού και γίναν βορά στα σχέδια της εκάστοτε άρχουσας τάξης. Φυλακισμένοι Έλληνες συγγραφείς που είναι αναγκαίο να ξέρουμε – έτσι, για να μην ξεχνάμε εύκολα.
Κάποιοι Έλληνες λοιπόν συγγραφείς τόλμησαν να μην αντισταθούν στην επαναστατική τους φύση, αλλά να την αγκαλιάσουν και έτσι βίαια να απογοητευτούν μαχόμενοι και όχι ανεπαρκείς και σκουριασμένοι. Ημέρα του Φυλακισμένου Συγγραφέα, ημέρα μνήμης, ημέρα επαναστατικής ανάτασης, σήμερα – «βαμμένη γαλανόλευκα».
Μανόλης Αναγνωστάκης (1925 – 2005)
“Ο ποιητής της ήττας “. Φυλακισμένος, εξόριστος και καταδικασμένος σε θάνατο. Κυρίαρχος συγγραφέας – ποιητής της μεταπολεμικής γενιάς. Ο Αναγνωστάκης υπήρξε “ανοιχτά” αριστερός, μέλος της ΕΠΟΝ στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, σε μία σκοτεινή περίοδο της ελληνικής πραγματικότητας κατά τη διάρκεια του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου 1946-1949. Φυλακίστηκε το 1948 έως το 1951 για τα πολιτικά του φρονήματα.
Το 1949 καταδικάζεται σε θάνατο. Μοιραία θα σωθεί, αποφυλακισμένος πια δίνοντας μία ακόμη ευκαιρία στην Ελλάδα να επανεκτιμήσει το έργο του. «Στο αλλοιωμένο τοπίο της εποχής μας δεν θα ξαναγράψω», είχε θίξει ό,τι πια «έβραζε» μέσα του και τώρα πια σιωπή. Για εκείνον η ποίηση ήταν γέννημα νεότητας και συνεπώς αυτού του υπέρμετρου ονειροπόλου ενθουσιασμού που εκείνος παράδοξα γεύτηκε. Φυλακισμένος, αλλά όχι μετανιωμένος, απλώς αποκαρδιωμένος – ελαφρά – αν αυτό μπορεί να συμβεί σε χρόνια μπερδεμένα και “ελαφρώς” πένθιμα.
Μιλώ
“Μιλώ για τα τελευταία σαλπίσματα των νικημένων στρατιωτών
Για τα τελευταία κουρέλια από τα γιορτινά μας φορέματα
Για τα παιδιά μας που πουλάν τσιγάρα στους διαβάτες
Μιλώ για τα λουλούδια που μαραθήκανε στους τάφους και τα σαπίζει η βροχή
Για τα σπίτια που χάσκουνε δίχως παράθυρα σαν κρανία ξεδοντιασμένα
Για τα κορίτσια που ζητιανεύουν δείχνοντας στα στήθια τις πληγές τους
Μιλώ για τις ξυπόλυτες μάνες που σέρνονται στα χαλάσματα
Για τις φλεγόμενες πόλεις τα σωριασμένα κουφάρια στους δρόμους
τους μαστροπούς ποιητές που σέρνονται τις νύχτες στα κατώφλια
Μιλώ για τις ατέλειωτες νύχτες όταν το φως λιγοστεύει τα ξημερώματα
Για τα φορτωμένα καμιόνια και τους βηματισμούς στις υγρές πλάκες
Για τα προαύλια των φυλακών και το δάκρυ των μελλοθανάτων
Μα πιο πολύ μιλώ για τους ψαράδες
Π’ αφήσανε τα δίχτυα τους και πήρανε τα βήματα Του
Κι όταν Αυτός κουράστηκε αυτοί δεν ξαποστάσαν
Κι όταν Αυτός τους πρόδωσε αυτοί δεν αρνηθήκαν
Κι όταν Αυτός δοξάστηκε αυτοί στρέψαν τα μάτια
Κι οι σύντροφοι τους φτύνανε και τους σταυρώναν
Κι αυτοί γαλήνιοι το δρόμο παίρνουνε π’ άκρη δεν έχει
Χωρίς το βλέμμα τους να σκοτεινιάσει ή να λυγίσει
Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους.”
