Τρεις γυναίκες και δύο άντρες… κάτι σαν να περισσεύει ή μήπως όχι; Η Σοφία, η Διώνη και η Κυβέλη… ο Άγγελος και Γιώργος. Οι δύο πρώτες έχουν σχέση μητέρας και κόρης αντίστοιχα, ενώ η τρίτη εμφανίζεται ξαφνικά σε μία τραγική στιγμή για τη ζωή τους. Τρεις γυναίκες που οι ζωές τους διασταυρώνονται.
«Η αφοπλιστική ειλικρίνεια της Κυβέλης είχε από την αρχή αλλάξει το κλασικό σκηνικό αντιζηλίας συζύγου και ερωμένης. Ο αυθόρμητος θαυμασμός της άλλης ήταν ό,τι περισσότερο θα μπορούσε να έχει ελπίσει η Σοφία. Η συζήτηση συνεχίστηκε σε μία καφετέρια στη Σκουφά. Η Κυβέλη εξηγούσε, η Σοφία έκρινε. Η Κυβέλη θυμόταν, η Σοφία διασταύρωνε, συνδύαζε. Η Κυβέλη βούρκωνε μιλώντας γα τον Άγγελο, η Σοφία όχι πια…Πόσα χρόνια είχαν περάσει από τότε…Μια στρογγυλή δεκαετία που τους απογείωσε, για να τους προσγειώσει τελικά που; Στην ίδια γη τη γαμήλιας μιζέριας των μαμάδων και γιαγιάδων τους.»
«Τρεις παράλληλες διαδρομές που σε μια κρίσιμη στιγμή, όταν το ρολόι της ζωής σταματάει στο χρόνο του έρωτα, βρίσκονται αντιμέτωπες με το απίστευτο. Εκεί υπάρχει ένας έρωτας που εξωτερικεύεται και ένας έρωτας εσωτερικός. Εκεί υπάρχει ο άντρας των αναμνήσεων κι ο άντρας του παρόντος. Εκεί υπάρχει ο γελαστός έρωτας της ηδονής κι ο ποιητής έρωτας της υπέρβασης. Παντού υπάρχει κάθε φορά ο ίδιος άντρας που στοιχειοθετεί το απίστευτο»
(Απόσπασμα από το οπισθόφυλλο)
Η ειμαρμένη, η κοινώς λεγόμενη μοίρα, αυτή που κινεί τα νήματα στις ζωές των ανθρώπων λες και είναι μαριονέτες σε κουκλοθέατρο με αδυναμία βούλησης. Η διπλή ζωή, λοιπόν, αυτό που οι άλλοι χαρακτηρίζουν ένοχο, κλεμμένο ρούχο, για την Κυβέλη γίνεται η κινητήριος δύναμη της ζωής της, είναι αυτό που από το «αν σου τύχει» γίνεται «μη σου τύχει» κι όμως το τιμάει με αξιοπρέπεια μέχρι τέλους. Το βιβλίο «Οι μεγάλοι έρωτες δε φοράνε νυφικό» δεν είναι απλώς ένα βιβλίο που μεταφέρει την ιστορία ενός ερωτικού τριγώνου – σαν ένα άλλο αρλεκίνε- είναι πολύ περισσότερο η απόδοση των λεπτών συναισθηματικών αποχρώσεων τριών γυναικών που η μοίρα έπαιξε μαζί τους. Ένα ερωτικό τρίγωνο δεν έχει ποτέ μία ανάγνωση, αυτήν την απατημένης συζύγου ή της αναξιοπρεπούς ερωμένης ή του συμφεροντολόγου συζύγου. Όλες οι πλευρές σε αυτό το βιβλίο επαναπροσδιορίζονται. Γιατί το νόμιμο δεν είναι πάντα ηθικό και το παράνομο δεν είναι πάντα ανήθικο. Κάποιες φορές είναι απλώς υπερβατικό.
Δεν ξέρω αν οι μεγάλοι έρωτες δε φοράνε όντως νυφικό… ξέρω όμως ότι πολλοί απ’ αυτούς που δεν είχαν αίσιο τέλος δεν πεθαίνουν ποτέ κι ας συνεχίζουν τις ζωές τους σε διαφορετικούς δρόμους. Οι πληγές ενός παράφορου έρωτα δεν γιατρεύονται ποτέ!
Κι όπως είπε και ο ποιητής Λειβαδίτης:
“Μου είναι απαγορευμένο να πω το τέλος μιας ιστορίας που δεν άρχισε ποτέ”