Η Ντέμη Ρούσσα έχει δημοσιεύσει πάνω από 15 παιδικά παραμύθια, διηγήματα και
ποιητικές συλλογές, εκ των οποίων το παραμύθι «Άκου την καρδιά μου» που κυκλοφορεί σε ελληνικά, πορτογαλικά και αγγλικά με τα έσοδά του να διατίθενται σε παιδιά με καρδιολογικά προβλήματα. Έχει επίσης διακριθεί σε 14 λογοτεχνικούς διαγωνισμούς και κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε πάνω από 9 λογοτεχνικές συλλογές. Αρθρογραφεί στο αγαπημένο μας maxmag.gr ενώ είναι συνιδιοκτήτρια των περιοδικών femalevoice.gr & statusvoice.gr.
Γράφει στίχους με πιο πρόσφατο το τραγούδι “When I breathe” σε συνεργασία με τον Γιάννη Καραλή το οποίο αποτελεί την επανεκτέλεση του γνωστού «Ψάξε με» από το Χρήστο Δάντη. Τα τελευταία δύο χρόνια την ακούτε καθημερινά στον Athens Free radio 98.1 από τις 10 μέχρι τις 12 το πρωί. Είναι ψυχολόγος και παρουσιάζει θεματική στήλη στην τηλέοραση του thrakinet κάθε Σάββατο
στην εκπομπή «Παρέα με τη Φένια» με τη Φένια Δούκογλου.
Το ταλέντο της αδιαμφισβήτητο, όμως πάνω από το ταλέντο σ’ έναν συγγραφέα θέλουμε να βλέπουμε και κάποια άλλα στοιχεία , όπως η ευαισθησία, η καλλιτεχνική άποψη, η καλλιέργεια, η γνώση, η συναισθηματική και ψυχική εκπαίδευση.
Με τη γραφή της σε κάνει να επιθυμείς να βρεθείς τους πρωταγωνιστές των βιβλίων της και να ζήσεις στα μέρη που τα γεγονότα εκτυλίσσονται. Η Ντέμη Ρούσσα είναι πολυτάλαντη!
Αφορμή της παρούσας συνέντευξης είναι το νέο της βιβλίο “Τσαλακωμένα τζιν”. Ας τη γνωρίσουμε λοιπόν!
Επιμέλεια: Βασιλική Ευαγγέλου-Παπαθανασίου
Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «ΔΕΡΕ» το νέο σου βιβλίο με τίτλο «Τσαλακωμένα Τζιν». Γιατί διάλεξες τον συγκεκριμένο τίτλο;
Αρχικά θα σου πω πως ο τίτλος που είχα στο μυαλό μου ήταν άλλος. Η Σοφία Δερέ με την Ανθή Μπίσα, που έκανε και την εκπληκτική επιμέλεια, πρότειναν τα «Τσαλακωμένα τζιν» και είχαν απόλυτο δίκιο γιατί μέσα στο βιβλίο ο κεντρικός ήρωας συνοψίζει όλη του την ιστορία στη φράση «Θέλω τα τζιν μου τσαλακωμένα, όπως είναι και η ψυχή μου». Τις ευχαριστώ και τις δύο που επέμεναν.
Για να καταλάβει ακριβώς το αναγνωστικό κοινό περί τίνος πρόκειται, τι θα έλεγες να μας μιλήσεις λίγο για το βιβλίο και την ιστορία του;
Στην περίπτωση των «τζιν» δεν πραγματευόμαστε μία ιστορία σε ένα βιβλίο αλλά την ίδια τη ζωή που βάζει την ιστορία της σε λέξεις. Η ζωή άλλωστε έχει την ικανότητα να ξεπερνά τη μυθοπλασία και γράφοντάς το δεν συγκρατήθηκα πουθενά. Η Αθήνα, η Νέα Υόρκη, το Λονδίνο, άνθρωποι της καθημερινότητας και χαρακτήρες που κάτι σου θυμίζουν, λες και τους έχεις ξανασυναντήσει, είναι όλοι εκεί. Το κεντρικό νόημα όμως είναι πως η λύτρωση δεν έρχεται πάντα από εκεί που μας έχουν διδάξει οι ρομαντικές ιστορίες και πως το τέλος δεν είναι πάντα το “τέλος”.
