Κάθαρση κι επανάσταση
Μέσα από τα αρχαιόθεμα επί το πλείστον ποιήματα της ποιήτριας Στέλλας Σουραφή αναζητείται η κάθαρση, η εξυγίανση, το φτάσιμο του ιδεατού, η επανάσταση. Η ποιήτρια «αιμοδοτώντας την μάχη» επιθυμεί να «φέρει μιας άλλης Άνοιξης το φως» . Η ποιητική της υφολογία και θεματολογία είναι απόηχος των φιλολογικών της σπουδών και της ακριτικής καταγωγής της. Ενώ ο πυρήνας της ποίησης της είναι βαθύτατα ανθρωποκεντρικός. Η γραφή της , ένα ολόρθο κυπαρίσσι που αντέχει στα ραπίσματα των ανέμων. «Όταν γυρίσω την πλάτη δυο πράγματα μπορείς να διαβάσεις: Aκολούθει μοι» ή «Τετελεύτηκας». Αν διαλέξεις το πρώτο συνομολογείς στο «Αεί». Αν επιλέξεις το δεύτερο συνυπογράφεις το «Ουδέποτε». Γυνή αναίτιος! Προαίρεσις ανδρός!» (ΠΡΟΑΙΡΕΣΙΣ)
Φιλοσοφικός Οίστρος
Η ποιήτρια Στέλλα Σουραφή μέσα από το ποίημα της «Αιγέα Θρήνος» κλείνει με το λεκτικό το «εύψυχον», το «ελεύθερον», το «εύδαιμον» «μια τρισυπόστατη πληγή». Με αυτό το φιλοσοφικό της κλείσιμο μας παραπέμπει στον «Επιτάφιο» του Θουκυδίδη, όπου γίνεται αναφορά στο τρισυπόστατο της ψυχής, το εύψυχον και το εύδαιμον. Κατά πόσο όμως αυτά μπορούν να οδηγήσουν στο ελεύθερον; Είναι η ευδαιμονία πραγματική ευτυχία; Είναι η ελευθερία θέμα καλής τύχης; Η ποιήτρια αντί για απάντηση μας παραθέτει το απόφθεγμα ενός εκ των επτά σοφών, του Πιττακού του Μυτιληναίου: «Στη στεριά μπορείς να εμπιστεύεσαι, η θάλασσα είναι άπιστη». Η προσδοκία ως Ίκαρος καταποντίζεται, σημειώνει η ποιήτρια, «εκεί που επεδίωκε φυγή , εκτίει την ποινή της» καθώς «τσακίζεται πάνω σε σύρματα και στρατόπεδα εγκλεισμού». «Η ζωή χαροπαλεύει να βρει διέξοδο» μα οι συμπληγάδες είναι πολλές κι οι Σίβυλλες αμετανόητες. “Με Πυθαγόρειο θεώρημα λύνει τις αλυσίδες». «Το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον” συμπεραίνουμε χωρίς να μεμψιμοιρούμε. Αντιθέτως οφείλουμε να παλεύουμε με τα κύματα όπως η “Προσδοκία “, αυτήν τρανώνει η εσωτερική φωνή της ποιήτριας. Οι αναφορές σε μυθολογικά στοιχεία είναι πολλές, τις οποίες υπέροχα αναμειγνύει με ιστορικά και σύγχρονα γεγονότα, προκειμένου να δημιουργήσει εκείνο τον προσφυγικό θρήνο μέσα στο ποίημα. «Η πιο μακραίωνη ιστορικά//παράλια κι απύθμενη ανάμνηση//βουλιάζει στο παρόν το σκοτεινό», «το πιο ευπρόσδεκτο γαλάζιο σύμβολο ανθρωπισμού//κατάντησε μι’ αντίφαση χρωματική//του πιο οδυνηρού κόκκινου-μαύρου πένθους».
Επίκεντρο η γυναίκα
Στο ποίημα της «Βροχής Νυστέρι» γράφει χαρακτηριστικά : «δύσκολη η νύχτα της βροχής//είναι αδιάβροχη η μνήμη. Κι αυτή η βροχή όλο και δυναμώνει//όμοια μαινάδα αλαφιασμένη//τους πόρους διατρέχει, τυλίγει τους καρπούς//κερώνει την αφή!» Όμως το αδιάβροχο της μνήμης μουσκεύεται από τις εσωτερικές πηγές της ποιήτριας. Στο ποίημα «Σαλώμη» αποτυπώνεται ο ρόλος της μοιραίας γυναίκας , εκείνης που βρίσκεται ανάμεσα σε δυο «παράλληλες ευθείες», χωρίς να βρει κανένα σημείο συνάντησης. «Με ποια ζωή θα ταξιδέψει; //με ποια ζωή δεν θα υπάρξει; //ποτέ κανείς δεν θα το ψάξει…»
Κόκκινη πεταλούδα
Στο «Μήλον της Έριδος» η Στέλλα Σουραφή αναρωτιέται για την «διαιώνιση» του αμαρτήματος της Εύας, για να καταλήξει στο ότι η γυναικεία σαγήνη (μέσα στην καμπυλόγραμμη πλεκτάνη της αγέρωχα βαδίζει) κατορθώνει, δηλαδή, μέσα στο χρόνο να υπερκεράσει όλα τα εμπόδια. Οι συμβολισμοί αλληγορούν τεχνηέντως. «Ακόμα και ο «όφις» θύμα σου, όταν τον σέρνουν «τα υψηλά σου τα φρονήματα»//στην πιο επίγεια κόλαση των θέλγητρών σου!» Με το ποίημα της “Πτολίεθρον“, αναφερόμενη στην Ομηρική Τροία, μάς παραπέμπει ταυτόχρονα και στην Ησιόδεια απόδοση του όρου στη Θεογονία, βάζοντας μας να αναλογιστούμε τον σκοπό του Τρωικού Πολέμου, εκείνο το «αδειανό πουκάμισο της Ελένης// σύμβολο-στίχο//οίστρο Σεφέρειο». Η γυναίκα , όποιο προσωνύμιο κι αν φέρει – της Ελένης, της Εύας ή της Σαλώμης – βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο της ποίησης της Στέλλας Σουραφή. Πίσω από το φύλο αναζητά το πρόσωπο, εκείνη τη μοναδική «κόκκινη πεταλούδα», την επαναστάτρια, την λαμπαδηδρόμο της αλήθειας και της αγάπης. «Αρκεί οι φρυκτωρίες να φέγγουν στα περάσματα” και τότε ο Έρωτας γίνεται “χτύπος της φλέβας» που «καρδιογραφήθηκε μόνιμο τατουάζ στο στήθος!»
