Οι γυναίκες των πρωτοχριστιανικών χρόνων δεν είναι τόσο γνωστές σε εμάς σήμερα όσο οι άντρες της εποχής τους. Μάλιστα πολλές από αυτές είχαν συμβάλει σημαντικά στην ανάπτυξη της πίστης, αλλά από τότε έχουν ξεχαστεί σε μεγάλο βαθμό. Μερικές έχουν αγιοποιηθεί από την Εκκλησία ή έχουν αναγνωριστεί με άλλους τρόπους, αλλά οι προσπάθειές τους συνήθως επισκιάζονται από τους άνδρες ομολόγους τους. Παρ’ όλα αυτά, αυτές οι γυναίκες βοήθησαν να τεθούν τα θεμέλια της Εκκλησίας. Θα δούμε κάποιες από τις γνωστότερες εξ αυτών.
Οι γυναίκες κατά των πρώιμο Χριστιανισμό
Σήμερα, σε εμάς είναι γνωστός ο όρος «Πατέρες της Εκκλησίας» και όχι «Μητέρες της Εκκλησίας» παρόλο που η συνεισφορά των γυναικών ήταν μεγάλη. Οι γυναίκες των πρωτοχριστιανικών χρόνων, που ήταν κυρίως Ρωμαίες, ήταν από τις πρώτες που πήραν στα σοβαρά τον Χριστιανισμό και υπάρχουν πολλές ιστορίες – που σώζονται στα γραπτά των ίδιων των Πατέρων της Εκκλησίας και στις ιστορίες μαρτύρων – ισχυρών γυναικών που αφοσιώθηκαν στη νέα πίστη.
Μερικές από αυτές τις πρώτες Μητέρες της Εκκλησίας αγκάλιασαν τον Χριστιανισμό τόσο ολοκληρωτικά ώστε έδωσαν ό,τι είχαν (συχνά σημαντικά χρηματικά ποσά και μεγάλα κτήματα) για να βοηθήσουν τους φτωχούς, τους αρρώστους και τους άπορους, σύμφωνα με την οδηγία του Ιησού ότι «Εφόσον το κάνατε σε έναν από τους ελάχιστους από αυτούς τους αδελφούς μου, το κάνατε σε μένα» (Κατά Ματθαίον 25:40). Ορισμένες από αυτές τις γυναίκες έγιναν γνωστές ως Μητέρες της Ερήμου, ιδρύτριες μοναστικών ταγμάτων στις ερήμους της Αιγύπτου, της Συρίας, της Περσίας και της Μικράς Ασίας (γνωστές και ως Ammas, δηλαδή μητέρες).
Ο ρόλος των γυναικών στην Εκκλησία παρέμεινε λίγο-πολύ ο ίδιος ακόμη και μετά την ανύψωση του Χριστιανισμού από τον Μέγα Κωνσταντίνο (272-337) το 313 μέσω του Διατάγματος των Μεδιολάνων, το οποίο διακήρυξε την ανοχή για τη νέα πίστη. Μετά τη Σύνοδο της Νίκαιας το 325, όμως, η κατάσταση άλλαξε. Ο Κωνσταντίνος συγκάλεσε το συμβούλιο στη βίλα του στη Νίκαια για να τυποποιήσει τη χριστιανική πίστη και πρακτική. Το πιο σημαντικό ζήτημα ήταν να αποφασιστεί η θέση του Χριστού ως Θεού, Θεανθρώπου ή προφήτη.
Ο Πάπας Κλήμης Α ́ (περ. 35-99) αποφάσισε ότι μόνο οι άνδρες μπορούσαν να υπηρετήσουν ως ιερείς ή να έχουν εξουσία στην Εκκλησία, επειδή ο Χριστός είχε επιλέξει μόνο άνδρες ως αποστόλους του. Ο εκκλησιαστικός συγγραφέας Ευσέβιος (263-339) καταγράφει ότι η σύνοδος, ακολουθώντας την καθοδήγηση του Κλήμη (και πιθανότατα επηρεασμένη από τις νουθεσίες του Παύλου για τη γυναικεία κατωτερότητα) όρισε τις γυναίκες ως λαϊκές που θα μπορούσαν να υπηρετήσουν σε κατώτερες θέσεις αλλά δεν θα μπορούσαν να έχουν εξουσία πάνω στους άνδρες. Ωστόσο, μέχρι τη στιγμή της Συνόδου της Νίκαιας, πολλές γυναίκες είχαν ήδη αποδείξει ότι ήταν ικανές και εμπνευσμένες θρησκευτικές ηγέτιδες.
