Άλλη μια νύχτα εδώ. Κάθομαι στο σκοτάδι και χάνομαι στις σκέψεις μου. Αλλά, τί λέω; Μία μόνο σκέψη τριγυρνάει συνέχεια στο νου μου. Εσύ.
Βυθισμένη στον καναπέ, κοιτάω – με χαμένο βλέμμα – την πόρτα, περιμένοντας να ανοίξει. Να μπεις μέσα και να έρθεις στην αγκαλιά μου. Όπως παλιά, που έμπαινες και αμέσως ξάπλωνες δίπλα μου. Κούρνιαζες πάνω στο στήθος μου και άκουγες την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά. Γιατί, άραγε, χτυπούσε τόσο δυνατά;
Βέβαια, λίγα πράγματα στη ζωή είναι τέλεια καμωμένα. Έτσι, και με εμάς. Το παραμύθι μας, λοιπόν, δεν τελειώνει με το τετριμμένο, «και έζησαν αυτοί καλά, και εμείς καλύτερα..»
Ερχόσουν μέσα στη νύχτα, πάντα σαν κυνηγημένος και έφευγες με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Κυνηγημένος. Κάθε βράδυ, το ίδιο πράγμα. Έφευγες, μα είχα πάντα στο μυαλό μου, πως ακόμα και το λίγο σου, μου αρκεί. Γιατί είναι οι στιγμές αυτές που μετράνε, πόσο μάλλον όταν είναι τόσο έντονες. Έφευγες και ξαναγυρνούσες. Μα, κάποια στιγμή, δεν ήρθες. Η πόρτα αυτή – όσο και να την κοιτάζω τώρα – δεν θα ανοίξει. Είναι μάταιο να περιμένω να γυρίσεις, να μου δώσεις ζωή. Μα, ξέρεις τί λαχταρώ; Να έρθεις για τελευταία φορά. Γιατί δεν προλάβαμε ούτε αντίο να πούμε. Έλα, ακόμα και αν είναι σκληρό να γνωρίζω πως δεν θα σε ξαναδώ, πως δεν θα φιλήσω ξανά τα χείλη σου και δεν θα σε ενοχλώ, παίζοντας με τα γένια σου, που τόσο πολύ έκανες πως σε εκνεύριζε..
Από την άλλη, το ίδιο ισχύει και για σένα. Μου το είχες πει την τελευταία φορά που μιλήσαμε, στο τηλέφωνο. Από μακριά.
«Είναι αδιανόητο να ξέρω πως δεν θα μπορώ να ξανά ακούσω το χτύπο της καρδιάς σου. Είναι αδιανόητο που δεν θα μπορώ να βλέπω αυτά τα μάτια, με το τόσο βαθύ και μελαγχολικό βλέμμα..»
Τότε, γιατί; Γιατί, – ενώ αισθανόμαστε τόσο έντονα ο ένας για τον άλλον -, δεν είμαστε εδώ μαζί; Γιατί δεν ξαπλώνεις τώρα δίπλα μου, να απολαύσουμε μαζί την τόσο όμορφη βραδιά, με το ελαφρύ αεράκι να δροσίζει τα κορμιά μας;
Δεν απαντάς ε; Θα σου πω εγώ. Επειδή φοβόμαστε. Και οι δύο. Πως αργά ή γρήγορα, θα πάψει να υπάρχει αυτή η ανεξήγητη επιθυμία και λαχτάρα, την οποία έχουμε τώρα. Τίποτα δεν κράτα για πάντα άλλωστε. Το πιστεύω και εγώ αυτό. Όμως, κάτι νύχτες – σαν και αυτή – που δεν μπορώ να χαλιναγωγήσω το ένστικτο μου, που δεν μπορώ να σταματήσω να σε σκέφτομαι, που τόσο πολύ σε ποθώ.. Κάτι τέτοιες νύχτες, σου ζητάω ένα μόνο πράγμα : Έλα. Και ας είναι για τελευταία φορά. Μόνο έλα.. *
«Γύρω πόρτες κλειστές, ίδιες όπως χθες και προχθές, ώρες άδειες, μόνες, φριχτές, κι όμως σ’ αναζητώ..»
Σύνταξη κειμένου: Ελένη Λαζαρίδου
Επιμέλεια κειμένου: Kλεοπάτρα Μπράιτ