Τα Βαλκάνια ανέκαθεν ήταν μία περιοχή με έντονο ιστορικό, γλωσσολογικό, ανθρωπολογικό και πολιτιστικό ενδιαφέρον. Μέσα στα πολλά ενδιαφέροντα θέματα είναι και τα έθιμα ή οι συνήθειες των λαών που τα κατοικούν από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρακτική των ορκισμένων παρθένων, ένα έθιμο που εντοπίζεται κυρίως στη βόρεια Αλβανία, το Κόσοβο και το Μαυροβούνιο. Το αρχαίο αυτό έθιμο φυσικά έχει εντοπιστεί και σε άλλες περιοχές των Βαλκανίων, όπως στη Βοσνία – Ερζεγοβίνη, τη Δαλματία, τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία. Βέβαια, το έθιμο αυτό – αν και πολύ παλιό και με παράδοση – τείνει πλέον να εκλείψει, καθώς σε μία πρόσφατη έρευνα του 21ου αιώνα απεδείχθη πως δεν υπάρχουν πλέον περισσότερες από 100 γυναίκες “ορκισμένες παρθένες”.
Μιας και αυτό το έθιμο εντοπίζεται κυρίως στην Αλβανία, πολλές φορές στην αγγλόφωνη βιβλιογραφία συναντάται ο όρος albanian virgins. Στα σερβοκροατικά, επικρατεί ο όρος virdžina, στα αλβανικά ο όρος burrnesha ή vajzë e betuar (πιο σύνηθες σήμερα και χρησιμοποιείται όταν πλέον το μωρό αρχίζει να μεγαλώνει και να χαρακτηρίζεται “παιδί”) αλλά κι άλλες λέξεις που συνδέονται με τον όρο “παρθένα”, π.χ. virgjineshë, virgjereshë, vergjinesha. Στην τουρκική, ο όρος συναντάται ως sadik που σημαίνει “δίκαιη, τίμια” και στη σερβική γλώσσα ο επίσημος όρος είναι ostajnica (αυτή που παραμένει).
Η παράδοση λοιπόν που θέλει κάποιες γυναίκες να ορκίζονται παντοτινή αγνότητα, είναι πολύ παλιά και χρονολογείται από την εποχή της κωδικοποίησης των άγραφων νόμων του κανούν από τον Αλβανό πρίγκιπα του Μεσαίωνα, Λεκ Ντουκαγκίνι (Kanuni i Lekë Dukagjinit), ένα σύνολο άγραφων πρακτικών και κανόνων που ρύθμιζε τη ζωή των ορεσίβιων φυλών της βόρειας Αλβανίας και του Κοσόβου. Το κανούν δεν έχει θρησκευτικό χαρακτήρα – απευθύνεται σε όλους τους Αλβανούς, ανεξαρτήτως θρησκείας. Ο άγραφος αυτός νόμος προβλέπει πως οι οικογένειες στην Αλβανία (και όχι μόνο) πρέπει να έχουν έναν χαρακτήρα εντελώς πατριαρχικό, κάτι που σημαίνει ότι ο πλούτος και τα αγαθά της οικογένειας κληρονομούνται από άντρες σε άντρες και πως μετά το γάμο, η γυναίκα είναι υποχρεωμένη να μετακομίσει στο σπίτι του άντρα της, να πάρει το επίθετό του κλπ.
Οι γυναίκες ουσιαστικά μεταχειρίζονται σαν να είναι ιδιοκτησία του άντρα και στερούνται από πολλά δικαιώματα, δηλαδή δεν τους επιτρέπεται να καπνίζουν, να φοράνε ρολόι, να συναναστρέφονται με άλλους άντρες ή να ψηφίζουν και να συμμετέχουν στα κοινά δρώμενα. Δε μπορούν επίσης να αγοράσουν και να κατέχουν γη, και είναι εξ ορισμού αποκλεισμένες από πολλά επαγγέλματα. Το έθιμο των ορκισμένων παρθένων έγινε γνωστό στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν πολλοί ιστορικοί, περιηγητές και τυχοδιώκτες ταξίδεψαν στα βουνά της βόρειας Αλβανίας και του νότιου Μαυροβουνίου.
