Στο μυθιστόρημά του “Η ζωή με το δικό σου φως” ο Abdellah Taïa δίνει φωνή στη Μαλίκα, μια γυναίκα που έζησε το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα στο Μαρόκο. Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στη μητέρα του, Μ’ Μπαρκά Αλλαλί, καθώς αυτή είναι η πηγή έμπνευσής του.
Με τη συνθήκη της Φεζ το 1912, το Μαρόκο ορίστηκε ως προτεκτοράτο της Γαλλίας και η Ισπανία διατήρησε το προτεκτοράτο των παράκτιων περιοχών του Μαρόκου. Η χώρα ανέκτησε την ανεξαρτησία της από τη Γαλλία το 1956. Το 1961, τον Μωάμεθ Ε’ θα διαδεχθει μετά το θάνατό του στο θρόνο ο Χασάν Β’. Θα παραμείνει βασιλιάς του Μαρόκου μέχρι το 1999 που θα αποβιώσει.
Χωρισμένο σε τρία μέρη, το μυθιστόρημα αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο της ζωής της Μαλίκας, που μας αφηγείται τη διαδρομή της από το 1951, ως δεκαεπτάχρονο κορίτσι, έως το 1999, εξήντα πέντε χρονών πια.
Κάθε μέρος του βιβλίου είναι και ένας τόπος όπου έζησε η Μαλίκα, μια περίοδος της ζωής της η οποία καταγράφει και σηματοδοτεί τις εξελίξεις στην κοινωνία του Μαρόκου.
Μπένι Μέλαλ
Η Μαλίκα έχασε τη μητέρα της όταν ήταν μικρή. Η δεύτερη σύζυγος του πατέρα της της φέρεται απαξιωτικά. Για να την γλιτώσει από το εχθρικό οικογενειακό περιβάλλον, ο πατέρας της είναι θετικός στο να παντρευτεί η κόρη του. Σε μια βόλτα τους στο παζάρι, διέκρινε το αμοιβαίο ενδιαφέρον μεταξύ της δεκαεπτάχρονης Μαλίκα και του εικοσιεπτάχρονου Αλλάλ. Λίγους μήνες αργότερα θα παντρευτούν. Έναν χρόνο μετά το γάμο τους ο Αλλάλ υπογράφει συμβόλαιο κατάταξης με το γαλλικό στρατό για να πολεμήσει στην Ινδοκίνα. Η απόφαση του αυτή ήταν απόρροια της πίεσης που δεχόταν από τους γονείς του. Το ζευγάρι ζούσε κάτω από την ίδια στέγη με την υπόλοιπη οικογένεια του Αλλάλ που τον απομυζούσαν οικονομικά. Ο Αλλάλ φεύγει για να πολεμήσει ως μισθοφόρος ώστε να εξασφαλίσει την αυτονομία του μαζί με τη Μαλίκα. Δε θα επιστρέψει από την Ινδοκίνα. Η Μαλίκα θα χηρέψει πριν γίνει είκοσι χρονών.
Ραμπάτ
Ο δεύτερος σύζυγος της Μαλίκα εργάζεται στη Γενική Βιβλιοθήκη του Ραμπάτ. Η εντεκαμελής οικογένειά τους ζει σε ένα μικρό σπίτι στον κήπο της Γενικής Βιβλιοθήκης. Το ζευγάρι, με πολύ μεγάλο αγώνα, καταφέρνει να εξασφαλίσει τα στοιχειώδη για τα εννέα παιδιά τους. Η Μαλίκα θα νιώσει ότι απειλείται η οικογένειά της όταν η Μονίκ, μια ευκατάστατη Γαλλίδα, θα ζητήσει να ζήσει η δεκαπεντάχρονη κόρη τους, Χαντίτζε, στη βίλα της, να εργαστεί για την οικογένειά της όσο μένουν στο Μαρόκο και να τους ακολουθήσει αργότερα στη Γαλλία. Τα όνειρα της Μαλίκα, να παντρευτεί με κάποιον πλούσιο γαμπρό η πανέμορφη Χαντίτζα και να εξασφαλιστεί οικονομικά όλη η οικογένεια, καταρρέουν. Θα χρησιμοποιήσει κάθε τρόπο ώστε η κόρη της να μη γίνει υπηρέτρια της Μονίκ, να μη φύγει για τη Γαλλία.
