Ο Τζιν Χάκμαν είναι Αμερικανός ηθοποιός, που έχει βραβευτεί 2 φορές με Όσκαρ. Έχει βραβευτεί επίσης με 4 Χρυσές Σφαίρες, ένα Screen Actors Guild Award, δύο BAFTA και ένα Silver Bear. Παρά τις δυσκολίες κα τις απογοητεύσεις στο ξεκίνημά του, κατάφερε να γίνει σταρ κι ένας από τους πιο ευέλικτους και σεβαστούς ηθοποιούς του αμερικανικού κινηματογράφου. Η ερμηνευτική του δεινότητα και η εκφραστικότητά του, παρότι δεν είναι ο ωραίος του χώρου, κατακτά το κοινό αμέσως, δίνοντας ψυχή στο χαρακτήρα που ερμηνεύει. Πέρα από τα πολλά βραβεία που έχει κατακτήσει, προς τιμήν του Τζιν Χάκμαν έχει ονομαστεί το 2019 και ο αστεροειδής 55397 Hackman, που ανακαλύφθηκε από τον Roy Tucker το 2001. Στην προσωπική του ζωή έχει κάνει δύο γάμου κι έχει αποκτήσει τρία παιδιά. Από το 2004 ο Τζιν Χάκμαν αποσύρθηκε από την υποκριτική κι ασχολήθηκε για ένα διάστημα με την συγγραφή μυθιστορημάτων. Μένει την δεύτερη σύζυγό του στο σπίτι του στη Σάντα Φε του Νέου Μεξικό.
Η οικογένεια και η εγκατάλειψη από τον πατέρα
Ο Τζιν Χάκμαν ή Γιουτζίν Άλεν Χάκμαν, όπως είναι το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 1930 στο Σαν Μπερναντίνο της Καλιφόρνια. Πατέρας του ήταν ο Γιουτζίν Έζρα Χάκμαν, μητέρα του η Καναδή Άννα Λίντα Ελίζαμπεθ Γκρέη, που γεννήθηκε στη Σάρνια του Οντάριο, κι έχει κι έναν αδερφό, τον Ρίτσαρντ. Η καταγωγή του Τζιν Χάκμαν είναι ολλανδική, αγγλική και σκωτσέζικη από την Πενσυλβάνια.
Η οικογένεια μετακόμιζε συχνά και τελικά εγκαταστάθηκε στο σπίτι της Μπεατρίς, γιαγιάς του Τζιν Χάκμαν από την Αγγλία, στο Ντάνβιλ του Ιλινόις. Ο πατέρας του Τζιν Χάκμαν είχε αναλάβει το τυπογραφείο για την τοπική εφημερίδα «Commercial-News». Το 1943 το ζευγάρι χώρισε και ο πατέρας εγκατέλειψε την οικογένεια.
Η θητεία του στους πεζοναύτες
Ο Τζιν Χάκμαν έζησε για λίγο καιρό στο Στορμ Λέηκ της Αϊόβα και πέρασε εκεί στο γυμνάσιο της περιοχής. Στα 16 του χρόνια έφυγε από το σπίτι του, λέγοντας ψέματα για την ηλικία του, για να καταταγεί στο Σώμα Πεζοναυτών των Ηνωμένων Πολιτειών. Για τεσσεράμισι χρόνια υπηρέτησε στο σώμα ως ραδιοχειριστής πεδίου. Τοποθετήθηκε στην Κίνα, στο Qingdao και αργότερα στη Σαγκάη. Το 1949, όταν η Κομμουνιστική Επανάσταση κατέκτησε την ηπειρωτική χώρα, ο Τζιν Χάκμαν διορίστηκε στη Χαβάη και την Ιαπωνία.
Το 1951 απολύθηκε από τον στρατό και μετακόμισε στην Νέα Υόρκη, όπου άρχισε να κάνει διάφορες δουλειές. Με βάση το νομοσχέδιο GI, ξεκίνησε να σπουδάζει δημοσιογραφία και τηλεοπτική παραγωγή στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις αλλά τελικά έφυγε για να επιστρέψει στην Καλιφόρνια.
