“Μαύρο Χιόνι- το ημερολόγιο ενός μακαρίτη”
Ο Μαξούντωφ είναι ονειροπόλος, ένας μελαγχολικός ονειροπόλος που αποφασίζει να τολμήσει να απαλλαγεί από μια ζωή που δεν του επιτρέπει να εκφράσει τις μαγικές εικόνες που συμβαίνουν στο μυαλό του. Και αυτό είναι το ατόπημα του. Ξεκινά να γράφει το πρώτο του μυθιστόρημα, το οποίο χαρακτηρίζεται αποτυχημένο, και έρχεται σε επαφή με έναν εκδότη ο οποίος λογοκρίνει λέξεις του κειμένου και εν τέλει αποδεικνύεται απατεώνας. Μετά την πρώτη μεγάλη απογοήτευση αποφασίζει να διασκευάσει το κείμενο για το θέατρο και παρόλο που γίνεται δεκτό από την Ανεξάρτητη Σκηνή της Μόσχας ενεργοποιείτε ένας κυκεώνας παράλογων διαδικασιών και εξελίξεων που θα αλλάξει ολοσχερώς την άποψη του για το χώρο.
Ο Μπουλγκάνωφ στο “Θεατρικό μυθιστόρημα” χτίζει στο πρόσωπο του Μαξούντωφ, ένα alter ego συμπαθητικό και αλλόκοτο, τολμηρό και συνεσταλμένο, έναν ήρωα αντιφάσεων, ώστε να δώσει φωνή στο δικό του παράπονο. Ένας από τους σημαντικότερους νεότερους δραματουργούς της Ρωσίας, ο Μπουλγκάνωφ, κατά την διάρκεια της ζωής του όχι μόνο δεν αναγνωρίστηκε αλλά λογοκρίθηκε και περιθωριοποιήθηκε από το πολιτικό σύστημα και τους κριτικούς της εποχής. Ανεξάρτητο πνεύμα, με κριτική και καυστική γραφή, αγάπη και πάθος για το θέατρο, είδε την καριέρα του να καταστρέφεται και τα έργα του να εξαφανίζονται από τα προγράμματα των θεάτρων.
Μαύρο Χιόνι
Η διασκευή του μυθιστορήματος από τον Κώστα Φιλίππογλου και την Δήμητρα Κονδυλάκη αποτελεί ένα πυκνό και εύστοχα συμπυκνωμένο κείμενο το οποίο θα πάρει σάρκα και οστά στη σκηνή υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του πρώτου. Διατηρώντας την αιχμηρή γλώσσα του Μπουλγκάνωφ που παιχνιδίζει ακροβατώντας ανάμεσα στο γέλιο και στην οδύνη που προκαλεί το τραγικό και το παράλογο, δημιουργεί διαλόγους από τους εκτενείς μονολόγους και ορίζει χαρακτήρες άρτιους και ολοκληρωμένους με τις απαραίτητες περικοπές που απαιτεί η μεταφορά ενός μυθιστορήματος στη σκηνή.
Η σκηνοθεσία του Φιλίππογλου περιέχει τεχνικές σωματικού θεάτρου, στις οποίες έχει εντρυφήσει ο σκηνοθέτης, μετουσιώνοντας την περιγραφική εικόνα του γραπτού λόγου σε κίνηση, με οικονομία και πλούσιο σωματικό λεξιλόγιο, δημιουργώντας ένα νέο κείμενο μιμικής και παντομίμας που θα μπορούσε να σταθεί και ανεξάρτητα από τον λόγο. Οι έντονα κινηματογραφικές εικόνες εμπλουτισμένες με γκροτέσκα στοιχεία υπερβολής, άλλοτε στη κίνηση και άλλοτε στην εκφορά του λόγου, και η αποστασιοποίηση, εξπρεσσιονιστική και σε σημεία μπρεχτική, μαρτυρούν μία καλά δουλεμένη και οργανωμένη ομάδα που επικοινώνησε με το κοινό αυτό που ήθελε να πει.