Μιλάς για έρωτα, αμαρτίες του παρελθόντος, θάνατος, πάθος, πόνο, αρρώστιες που συγκλονίζουν. Πόσο εύκολο είναι τελικά να σταθεί κάποιος ανεπηρέαστος απέναντι σε όλα αυτά;
Είναι αδύνατον! Αυτή όμως είναι η ζωή. Γιατί να γεννηθούμε και να ζήσουμε αν αυτή η εμπειρία είναι μία γραμμή τόσο ευθεία σαν να τη γραμμή που χαράζει ο κανόνας;
Και ο πόνος και το χαμόγελο που γράφει πάνω σου μαγικά όταν ερωτεύεσαι αλλά και η απώλεια είναι τα κομμάτια που θα σε «χτίσουν». Το θέμα είναι να μην γίνεις τόσο σκληρός όπως ένας τοίχος που δεν σπάει, ούτε όμως και τόσο εύθραυστος που να γκρεμίζεσαι μοναχός.
Και πάντα μα πάντα να είσαι έτοιμος να αφήσεις πίσω τα σκοτάδια και να ξαναβγείς στο φως με θάρρος.
Ο κέντρικος ήρωας του βιβλίου, είναι νάρκισσος χαρακτήρας. Τι σε ενέπνευσε όταν έγραφες για εκείνον;
Ως ψυχολόγος ειδικεύομαι στη ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας και ως γυναίκα έχω βρεθεί και η ίδια στη θέση του θύματος. Υπάρχει μία ματαίωση στη συγκεκριμένη διαταραχή. Μαθαίνουμε από μικροί για τη δύναμη της αγάπης και πως μπορεί να κάνει τη γη να γυρίζει. Και ξαφνικά έρχεται η συγκεκριμένη διαταραχή να σου αποδείξει πως η αγάπη δεν μπορεί να τα αλλάξει όλα. Είναι βαθιά ματαίωση των ρομαντικών μας προσδοκιών και όχι μόνο, γιατί οι νάρκισσοι μπορούν να είναι παντού. Και στην οικογένεια και στο εργασιακό περιβάλλον και φυσικά στις προσωπικές μας σχέσεις. Περισσότερο ήθελα να δώσω στον αναγνώστη απαντήσεις στα γιατί υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι, πόσο κακό μπορούν να κάνουν και για ποιο λόγο επιτρέπουμε οι υπόλοιποι αυτές τις συμπεριφορές.
Πώς ορίζεται τελικά ο ναρκισσισμός στην κοινωνία μας;
Είναι πολύ εντάξει να φέρουμε όλοι ναρκισσιστικά στοιχεία στην προσωπικότητά μας. Μας εξελίσσει και ενδυναμώνει το σθένος μας και την διαδρομή μας προς την ανακάλυψη της αυτοαξίας. Ανάμεσά μας όμως υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι δυστυχώς με το πέρασμα του χρόνου πολλαπλασιάζονται επικίνδυνα, που έχουν μεταπηδήσει στη διαταραχή και αυτό συμβαίνει στην πρώιμη παιδική ηλικία.
Ο νάρκισσος δεν γεννήθηκε νάρκισσος, έγινε και φυσικά όλα ξεκινούν από το οικογενειακό περιβάλλον.