Τα πρώτα βήματα του Τζιν Χάκμαν στην υποκριτική
Ο Τζιν Χάκμαν ήθελε να γίνει ηθοποιός ήδη από την ηλικία των 10 ετών. Τη απόφαση όμως να σπουδάσει ηθοποιός και να ακολουθήσει αυτή την καριέρα, την πήρε το 1956, οπότε και μετακομίζει στην Καλιφόρνια για να γίνει ηθοποιός.
Το 1958 γράφτηκε στη Σχολή Θεάτρου της Πασαντίνα. Εκεί γνωρίστηκε κι έγινε φίλος με τους Ντάστιν Χόφμαν και Ρόμπερτ Ντιβάλ. Πολλοί συμμαθητές και καθηγητές τους ήταν σίγουροι ότι κανένας από τους τρεις δεν θα καταφέρει να κάνει κάτι είτε στο θέατρο είτε στον κινηματογράφο. Μάλιστα ο Τζιν Χάκμαν μοιράστηκε μαζί με τον Ντάστιν Χόφμαν την πρώτη θέση στην ψηφοφορία για το ποιός έχει τις λιγότερες πιθανότητες να πετύχει. Από τον Τζιν Χάκμαν μάλιστα ζητήθηκε να φύγει μετά από τρεις μήνες καθώς μάλιστα είχε λάβει και την χαμηλότερη βαθμολογία που είχε δώσει μέχρι τότε η σχολή. Έτσι, λοιπόν, ο Τζιν Χάκμαν, μαζί με τους Χόφμαν και Ντιβάλ, αποφάσισαν να φύγουν για την Νέα Υόρκη, για να αποδείξουν σε όλους ότι έκαναν λάθος. Στη Νέα Υόρκη οι τρεις τους μοιράστηκαν διαμερίσματα και πάσχιζαν να βρουν δουλειά.
Στη Νέα Υόρκη, ανάμεσα στις δουλειές του ηθοποιού ο Τζιν Χάκμαν για να συντηρηθεί εργαζόταν και σε ένα εστιατόριο του Χάουαρντ Τζόνσον. Εκεί συνάντησε έναν εκπαιδευτή από την Σχολή Θεάτρου της Πασαντίνα, ο οποίος του είπε ότι η δουλειά του απέδειξε ότι ο Χάκμαν δεν ισοδυναμούσε με τίποτα. Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν όταν ένα αξιωματικός των πεζοναυτών τον είδε να εργάζεται ως θυρωρός και τον έβρισε. Αυτές οι δυο απορρίψεις παρακίνησαν ακόμα περισσότερο τον Τζιν Χάκμαν.
Όταν ανέλαβε την πορεία του ο Τζορτζ Μόρισον, πρώην εκπαιδευτής στο Ινστιτούτο Lee Strasberg, ο Τζιν Χάκμαν άρχισε να ανθίζει. Αρχικά πήρε κάποιους ρόλους στην τηλεόραση, με το ντεμπούτο του να είναι στην σειρά «Route 66» το 1963, αλλά σιγά σιγά κέρδιζε όλο και περισσότερους ρόλους στην σκηνή του Μπρόντγουεϊ αλλά και εκτός Μπρόντγουεϊ.
Η μητέρα του όμως δεν πρόλαβε να καμαρώσει το ξεκίνημά του. Είχε πεθάνει ένα χρόνο νωρίτερα, το 1962 σε μια πυρκαγιά, που ξεκίνησε κατά λάθος ενώ κάπνιζε.
Η πορεία του Τζιν Χάκμαν τη δεκαετία του 1960
Το 1964 η Τζιν Χάκμαν αποδέχτηκε την πρόταση να πρωταγωνιστήσει στην παράσταση του Μπρόντγουεϊ «Any Wednesday», με την Σάντυ Ντένις, στον ρόλο ενός νεαρού συνοδού. Ο συγκεκριμένος ρόλος του άνοιξε τις πόρτες του κινηματογράφου. Ο πρώτος του κινηματογραφικός ρόλος ήταν στην ταινία «Λίλιθ», με τους Τζιν Σίμπεργκ και Γουόρεν Μπίτι στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Ο Τζιν Χάκμαν είχε έναν μικρό αλλά σημαντικό ρόλο ως ο Νόρμαν, ο ρομαντικός αντίπαλος του Μπίτι.