Οι γυναίκες που ξεχώρισαν κατά τη διάρκεια των πρωτοχριστιανικών χρόνων
Θέκλα
Η Θέκλα (1ος αιώνας) είναι Μικρασιάτισσα αγία της πρώτης Χριστιανικής Εκκλησίας από το Ικόνιο. Υπήρξε ακόλουθος του Αποστόλου Παύλου στο έργο Οι Πράξεις του Παύλου και της Θέκλης, το οποίο αφηγείται τη μεταστροφή της στον Χριστιανισμό από τον Απόστολο Παύλο και τα μετέπειτα ταξίδια της μαζί του, τη θεία διάσωση από διάφορους διωγμούς και τον θάνατο και την δράση της ως θεραπεύτρια, κήρυκας και εμπνευσμένη θρησκευτική ηγέτιδα. Ήταν η πρώτη γυναίκα Χριστιανή μάρτυρας και για αυτό τον λόγο ονομάζεται Ισαπόστολος και Πρωτομάρτυς.
Η ιστορία της Θέκλας έχει συχνά απορριφθεί στο παρελθόν ως χριστιανική μυθοπλασία, αλλά οι σύγχρονοι μελετητές πιστεύουν ότι η αφήγηση βασίζεται σε μια πραγματική γυναίκα. Στις επιστολές του, ο Παύλος αναφέρει τακτικά γυναίκες που τον βοήθησαν, και η ιστορία της Θέκλας δεν είναι τόσο διαφορετική από πολλές άλλες, εκτός από τις επαναλαμβανόμενες θαυματουργικές διασώσεις από το θάνατο.
Μια πτυχή της ιστορίας της που είναι γνωστό ότι ισχύει για τις γυναίκες της εποχής της είναι ο όρκος αγνότητας, τον οποίο κράτησε από τη μεταστροφή της μέχρι το τέλος της ζωής της. Η επιλογή μιας αγνής ζωής, ακόμη και αν κάποιες γυναίκες ήταν παντρεμένες, ήταν μια δήλωση ατομικότητας στη διεκδίκηση δικαιωμάτων πάνω στο σώμα τους και στην ζωή τους γενικότερα.
Περπέτουα
Η Περπέτουα, πρωτοχριστιανή μάρτυρας, καταγόταν από επιφανή οικογένεια της Καρχηδόνας. Συνελήφθη το 203 επί αυτοκράτορος Σεπτιμίου Σεβήρου (193-211) από τον ανθύπατο της Αφρικής Ιλαριανό, μαζί με τους κατηχούμενους Ροβεκάτο, Φιλικητάτη, Σατορνίλο και Σεκούνδο και όλοι τους οδηγήθηκαν στον χιλίαρχο, στον οποίο και ομολόγησαν με παρρησία την πίστη τους στον Χριστό. Ο πατέρας της, ειδωλολάτρης, προσπάθησε να την μεταπείσει να απαρνηθεί την πίστη της αλλά μάταια. Όλοι οι συλληφθέντες χριστιανοί έχασαν τη ζωή τους αφού ρίχτηκαν στα θηρία.