Μαύρο Χιόνι
Ο Μαξούντωφ έρχεται αντιμέτωπος πρώτα με το θάνατο του ρομαντικού του ονείρου και έπειτα με εκείνον που επιλέγει ως αυτόχειρας. Ο νέος δημιουργός πρέπει να αντιμετωπίσει όλα τα συστημικά δυσθεώρητα που ορθώνονται μπροστά του, τόσο στο πλαίσιο του θεάτρου όσο και σε αυτό γενικότερα της κοινωνίας, και σιγά σιγά κρύβουν και από τον ίδιο το έργο του, το “παιδί” του. Ένας θεατρικός κόσμος ξεδιπλώνεται μπροστά του ο οποίος πίσω από την αίγλη του κρύβει κομματικές διασυνδέσεις, ματαιοδοξίες, φθόνο, εσωτερικές διαμάχες, γραφειοκρατίες, παράλογες απαιτήσεις και φυσικά παραγκωνισμό των νέων από την ισχύουσα τάξη. Ο αγώνας και η πάλη με την εξουσία, ο διακαής πόθος της αναγνώρισης, του σεβασμού και της ευκαιρίας λιώνει κάτω από τα βαριά βήματα του καθεστώτος όπως το αγνό χιόνι. Ο Μαξούντωφ έρχεται αντιμέτωπος με την παντοδυναμία του σκηνοθέτη Βασίλιεβιτς, ένα θέμα το οποίο έγειρε πολλές συζητήσεις με τους πολέμιους της κειμενοκεντρικής προσέγγισης για την αλλοίωση και την διάβρωση του αρχικού κειμένου από την αυθεντία του σκηνοθέτη. Η σημασία και η ιεραρχία των σκηνών για τον νέο δραματουργό Μαξούντωφ έρχεται σε αντίθεση με τους θεατρανθρώπους του Θεάτρου Τέχνης, οι οποίοι έχοντας στα χέρια τους το “συμβόλαιο”, που αφαιρεί δικαιώματα και προσθέτει μόνο υποχρεώσεις, ακολουθούν την δική τους αισθητική καθώς και την καθεστωτική γραμμή.
Η παράσταση απέκτησε τον ιδανικό ρυθμό της στο δεύτερο μέρος σε σχέση με το πρώτο το οποίο ήταν ελαφρώς πιο άτονο και μεγαλύτερο σε διάρκεια ενώ θα μπορούσε να είναι περισσότερο συνοπτικό. Ο Φιλίππογλου στο ρόλο του Βασίλιεβιτς (Στανισλάφσκυ) ξεκαρδιστικός, ακούραστος και εκφραστικότατος, διακωμωδεί και σατιρίζει την υποχονδριακή προσωπικότητα του Στανισλάφσκυ καθώς και την εμμονική του επιμονή στους αυτοσχεδιασμούς, και στις ατελείωτες ασκήσεις με σκοπό την συναισθηματική ταύτιση, που συγκροτούσαν την μέθοδο του. Ο Τάσος Δημητρόπουλος στο ρόλο του Μαξούντωφ ξεχώρισε την κίνηση του από τους υπόλοιπους, έχτισε τον χαρακτήρα του μελαγχολικού νέου που παλεύει να βιοποριστεί χωρίς να υποκύψει στην απόλυτη παράδοση που απαιτεί το σύστημα, μοίρασε στο λόγο και τις κινήσεις του την συστολή αλλά και τις εντάσεις που βίωνε ο ρόλος του. Η Εύα Αγγελοπούλου, ο Γιάννης Γιαννούλης, ο Δημήτρης Δρόσος, η Εύα Οικονόμου Βαμβακά και ο Γιάννης Στεφόπουλος εμφανιζόταν άλλοτε ως μεμονωμένοι ρόλοι και άλλοτε ως χορός, σχόλιο ανθρώπων, συνείδησης, φόβου και ελπίδας. Όλος ο θίασος ήταν ένα ενωμένο σύνολο με κοινό κώδικα και αρμονική συνοχή, από τον οποίο ξεχώρισε ο Γιάννης Στεφόπουλος στο ρόλο του εκδότη, του ηθοποιού και της “θείας”.
Μαύρο Χιόνι
Το σκηνικό της Όλγας Μπρούμα απλό και συνάμα εντυπωσιακό, ένα βεστιάριο με τρεις ράγες οι οποίες άγγιζαν τα άκρα της σκηνής και φιλοξενούσαν κρεμασμένα κοστούμια που θύμιζαν άψυχα έργα και ρόλους. Ένας καναπές τροχήλατος, στοίβες βιβλίων και συγγραμμάτων, τα οποία λειτουργούσαν και σαν κάθισμα, οριοθετούσαν και αυτές με την σειρά τους τις σκηνές. Στο κλίμα που άρμοζε οι ενδυματολογικές επιλογές της Μαργαρίτας Δοσούλα και η μουσική των Lost Bodies και ατμοσφαιρικοί οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη πλαισίωναν άψογα τη δράση.
Το “Μαύρο Χιόνι- το ημερολόγιο ενός μακαρίτη” ήταν μια αξιόλογη παράσταση, ευχάριστη αλλά και πολυσήμαντη, που παρακολουθήσαμε στο θέατρο Άνετον στο πλαίσιο του φεστιβάλ των 52ων Δημητρίων Θεσσαλονίκης.
Μαύρο Χιόνι