Το 1966 έπαιξε έναν μικρός ρόλο, ως Δρ Τζον Γουίπλ, στην σπουδαία ταινία «Χαβάη» και το 1967 εμφανίστηκε στο επεισόδιο «The Spores» της τηλεοπτικής σειράς «The Invaders».
Το 1967 γινόταν το κάστινγκ της ταινίας «Bonnie And Clyde». Ο πρωταγωνιστής της ταινίας, Γουόρεν Μπίτι, θυμήθηκε την συνεργασία που είχε τρία χρόνια πριν με τον Τζιν Χάκμαν και του πρόσφερε τον ξεχωριστό ρόλο του Μπακ Μπάροου, του μεγαλύτερου αδερφού του Κλάιντ. Ο Τζιν Χάκμαν μετέτρεψε αυτό το ρόλο από απλά έναν δολοφονικό χαρακτήρα σε έναν ήρωα εμποτισμένο με δίκαιη αθωότητα. Με αυτόν τον τρόπο κέριδσε την πρώτη του υποψηφιότητα για το Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου.
Το 1968 ερμήνευσε τον ρόλο του Χάντερ στο επεισόδιο «Happy Birthday… Everybody» της τηλεοπτικής σειράς «I Spy». Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε στο επεισόδιο του CBS Playhouse «My Father and My Mother» και στη δυστοπική τηλεοπτική ταινία με τίτλο «Shadow on the Land», που ήταν βασισμένη στο μυθιστόρημα του Σινκλαίρ Λιούις «It Can’t Happen Here» του 1935.
Το 1969 ο Τζιν Χάκμαν έπαιξε τον προπονητή σκι στην ταινία «Downhill Racer» και τον αστροναύτη στο «Marooned». Την ίδια χρονιά έπαιξε στην ταινία «The Gypsy Moths», έχοντας τον ρόλο ενός μέλους μιας ομάδας αλεξιπτωτιστών που διασκέδαζε κυρίως σε εκθέσεις της κομητείας. Η ταινία αυτή ενέπνευσε πολλούς να ασχοληθούν με τα αλεξίπτωτα κι έχει μια λατρευτική θέση μεταξύ των αλεξιπτωτιστών.
Ακολούθησε ο ρόλος του Μάικ Μπρέιντι για την τηλεοπτική σειρά «The Brady Bunch». Ο Τζιν Χάκμαν είχε σχεδόν αποδεχτεί το ρόλο, όταν ο ατζέντης του συμβούλεψε να τον αρνηθεί με αντάλλαγμα έναν πιο πολλά υποσχόμενο ρόλο.
Οι δεκαετίες 1970 και 1980 και το πρώτο Όσκαρ
Το 1970 ο Τζιν Χάκμαν συμμετείχε στην ταινία «I Never Sang for My Father». Για την ερμηνεία του στην ταινία κέρδισε ακόμα μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου.
Το 1971 ο ρόλος του στην ταινία «The French Connection» θα του χαρίσει το πρώτο του Όσκαρ, αυτή τη φορά όμως Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου. Υποδύθηκε τον Τζίμι “Ποπάι” Ντόιλ, έναν ντετέκτιβ της Νέας Υόρκης και ο ρόλος αυτός τον καθιέρωσε πια ως πρωταγωνιστή. Τότε θεώρησε και ο ίδιος ότι πια τα έχει καταφέρει. Μετά από αυτή την ταινία, στα επόμενα τρία χρόνια, θα πρωταγωνιστήσει σε 10 ταινίες, χωρίς να συμπεριλαμβάνουμε την ταινία «Young Frankenstein», κι έγινε έτσι ο πιο παραγωγικός ηθοποιός του Χόλυγουντ εκείνη την περίοδο. Χαρακτηριστικές είναι οι ερμηνείες του στην ταινία καταστροφής «The Poseidon Adventure» το 1972 και το 1974 στην ταινία «The Conversation» του Francis Ford Coppola, που είχε πολλές υποψηφιότητες για Όσκαρ και κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες. Την ίδια χρονιά ερμήνευσε έναν από τους πιο διάσημους κωμικούς ρόλους του, τον Harold the Blind Man στην ταινία «Young Frankenstein».
Το 1975 ο Τζιν Χάκμαν εμφανίστηκε ως ένας από τους πρώην Rough Riders του Teddy Roosevelt στην επική ταινία «Bite the Bullet». Επίσης ερμήνευσε για δεύτερη φορά τον Τζίμι “Ποπάι” Ντόιλ στο σίκουελ «French Connection II».
