Η Μέγκαν Στίβενς μάς περιγράφει σε πρώτο πρόσωπο τα βιώματά της από το δίκτυο πορνείας στην Ελλάδα, όπου παρέμεινε παγιδευμένη έξι ολόκληρα χρόνια. Με λόγο απλό και περιεκτικό, όπως ταιριάζει εξάλλου σε ένα κείμενο ενός κοριτσιού που θέλει να μοιραστεί τον φόβο, τη μοναξιά, την ταπείνωση και τελικά την ελπίδα μέσα από την πραγματική εμπειρία της, η Μέγκαν Στίβενς μας αποκαλύπτει σκηνές και καταστάσεις, που μοιάζουν περισσότερο σε εφιάλτη παρά στην πραγματικότητα.
Η αγοροπωλησία ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένου και του εμπορίου λευκής σαρκός, αποτελεί μια τεράστια επιχείρηση, η οποία έρχεται δεύτερη μετά το εμπόριο ναρκωτικών.
Η ανάγνωση της ιστορίας από πολύ νωρίς προκαλεί έντονα συναισθήματα: Φόβο, αποστροφή, αγανάκτηση, στεναχώρια. Αυτή είναι όμως η πραγματικότητα και η Μέγκαν τη μεταφέρει στο χαρτί, ελπίζοντας ο κόσμος να καταλάβει πώς κάποια κορίτσια καταλήγουν να πωλούν το σώμα τους για χρήματα χωρίς την θέλησή τους και γιατί, ενώ υποφέρουν, αρνούνται να μιλήσουν.
Λόγω της τραυματικής αυτής εμπειρίας, το άτομο αναγκάζεται να μουδιάσει συναισθηματικά. Η ίδια η Μέγκαν ξεκινά την ιστορία της λέγοντας: «Κάθε μέρα επί έξι χρόνια της ζωής μου φοβόμουν». Χάνει την αυτοεκτίμηση του και καταλήγει να κατηγορεί τον εαυτό του για τη μοίρα του. Το θύμα ταυτίζεται με τον κακοποιό και ενδέχεται να αναπτύξει θετικά συναισθήματα γι’ αυτόν, ακόμη οίκτο και συμπόνια, προκειμένου να αμυνθεί απέναντι στον έντονο φόβο. Στην ψυχαναλυτική σχολή αυτό ονομάζεται ταύτιση με τον επιτιθέμενο, η οποία είναι περισσότερο γνωστή και ως Σύνδρομο της Στοκχόλμης.
Το Σύνδρομο της Στοκχόλμης είναι ένα ψυχολογικό φαινόμενο που παρατηρείται συχνά στα θύματα ομηρίας.
Το σύνδρομο, μαζί με τους πραγματικούς κινδύνους που ελλοχεύουν, οδηγεί πολλά θύματα στη σιωπή. Η Μέγκαν μάς περιγράφει την τρομοκρατία που η ίδια αντιμετώπισε. Ακόμη και όταν γράφει την ιστορία της, ασφαλής πλέον, δυσκολεύεται να καταλάβει πώς ήταν δυνατόν να νιώθει αγάπη για αυτούς τους άνδρες, τους «ιδιοκτήτες» της – και ίσως τα εισαγωγικά να είναι περιττά, καθώς η Μέγκαν είχε καταλήξει πράγματι απρόσωπη ιδιοκτησία εκμετάλλευσης.
Η Μέγκαν αναπτύσσει την ψυχογράφηση του ίδιου της του χαρακτήρα, ξεκινώντας από τα δύσκολα παιδικά της χρόνια, τα οποία προφανώς έπαιξαν τον ρόλο στη συναισθηματική της τρωτότητα, συνεχίζοντας με την περιγραφή των μαρτυρίων που έζησε στην Ελλάδα και καταλήγοντας στο σήμερα, το οποίο μπορεί να μην είναι ιδανικό, αλλά τουλάχιστον η Μέγκαν είναι πλέον ελεύθερη και ασφαλής να προσπαθήσει για το καλύτερο. Χαρακτηρίζει τον εαυτό της τυχερό, γιατί αυτή κατάφερε να ξεφύγει, ενώ εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι εξακολουθούν να βιώνουν κακομεταχείριση και εκμετάλλευση.
Παρουσίαση από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών η Μέγκαν Στίβενς επισκέφθηκε την Ελλάδα με τη μητέρα της για διακοπές∙ και ερωτεύτηκε. Με την αφέλεια και την αθωότητα της ηλικίας της, δε φανταζόταν ποτέ ότι ο άντρας που ορκιζόταν ότι την αγαπάει θα την πρόδιδε με τον χειρότερο τρόπο.
Όταν η μητέρα της επέστρεψε στην Αγγλία, εκείνη έμεινε πίσω στην Ελλάδα με τον Τζακ, ο οποίος υποτίθεται ότι θα της έβρισκε μια δουλειά σερβιτόρας, και μαζί θα ζούσαν για πάντα ευτυχισμένοι. