Με επίσημη ειδοποίηση (διπλωματική νότα) οι ΗΠΑ ζήτησαν από τη Ρωσία να κλείσει το Γενικό της Προξενείο στο Σαν Φρανσίσκο, όπως και δύο άλλα οικήματα που χρησιμοποιεί στην Ουάσιγκτον και τη Νέα Υόρκη. Είχε προηγηθεί σχετική τηλεφωνική συνομιλία μεταξύ του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον με τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ.
Σύμφωνα με το Ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών το αίτημα της Ουάσιγκτον έρχεται σαν απάντηση στο αίτημα του Κρεμλίνου για περιορισμό του προσωπικού στην αμερικανική Πρεσβεία στη Μόσχα. Χαρακτηριστικό μάλιστα είναι πως το Κρεμλίνο δεν κατηγορεί τον νυν Πρόεδρο Τραμπ για το αίτημα του κλεισίματος των προξενείων, αλλά τον προκάτοχο του Μπαράκ Ομπάμα.
Πιο συγκεκριμένα ο Σεργκέι Λαβρόφ σε ομιλία του στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας είπε πως: «… όλη αυτή την ιστορία με την ανταλλαγή κυρώσεων στην λογική του ‘μια σου και μια μου’ δεν την αρχίσαμε εμείς. Την ξεκίνησε η κυβέρνηση Ομπάμα, για να υπονομεύσει τις ρωσο-αμερικανικές σχέσεις και να μην επιτρέψει στον Τραμπ να προωθήσει εποικοδομητικές ιδέες είτε να υλοποιήσει τις προεκλογικές του υποσχέσεις και να εξομαλύνει τις σχέσεις με την Ρωσία».
(πηγή: TVXS)
Η απόφαση της Ουάσινγκτον έρχεται σε μια αρκετά κρίσιμη στιγμή καθώς ΗΠΑ και Ρωσία βρίσκονται αντιμέτωπες σε αρκετές περιφερειακές διενέξεις ανά τον κόσμο με κυριότερη εκείνη της Βόρειας Κορέας. Το γεγονός μάλιστα πως η Ρωσία αποφεύγει να κατηγορήσει ευθέως τη σημερινή αμερικανική κυβέρνηση δείχνει μάλλον τη διάθεσή της να μην προσθέσει περισσότερη ένταση από την ήδη υπάρχουσα στις σχέσεις των δύο υπερδυνάμεων.
Αξίζει να σημειωθεί εδώ πως κατά τη διάρκεια των τελευταίων αμερικανικών εκλογών, που έφεραν στην Προεδρία τον Ντόναλντ Τράμπ, κύκλοι του Δημοκρατικού Κόμματος είχαν καταγγείλει πως το Κρεμλίνο προσπάθησε διαδικτυακά να νοθεύσει το αποτέλεσμα υπέρ του Τραμπ – μια κατηγορία που ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε αλλά ούτε και διαψεύστηκε από καμία πλευρά. Περίπου την ίδια περίοδο ο Βλαντιμίρ Πούτιν είχε αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να εκδοθεί στις ΗΠΑ ο Έντουαρντ Σνόουντεν, αν ο Ντοναλντ Τράμπ εγγυηθεί μια δίκαιη και ανοιχτή δίκη, κάτι το οποίο η Μόσχα δεν συζητούσε επί Προεδρίας Ομπάμα.
Είναι περισσότερο και από εμφανές πως στο πρόσωπο του σημερινού Αμερικανού Προέδρου η Ρωσία βλέπει έναν άνθρωπο με τον οποίο μπορεί να διαπραγματευτεί στα διεθνή θέματα, πιθανότατα γιατί ο Ντόναλντ Τράμπ έχει επιδείξει μέχρι σήμερα την τάση μιας αυταρχικής διακυβέρνησης και αψήφισης τόσο του αμερικανικού Συντάγματος όσο και του ίδιου του Συντηρητικού Κόμματος. Αυτό σίγουρα θυμίζει τον τρόπο διακυβέρνησης του Βλαντιμίρ Πούτιν για τον οποίο άλλωστε ο Αμερικανός Πρόεδρος δεν έχει κρύψει το θαυμασμό του.
Είναι λογικό μια αυταρχική κυβέρνηση όπως αυτή που υπάρχει στη Ρωσία να θεωρεί πιο εύκολο να διαπραγματευτεί με μια άλλη αυταρχική κυβέρνηση όπως αυτή που προσπαθεί να δημιουργήσει ο Τραμπ παρά με μία η οποία ενδιαφέρεται για τη δημοκρατία και τη διεθνή νομιμότητα όπως εκείνη του Ομπάμα. Παρόλα αυτά, η Ουάσιγκτον πολλές φορές έχει κατηγορήσει το Κρεμλίνο για τη συνέχιση των εμπορικών και διπλωματικών του σχέσεων με το καθεστώς της Βόρειας Κορέας καθώς και του Ιράν.
Τέλος με το μέτωπο της Βόρειας Κορέας να βρίσκεται σε διαρκή ένταση, μια απευθείας διένεξη μεταξύ Αμερικής και Ρωσίας θα απέβαινε καταστροφική κυρίως για τη δεύτερη, καθώς σε περίπτωση στρατιωτικής σύγκρουσης στην Κορεατική Χερσόνησο η Ρωσία θα είναι η πρώτη χώρα που θα δεχτεί τα αποτελέσματα ενός πυρηνικού χτυπήματος στα σύνορά της και πιθανόν μια επακόλουθη προσφυγική κρίση.
Το πιθανότερο λοιπόν σενάριο είναι ότι η Ρωσία κατά πάσα πιθανότητα θα προσπαθήσει να θέσει σε δεύτερη μοίρα το θέμα των προξενείων και της διπλωματικής εκπροσώπησης ως κάτι διαδικαστικό και όχι πολιτικό, ούτως ώστε να μην διακυβεύσει τη θετική διάθεση της κυβέρνησης Τραμπ σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή. Είναι ενδεικτικό άλλωστε ότι ο ίδιος ο Λαβρόφ αποδίδει την όλη κατάσταση σε ένα παλιό «λάθος συνεννόησης» που ακολούθησε την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και την ανεξαρτητοποίηση της Ουκρανίας .
Σύμφωνα με τη δήλωση του Ρώσου υπουργού: « …. την εποχή της ΕΣΣΔ, οι ΗΠΑ είχαν επίσης τέσσερα γενικά προξενεία, στο Λένινγκραντ, το Σβερντλόφσκ, το Βλαντιβοστόκ και το Κίεβο. Όταν η ΕΣΣΔ έπαψε να υπάρχει, τους προτείναμε να ανοίξουν τέταρτο προξενείο στη Ρωσία. Εκείνοι μας είπαν ”όχι ευχαριστούμε, τα τρία είναι αρκετά”», προσθέτοντας ότι «στην περίπτωση αυτή μπορούμε φυσικά να μιλάμε για ίση εκπροσώπηση, αλλά η ίση εκπροσώπηση ούτως ή άλλως εξακολουθεί να είναι ιδιόμορφη, αφού στον αριθμό των διπλωματών συμπεριέλαβαν και τους συνεργάτες της αντιπροσωπείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας στον ΟΗΕ».