Γιάννης Ρίτσος (1909 – 1990)
“Η γενιά του ’30”. Πράγματι, εντάχθηκε σε μία καλλιτεχνική γενιά, στην οποία ο εξωτερικός υπερρεαλισμός του ελεύθερου στίχου χρωματίζοταν από τη μελαγχολία και την ανάγκη για ολική εγκατάλειψη της “Μεγάλης Ιδέας“. Κομβικό σημείο της εκδήλωσης της προσωπικής του πολιτικής προτίμησης υπήρξε το έτος 1934, όπου και ξεκινά να γράφει στον “Ριζοσπάστη” ως “Σοστίρ”. Τον ίδιο χρόνο γίνεται μέλος του ΚΚΕ, αργότερα θα πει “Δεν υπογράφω, είμαι κομμουνιστής”. Ως «φυλακισμένος συγγραφέας» τον τιμώ στο άρθρο για εκείνες τις φορές που εξορίστηκε, για εκείνα τα βασανιστήρια που δέχθηκε αυτός και ομοϊδεάτες του, ή και όχι ομοϊδεάτες, όταν για ακόμη μία φορά ο κόσμος μας μαστίζονταν από ασυδοσία και πνευματική φυλακή.
Θα γράψει τον «Επιτάφιο» το 1936 με αμαυρωμένη του έμπνευση ένα νεκρό παιδί και μία μάνα μου φωνάζει απόγνωση. Δώδεκα χρόνια αργότερα το καθεστώς θα τον εξορίσει στο Κοντοπούλι της Λήμνου. Ένα χρόνο μετά θα εξοριστεί στη Μακρόνησο, ενώ την περίοδο 1950 – 1951 “φυλακισμένος” θα εξοριστεί στον Άγιο Ευστράτιο. Η πολιτική του δράση έκτοτε θα είναι πιο ξεκάθαρη από πότε. Θα γίνει μέλος της ΕΔΑ, θα σταλεί ως μέλος αντιπροσωπείας διανοουμένων και δημοσιογράφων στην Σοβιετική Ένωση και θα συνάψει σχέσεις με τον Ναζίμ Χιχμέτ, Τούρκο κομμουνιστή, ποιητή και ομοιοπαθή – φυλακισμένο συγγραφέα. Νομίζοντας πως φυλακισμένος – έτσι θα ξεχαστεί, ο Ρίτσος υπερνίκησε το κατεστημένο γιατί η λογοτεχνία δεν συμμορφώνεται, δεν ελέγχεται.
Επιτάφιος, Στίχος I
Γιε μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, καρδούλα της καρδιάς μου,
πουλάκι της φτωχειάς αυλής, ανθέ της ερημιάς μου,
Πώς κλείσαν τα ματάκια σου και δε θωρείς που κλαίω
και δε σαλεύεις, δε γροικάς τα που πικρά σου λέω;
Γιόκα μου, εσύ που γιάτρευες κάθε παράπονό μου,
που μάντευες τί πέρναγε κάτου απ’ το τσίνορό μου,
Τώρα δε με παρηγοράς και δε μου βγάζεις άχνα
και δε μαντεύεις τις πληγές που τρώνε μου τα σπλάχνα;
Πουλί μου, εσύ που μου ’φερνες νεράκι στην παλάμη
πώς δε θωρείς που δέρνουμαι και τρέμω σαν καλάμι;
Στη στράτα εδώ καταμεσίς τ’ άσπρα μαλλιά μου λύνω
και σου σκεπάζω της μορφής το μαραμένο κρίνο.
Φιλώ το παγωμένο σου χειλάκι που σωπαίνει
κ’ είναι σα να μου θύμωσε και σφαλιγμένο μένει.
Δε μου μιλείς κ’ η δόλια εγώ τον κόρφο, δες, ανοίγω
και στα βυζιά που βύζαξες τα νύχια, γιε μου, μπήγω.
