Αναζητώντας χαμόγελα.
Μπαίνοντας κάποιο πρωί σε ένα Μέσο Μαζικής Μεταφοράς μπορείς να συμπεράνεις πως έχουν αλλάξει οι άνθρωποι, πως έχουν χάσει τις αξίες τους, πως παλεύουν να μην νιώσουν οποιοδήποτε συναίσθημα, να μην τους αγγίξει το παραμικρό ίχνος ζεστασιάς σαν να τρομάζουν μην λιώσει ο πάγος που έχουν κοπιάσει να συντηρούν γύρω τους καθημερινά και σε όλες τις στιγμές της ζωής τους. Μπορεί κάθε μέρα να βλέπεις τις ίδιες φυσιογνωμίες, τους ίδιους ανθρώπους, τα βλέμματα σας να διασταυρώνονται, να ψάχνουν τα μάτια σου τα μάτια του απέναντι και να βρίσκεις ένα μεγάλο ζευγάρι μαύρα γυαλιά να στέκονται αγέρωχα σαν τοίχος για να καταφέρουν να δημιουργήσουν την απαραίτητη για το μικρό μυαλό τους απόσταση.
Αν κάνεις ένα νεύμα και χαμογελάσεις η αδιαφορία και η παγωνιά θα σου διαπεράσουν την ραχοκοκαλιά σου σαν ηλεκτρικό ρεύμα. Αν κάνεις το λάθος και συνάμα με το χαμόγελο προφέρεις και τη λέξη ”καλημέρα” η ενόχληση τους θα ζωγραφιστεί έντονα στο πρόσωπο τους και θα σε κοιτάξουν άγρια σαν να σου τονίζουν το σφάλμα σου. Ζούμε σε μια εποχή που η ευγένεια και η ανθρωπιά βρίσκονται σε χειμερία νάρκη. Το ενδιαφέρον παρερμηνεύεται ως περιέργεια ή ως αφορμή για σχόλια, διότι μια οικονομική κρίση κατάφερε να γίνει κρίση αξιών, κρίση αρχών και τρόπων καλής συμπεριφοράς. Ίσως αυτό να ήταν δικαιολογημένο για μια μεγάλη πόλη γεμάτη άγνωστους που χάνονται μέσα της σε λίγα λεπτά. Μα για ένα μέρος που κάθε πρωί που βγαίνεις από το σπίτι σου συναντάς τους ίδιους ανθρώπους , που κάνετε τις απαραίτητες αγορές σε κοινό σημείο, που τα μέρη που διασκεδάζετε είναι περίπου τα ίδια είναι απλά απαράδεκτο να πρέπει να υποδυθείτε τους άγνωστους χωρίς ίχνος ανθρωπιάς, χωρίς σημάδια ευαισθησίας.
Από τα πιο τραγικά γεγονότα παρουσιάζεται η στιγμή που κάποιος συνάνθρωπος -συμπολίτης ή όπως αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί, βρεθεί σε στιγμή αδυναμίας, του τύχει κάτι που δεν είναι προγραμματισμένο σύμφωνα με το στενό μυαλό μας και βρίσκουμε τρόπο να περάσουμε δίπλα του τόσο αδιάφορα χωρίς να ρίξουμε καν ένα βλέμμα. Πρόσφατα μου έτυχε να διασχίζω κεντρικό δρόμο και μια κυρία ηλικιωμένη είχε παραπατήσει σε ένα από τα κακοφτιαγμένα πεζοδρόμια της πόλης, είχε καταρρεύσει σχεδόν στη μέση του δρόμου σε ώρα αιχμής και οι υπόλοιποι περνούσαν δίπλα της σαν να μην υπήρχε, σαν να βλέπαν σε μια εικονική πραγματικότητα τον δρόμο και δρασκελώντας την κερδίζαν πόντους για τον επόμενο γύρο παιχνιδιού.
Με αυτή τη πραγματικότητα στενοχωριέσαι. Για την ακρίβεια απελπίζεσαι, και το μόνο που δεν μπορώ να απαντήσω στον εαυτό μου είναι πόσο χειρότερο μπορεί να γίνει. Πρέπει όλοι, ο καθένας μας με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο να πάψουμε να κοιτάζουμε 100% τον εαυτό μας. Ας αφήσουμε ένα μικρό ποσοστό και για τους ανθρώπους γύρω μας, σε όλους κάτι άυλο περισσεύει. Σκέψου λοιπόν την επόμενη φορά που θα αναγνωρίσεις ένα ζευγάρι μάτια και το πρόσωπο του είναι στραμμένο προς το μέρος σου να του χαμογελάσεις ή την επόμενη φορά που κάποιος κοντά σου χρειάζεται βοήθεια να του απλώσεις το χέρι σου χωρίς να πιστεύεις πως θα χάσεις τα πολύτιμα λεπτά σου.
Πίστεψε με! Θα φτιάξει και η δική σου μέρα!