Ζει μέσα σε μία ιδεατή φούσκα όπου δεν μπορεί να δει τον κόσμο έξω από αυτή όπως πραγματικά είναι. Φαντάσου αν βάλεις το χέρι σου κάτω από το νερό πως διαθλάται η εικόνα. Αυτό ακριβώς είναι. Εσύ λοιπόν προσφέρεις αγάπη αλλά αυτός μέσα από τη φούσκα του βλέπει απειλή, ψέμα, προδοσία. Όλα χάνουν την πραγματική τους υπόσταση και γίνονται μία αλλοιωμένη εικόνα για αυτόν. Έτσι δεν μαθαίνει ποτέ την είναι αγάπη και δεν μπορεί να σου την προσφέρει. Η δε μοναξιά που νιώθουν εγκλωβισμένοι στον εαυτό τους είναι αβάσταχτη. Στο τέλος της ημέρας όμως δεν υπάρχει ακαταλόγιστο. Δεν μένεις γιατί τον λυπάσαι ούτε συγχωρείς γιατί δεν φταίει αυτός αλλά η διαταραχή.
Στο βιβλίο σου αναφέρεις ύστερα απο μία σειρά γεγονότων, ότι “το κάρμα είναι για αυτόν που είναι έτοιμος να δεχθεί το μάθημα”. Πιστεύεις στο κάρμα;
Πιστεύω πως στη ζωή ερχόμαστε φορτωμένοι με μία σάκα, όπως στο σχολείο. Το κάρμα είναι οι διαλέξεις και εσύ είσαι υπεύθυνος να μάθεις το μάθημα. Αν δεν το μάθεις μένεις μετεξεταστέος. Όσοι διαβάζουν λοιπόν, το καλοκαίρι πάνε διακοπές ανέμελα και από Σεπτέμβρη πάλι πίσω στο σχολείο. Εκείνοι όμως που δεν διάβασαν περνούν τα καλοκαίρια τους μακριά από τις χαρές της ζωής και στο τέλος η ζωή τους βρίσκει εξουθενωμένους.
Έχεις γνωρίσει ανθρώπους που έχουν πάνω τους “συμβόλαια “, όπως οι ήρωες του βιβλίου σου;
Αν κοιτάξω στον καθρέφτη μου βλέπω πρώτα εμένα και τα δικά μου «συμβόλαια». Όλοι οι άνθρωποι έχουμε «συμβόλαια» και είναι μαγικός ο τρόπος που η ζωή σε προπονεί για να τα κατανοήσεις. Δεν υπάρχει δυσκολότερο πράγμα στο σύγχρονο άνθρωπο από το να ανακαλύψει την πνευματικότητά του.
Γι’ αυτό πολλές φορές λέω «Στοπ».
Κάνε μια παύση και δες πέρα από αυτό που σου δίνουν τα μάτια σου ως εικόνα. Ρίξε τους προβολείς μέσα σου και απάντησε με ειλικρίνεια στα «γιατί» που δεν σε αφήνουν να κοιμηθείς τα βράδια. Η παύση είναι σοφία σε έναν κόσμο που τρέχει ακατάπαυστα.
Πόσο δύσκολο ήταν να σταχυολογήσεις τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε να συνδυάσεις γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία στην ιστορία σου;
Εδώ κανονικά θα έπρεπε να πω πως η ιστορία του βιβλίου ουδεμία σχέση έχει με πραγματικά πρόσωπα και καταστάσεις, αλλά θα ήταν ψέμα. Το βιβλίο γράφτηκε σαν ποτάμι, χωρίς σημειώσεις και σκαλέτες. Όταν το έστειλα στη Σοφία Δερέ δεν το είχα διαβάσει καν. Κάθε χαρακτήρας έχει στοιχεία από προσωπικά βιώματα, από τυχαίους ανθρώπους γύρω μου, από παλιές αγάπες που πήγαν στον παράδεισο και από νέες αγάπες που προσδοκούν να έρθουν και να σου αλλάξουν τα προγραμματισμένα σου σχέδια.