Σαλέ
Μόνη στο τριώροφο σπίτι, που με τόσες στερήσεις κατάφερε να χτίσει τοίχο τοίχο, η Μαλίκα θα βρεθεί αντιμέτωπη με τον Τζάφαρ, έναν κλέφτη που πρόσφατα αποφυλακίστηκε. Τον γνωρίζει τον Τζάφαρ η Μαλίκα. Έχει μεγαλώσει στην ίδια γειτονιά με τα παιδιά της. Ξέρει ότι ήταν φίλος του Αχμέντ της. Ξέρει ότι είναι ομοφυλόφιλος όπως και ο Αχμέντ της. Ο Τζάφαρ, σε μια κρίση απόγνωσης, απειλεί να την σκοτώσει. Καταλαβαίνει πως η Μαλίκα δεν τον φοβάται. Αρχίζουν να συζητούν για όσα έχει ζήσει ως ομοφυλόφιλος στη φτωχογειτονιά του Σαλέ και για όσα υπέφερε στη φυλακή. Μέσα από το διάλογό τους η Μαλίκα καλείται να κατανοήσει τα βιώματα του δικού της Αχμέντ και τους λόγους που αποφάσισε να μεταναστεύσει στη Γαλλία, να διαγράψει κάθε μνήμη και να κόψει κάθε δεσμό με το παρελθόν.
Η Μαλίκα μπορεί να χαρακτηριστεί ως αγωνίστρια της ζωής. Από πολύ νωρίς είδε το σκληρό πρόσωπο του πεπρωμένου της. Μετρά απώλειες που την κάνουν όχι πιο δυνατή μα πιο σκληρή. Ο θάνατος της μητέρας της ήταν κάτι που δεν θα μπορούσε να ανατρέψει. Όταν, όμως, έχασε τον πρώτο σύζυγό της ένιωσε απογοήτευση που δε στάθηκε ικανή να του αλλάξει γνώμη, να μείνει και να παλέψουν μαζί για την ανεξαρτησία τους. Πίστευε ότι η Γαλλία, δελεάζοντάς τον με τα χρήματα που προσέφερε στους μισθοφόρους, της πήρε τον αγαπημένο της.
Αυτός ο πόνος, αυτή η απώλεια, θα ανασυρθούν από το παρελθόν, θα ξαναζωντανέψουν και θα μεταμορφωθούν σε απειλή με την εμφάνιση της Γαλλίδας Μονίκ. Η Μαλίκα δε θα επιτρέψει, για μια ακόμη φορά, η Γαλλία να της “αρπάξει” έναν δικό της άνθρωπο.
Λίγα χρόνια αργότερα, όμως, η συμπεριφορά της, η στάση της απέναντι στα παιδιά της, ο τρόπος που αντιλαμβανόταν την μητρότητα και τη γονεϊκή φροντίδα, θα απομακρύνουν τα μέλη της οικογένειάς της από κοντά της. Περισσότερο της στοίχισε η φυγή του Αχμέντ της στη Γαλλία. Αυτή τη φορά η πρώην “προστάτιδα” Γαλλία κατάφερε να της “κλέψει” έναν γιό.
Πεπεισμένη πως έκανε ό,τι καλύτερο ήταν εφικτό για τα παιδιά της, θεωρώντας πως οι στερήσεις που τους επέβαλε ώστε να αποκτήσουν ένα σπίτι θα αναγνωρίζονταν ως έμπρακτη αγάπη, νιώθει αδικημένη που δε συμμερίζονται τις απόψεις της τα παιδιά της.
Η εμφάνιση της Μονίκ και τα αισθήματά της για εκείνη αντικατοπτρίζουν τη σχέση των Μαροκινών με τους Γάλλους μετά την ανεξαρτητοποίηση του Μαρόκου. Η παραμονή ή η επιστροφή πολλών Γάλλων στο Μαρόκο ήταν ένδειξη πως ουσιαστικά το Μαρόκο δεν κατάφερε να απαλλαγεί απο τη γαλλική παρουσία.
