Ο Νικόλας Άσιμος υπήρξε μία από τις πιο χαρακτηριστικές φιγούρες της Αθήνας και ιδιαίτερα της περιοχής των Εξαρχείων. Πολλοί τον χαρακτήρισαν ρομαντικό ακτιβιστή, υπήρχαν, όμως, και άλλοι που έβλεπαν στο πρόσωπό του έναν αναρχικό καλλιτέχνη. Οπωσδήποτε, όμως, παρ’ όλη την ιδιορρυθμία του, αποτελεί σημείο αναφοράς μιας ολόκληρης γενιάς, αφ’ ενός, και, αφ’ ετέρου, σταθμό στη μουσική ιστορία κατά τη διάρκεια των ‘70s και ‘80s.
Ο Νικόλας Άσιμος ή κατά κόσμον Νικόλαος Ασημόπουλος, γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου 1949 στη Θεσσαλονίκη, ωστόσο μεγάλωσε στην Κοζάνη, απ’ όπου κατάγονταν και οι γονείς του. Ως μαθητής είχε καλές επιδόσεις, ενώ ταυτόχρονα ασχολήθηκε και με τον αθλητισμό, με διακρίσεις στο άλμα εις ύψος -το 1965 κατέλαβε την τρίτη θέση στους μαθητικούς αγώνες σχολείων της Μακεδονίας- και στο ποδόσφαιρο. Όταν ενηλικιώθηκε, έφυγε για τη Θεσσαλονίκη προκειμένου να σπουδάσει στο Νεοελληνικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ, χωρίς ωστόσο να πάρει ποτέ πτυχίο. Παράλληλα, ασχολείται και με τη δημοσιογραφία, ερασιτεχνικά, και παρακολουθεί μαθήματα υποκριτικής στην ιδιωτική Δραματική Σχολή του Κυριαζή Χαρατσάρη. Στη Θεσσαλονίκη, επίσης, θα ξυπνήσει και το ενδιαφέρον του για τη μουσική, μιας και τότε αγοράζει την πρώτη του κιθάρα και αρχίζει να συνθέτει τραγούδια και να παίζει ως αυτοδίδακτος μουσικός σε διάφορες μπουάτ.
Το Μάιο του 1973 εγκαταλείπει, μια για πάντα, και τις σπουδές του και τη Θεσσαλονίκη και «κατεβαίνει» στην Αθήνα να αναζητήσει την τύχη του. Εκεί, θα παίξει σε διάφορες μπουάτ της Πλάκας και θα συνεργαστεί με πολύ γνωστά ονόματα, όπως με το Γιάννη Ζουγανέλη, το Σάκη Μπουλά, τη Χαρούλα Αλεξίου, το Βασίλη Παπακωνσταντίνου και πολλούς άλλους ακόμα. Το Μάιο του 1975, ο Αλέκος Πατσιφάς, ιδιοκτήτης της δισκογραφικής εταιρείας LYRA, παίρνει την πρωτοβουλία να του βγάλει ένα δίσκο 45 στροφών που περιείχε τα τραγούδια Ο Μηχανισμός και Ο Ρωμιός, και κάπως έτσι ο Άσιμος μπαίνει στη δισκογραφία. Ο δίσκος, όμως, θα πέσει θύμα της λογοκρισίας, καθώς κάποιος μπορούσε να τον αγοράσει στα δισκοπωλεία, αλλά η μετάδοσή του από τη δημόσια ραδιοτηλεόραση απαγορευόταν.
Στη συνέχεια άρχισε να ηχογραφεί μόνος με τη βοήθεια του Στέλιου Λογοθέτη, ο οποίος ήταν τεχνικός του ΟΤΕ, τις περίφημες «παράνομες» κασέτες του, τις οποίες πουλούσε και έτσι εξασφάλιζε τα απαραίτητα προς το ζην. Μέχρι το Μάρτιο του 1987 είχε κυκλοφορήσει συνολικά οκτώ παράνομες κασέτες, τις οποίες διακινούσε μαζί με άλλα αντικείμενα, όπως παιχνίδια, χειροποίητα κοσμήματα κλπ, στην τιμή των 100 δραχμών στο Πολυτεχνείο, στα Προπύλαια, στο Λυκαβηττό, στο Μοναστηράκι.
