Ένα γράμμα σε ένα άτομο που χάθηκε…
Ψυχή μου,
το σύννεφο καπνού χάνεται καθώς διαγράφει την ύστατη αυτή πορεία του, από τα πνευμόνια μου στο ταβάνι. Συνειρμοί… Έτσι χάθηκε και η δική μας μικρή ιστορία. Σαν τον καπνό… Και δε το ήθελα καθόλου αυτό γαμώτο…
Από την πρώτη στιγμή που βρέθηκα κοντά σου πίστεψα πως όλα ήταν διαφορετικά. Για πρώτη φορά ένιωσα να δέχομαι αγάπη που ήταν πραγματική και ανιδιοτελής, παρ’ όλα τα στραβά κι ανάποδα που έχει το ήδη παραμορφωμένο, από τα σημάδια και τη ξινίλα, πρόσωπό μου.
Ήσουν το μοναδικό χέρι που με κράτησε με ειλικρίνεια, τα μοναδικά μάτια που με κοίταξαν με στοργικότητα, και τα μοναδικά χείλη που ξεστόμισαν σχέδια για εμάς δίχως να ντρέπονται για την ασχήμια που με δέρνει αυτά τα 26 χρόνια της μίζερής μου υπάρξεως.
Τι έκανα γι’ αυτό; Θα σου πω! Αντί να εκμεταλλευτώ τη μοναδική αυτή ευκαιρία που μου έδωσε η μαύρη μου κατά τα άλλα τύχη, εγώ έκανα το μόνο πράγμα στη ζωή μου που καταφέρνω καλά: να σε χάσω εξαιτίας των δικών μου πράξεων.
Μη με παρεξηγείς για όλα αυτά τα καμώματα. Δε ξέρω πώς είναι να σε αγαπούν. Ποτέ μου δε το έμαθα, και ποτέ δε θα το μάθω. Συνήθισα στη χλεύη και στα διόλου κολακευτικά για το βρωμερό σαρκίο μου σχόλια, έτσι που κάθε τι διαφορετικό μου μοιάζει απόκοσμο, παράταιρο, αδύνατο…
Το αποτέλεσμα των παραπάνω είναι οι σπασμωδικές πράξεις και συμπεριφορά μου. Αιτία αυτών, όπως σου έγραψα και παραπάνω, είναι η δική μου ανυπαρξία συναισθηματικών γνώσεων. Σαν έναν άνθρωπο που έμαθε μία ζωή να τρώει με τα χέρια του, και κάποιος ξαφνικά να τον βάλει να φάει με μαχαιροπίρουνα… Ε, θα χρειαστεί πολύ χρόνο για να μάθει.
Σβήνω λοιπόν το τσιγάρο μου, έχοντας στην καρδιά και στον εγκέφαλό μου τη μορφή σου, και τις λίγες στιγμές που περάσαμε μαζί. Στο ραδιόφωνο, η «Θεσσαλονίκη» του Νίκου Καββαδία. Παγώνω και αφουγκράζομαι…
«Κάτω από φώτα κόκκινα κοιμάται η Σαλονίκη.
Πριν δέκα χρόνια μεθυσμένη μου ‘πες “σ’ αγαπώ”.
Αύριο σαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκι,
μάταια θα ψάχνεις το στρατί που πάει για το Ντεπώ…»
Ναι, μου είπες «σ’ αγαπώ» κάποτε. Όντως… Τόσο κοντά ημερολογιακά, αλλά τόσο μακριά, σαν ανάμνηση πλέον… Ίσως 10 χρόνια μετά να είμαι σαν τον ήρωα του ποιήματος: μόνος μου, και με μοναδική μου περιουσία τις στιγμές που μου χάρισες. Και ειλικρινά, σου είμαι ευγνώμων γι’ αυτές… Μόνο που το στρατί για το Ντεπώ δε θα το αναζητάς εσύ, αφού σίγουρα θα βρίσκεσαι σε μία αγκαλιά που σε αγαπά, σε νοιάζεται, και το ίδιο ακριβώς θα νιώθεις κι εσύ γι’ αυτήν… Αχ αυτό το αμφίδρομο!
Το στρατί για το Ντεπώ θα το ψάχνω εγώ. Αφού ήδη έχω χάσει τα πάντα. Ακόμη και τον ίδιο μου τον εαυτό…
Συγγνώμη για όλα.
Σ’ αγαπάω,
ο Περιττός.
ΥΓ: Να προσέχεις, και να μην αφήσεις ποτέ να σε πληγώσει κανείς, όπως εγώ είχα κάνει…