Υποκρισία παντού. Τη σιχαίνομαι. Κάποτε λόγο του ότι ήμουν μικρή, λόγο βλακείας, έλλειψη αυτοπεποίθησης, έπεσα και εγώ σε αυτό το τριπάκι. Ήμουν αφελής, ανώριμη, δεν ήξερα τι αξίζω. Το αποτέλεσμα είναι ότι το έκανα, μέχρι που δεν άντεξα άλλο.
Και μια μέρα ξύπνησα. Έδωσα ένα χαστούκι στον εαυτό μου και συνήλθα. Αναρωτήθηκα αν αυτή, είναι η ζωή που ονειρευόμουν. Αν θέλω να ζω έτσι. Είδα πως αυτό το παιχνίδι με αηδιάζει. Και είπα τέλος. Εγώ δε θα υποκριθώ ξανά. Δεν είμαι εγώ αυτή. Ήμουν μια μαριονέτα στα χεριά κάποιου άλλου. Ο οποίος με έκοβε και με έραβε στα μέτρα του, όπως ήθελε όποτε το ήθελε. Σήκω πάνω κάτσε κάτω. Μη μιλάς. Και δε μιλούσα. Μέχρι που έσκασα…
Ο αέρας δε μου έφτανε. Ένοιωθα ότι πνίγομαι. Όχι. Τέλος. Όχι άλλη υποκρισία φτάνει. Πρέπει να κόψω τα σχοινιά, να κόψω τα δεσμά που με κρατούσαν δεμένη πάνω του. Και τα κατάφερα. Πήρα το ψαλίδι και έκοψα τα δεσμά, και ξερίζωσα και τη ριζά. Για να μη φυτρώσει τίποτα άλλο. Και έπεσα κάτω με δύναμη. Και από την πτώση σακατεύτηκα.
Όλο μου το κορμί πόναγε, αλλά πιο πολύ πονούσε η σακατεμένη μου ψυχή. Η επούλωση πήρε χρόνια. Βρέθηκε όμως ένας άνθρωπος, και με μάζεψε από κάτω. Φίλησε τις πληγές μου. Γιάτρεψε και το τελευταίο, σακατεμένο κομμάτι που υπήρχε μέσα μου. Με άκουσε, με κατάλαβε, με αγκάλιασε. Και εγώ κάθε μέρα γιατρευόμουν… Είδα πως αυτός ο άνθρωπος, με αγαπούσε ακριβώς όπως είμαι, χωρίς να θέλει να αλλάξει τίποτα πάνω μου.
Είναι υπέροχο να μην υποκρίνεσαι. Είναι υπέροχο να είσαι αληθινή, ντόμπρα, αντράκι. Να τιμάς τα παντελόνια που φοράς… Είτε είσαι γυναικά είτε είσαι άντρας. Και ειδικά όταν το άλλο σου μισό, να σε λατρεύει για αυτό που είσαι. Και συνέχεια να σου δίνει ώθηση, να πας ακόμα πιο ψηλά. Να σε κοιτάει και τα μάτια του να λάμπουν από υπερηφάνεια.
Είναι υπέροχο να είσαι αληθινός. Να μην υπάρχει υποκρισία ανάμεσα σας. Μονό αλήθειες. Και ας πονάει, η ρουφιάνα είναι όμως γλυκιά. Το ψέμα είναι πικρό. Πολύ πικρό, και δεν καταπίνεται. Όταν δεν υπάρχει υποκρισία στη ζωή σου, όλα τα βλέπεις πιο καθαρά. Πιο αγνά, πιο ρεαλιστικά. Βλέπεις ποιος σε αγαπάει για αυτό που είσαι, όπως ακριβώς είσαι.
Σιχάθηκα να βλέπω φιλίες βασισμένες στην υποκρισία, στην ψευτιά και τη ζήλια. Όπου υποκρίνεσαι την καλή φίλη, αλλά από πίσω μπήγεις δυνατά, το μαχαίρι στην πλάτη του άλλου. Αυτό το υποκριτικό ενδιαφέρον, για το τι κάνεις, πως είσαι. Ενώ στην πραγματικότητα, δε δίνεις δεκάρα τσακιστή, για το τι κάνω και πως είμαι. Πρέπει απλά να δείξει ενδιαφέρον, μήπως και ψαρέψεις κάνα κουτσομπολιό.