Συγκλητική
Η Αγία Συγκλητική της Αλεξάνδρειας (270-350) είναι μία από τις πιο γνωστές Μητέρες της Ερήμου και μία από τους πρώτους ιδρυτές της μοναστικής παράδοσης. Η Συγκλητική κατάγονταν από πλούσια οικογένεια της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου. Είχε όμορφη εμφάνιση γεγονός που προσέλκυσε πολλούς μνηστήρες αλλά η ίδια δεν ήθελε να παντρευτεί λόγω της αφοσίωσής της στον Χριστό. Μετά το θάνατο των γονιών της, έκοψε τα μαλλιά της, έδωσε την κληρονομιά της στους φτωχούς και έφυγε από την πόλη με τη μικρότερη αδελφή της (η οποία ήταν τυφλή) για να ζήσει μια ζωή αγνότητας, φτώχειας και μοναξιάς κοντά στην κρύπτη ενός συγγενή. Εκεί, λέγεται ότι πάλεψε με δαίμονες που προσπάθησαν να την πείσουν να συνεχίσει την προηγούμενη ζωή της. Η Συγκλητική όμως παρέμεινε πιστή στην πίστη της. Έχοντας επιτύχει τη φώτιση και την εγγύτητα με τον Θεό που αναζητούσε, συναίνεσε να διδάξει άλλους που την αναζητούσαν και είχε την ηγεσία αυτού του πρώιμου μοναστηριού γυναικών. Η Συγκλητική κατέστη η πνευματική τους μητέρα. Φερόταν μαζί τους ως αδελφή και όχι ως ηγουμένη, φροντίζοντας και υπηρετώντας την καθεμιά.
Μαρκέλλα
Η Μαρκέλλα (325-410) ήταν Ρωμαία ευγενής που κανονικοποιήθηκε από την Ορθόδοξη και την Καθολική Εκκλησία λόγω της συνεισφοράς της στην δημιουργία του χριστιανικού μοναστικού συστήματος. Ήταν μια πλούσια Ρωμαία Χριστιανή γυναίκα, η οποία, μετά το θάνατο του συζύγου της, αφιερώθηκε στην πίστη της μέσα από μια ζωή αγνότητας και υπηρεσίας προς τους άλλους. Όπως πολλές άλλες πρωτοχριστιανές γυναίκες, η Μαρκέλλα ανέκτησε την ταυτότητά της μέσω αγνότητας, αρνούμενη να ξαναπαντρευτεί, παρόλο που ο νόμος υπαγόρευε ότι έπρεπε, και αφιερώθηκε στο αυτοσχέδιο μοναστήρι της που θα ενέπνεε και άλλες γυναίκες να ακολουθήσουν το παράδειγμά της. Πέθανε στη λεηλασία των Βησιγότθων της Ρώμης το 410 μ.Χ.
Μακρίνα η νεότερη
Η Μακρίνα η νεότερη (330-379) ήταν Ελληνίδα Μικρασιάτισσα χριστιανή ασκήτρια της οποίας η αφοσίωση στον Θεό ενέπνευσε το έργο και τη ζωή των πολύ πιο διάσημων νεότερων αδελφών της, του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου (περ. 329-379) και του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης (περ. 335 έως 395). Γεννήθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Όταν πέθανε ο αρραβωνιαστικός της, αρνήθηκε να παντρευτεί κάποιον άλλο και αφιερώθηκε στον Χριστό. Ασκούσε έναν άκαμπτο ασκητισμό και αφιερώθηκε στην εκπαίδευση των άλλων, ειδικά των μικρότερων αδελφών της. Μετά το θάνατο του πατέρα της, αυτή και η μητέρα της μετακόμισαν σε ένα κτήμα στον Πόντο, όπου ίδρυσε μια χριστιανική κοινότητα αφιερωμένη στην τελειοποίηση της σχέσης τους με τον Θεό ενώ συχνά συμβουλευόταν προσκυνητές που έρχονταν να ζητήσουν τη συμβουλή της.
Πηγές:
Οι γυναίκες των πρωτοχριστιανικών χρόνων: Ανακτήθηκε από: www.worldhistory.org (Τελευταία πρόσβαση στις 4/1/2025)
Περπέτουα: Ανακτήθηκε από: www.sansimera.gr (Τελευταία πρόσβαση στις 4/1/2025)
Συγκλητική: Ανακτήθηκε από: www.vimaorthodoxias.gr (Τελευταία πρόσβαση στις 4/1/2025)