Κοντεύοντας στο τέλος της σαιζόν η παράσταση “Wilson&Wilson” η οποία παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Θέατρο Φούρνος ανέβηκε στο Θέατρο Τ για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων.
Μετά το Kafka΄s Freaks ο Νικόλας Βαγιονάκης επιστρέφει με έναν ακόμη ιδιαίτερο και βαθιά φιλοσοφημένο συγγραφέα, τον Αμερικάνο Allan Poe, και επιλέγει το έργο του “William Wilson”, το οποίο πραγματεύεται το θέμα του doppelgänger. Ο άλλος εαυτός, ο σωσίας, εμφανίζεται από την παιδική ηλικία του ήρωα και τον ακολουθεί στο πανεπιστήμιο και την ενήλικη ζωή του κρίνοντας τις παράνομες και αμαρτωλές επιλογές του. Ένας παράφορος χαρακτήρας με εμμονές και έκλυτες τάσεις ταλανίζεται από την συνείδηση του, η οποία στην προσπάθεια της να τον οριοθετήσει και να τον περισώσει, λειτουργώντας άλλοτε ως αντισταθμιστικός παράγοντας στην αλαζονεία του και άλλοτε ως ενοχή, αποκτά πρόσωπο, σχήμα, ενδύματα, μα πάνω από όλα, όνομα. Ένα όνομα ίδιο με του William Wilson, το οποίο έτσι κι αλλιώς απεχθάνεται, που καταλήγει να τον στοιχειώσει. Η πάλη με τον εαυτό, τον φόβο και την παράνοια μπορούν να οδηγήσουν στο διχασμό και την ψυχική διαταραχή όταν ξεπερνούν τις ευαίσθητες ισορροπίες μας. Το διαχρονικό έργο, γραμμένο το 1839, οφείλει την ύπαρξη του στον ιδιόρρυθμο λογοτέχνη Allan Poe, ο οποίος έχει χαρακτηριστεί ως αλκοολικός και διεφθαρμένος από τον σημαντικότερο βιογράφο του, Rufus Wilmot Griswold, και μπορεί να ταυτιστεί με τις εμμονές και τις ψυχικές αδυναμίες του σημερινού ανθρώπου.
Με έντονη κινησιολογία και παντομίμα ο Βαγιονάκης μιλά εξίσου με τα λόγια του και με το σώμα του για όλα αυτά που βασανίζουν το συνειδητό και το ασυνείδητο, για τον ενδόμυχο πόλεμο των σκέψεων μιας ιδιαίτερης ιδιοσυγκρασίας που προέρχεται από ένα alter ego του ίδιου του Allan Poe. Φόβος, απελπισία, απόγνωση, θυμός, ψυχοπάθεια. Τα εσωτερικά συναισθήματα μετουσιώνονται σε εξωτερικές εκφράσεις του προσώπου και του σώματος με απόλυτη εκφραστικότητα και συνάφεια. Ένα ταξίδι γεγονότων πραγματικών και ψευδαισθησιακών στο οποίο παρόν είναι πάντα ο William Wilson, αυτός με την ψιθυριστή φωνή, αυτός που έρχεται σαν φάντασμα, αυτός που δεν είναι τίποτα άλλο από την συνείδηση του ήρωα.
Το κείμενο της παράστασης (μετάφραση και δραματουργική επεξεργασία ανέλαβαν από κοινού ο Νικόλας Βαγιονάκης και η Μιράντα Βατικιώτη) ρέει με ταχύτητα και χωρίς πλατειασμούς και περιττές παύσεις, κρατώντας τον ενδιαφέρον και την αγωνία καθώς ξετυλίγεται η ιστορία του Wilson. Η αινιγματική φιγούρα του σωσία του Wilson αποκαλύπτεται σταδιακά πως είναι ένα αποκύημα της φαντασίας του από το οποίο δεν θα μπορέσει να απαλλαγεί παρά με έναν και μοναδικό τρόπο. Με σωστές εναλλαγές, τόσο στο ρυθμό όσο και στο συναίσθημα, ο μονόλογος του Βαγιονάκη, ο οποίος δίνει πάνω στη σκηνή κυριολεκτικά ψυχή και σώμα, ακολουθεί μια εξομολογητική πορεία που παραπαίει ανάμεσα στη φαντασιακό και το πραγματικό, ώστε να καταλήξει στο καθρέφτισμα της αλήθειας.
Η πολυπραγμωσύνη του Βαγιονάκη, που επιλέγει να αγκαλιάσει το κάθε έργο από όλες τις πλευρές, του αναθέτει την σκηνοθεσία που έδωσε πνοή στο κείμενο και την ερμηνεία που έδωσε την κίνηση, δημιουργώντας μια παράσταση εμφανώς καλοδουλεμένη, με φιλοσοφικό και ανθρωποκεντρικό προσανατολισμό. Το σκηνικό (κατασκευή Ευγένιος Αρβανιτάκης και ζωγραφική Αναστασία Ρήγα) συνηγόρησε στο όλο κλίμα της αντανάκλασης και του διπλασιασμού με τις τζαμωτές επιφάνειες και συμβόλισε τους πραγματικούς και νοητούς τόπους που μετέβαινε ο Wilson κατά την αφήγησή του.