Μήπως και κάποιο νέο (κατά προτίμηση δυσάρεστο), σε κάνει και νοιώσεις καλύτερα. Μόνο και μόνο για να χαρείς με τη δυστυχία του άλλου. Να νοιώσεις καλύτερα για τον εαυτό σου. Αυτή η γεύση της ικανοποίησης, που τρέφει αυτό το τέρας μέσα σου. Μια ψυχή άδεια, σάπια που όση δυστυχία, όσο πόνο, η λύπη, και αν καταπιεί δε χορταίνει.
Βλέπω γάμους μέσα στην υποκρισία. Γάμους βασισμένους στο ψέμα, στο κέρατο, στο συμφέρον. Γάμους που γίνονται, γιατί έτσι πρέπει. Ή γιατί τι θα πει ο κόσμος. Αχ αυτός ο κόσμος. Γάμους που γίνονται λόγο οικονομικών συμφερόντων, που έχουν στόχο την αποκατάσταση της φήμης τους. Επειδή έχεις διπλή ζωή, την οποία πρέπει να καλύψεις. Γιατί εσύ ξέρεις τι είσαι, αλλά υποκρίνεσαι εκεί έξω. Γιατί δεν τολμάς να φωνάξεις την αλήθεια…
Και παίρνει και τους διπλανούς σου η μπάλα στην όλη κωμωδία/ τραγωδία. Κατεστραμένοι γάμοι, κατεστραμμένα παιδιά. Τα βλέπουμε γύρω μας. Παιδιά που βάζουν τέλος στη ζωή τους. Παιδιά που πέφτουν στην παγίδα, να βρουν λίγη γαλήνη στις ναρκωτικές ουσίες. Παιδιά που μαζεύουν τα προσωπικά τους αντικείμενα, μέσα σε ένα σάκο και εξαφανίζονται. Παιδιά που κουβαλάνε μια ζωή, ανεπανόρθωτα ψυχικά τραύματα, και σκάνε μια περιουσία στους ειδικούς, μήπως και γίνουν καλά.
Πας και κοιμάσαι διπλά στον άνθρωπο σου, και υποκρίνεσαι κάθε οργασμό που έχεις, γιατί δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς. Έχεις στο πλάι σου έναν άνθρωπο σου σιχαίνεσαι, που δε θέλεις να τον βλέπεις μπροστά σου, αλλά πρέπει. Εγκλωβίζεσαι σε έναν δυστυχισμένο γάμο, γιατί φοβάσαι να παίξεις το παιχνίδι της αληθείας. Τρέμεις να την κοιτάξεις κατάματα. Για πόσο ακόμα όμως; Ως πότε θα κοιτάς τον εαυτό σου στον καθρέπτη, και δε θα αναγνωρίζεις το άτομο που σε κοιτά;
Υπάρχουν φυσικά και οι άκακοι υποκριτές. Οι οποίοι δε φοράνε αυτήν τη μάσκα γιατί τη γουστάρουν, αλλά ως ασπίδα για να μη δεις τον πόνο μέσα τους. Αυτή είναι και η άμυνα τους άλλωστε. Αυτοί οι άνθρωποι θέλουν βοήθεια, θέλουν συμπαράσταση, να νοιώσουν ασφάλεια. Ώστε να καταφέρουν να βγάλουν την μάσκα αυτή από πάνω τους, και να προσπαθήσουν να επουλωθούν, είτε μόνοι τους είτε με βοήθεια.
Πρέπει να αποφασίσεις, ποια μάσκα θα φοράς στη ζωή σου. Τη μάσκα με την οποία είσαι αρεστός σε όλους, κρύβοντας ποιος πραγματικά είσαι; Η μάσκα αυτή κάποια στιγμή θα φθαρεί, θα αρχίσει να διαλύεται στο πρόσωπο σου, και σιγά σιγά θα φανεί η αλήθεια. Και αναρωτιέμαι αν μετά από τόσο θέατρο, καταφέρεις να αναγνωρίσεις και εσύ ο ίδιος τον πραγματικό σου εαυτό.
«Αποκτήσαμε τη συνήθεια να υποκρινόμαστε μπροστά στους άλλους σε τέτοιο βαθμό ώστε στο τέλος ν’ αρχίζουμε να υποκρινόμαστε μπροστά στον εαυτό μας»
Λα Ροσφουκό