Πέραν του θέματος, που αφορά τις σχέσεις των δυο χωρών, τις συνθήκες και τις συνέπειες της αποικιοκρατίας, των κινημάτων αποαποικιοποίησης, ο συγγραφέας θίγει και το εσωτερικό πολιτικό ζήτημα της αντιμετώπισης των μαροκινών απο τη διακυβέρνηση του Χασάν Β’. Η Μαλίκα παλεύει με τη φτώχεια, την ένδεια, την ντροπή του κοινωνικού και οικονομικού διαχωρισμού. Η οικονομική δυσπραγία και η Γαλλία είναι οι ζυγοί από τους οποίους όλη της την ζωή αγωνίζεται να απελευθερωθεί. Η Μαλίκα αποζητά την ελευθερία, την ανεξαρτησία, την οικονομική εξασφάλιση ενώ τα στερεί από τους δικούς της. Το οξύμωρο και η αντίφαση των επιδιώξεων και των πράξεών της δείχνει την εσωτερική πάλη ενός ανθρώπου που βλέπει τη ζωή μέσα από το δικό του φως.
Επιπλέον, ο συγγραφέας εντάσσει στη μυθιστορία το θέμα της ομοφυλοφιλίας στην κοινωνία του Μαρόκου. Εξηγεί μέσα από την αφήγηση του Τζάφαρ πως φέρονται στους ομοφυλόφιλους εντός και εκτός φυλακής, καταγγέλει όσα συμβαίνουν στις φυλακές. Παρουσιάζει τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που ως μονόδρομοι οδηγούν τους νέους ανθρώπους στην εγκληματικότητα και προτείνει τις αναγκαίες αλλαγές που θα εξυγιάνουν θεσμούς και κοινωνικό σύνολο.
Το μυθιστόρημα “Η ζωή με το δικό σου φως” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις σε μετάφραση του Δημήτρη Δημακόπουλου.
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
O Μαροκινός συγγραφέας Αμπντελά Ταϊά γεννήθηκε το 1973. Από φτωχή οικογένεια, μαθαίνει γαλλικά, τη «γλώσσα των πλουσίων» για να ξεφύγει από την κοινωνική του θέση. Σπούδασε φιλολογία στα πανεπιστήμια του Ραμπάτ και της Σορβόννης όπου και υποστήριξε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα τον Jean-Honoré Fragonard και το ελευθέριο μυθιστόρημα του 18ου αιώνα. Γράφει στα γαλλικά. Έχει δημοσιεύσει διηγήματα και μυθιστορήματα που έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Το 2014 μετέφερε ο ίδιος στον κινηματογράφο το μυθιστόρημά του L’Armée du Salut. Είναι ένας από τους πρώτους μαροκινούς και άραβες συγγραφείς που διεκήρυξε ανοιχτά την ομοφυλοφιλία του (το 2007). Έχει τιμηθεί με το βραβείο του Café de Flore και για την ταινία του με το Μεγάλο Βραβείο του Φεστιβάλ του Ανζέ.
Οπισθόφυλλο
Τρεις στιγμές από τη ζωή της Μαλίκα, μιας γυναίκας από αγροτική περιοχή του Μαρόκου. Από το 1954 ως το 1999. Από την εποχή της γαλλικής αποικιοκρατίας μέχρι τον θάνατο του βασιλιά Χασάν Β’.
Οι Γάλλοι έστειλαν τον πρώτο της άντρα να πολεμήσει στην Ινδοκίνα.
Στη δεκαετία του 60, ζει στο Ραμπάτ και κάνει τα πάντα για να εμποδίσει την κόρη της, τη Χαντίτζα, να γίνει υπηρέτρια στη βίλα μιας πλούσιας Γαλλίδας, της Μονίκ.
Την παραμονή του θανάτου του Χασάν Β’, ένας νεαρός ομοφυλόφιλος κλέφτης, ο Τζάφαρ, μπαίνει στο σπίτι της και είναι έτοιμος να τη σκοτώσει.
Σ’ αυτές τις σελίδες μιλάει η Μαλίκα. Από την αρχή ως το τέλος. Αφηγείται με πάθος τις στρατηγικές της για να γλιτώσει από τις αδικίες της Ιστορίας. Για να επιβιώσει. Να κερδίσει μια μικρή θέση στον κόσμο.
Η Μαλίκα είναι η μητέρα μου: η Μ’Μπαρκά Αλλαλί Ταϊά (1930-2010). Αυτό το βιβλίο είναι αφιερωμένο σ’ εκείνη.
(Πηγή: “Εκδόσεις Πόλις”, 2024)