Μία γυναίκα μπορούσε να γίνει “ορκισμένη παρθένα”, σε οποιαδήποτε ηλικία ήθελε. Ο κύριος λόγος που συνέβαινε αυτό ήταν για να ικανοποιήσουν τους γονείς τους και να σωθεί το όνομα της οικογένειας (και παράλληλα και η περιουσία της), αν δεν υπήρχαν καθόλου αρσενικοί απόγονοι ή αν είχαν πεθάνει. Κάποιες γυναίκες το έκαναν και από προσωπική επιλογή, για να αποκτήσουν όλα τα προνόμια των ανδρών ή για να αποφύγουν ανεπιθύμητους γάμους. Όποια γυναίκα αποφάσιζε κάτι τέτοιο, έπρεπε να πάρει αιώνιο όρκο αγαμίας μπροστά σε δώδεκα πρεσβύτερους του χωριού ή της φυλής στην οποία ανήκε. Μετά από αυτό, οι ορκισμένες παρθένες ζούσαν σαν άντρες και πολλοί που συμβίωναν μαζί τους, τις ταύτιζαν αμέσως με αυτό τον ρόλο: δίνοντας τους αντρικά ονόματα και προσφωνώντας τες με λέξεις αρσενικού γένους. Ήταν ελεύθερες να φοράνε αντρικά ρούχα, να κουβαλήσουν όπλο, να πίνουν, να καπνίζουν, να καταπιάνονται με “αντρικές” δουλειές και να δρουν σαν επικεφαλής του οίκου τους. Μπορούσαν επίσης να ψηφίζουν, να συναναστρέφονται με άλλους άντρες ελεύθερα, να παίζουν μουσική και να τραγουδούν. Ο θεσμός των ορκισμένων παρθένων πιστεύεται πως είναι ο πρώτος κοινωνικά προσδιορισμένος θεσμός που εισάγει την έννοια του τρανς άνδρα και της διαφορετικής ταυτότητας φύλων.
Αν κάποια γυναίκα επιχειρούσε να σπάσει τον όρκο, θανατωνόταν. Βέβαια, αυτό είχε απόκριση παλαιότερα και κατά τα τελευταία χρόνια μάλλον δεν ισχύει. Οι περισσότερες ορκισμένες παρθένες δεν έσπαγαν τον όρκο τους, επειδή αυτό θα είχε επιπτώσεις στην κοινωνική τους θέση: θα στιγματίζονταν από την κοινωνία στην οποία ζούσαν. Παρόλα αυτά, έχουν καταγραφεί περιπτώσεις ορκισμένων παρθένων που έπαιρναν πίσω τον όρκο τους, αν οι λόγοι ή τα κίνητρα τα οποία τις ανάγκασαν να ορκιστούν αγνότητα, δεν ίσχυαν πλέον. Υπήρχε πληθώρα λόγων για τους οποίους μία γυναίκα επέλεγε να ορκιστεί αγαμία. Κάποιες το έκαναν για να μην αποχωριστούν την οικογένειά τους, ή άλλες για να εργάζονται και να εξασφαλίζουν μόνες τους τα προς το ζην. Η απόφαση μιας γυναίκας να γίνει ορκισμένη παρθένα, ήταν ο μόνος τρόπος να μην εκπληρώσει μία οικογένεια την υπόσχεση γάμου που είχε δώσει σε μία άλλη οικογένεια. Σε διαφορετική περίπτωση ήταν υποχρεωμένη να εκπληρώσει την υπόσχεση, αλλιώς στοχοποιούνταν κοινωνικά ή ξεσπούσε ακόμα και βεντέτα μεταξύ των οικογενειών.