Το 1977 ο Τζιν Χάκμαν συμμετείχε στην πολεμική ταινία «A Bridge Too Far», στην οποία συμμετείχαν επίσης πολλοί αστέρες του κινηματογράφου.Εκεί υποδύθηκε τον Πολωνό στρατηγό Stanisław Sosabowski.
Ο Τζιν Χάκμαν συνέχισε να δείχνει το ταλέντο του τόσο στην κωμωδία όσο και σε ταινίες όπως «Superman: The Movie» το 1978, στο ρόλο του εγκληματικού εγκέφαλου Λεξ Λούθορ, ένα ρόλο που θα επαναλάμβανε και στα σίκουελς του 1980 «Σούπερμαν ΙΙ» και «Σούπερμαν IV: The Quest for Peace» το 1987.
Την δεκαετία του 1980 ο Τζιν Χάκμαν συνέχισε να είναι παραγωγικός, τόσο σε πρωταγωνιστικούς όσο και σε δευτερεύοντες ρόλους. Εξέχουσες είναι οι ερμηνείες του στις ταινίες «Reds» το 1981, όπου σκηνοθετούσε και πρωταγωνιστούσε ο Γουόρεν Μπίτι, στο «Under Fire» το 1983, στο «Hoosiers» το 1986, το οποίο ψηφίστηκε το 2008 από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου ως η 4η καλύτερη ταινία όλων των εποχών στο είδος της, στο «No Way Out» το 1987 και στα «Another Woman», «Bat*21» και «Mississippi Burning» το 1988, για το οποίο προτάθηκε ξανά για Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου.
Το χρονικό διάστημα 1985 – 1988 ο Τζιν Χάκμαν πρωταγωνίστησε σε 9 ταινίες κι έτσι έγινε και πάλι ο πιο πολυάσχολος ηθοποιός, μαζί με τον Στηβ Γκούτενμπεργκ.
Ο Τζιν Χάκμαν την δεκαετία του 1990 και το δεύτερο Όσκαρ
Αρκετές ήταν και οι εμφανίσεις του Τζιν Χάκμαν την δεκαετία του 1990. Εμφανίστηκε αρχικά το 1990 στην ταινία «Narrow Margin», ένα ριμέικ της ομώνυμης ταινίας του 1952, με την Αν Άρτσερ. Ακολούθησε το 1992 η ταινία «Western Unforgiven» σε σκηνοθεσία Κλιντ Ίστγουντ και σενάριο Ντέιβιντ Γουέμπ Πιπλς, όπου ο Τζιν Χάκμαν έπαιξε τον σαδιστή σερίφη “Little” Bill Daggett. Ο Χάκμαν είχε δεσμευτεί να αποφύγει τους βίαιους ρόλους. Ο Κλιντ Ίστγουντ όμως τον έπεισε να δεχτεί το ρόλο και σαν αποτέλεσμα ο Τζιν Χάκμαν κέρδισε ένα ακόμα Όσκαρ, αυτή τη φορά για τον Β’ Ανδρικό ρόλο. Η ταινία κέρδισε επίσης το Όσκαρ Καλύτερης Ταινία.
Το 1993 ο Τζιν Χάκμαν ερμήνευσε τον ταξίαρχο George Crook στην ταινία «Geronimo: An American Legend». Επίσης συμπρωταγωνίστησε με τον Τομ Κρουζ στην ταινία «The Firm», υποδυόμενος ένα διεφθαρμένο δικηγόρο, στο νομικό θρίλερ, που βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζον Γκρίσαμ.
Άλλες αξιόλογες εμφανίσεις του Τζιν Χάκμαν στη μεγάλη οθόνη αφορούν τις ταινίες «Wyatt Earp» το 1994, υποδυόμενος τον Nicholas Porter Earp, πατέρα του Wyatt Earp, το 1995 το γουέστερν «Γρήγορη και Θανάσιμη», όπου υποδύθηκε τον διαβολικό αφέντη της μικρής πόλης, δίπλα στους Σάρον Στόουν, Λεονάρντο Ντι Κάπριο και Ράσελ Κρόου, και την ίδια χρονιά τις ταινίες «Crimson Tide» δίπλα στον Ντένζελ Ουάσινγκτον και «Get Shorty», όπου υποδύθηκε τον σκηνοθέτη Χάρι Ζιμ δίπλα στον Τζον Τραβόλτα.
