Μη Παροδικό φαινόμενο οι Τσούχτρες στις Ελληνικές θάλασσες

Τα τελευταία χρόνια  βλέπουμε πολλές τσούχτρες. Το φαινόμενο αυτό για τις ελληνικές θάλασσες δεν είναι παροδικό. Η εμφάνιση μεγάλων πληθυσμών από τσούχτρες στις  ελληνικές παραλίες είναι συνηθισμένη. Τσούχτρες είχαν κάνει την εμφάνισή τους στην παραλία του Παλαιού Φαλήρου στις αρχές της δεκαετίας του ’60 και του ’70. Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του ΕΛΚΕΘΕ, μετά το 1982 εμφανίζονται μεγάλοι πληθυσμοί  από τσούχτρες στην Ελλάδα με μια περιοδικότητα 10-12 ετών. Στις θάλασσές μας οι τσούχτρες παραμένουν για 2-3 χρόνια, κάτι το οποίο δεν συμβαίνει σε όλες τις θάλασσες της Μεσογείου. Να διευκρινίσουμε ότι «τσούχτρες» αποκαλούμε ορισμένα είδη μέδουσας, το τσίμπημα των οποίων  είναι οδυνηρό για τους ανθρώπους.

 

τσούχτρες
                                                   Pelagia noctiluca

 

Υπάρχουν πολλές μέδουσες που δεν είναι τσούχτρες, όπως το «γυαλί». Η πιο κοινή τσούχτρα στις ελληνικές θάλασσες είναι η Pelagia noctiluca, που ζει στην ανοιχτή θάλασσα και η αύξηση του πληθυσμού της αποδεδειγμένα δεν έχει σχέση με τη ρύπανση των θαλασσών. Αντιθέτως, οι περιοδικές πληθυσμιακές εξάρσεις αυτής της τσούχτρας στη Μεσόγειο μάλλον συνδέονται με τις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας της θάλασσας, αλλά και με άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες που επηρεάζονται από τις κλιματικές αλλαγές (π.χ. περίοδοι ξηρασίας ή έντονων βροχοπτώσεων τους ανοιξιάτικους μήνες).

Οι μέδουσες που συναντάμε πιο συχνά στις ελληνικές θάλασσες είναι η Aurelia aurita (γνωστή ως «γυαλί»), η Cotylorhiza tuberculata (καφεκίτρινου χρώματος με σχήμα που θυμίζει τηγανητό αυγό), η Rhizostoma pulmo (μεγάλη γαλάζια μέδουσα) και η Pelagia noctiluca, η μόνη μέδουσα που είναι και τσούχτρα. Πέρυσι εμφανίστηκε στο Νότιο Ιόνιο η μέδουσα Rhopilema nomadica (μοιάζει με ασπρογαλαζωπό μπαλόνι, διαμέτρου 20-60 εκ.), η οποία έχει εισέλθει στη Μεσόγειο από την Ερυθρά Θάλασσα και το τσίμπημά της είναι οδυνηρό για τον άνθρωπο.

τσούχτρες

Advertising

Advertisements
Διαβάστε επίσης  Οι ελληνικές θάλασσες και τα "μυστικά" τους
Ad 14

Οι φυσικοί εχθροί της τσούχτρας  είναι οι θαλάσσιες χελώνες και ορισμένα ψάρια. Ωστόσο, δεν μπορούμε να βασιστούμε σε αυτούς για τον έλεγχο του πληθυσμού της  τσούχτρας καθώς, όπως σας ανέφερα, η περιοδικότητα εμφάνισης των πυκνών πληθυσμών της εξαρτάται κυρίως από φυσικούς παράγοντες, όπως είναι η αυξημένη θερμοκρασία της θάλασσας κατά την περίοδο ανάπτυξης των νεαρών. Η Μεσόγειος τείνει να γίνει υποτροπική, ενώ πριν ήταν κυρίως θερμή-εύκρατη. Επειδή η πολυπλοκότητα των οικοσυστημάτων της Μεσογείου είναι μεγάλη, είμαι επιφυλακτική με τις προγνώσεις αλλαγών. Το μόνο σίγουρο είναι ότι πρέπει να αλλάξουμε τη συμπεριφορά μας προς τις θάλασσες, ακόμη και με απλές ενέργειες, όπως το να μη ρίχνουμε σκουπίδια στη θάλασσα, τα οποία δυστυχώς τα βρίσκουμε ακόμη και στις πιο βαθιές λεκάνες της Μεσογείου.