Επιπλέον, ήταν και ο μόνος τρόπος να κληρονομήσει κάποια γυναίκα την περιουσία της οικογένειάς της και να συνεχίσει το όνομα του οίκου της, αν δεν υπήρχαν αρσενικοί απόγονοι. Στην Αλβανία για παράδειγμα, λόγω του κανούν και των επαναλαμβανόμενων περιστατικών θανάτων λόγω βεντέτας, πολλές οικογένειες έμεναν χωρίς αρσενικούς απογόνους. Έτσι, το να “μετατραπεί” κάποιο θηλυκό μέλος της οικογένειας σε άντρα, ήταν ο μοναδικός τρόπος για να διατηρηθεί το όνομα και η περιουσία της οικογένειας, αλλά και να συνεχιστεί ο φαύλος κύκλος του αίματος, δηλαδή να εκδικηθεί για τα δολοφονημένα μέλη της οικογένειας. Αξιοσημείωτο είναι πως οι ορκισμένες παρθένες ισοδυναμούσαν με άντρες σε τέτοιο βαθμό, ώστε αν κάποια γυναίκα επέλεγε να γίνει ορκισμένη παρθένα, αυτόματα συμμετείχε στο κανούν.
Άλλες γυναίκες πάλι, επέλεγαν να γίνουν ορκισμένες παρθένες, απλώς για να απολαμβάνουν περισσότερη ελευθερία και τα δικαιώματα των ανδρών. Αυτό έχει λογική, αν λάβουμε υπόψη πως η γυναίκα στη μέση βαλκανική κοινωνία της εποχής, δεν είχε σχεδόν καθόλου δικαιώματα: ήταν υποχρεωμένη να παντρευτεί, δε μορφωνόταν, δεν συμμετείχε στα κοινά, δεν συναναστρεφόταν με άνδρες, ήταν υποχρεωμένη να κάνει παιδιά, κλπ. Μάλιστα, ορισμένοι ανθρωπολόγοι θεωρούν πως πολλές χήρες μητέρες που δεν είχαν αρσενικούς απογόνους, πίεζαν τα κορίτσια τους να ορκιστούν παρθενία για να διασωθεί το όνομα της οικογένειας και να προστατευθούν και αυτές οι ίδιες, σε μία ανδροκρατούμενη κοινωνία.
Στις μέρες μας, το έθιμο αυτό έχει εκλείψει στη Δαλματία και τη Βοσνία όπου κάποτε εφαρμοζόταν. Το ίδιο ισχύει και για το Μαυροβούνιο, καθώς η τελευταία ορκισμένη παρθένα του Μαυροβουνίου, η Stana Cerović πέθανε το 2016. Ο θεσμός όμως επιβιώνει ακόμα στη βόρεια Αλβανία, το Κόσοβο και σε κάποια μέρη της Βόρειας Μακεδονίας. Κατά την κομμουνιστική διακυβέρνηση στην Αλβανία, το καθεστώς δεν ενθάρρυνε αυτή την πρακτική και οι γυναίκες άρχισαν να αποκτούν ευρύτερα δικαιώματα. Ο θεσμός εξαφανίστηκε στη νότια Αλβανία αλλά και στα κεντρικά, μόνο στο βόρειο μέρος της χώρας κάποιες οικογένειες επιμένουν να διατηρούν τις παραδόσεις. Σήμερα, ο αριθμός των ορκισμένων παρθένων υπολογίζεται από 40 ως 100, οι περισσότερες άνω των πενήντα ετών. Παλιά, πιστευόταν πως το κομμουνιστικό καθεστώς της χώρας θα εξάλειφε για πάντα αυτή την πρακτική, όμως μετά την κατάρρευσή του διαπιστώθηκε πως επιβιώνει ακόμη και μάλιστα, σε μεμονωμένες περιπτώσεις έχει ενθαρρυνθεί κιόλας. Κατά καιρούς, έχουν παρθεί και συνεντεύξεις, από κάποιες ορκισμένες παρθένες που εξακολουθούν να στηρίζουν την επιλογή τους. Πολλές ταινίες και βιβλία έχουν εκπονηθεί με αφορμή αυτό το παλαιό έθιμο που τείνει να εκλείψει σήμερα.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για το παρόν άρθρο:
Albanian Sworn Virgins: αντλήθηκε από en.wikipedia.org
Sworn to virginity and live as man in Albania: αντλήθηκε από nytimes.com
The Last Sworn Virgin of Montenegro: ανακτήθηκε από rferl.org
Ορκισμένες Παρθένες: αντλήθηκε από el.wikipedia.org
Οι “ορκισμένες παρθένες” της Αλβανίας που ζουν σαν άντρες: αντλήθηκε από newsbeast.gr