Το 1996 ο Τζιν Χάκμαν εμφανίζεται σε μια ακόμη κινηματογραφική μεταφορά μυθιστορήματος του Τζον Γκρίσαμ, την ταινία «The Chamber», υποδυόμενος τον κατάδικο Σαμ Κέιχολ. Την ίδια χρονιά έπαιξε και στην κωμωδία «The Birdcage» μαζί με τους Ρόμπιν Γουίλιαμς και Νέιθαν Λέιν, υποδυόμενος τον συντηρητικό γερουσιαστή Κέβιν Κίλεϊ.
Το 1997 γίνεται η κινηματογραφική επανένωση με τον Κλιντ Ίστγουντ στην ταινία «Absolute Power» και το 1998 συμπρωταγωνίστησε με τον Γουίλ Σμιθ στην ταινία «Εχθρός του Κράτους». Σε αυτή την ταινία ο χαρακτήρας του θυμίζει εκείνον που είχε υποδυθεί στην ταινία «The Conversation».
Ο Τζιν Χάκμαν και ο Χάνιμπαλ Λέκτερ
Ο Τζιν Χάκμαν είχε αγοράσει τα δικαιώματα του μυθιστορήματος «Η σιωπή των αμνών» του Τόμας Χάρις. Είχε σκοπό εκείνος σκηνοθετήσει την ταινία αλλά και να πρωταγωνιστήσει στον ρόλο του Χάνιμπαλ Λέκτερ. Μελετώντας όμως τον ρόλο τελικά παράτησε αυτή την ιδέα της ταινίας γιατί θεώρησε τον ρόλο του Χάνιμπαλ Λέκτερ πολύ σκοτεινό για εκείνον. Η ταινία τελικά γυρίστηκε με πρωταγωνιστή τον Άντονι Χόπκινς.
Η καριέρα του Τζιν Χάκμαν μετά το 2000
Το 2001 ήταν μια αρκετά παραγωγική χρονιά για τον Τζιν Χάκμαν, αφού έπαιξε σε αρκετές ταινίες. Συμπρωταγωνίστησε μαζί με τον Όουεν Γουίλσον στην ταινία «Behind Enemy Lines», εμφανίστηκε στο αστυνομικό θρίλερ «Heist» του Ντέιβιντ Μάμετ, ως ένας ηλικιωμένος αλλά ικανός κλέφτης, που αναγκάζεται να κάνει μια τελευταία δουλειά, και έπαιξε τον επικεφαλής μια εκκεντρικής οικογένειας στην κωμωδία «The Royal Tenenbaums» του Γουές Άντερσον, κερδίζοντας μεγάλη αναγνώριση από τους κριτικούς. Γι αυτή την ταινία κέρδισε και την Χρυσή Σφαίρα Καλύτερου Ηθοποιού σε Μιούζικαλ ή Κωμωδία.
Το 2003 ο Τζιν Χάκμαν πρωταγωνίστησε στην τρίτη ταινία βασισμένη σε μυθιστόρημα του Τζον Γκρίσαμ, με τίτλο «Runaway Jury», υποδυόμενος σύμβουλο κριτικής επιτροπής Ράνκιν Φιτς. Σε αυτή την ταινία παίξε για πρώτη φορά δίπλα στον καλό του φίλο Ντάστιν Χόφμαν. Την ίδια χρονιά τιμήθηκε στα Βραβεία Χρυσής Σφαίρας με το βραβείο «Cecil B. DeMille» για την εξαιρετική του συνεισφορά στον τομέα της ψυχαγωγίας.
Η τελευταία μέχρι σήμερα κινηματογραφική ταινία του Τζιν Χάκμαν είναι το 2004 η κωμωδία «Welcome to Mooseport», όπου εμφανίστηκε στο πλευρό του Ρέι Ρομάνο υποδυόμενος τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ, Μονρό Κόουλ. Μπορεί να μην ήταν η καλύτερη ταινία στην οποία έπαιξε ποτέ αλλά με το ταλέντο του κατάφερε να την κάνει ο ίδιος σημαντική.