 

Υπεραλίευση και κλιματική αλλαγή αυξάνουν τον πληθυσμό τους;

Οι πληθυσμιακές τους διακυμάνσεις στη Μεσόγειο συνδέονται περισσότερο με τις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας της θάλασσας και με άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες που επηρεάζονται από την κλιματική αλλαγή, όπως για παράδειγμα οι περίοδοι ξηρασίας ή έντονων βροχοπτώσεων τους ανοιξιάτικους μήνες. Ένας ακόμη παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει την αφθονία των μεδουσών είναι η θήρευση από διάφορα πελαγικά ψάρια. Έχει διαπιστωθεί ότι ψάρια όπως τόνοι, σκουμπριά, γόπες κ.λπ. καταναλώνουν μέδουσες. Προτείνεται λοιπόν η δραστική μείωση της αλίευσης τέτοιων ψαριών σε περιβάλλοντα όπου παρατηρείται αύξηση των μεδουσών.

 

τσούχτρες

Advertising

 

Οι μέδουσες αποτελούν σημαντικό στοιχείο του θαλάσσιου οικοσυστήματος, αλλά μετατρέπονται σε πρόβλημα, όταν συναθροίζονται σε μεγάλους αριθμούς, καθιστώντας απαγορευτικό το κολύμπι, μπλοκάροντας τα δίχτυα των ψαράδων, ακόμη και τους αγωγούς των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής, βιολογικού καθαρισμού ή αφαλάτωσης που καταλήγουν στη θάλασσα. Επιπλέον, καταβροχθίζοντας μαζικά τα νεογέννητα ψαράκια και το πλαγκτόν, αλλοιώνουν τη θαλάσσια τροφική αλυσίδα.

Διαβάστε επίσης  Ανακύκλωση ρούχων: 3+2 εναλλακτικοί τρόποι απόσυρσής τους

Πολλές μέδουσες ξεκινούν τη ζωή τους ως «πολύποδες» που πρέπει να προσκολληθούν σε κάποια επιφάνεια, ιδίως σε κάποια που προεξέχει. Στη φύση σπάνια υπάρχουν τέτοιες επιφάνειες, αλλά οι άνθρωποι κατασκευάζουν ουκ ολίγες μέσα στη θάλασσα, διευκολύνοντας έτσι τις μέδουσες να πολλαπλασιασθούν. Είναι ενδεικτικό ότι στην Αδριατική οι πρώτες μέδουσες παρατηρήθηκαν το 1834, αλλά έως τα μέσα του προηγούμενου αιώνα ήσαν σπάνιο φαινόμενο. Στις δεκαετίες του 1950, 1960 και 1970 εμφανίζονταν μόνο μία ή δύο φορές ανά δεκαετία, στις δεκαετίες του 1980 και του 1990 έκαναν πια αισθητή την παρουσία τους περίπου στα οκτώ χρόνια κάθε δεκαετίας, ενώ από το 2000 έως σήμερα είναι πανταχού παρούσες κάθε χρόνο (ας το έχουν υπόψη αυτό όσοι επισκέπτονται τις δαλματικές ακτές).

