«Η Φαίη Καρβούνη από μικρή ήταν μαγεμένη με τα μολύβια, τα χρώματα και τον χορό τους πάνω στο χαρτί», όπως η ίδια δηλώνει στο προλόγισμα του πρώτου της αυτού παραμυθιού «Παππού έχεις γράμμα» από τις εκδόσεις Όστρια. Το υπέροχο εξώφυλλο της Λαμπής Σιδέρη προδιαθέτει θετικά μικρούς και μεγάλους στο ξεφύλλισμα του.
Όλα ξεκινούν με ένα γράμμα στον αγαπημένο παππού! Οι φοβίες κι οι ανασφάλειες των μικρών παιδιών ξεδιπλώνονται, όπως και οι μικροχαρές και οι ανακαλύψεις μέσα στο ταξίδι αυτό της μικρής Ζωής στη Σύρο, καθώς το αφηγείται ημερολογιακά στον αγαπημένο της παππού. Ο αυθορμητισμός και η τρυφερότητα αλλά και η ανάγλυφη περιγραφή μέσα από το καθρέφτισμα των ματιών της παιδικής ψυχής μας υπενθυμίζουν τη μοναδικότητα της τρυφερής σχέσης ανάμεσα στα εγγόνια και τους παππούδες. Αλλά και ο ρόλος της
μητέρας έχει πρωταγωνιστική θέση. Η αυτονομία καθιερώνεται μέσα από την μητρική αίσθηση της ασφάλειας. Μόνο η εμφάνιση της μητέρας ενδυναμώνει την αυτοπραγμάτωση του παιδιού. «Αλλά και η μαμά με το μπιριμπίρι της με έκανε να πάρω μιαν απόφαση. Γίνε καλά είπα στον εαυτό μου και ωπ σηκώθηκα».
Το κωμικό στοιχείο αιχμαλωτίζει τα παιδικά μάτια «Φορτωμένος κι εκείνος σαν τον Γκούφυ». Η απομάκρυνση της μικρής Ζωής από τον παππού ενδυναμώνει την έλλειψη και η Ζωή εντείνει τις εκρήξεις αγάπης και τρυφερότητας στον παππού στο κλείσιμο κάθε γράμματός της. Το τέχνασμα της συγγραφέως Φαίης Καρβούνη να μην αποκαλύψει το όνομα της πρωταγωνίστριας (παρά μόνο στο τέλος) επιτρέπει στον μικρό αναγνώστη να
τοποθετηθεί στην θέση της.
Ενσυναίσθηση, κωμικότητα κι αυθορμητισμός είναι αυτό που εισπράττει ο μικρός αναγνώστης σε πολλούς στίχους, όπως παρακάτω:
«Βγαίνοντας από τη θάλασσα γελούσαν όλοι. Αυτό ήταν, κοκκίνισα από τον τόσο ήλιο. Αχ,παππού μου η μαμά είπε ότι είμαι σαν τον ποπό της μαϊμούς, πόσο ντράπηκα!»
Το θαυμάσιο στην αφήγηση της συγγραφέως Φαίης Καρβούνη είναι ότι παρά την λεπτομερή περιγραφή συναισθημάτων και σκέψεων το κείμενο δεν χάνει διόλου την γνησιότητα της παιδικής του φωνής. Ένα στοίχημα πραγματικά δύσκολο στην παραμυθητική εξιστόρηση, αφού προδιαθέτει την γνήσια παιδική ματιά. Και η Φαίη Καρβούνη επιτυχώς κατορθώνει δίχως καμία «ψευδεπίγραφη» ενηλικίωση στην υφολογική της δομή.
Η επαφή με την φύση, με τα ζώα, η θάλασσα κι οι γλάροι κεντρίζουν την περιέργεια της κι εκείνη στο μυστικό βαλιτσάκι των αναμνήσεων αποτυπώνει λέξη προς λέξη στο χαρτί του ημερολογίου της. Με αυτό τον τρόπο, κατορθώνει να έχει τον παππού πάντα μαζί της, κάθε μέρα των διακοπών της.

Το πέρασμα από το παιδικό στο κοριτσίστικο στοιχείο αποτυπώνεται ρομαντικά σε πολλά σημεία μα και η ελπίδα για ένα χαμογελαστό αύριο, γεγονός που φανερώνεται μέσα από την πλούσια εικονοποιία «Ο ήλιος χαμογέλασε, του χαμογελάσαμε κι εμείς.»
Η αμφισβήτηση των πάντων, σαν βασικό στοιχείο ανακάλυψης του παιδικού τους κέντρου δεν παραλείπεται. Το σημείο αυτό μας παραπέμπει σε παλαιοτέρα λογοτεχνικά βιβλία (Οι Μυστικοί Εφτά) που αγαπήσαμε, χαρακτηριστικό ενός καλού παιδικού βιβλίου.
«Άχ, αυτοί οι μεγάλοι όλα τα ξέρουν. Μα πώς, αφού χάνουν κάτι τέτοια πρωινά; Άρα κάτι τέτοιες στιγμές, που μας προσφέρονται γενναιόδωρα.»
Το ξεχωριστό και διακριτό στοιχείο του παραμυθιού είναι η ρεαλιστική αποτύπωση των οικογενειακών σχέσεων κι η ευελιξία με την οποία γλωσσικά αποτυπώνει την αδυναμία των ενηλίκων προς την παρόρμηση και τη χαρά. Η συγγραφέας, Φαίη Καρβούνη, ενστερνίζεται την ανιδιοτελή και αγαπητική σχέση παιδιών – παππούδων και την αμφίπλευρη σημαντικότητα αυτής της σχέσης για την ισορροπία τους μέσα στην οικογένεια.