Μέσα σε αυτήν την ατμόσφαιρα και με αφορμή την ημέρα των Φυλακισμένων Συγγραφέων, θίγεται ένα σημαντικό ζήτημα της ελευθερίας – της ελευθερίας του τύπου, του λόγου και εν τέλει την αποφυγή της φυλακής του πολιτισμού. Η λογοκρισία περπάτησε χέρι χέρι με τη συγγραφή και δυστυχώς υπάρχουν περιπτώσεις που αυτό ακόμη συμβαίνει. Από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και τα Acta Diurna, έως και το πληροφοριακά βομβαρδισμένο σήμερα η συγγραφή καθόρισε λαούς και ιστορία, δημιούργησε πολιτισμικές ταυτότητες και καλλιτεχνικά ρεύματα. Λειτούργησε ως μέσο χειραγώγησης και προπαγάνδας και από στολίδι πολιτισμού έγινε όργανο καταστολής.
Στα ελληνικά δρώμενα, ο Εμφύλιος Πόλεμος και η Δικτατορία των Συνταγματαρχών ήταν σημεία αναφοράς για το πως η έλλειψη ελευθερίας του λόγου ανέθρεψε εσφαλμένες πεποιθήσεις. Με αυτόν τον τρόπο γέννησε μία κουλτούρα μπερδεμένη από έντονο εθνικισμό και αγανάκτηση. Πώς λοιπόν επιτρέπουμε ή και όχι να συμβούν τόσο νοσηρά πολιτεύματα, και αν τελικά είναι εκείνοι οι άνθρωποι – λογοτέχνες, «φυλακισμένοι συγγραφείς» που ποτέ δεν ξέχασαν και δεν αμφισβήτησαν την αλήθεια της ελευθερίας.
Σήμερα που ζούμε ελεύθερα – ελπίζοντας πως αυτό που νομίζουμε πως είναι η χειραφέτηση, είναι όντως-, δεν ξεχνάμε εκείνα τα θύματα του εσφαλμένου «Πολιτισμού». Θυμόμαστε την φυλακισμένη κουλτούρα, στους φυλακισμένους συγγραφείς πίσω από εκείνα τα κλουβιά από σίδερα και τους μακρινούς, ξερούς τόπους. Η τέχνη ήταν πάντα ερωμένη της αλήθειας γιατί μέσα από τη ζωγραφική, την ποίηση και τα τραγούδια προστάτευε της συνειδήσεις μας, δίνοντας χώρο για ελεύθερη σκέψη. Φυλακισμένοι Συγγραφείς – αγωνιστές του πολιτισμού – φρουροί της τέχνης.
Καταλήγοντας, το αγαπημένο έτος 2022 που σιγά σιγά μας αποχαιρετά, η λογοκρισία συνεχίζει να μας συντροφεύει. Σε ένα αύριο γεμάτο πλουραλισμό, χανόμαστε σκεπτόμενοι τα σκοτεινά σημεία, αποχρωματισμένοι σχεδόν, με αμελητέο ενδιαφέρον και προσφορά. Μία κοσμική κβαντική συνέχεια που συνεχώς εξελίσσεται και προσπαθεί – να μείνει ελεύθερη.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για το άρθρο :
Ημέρα του Φυλακισμένου Συγγραφέα, ανακτήθηκε από www.sansimera.gr/worldays/334
Μανόλης Αναγνωστάκης, ανακτήθηκε από www.sansimera.gr/biographies/174
Γιάννης Ρίτσος, ανακτήθηκε από www.sansimera.gr/biographies/1065
Γιάννης Ρίτσος, Ποιήματα 1930-1942, τ. Α΄, Κέδρος, Αθήνα 1979 (12η έκδ.), σ. 163-166 & 171, ανακτήθηκε από http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2700/Keimena-Neoellinikis-Logotechnias_A-Lykeiou_html-empl/extras/texts/indexG10_4_parallilokeimeno.html
Μανόλης Αναγνωστάκης – Ποιήματα, ανακτήθηκε από http://users.uoa.gr/~nektar/arts/poetry/manolhs_anagnwstakhs_poems.htm