Το 1976 έρχεται στον κόσμο η μονάκριβη κόρη του από την εκτός γάμου σχέση του με την αναρχοφεμινίστρια Λίλιαν Χαριτάκη. Ο ερχομός της μικρής αντί να ενώσει το ζευγάρι, που συχνά η συμβίωσή τους ήταν έντονη λόγω του εκρηκτικού καλλιτέχνη, τους απομάκρυνε και έτσι ο Άσιμος έμεινε μόνος να φροντίζει την κόρη του, με την οποία είχε γίνει αχώριστος.
Δύο χρόνια μετά, το 1978, ξεκινά η περιπέτειά του να αποφύγει τη στράτευση, καθώς για τον Άσιμο ήταν κάτι το αδιανόητο. Στο τραγούδι του Παράτα τα γράφει:
«Παράτα το στρατό το προβατοποιείο,
Και ας μας έχουνε για το τρελοκομείο
Για μια χαζή πατρίδα οπλίζουν τους λαούς
Δεν κάνει η ιεραρχία τους αναρχικούς»
Και κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα: «πουλάει» τρέλα. Έτσι, παίρνει απαλλαγή, προσποιούμενος τον ψυχοπαθή, και κατάφερε να του αναγνωριστεί ότι πάσχει από σχιζοειδή ψύχωση. Στο βιβλίο του Αναζητώντας Κροκανθρώπους (1981) αναφέρει ξεκάθαρα πως υιοθέτησε αυτή τη συμπεριφορά, γιατί ήταν αντίθετος προς τη στράτευση.
Το Νοέμβριο του 1982 κυκλοφόρησε από την εταιρεία MINOS ο μοναδικός δίσκος 33 στροφών που έβγαλε όσο ζούσε, με τίτλο Ο Ξαναπές στον οποίο συμμετείχαν η Χάρις Αλεξίου και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Στο δίσκο ξεχωρίζει το τρυφερό νανούρισμα το Παπάκι, που είχε γράψει ο Άσιμος για την κόρη του, το οποίο ερμηνεύει η Χάρις Αλεξίου.
Ο Νικόλας Άσιμος πίστευε, ακράδαντα, στα θεατρικά δρώμενα του δρόμου και αυτά τα καλλιτεχνικά του δρώμενα (happenings), πολλές φορές, μετατρέπονταν σε πράξεις διαμαρτυρίας. Αν μη τι άλλο είχε πλέον καθιερωθεί ως καλλιτέχνης του δρόμου και ήταν χαρακτηριστική φιγούρα της πλατείας Εξαρχείων. Βασικά του «σύνεργα», στις παραστάσεις του, ήταν το ταμπούρλο του, η μαγκούρα και η καραμούζα του. Επίσης, στα τέλη της δεκαετίας του ’70 επινοεί και το δικό του κίνημα, «το Κροκ» και για να το επανδρώσει, αναζητούσε κόσμο, τους λεγόμενους Κροκανθρώπους, ενώ δημιουργεί και δύο βραχύβια μουσικά συγκροτήματα την «Exarchia Square Band» και τους «Νικόλας Άσιμος και οι Εναπομείναντες».