Η αποχώρηση του Τζιν Χάκμαν από την υποκριτική και η σταδιοδρομία ως μυθιστοριογράφος
Στις 7 Ιουλίου 2004 ο 74χρονος Τζιν Χάκμαν έδωσε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του στον Λάρι Κινγκ. Εκεί ανακοίνωσε ότι δεν έχει προγραμματίσει κάποια μελλοντική συμμετοχή σε ταινία και πίστευε πως η καριέρα του ως ηθοποιός έχει τελειώσει.
Μετά την αποχώρησή του από την υποκριτική ο Τζιν Χάκμαν κυρίως χαλάρωνε στο σπίτι του βλέποντας DVD με την σύζυγό του στο σπίτι. Δεν κάνει συχνά δημόσιες εμφανίσεις και ασχολείται κυρίως με την νέα του καριέρα ως συγγραφέας μυθιστορημάτων. Πρόκειται για μια ασχολία του που ξεκίνησε το 1999, όταν μαζί με τον φίλο και γείτονά του, τον υποθαλάσσιο αρχαιολόγο Ντάνιελ Λένιχαν, έγραψαν το μυθιστόρημα φαντασίας «Wake of the Perdido Star», μια περιπέτεια στη θάλασσα του 19ου αι. Με τον Ντάνιελ Λένιχαν έγραψαν άλλα δυο μυθιστορήματα, το «Justice for None» το 2004, μια ιστορία δολοφονίας, και το 2008 το «Escape from Andersonville», που αφορά μια απόδραση από την φυλακή κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου.
Το 2008 ρωτήθηκε και πάλι, και την διάρκεια της προώθησης του τρίτου μυθιστορήματός του, αν έχει αποσυρθεί οριστικά από την υποκριτική, με τον ίδιο να το επιβεβαιώνει. Το 2011 έδωσε μια συνέντευξη στο GQ, όπου τον ρώτησαν να σκεφτόταν να άφηνε για λίγο την σύνταξη για να παίξει σε κάποια ταινία. Απάντησε ότι θα το σκεφτόταν, αν μπορούσε να το κάνει από το σπίτι του. Πράγματι βγήκε από την σύνταξη για να είναι ο αφηγητής σε δυο ντοκιμαντέρ σχετικά με τους πεζοναύτες, τα «The Unknown Flag Raiser of Iwo Jima» το 2016 και «We, The Marines» το 2017.
Το 2009 έδωσε μια συνέντευξη στην Empire, όπου εξηγούσε οτι οι λόγοι για την συνταξιοδότησή του από την υποκριτική ήταν πρακτικοί. Ο γιατρός τον είχε συμβουλεύσει οτι η καρδιά του δεν θα άντεχε αν συνέχιζε στους ρυθμούς της δουλειάς, που ακολουθούσε. Εξάλλου το 1990 είχε υποβληθεί σε αγγειοπλαστική, κάτι που δεν του άφηνε περιθώρια να αγνοήσει την κατάσταση.
Το 2011 κυκλοφορεί η πρώτη σόλο συγγραφική προσπάθεια του Τζιν Χάκμαν. Πρόκειται για μια ιστορία εκδίκησης στην Παλιά Δύση, με τίτλο «Payback at Morning Peak». Ακολουθεί το 2013 το αστυνομικό θρίλερ με τίτλο «Pursuit».
Η συγγραφική καριέρα του Τζιν Χάκμαν δεν περνάει απαρατήρητη. Το 2011 εμφανίστηκε στην εκπομπή «The Loose Cannons» του Fox Sports Radio, όπου συζήτησε μαζί με τους Pat O’Brien, Steve Hartman και Vic “The Brick” Jacobs την καριέρα του και τα μυθιστορήματα.
Για τον Τζιν Χάκμαν η συγγραφή αποτελεί ένα είδος ψυχοθεραπείας. Γράφει για να θεραπευθεί από τα αισθήματα οργής που κουβαλάει. Για εκείνον η συγγραφή μυθιστορημάτων είναι ο καλύτερος τρόπος για να θεραπεύσεις κάποιος τα παιδικά του τραύματα, εφόσον βέβαια έχει κάποια.