Πιστεύεις ότι οι μεγάλοι έρωτες μένουν μισοί; Αν ναι, γιατί πιστεύεις γίνεται αυτό;
Ένας έρωτας δεν μπορεί ποτέ να είναι μικρός. Αν είναι μικρός δεν είναι έρωτας. Είναι διαδρομή Ομόνοια- Κυψέλη. Πιστεύω στον πρώτο έρωτα, εκείνον που όταν είμαστε νέοι και άμαθοι μας χτυπάει στα ξαφνικά. Είναι σαν την πρώτη φορά που τρως σοκολάτα. Η γεύση μένει αξέχαστη. Πιστεύω όμως και σε εκείνον τον έρωτα που είναι καρμικός και που έρχεται για να σου διδάξει. Αυτός ο έρωτας πονάει, είναι δύσκολος και σπάει τις κόκκινες γραμμές σου. Υπάρχει όμως και αυτός ο έρωτας που έρχεται τη στιγμή που δεν φοβάσαι πλέον να ανοιχτείς μαζί του στα βαθιά. Είσαι έτοιμος για τα πάντα και για τη φουρτούνα και για τη νηνεμία. Κι αυτός ο έρωτας μένει για πάντα. Είναι θρασύτατος και επίμονος.
Πόσο δύσκολο είναι να το διατηρήσεις αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι την τελευταία του σελίδα;
Δεν έχω ιδέα γιατί ο τρόπος που γράφω δεν είναι χειριστικός. Είναι ποτάμι που ρέει χωρίς σκαλέτες και σημειώσεις. Το κριτήριο μου για να μην σκίσω τις σελίδες είναι η ίδια η ιστορία που με καλεί να δώσω λύτρωση.
Πώς θα περιέγραφες το συναίσθημα της συγγραφής για εσένα; Είναι θεραπεία για την ψυχή;
Η συγγραφή για μένα είναι ανάγκη και θέλω. Θρασύτατη ανάγκη και θέλω. Όταν οι λέξεις μπαίνουν σε σειρά και αφηγούνται μια ιστορία διαπιστώνεις πόσο γελασμένος είσαι όταν πιστεύεις πως τα έχεις όλα καλά καμωμένα. Και αυτή μου την πλευρά επιθυμώ να την κοιτάζω στα μάτια. Και τα εύκολα και τα δύσκολα και κυρίως αυτά που πονούν.
Τέλος, πες μας λίγα περισσότερα πραγματα για σένα για να σε γνωρίσουμε καλύτερα! Με τι άλλο καταπιάνεσαι…
Για μένα μπορώ να σου πω μόνο πως η «αποστολή» μου είναι να σπάσω τα στερεότυπα από όπου κι αν προέρχονται. Είμαι από εκείνους τους ανθρώπους που άλλαξαν τη ζωή τους ακολουθώντας τα θέλω τους σε μία νύχτα. Δεν πιστεύω στα «πρέπει», δεν μένω στην εικόνα, απεχθάνομαι τη σοβαροφάνεια και το δήθεν ιντελέκτουαλ. Όταν συναντώ δικηγόρους που φοράνε αστείες κάλτσες ή γιατρούς που κάνουν Τικ Τοκ και αυτοσαρκάζονται ή μάστορες που στο διάλειμμά τους διαβάζουν Ελύτη βρίσκω το νόημα της ζωής το οποίο πάντα, μα πάντα υπάρχει πίσω από τις ταμπέλες που κρεμάμε στους ανθρώπους. Κι αυτός είναι ο λόγος που αν με ρωτήσεις τι δουλειά κάνω δεν θα πάρεις σαφή απάντηση γιατί δεν είναι μία και γιατί δεν ετεροπροσδιορίζομαι. Ακόμα και ο ρόλος της μαμάς για μένα είναι unlabeled.
Μπορείτε να βρείτε το βιβλίο της Ντέμης Ρούσσα, εδώ
Ντέμη Ρούσσα στο YouTube εδώ
Ντέμη Ρούσσα στο Facebook εδώ