Η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του Άσιμου, μέχρι τις αρχές των ‘80s, δεν είχε προκαλέσει ανησυχία. Μέχρι το 1981 που παθαίνει την πρώτη νευρική κρίση. Τότε αρχίζει να έχει και μεταφυσικές ανησυχίες. Αποκτά εμμονή με το έργο του Αμερικανού ανθρωπολόγου και συγγραφέα Κάρλος Καστανιέδα και πιστεύει πως έχει τέτοιες δυνάμεις για να αναστήσει νεκρά ζώα (πολλές φορές τον είχαν δει να βγαίνει από pet shop και να κουβαλάει άτυχα κατοικίδια ζωάκια, για να τα μεταφέρει σπίτι του και να κάνει διάφορα πειράματα), ενώ, επίσης, στο δρόμο μοιράζει χαστούκια στους περαστικούς και καταφέρεται εναντίον των γυναικών, τις οποίες αποκαλεί «δούλες». Το αποτέλεσμα ήταν το εξής: Ασφάλεια, ύστερα Δαφνί και επιστροφή στο σπίτι του στην Καλλιδρομίου. Και αυτό θα επαναλαμβάνεται για αρκετό καιρό ακόμη.
Το αποκορύφωμα ήρθε στις 7 Ιουνίου 1987. Μια κοπέλα τον κατηγορεί για βιασμό, κατά τη διάρκεια μιας περίεργης «τελετής μύησης» στη δική του θρησκεία και φιλοσοφία. Τότε οδηγείται, βιαίως, σε ψυχοθεραπευτική κλινική και ύστερα στον Κορυδαλλό. Αν και η κοπέλα αποσύρει τη μήνυση εναντίον του, ο Εισαγγελέας έχει διαφορετική άποψη και έτσι ο Άσιμος μένει στη φυλακή μέχρι το τέλος Ιουνίου, οπότε και βγαίνει με χρηματική εγγύηση που καταθέτει η οικογένειά του. Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιοι που υποστηρίζουν ότι και η κοπέλα είχε ψυχολογικά προβλήματα. Το πόρισμα, ωστόσο, του ιατροδικαστή ήταν πως στην κοπέλα ασκήθηκε σοβαρή βία, τόσο σωματική όσο και σεξουαλική. Το γεγονός αυτό κλόνισε το ήδη ταλαιπωρημένο μυαλό του, καθώς το στίγμα του βιαστή τον βάραινε. Ύστερα από δύο αποτυχημένες προσπάθειες αυτοκτονίας, ο τραγικός επίλογος γράφτηκε στις 17 Μαρτίου 1988: ο Άσιμος κρεμάστηκε από σωλήνα ύδρευσης στο «Χώρο Προετοιμασίας» όπως αποκαλούσε το τελευταίο μαγαζόσπιτό του στην οδό Καλλιδρομίου 55 στα Εξάρχεια. Ήταν μόλις 39 ετών.
https://www.youtube.com/watch?v=Hm-3ChM1Da8
Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησαν δύο ακόμη δίσκοι του: «Το φανάρι του Διογένη» με τη συμμετοχή της Σωτηρίας Λεονάρδου και το «Γιουσουρούμ – Στο φαλιμέντο του κόσμου», με τη συμμετοχή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου.
Αυτή ήταν η ιστορία του Νικόλα Άσιμου, μιας φυσιογνωμίας αμφιλεγόμενης, ενός αντισυμβατικού καλλιτέχνη που έζησε έντονα αν και σύντομα και που κάποιοι στίχοι του εξακολουθούν ακόμα και σήμερα, σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, να είναι τόσο επίκαιροι…
Πηγές:
Νταλούκας, Μ. (2019). Τα πειράματα του Νικόλα Άσιμου για να αναστήσει νεκρά ζώα. Ανακτήθηκε από iefimerida.gr
Νικόλας Άσιμος. Ανακτήθηκε από sansimera.gr
Νικόλας Άσιμος. Ανακτήθηκε από el.wikipedia.org
Νταλούκας, Μ. (2018). Νικόλας Άσιμος : Ανέβηκε σε μια σκάλα που δεν οδηγούσε πουθενά. Ανακτήθηκε από ogdoo.gr
Μορφίρης, Κ. (2017). Νικόλας Άσιμος: η ιστορία ενός ξεχωριστού ανθρώπου. Ανακτήθηκε από klik.gr
Παππά, Μ. (2018). 41 πολύ σπάνιες φωτογραφίες του Νικόλα Άσιμου. Ανακτήθηκε από lifo.gr