Η ιδιωτική ζωή του Τζιν Χάκμαν
Ο Τζιν Χάκμαν στον ελεύθερο του χρόνο αγαπάει το ψάρεμα και την ζωγραφική. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 συμμετείχε σε αγώνες Sports Car Club of America, οδηγώντας μια Formula Ford με ανοιχτούς τροχούς. Το 1983, οδήγησε ένα Dan Gurney Team Toyota στο «24 Hours of Daytona Endurance Race». Επίσης έχει κερδίσει το βραβείο Long Beach Grand Prix Celebrity Race για την συμμετοχή του σε αγώνες αυτοκινήτων.
Εκτός από τα αυτοκίνητα, είναι και ενεργός ποδηλάτης από το 2018. Ποδήλατο έκανε και παλιότερα. Όμως το 2012 κι ενώ έκανε ποδήλατο στο Florida Keys, χτυπήθηκε από ένα φορτηγό. Ανέρρωσε πλήρως και συνεχίζει.
Στην προσωπική του ζωή ο Τζιν Χάκμαν παντρευτεί δυο φορές. Η πρώτη φορά ήταν την 1η Ιανουαρίου 1956 με την Φιλίπα ή Φαίη Μαλτέζ. Έμειναν μαζί μέχρι το 1986, οπότε και χώρισαν. Μαζί απέκτησαν 3 παιδιά, τον Κρίστοφερ – Άλεν, την Ελίζαμπεθ – Τζιν και την Λέσλι – Αν.
Τον Δεκέμβριο του 1991 ο Τζιν Χάκμαν παντρεύεται για δεύτερη φορά με την 30χρονη Μπέτσι Αρακάουα. Μένουν στο σπίτι τους στη Σάντα Φε του Νέου Μεξικό, το οποίο βρίσκεται σε μια έκταση 12 στρεμμάτων στην κορυφή του λόφου, με θέα 360 μοιρών. Το σπίτι βασίζεται σε σχέδιο του ίδιου του Τζιν Χάκμαν και παρουσιάστηκε στο «Architectural Digest» το 1990 μαζί με ένα άλλο σπίτι πάλι δικού του σχεδίου. Από το 1990 έχε δημιουργήσει περίπου 10 σπίτια. Μόλις ολοκληρώσει την ανακαίνιση ενός σπιτιού, μετακομίζει σε άλλο. Ο ίδιος έχει πει οτι απολαμβάνει την διαδικασία την δημιουργίας και όταν τελειώσει, έχει τελειώσει.
Ο Τζιν Χάκμαν ακόμα και σήμερα συνεχίζει να παρακολουθεί τις πολιτιστικές εκδηλώσεις στην Σάντα Φε.
Ακολουθεί video με ένα σύντομο βιογραφικό του Τζιν Χάκμαν.
Για το άρθρο χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες από:
- Gene Hackman, Ανακτήθηκε από: https://en.wikipedia.org/ Τελευταία πρόσβαση: 9/1/23
- Τζιν Χάκμαν, Ανακτήθηκε από: https://el.wikipedia.org/ Τελευταία πρόσβαση: 9/1/23
- Gene Hackman, Ανακτήθηκε από: https://www.imdb.com/ Τελευταία πρόσβαση: 9/1/23
- Ο υπέροχος κύριος Τζιν Χάκμαν κλείνει τα 90… (2020). Ανακτήθηκε από: https://www.protothema.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 9/1/23
- Gene Hackman – Biography, Ανακτήθηκε από: https://www.hellomagazine.com/ Τελευταία πρόσβαση: 9/1/23
- Πυργιώτη, Στ. (2008). Τζιν Χάκμαν ο πειρατής, Ανακτήθηκε από: https://www.tovima.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 9/1/23
- Τζιν Χάκμαν (Gene Hackman), Ανακτήθηκε από: https://www.ishow.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 9/1/23
- Ο Τζιν Χάκμαν ήταν αυτός που θα υποδυόταν τον Χάνιμπαλ Λέκτερ στη “Σιωπή των Αμν…). (2022). Ανακτήθηκε από: https://www.gintonic.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 9/1/23
- Λιλόγλου, Στ. (2021). Τζιν Χάκμαν: Ένας Θρύλος του Χόλιγουντ 91 ετών!. Ανακτήθηκε από: https://www.pireasnews.gr/ Τελευταία πρόσβαση: 9/1/23