Ο Jerom Bruner, γεννημένος το 1915 στην Αμερική, συγκαταλέγεται από πολλούς στην κατηγορία των μεγάλων πρωτοπόρων της ψυχολογίας, όπως οι Freud, Vygotsky, Piaget. Συνεισέφερε σημαντικά στον τομέα της γνωστικής καθώς και της εκπαιδευτικής ψυχολογίας. Πάντα τον ενδιέφεραν ιδιαίτερα η ανθρώπινη σκέψη και η ανθρώπινη εξέλιξη. Για αυτό και θεωρείται ένας εκ των πατέρων των γνωστικών επιστημών και πρωτοπόρος της “γνωστικής καμπής”, που σημειώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’50. Το 1939, ο Jerome Bruner δημοσιεύει το πρώτο του άρθρο ψυχολογίας. Σε αυτό πραγματεύεται τις επιπτώσεις από την αφαίρεση του θυμού αδένα στη σεξουαλική συμπεριφορά. Κατά τη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου, ο ίδιος υπηρέτησε στο Psychological Warfare Division αναζητώντας φαινόμενα με κοινωνικές και ψυχολογικές προεκτάσεις.
“Η αντίστροφη άποψη που προτείνω είναι ότι η κουλτούρα, και όχι η βιολογία, διαμορφώνει την ανθρώπινη ζωή και τον ανθρώπινο νου”
Ο Bruner ξεκίνησε να μελετά την αίσθηση και την αντιληπτικότητα ως ενεργές αντί για παθητικές διεργασίες. Το 1947, δημοσιεύεται η μελέτη του με κεντρικό άξονα την Αξία και την ανάγκη ως οργανωτικούς συντελεστές στην αίσθηση. Παρόμοια μελέτη διεξήγαγαν οι Μπρούνερ και Πόστμαν. Τα εν λόγω πειράματα έδωσαν το έναυσμα στους επιστήμονες να μελετήσουν όχι μόνο τις αντιδράσεις ενός οργανισμού σε ένα ερέθισμα, αλλά και την εσωτερική τους ερμηνεία.
Το νόημα, κατά τον Bruner, βρίσκεται στην καθημερινότητα υπό τη μορφή ιστοριών. Η οργανωτική αρχή της λαϊκής ψυχολογίας είναι αφηγηματικής και όχι κατηγορικής φύσης. Σε αυτό το σημείο ξεχωρίζουν οι φιλοσοφικές ρίζες του Bruner, ο οποίος εισήγαγε μια αφηγηματική προσέγγιση στην ψυχολογία. Καθώς η ανθρώπινη εμπειρία είναι εξ ορισμού αφηγηματική, οργανωμένη σε ιστορίες. Η αφήγηση ασχολείται με το υλικό από το οποίο αποτελείται η ανθρώπινη πραγματικότητα. Έτσι, αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στον κόσμο της κουλτούρας και των πεποιθήσεων, επιθυμιών και ελπίδων του καθενός. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η λειτουργικότητα των ιστοριών. Έχουν τη δυνατότητα να σχηματοποιούν και την ίδια στιγμή να ρυθμίζουν το συναίσθημα. Η πλαισίωση (framing), μια κοινωνική διεργασία, εξυπηρετεί την κατασκευή ενός κόσμου και τον χαρακτηρισμό της ροής του. Ενώ αναφορικά με τη συναισθηματική ρύθμιση, καθησυχάζεται το άτομο. Τα δυο αυτά αποτελέσματα, σύμφωνα με τον Bruner, έχουν ως σημείο αναφοράς τη διαπροσωπική διάσταση.
Η διήγηση της κατάλληλης ιστορίας και η τοποθέτηση των πράξεων και των επιθυμιών του σ’ ένα πλαίσιο που τις καθιστά θεμιτές είναι πράγματα εξίσου σημαντικά. Το να πάρει κανείς αυτό που θέλει, πολύ συχνά, σημαίνει τη δημιουργία της κατάλληλης ιστορίας
Μαζί με τον George A. Miller, ο Bruner ίδρυσε το 1960 το Κέντρο για τις Γνωστικές Σπουδές για την ψυχολογία, την εκπαίδευση, τη γλώσσα και άλλους ερευνητικούς τομείς. Ο Noam Chomsky, διάσημος θεωρητικός της γλώσσας, ήταν ένας από τους πολλούς μελετητές ο οποίος ξεκίνησε την καριέρα του εκεί. Ξεκινώντας γύρω στο 1967, ο Bruner επικεντρώθηκε στον μηχανισμό εκμάθησης. Δημιούργησε τον όρο «στήριξη», για να περιγράψει τον τρόπο που τα παιδιά συχνά δομούν τις πληροφορίες που κατέχουν. Στην έρευνά του για την ανάπτυξη των παιδιών, πρότεινε τρεις τρόπους αναπαράστασης: με βάση την πράξη, την εικόνα και τη γλώσσα. Αντί για καθαρά περιγραφόμενα στάδια, οι τρόποι αναπαράστασης ενσωματώνονται μεταξύ τους. Η συμβολική αναπαράσταση παραμένει η βασική κατάσταση, επειδή είναι η πιο μυστηριακή εκ των τριών.
” Ήταν μέρος μιας γενιάς πνευματικών γιγάντων που περιπλανιόντουσαν στο έδαφος της πειθαρχίας. Ο Bruner και οι συνεργάτες του μας έδωσαν μια γλώσσα για να γνωρίσουμε πώς μπορούμε να κατανοήσουμε τον κόσμο.” Howard Gardner
Σύμφωνα με την αντίληψη της μάθησης, ο Bruner πρότεινε το σπειροειδές πρόγραμμα σπουδών. Μια διδακτική προσέγγιση στην οποία κάθε θέμα ή ικανότητα επανεξετάζεται, ανά τακτά χρονικά διαστήματα σε διαφορετικό επίπεδο κάθε φορά. Το προαναφερθέν σύστημα χρησιμοποιείται στην Κίνα, ενώ στην Αμερική οι τάξεις διαφοροποιούνται κατά επίπεδο επιστημών ζωής (χημεία, φυσική). Εφήρμοσε την ιδέα για να σχεδιάσει ένα πρόγραμμα σπουδών κοινωνικών επιστημών που χρησιμοποιήθηκε ευρέως στα σχολεία στη δεκαετία του 1960-70, πριν αντιμετωπίσει πολιτική αντιπαράθεση για τις διαπολιτισμικές αναφορές του και την έμφαση που έδινε στη θεωρία της εξέλιξης. Εξάλλου, πλειάδα εννοιών του, όπως το στοιχείο της συγκίνησης στη λήψη αποφάσεων, αντικατοπτρίζουν την κοινή λογική. Παρ΄όλα αυτά απαιτήθηκε αρκετός χρόνος ούτως ώστε να γίνουν αποδεκτές οι ιδέες του από την επιστημονική κοινότητα.
Πηγές:
https://www.psychologynow.gr/
https://www.simplypsychology.org
www.fks.uoc.gr