
Η συναισθηματική απάθεια είναι μια μορφή επίκλησης για προσοχή στην ψυχική υγεία του ατόμου. Τα συναισθήματα μας κατέχουν τον μεγαλύτερο ρόλο στις επιλογές και την εξέλιξη της ζωής μας. Κι ενώ φαντάζει λογική η φροντίδα τους και η προσπάθεια μας για την επίγνωση τους, είμαστε ελάχιστα παρόντες στην συναισθηματική μας κατάσταση. Οι περισσότεροι, εντοπίζουμε τα συναισθήματα μας στην κλιμάκωση τους, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που τα προσπερνάμε. Αν πρόκειται για συναισθήματα με αρνητική αίσθηση σπεύδουμε στη συγκάλυψη τους. Δίνουμε κάποια λογική εξήγηση, μειώνουμε την αξία τους και τα μεταμορφώνουμε σε κάτι άλλο. Νομίζουμε ότι με αυτόν τον τρόπο ξεπερνάμε τη δυσκολία μας. Στην πραγματικότητα, το μόνο που κάνουμε είναι να μην ερχόμαστε σε επαφή με το αυθεντικό μας συναίσθημα εκείνη τη στιγμή. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μεγένθυνση του φόβου ως προς εκείνα που συμβολίζει ο «πόνος» που αγνοήσαμε.
Τι είναι η συναισθηματική απάθεια
Η συναισθηματική αδιαφορία εμφανίζεται σε περιόδους που ο εγκέφαλος αδυνατεί να διαχειριστεί ένα πλήθος συσσωρευμένων ακατέργαστων συναισθημάτων. Η απάθεια, δηλαδή το πάγωμα, απέναντι στα συναισθήματα είναι ο τρόπος αποσύνδεσης από κάτι ιδιαίτερα επίπονο. Αποτελεί έναν μηχανισμό άμυνας προκειμένου το άτομο να «επιβιώσει» από κάτι που είναι για εκείνο τρομακτικό. Η συναισθηματική απόκριση είναι μειωμένη και συνοδεύεται από την απουσία νοήματος. Το άτομο δεν μπορεί να εντοπίσει κίνητρα για την κατάσταση του, ούτε και ανησυχεί για τα συμπτώματα που εκδηλώνει.
Πώς εμφανίζεται
Οι άνθρωποι με συναισθηματική απάθεια παρατηρούν τις στιγμές της ζωής τους να περνούν χωρίς να εμπλέκονται. Μπορεί να έχουν επιτυχίες και να μη νιώθουν τη χαρά τους. Τα ανεκδήλωτα συναισθήματα επιστρέφουν σε υπερθετικό βαθμό και μεταμορφώνονται σε θυμό. Η συναισθηματική απάθεια συντηρείται από την εναλλαγή του «μουδιάσματος» με τον θυμό. Η δυσκολία στην αναγνώριση των συναισθημάτων σταδιακά μεγενθύνεται και εντείνει την αίσθηση του εγκλωβισμού. Οι άνθρωποι τριγύρω βιώνουν τα συναισθήματα τους και αυτό εντείνει την αίσθηση της δυσφορίας και της σύγκρισης. Πολλές κινήσεις γίνονται μηχανικά, ενώ συχνά υπάρχει η αίσθηση ότι κάτι λείπει και δε θα αναπληρωθεί ποτέ.
Τα συναισθήματα ,που δεν αναγνωρίζονται και εκφράζονται, σωματοποιούνται και εκδηλώνονται σε ιατρικά θέματα. Επιπλέον, τα ανέκφραστα συναισθήματα γιγαντώνουν το υπαρξιακό άγχος και δυσχεραίνουν σε μεγάλο βαθμό την καθημερινότητα του ατόμου. Οι Levy και Czernecki (2006) διαχωρίζουν την απάθεια σε υποτύπους. Κάθε υπότυπος διακρίνεται βάσει των νευροβιολογικών δικτύων που τον αφορούν. Τα συμπτώματα ανα υπότυπο ποικίλουν σημαντικά, όμως, η κοινή συνισταμένη στα συμπτώματα της απάθειας είναι η αίσθηση της εσωτερικής παράδοσης. Η πίστη στην ικανότητα της θέσης «μπορώ να τα καταφέρω» είναι πενιχρή έως ανύπαρκτη.
Πώς αντιμετωπίζεται
Οι μέρες με τη συναισθηματική απάθεια έχουν εξαιρετικές ομοιότητες. Το πρώτο βήμα είναι η άρση αυτής της ρουτίνας. Ακόμη και ένα εμβόλιμο δεκάλεπτο περπάτημα ή μια σύντομη επικοινωνία με ένα διαφορετικό πρόσωπο, μπορεί να είναι η αφετηρία διαφορετικών χειρισμών. Οποιαδήποτε μικρή κίνηση κάνει τη διαφορά στη σειρά των «ίδιων» συναισθηματικά ημερών. Η ψυχική εργασία,με έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας, συνεισφέρει στη δημιουργία ενός ασφαλούς πλαισίου. Η ύπαρξη ασφαλούς περιβάλλοντος είναι απαραίτητη στην αποσυμπίεση των καταπιεσμένων επιθυμιών. Παράλληλα, στο υποστηρικτικό πλαίσιο δημιουργείται η δυνατότητα διερεύνησης μέτρων αυτοφροντίδας και βελτίωσης της ποιότητας ζωής.