Σύμφωνα με τους ερευνητές, η απότομη αύξηση στη συχνότητα των μεδουσών συνέπεσε με τον πολλαπλασιασμό στις υπεράκτιες πλατφόρμες άντλησης φυσικού αερίου στην Αδριατική, από μόνο μία το 1968 σε περίπου 140 σήμερα. Χρησιμοποιώντας υπολογιστικές προσομοιώσεις, οι ερευνητές συμπέραναν ότι υπάρχει σχέση ανάμεσα στις μέδουσες και στις ανθρωπογενείς κατασκευές, καθώς οι τελευταίες βοηθάνε τις πρώτες να επιβιώνουν ακόμη και όταν αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο περιβάλλον τους, όπως η θαλάσσια ρύπανση. Όσο πιο κοντά στα θαλάσσια ρεύματα βρίσκεται μια ανθρώπινη υπεράκτια κατασκευή, τόσο περισσότερο διευκολύνει τις μέδουσες να αναπτυχθούν. Σημειωτέον ότι, εκμεταλλευόμενες ένα ισχυρό ρεύμα, οι μέδουσες μπορούν να ταξιδέψουν έως 1.000 χιλιόμετρα.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Μάρτιν Βοντόπιβετς του σλοβενικού Εθνικού Ινστιτούτου Βιολογίας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό περιβαλλοντικών ερευνών Environment Research Letters, σύμφωνα με το New Scientist, εκτιμούν ότι οι διάφορες εγκαταστάσεις μέσα στη θάλασσα, όπως οι πλατφόρμες άντλησης πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι πλωτές ανεμογεννήτριες κ.α., μπορεί να βοηθούν στις μεδουσο-επιδρομές. Οι μέδουσες αποτελούν σημαντικό στοιχείο του θαλάσσιου οικοσυστήματος, αλλά μετατρέπονται σε πρόβλημα, όταν συναθροίζονται σε μεγάλους αριθμούς, καθιστώντας απαγορευτικό το κολύμπι, μπλοκάροντας τα δίχτυα των ψαράδων, ακόμη και τους αγωγούς των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής, βιολογικού καθαρισμού ή αφαλάτωσης που καταλήγουν στη θάλασσα.

Διαβάστε επίσης  Μέδουσες: Υπερπληθυσμοί και ο ρόλος του ανθρώπου
Advertising

Επιπλέον, καταβροχθίζοντας μαζικά τα νεογέννητα ψαράκια και το πλαγκτόν, αλλοιώνουν τη θαλάσσια τροφική αλυσίδα. Το βέβαιο είναι ότι πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τις τσούχτρες – δεν καταστρέφουμε τον πληθυσμό ενός είδους στη Γη, επειδή μας ενοχλεί στο κολύμπι.

 

τσούχτρες

 

Άλλωστε, υπάρχει πλέον και διαδραστικός χάρτης όπου εμφανίζει ανά μήνα, πού και ποιο είδος τσούχτρας υπάρχει στις ελληνικές θαλάσσιες περιοχές.

 

τσούχτρες
                                                Απεικόνιση διαδραστικού χάρτη

 

Και να θυμάστε ότι οι τσούχτρες που έχουμε στις ελληνικές θάλασσες δεν είναι τίποτε μπροστά στις μέδουσες-τέρατα (Nemopilema nomurai), πλάτους δύο μέτρων και βάρους 200 κιλών, που έχουν κατακλύσει τις θάλασσες της νότιας και ανατολικής Κίνας και τη θάλασσα της Ιαπωνίας. Στην τελευταία, κυκλοφορούν κάθε μέρα τουλάχιστον μισό δισεκατομμύριο από αυτές τις θηριώδεις μέδουσες.

Advertising

Δείτε στο παρακάτω βίντεο πώς τοποθετείται ένα πλωτό φράγμα (δίχτυα), μπροστά από μια επιχείρηση, προκειμένου να δημιουργηθεί ζώνη προστασίας από τις μέδουσες.

Το συγκεκριμένο δίχτυ τοποθετήθηκε στις 8 Ιουνίου 2018 στην παραλία του Αγίου Νικολάου στη Δομβραίνα, στον Νομό Βοιωτίας.

Έχω σπουδάσει Γεωλογία, και έχω κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στις Γεωεπιστήμες & στο Περιβάλλον ,με εξειδίκευση στην Περιβαλλοντική Ωκεανογραφία.
Μου αρέσει να ενημερώνομαι συνεχώς για θέματα που αφορούν τις θετικές επιστήμες ,το περιβάλλον,την ιστορία, τον πολιτισμό, την υγεία και την σωστή διατροφή.
Αγαπώ το θέατρο ,το σινεμά και φυσικά τα ταξίδια.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Σχολική ετοιμότητα παιδιών με χαμηλό βάρος γέννησης

Το παρόν άρθρο Το παρόν άρθρο, με τίτλο Σχολική ετοιμότητα

Ανατροφή παιδιών με ΑΓΔ: Ανταμοιβές και προκλήσεις

Το παρόν άρθρο Περίπου 7,6% των παιδιών (~ δύο παιδιά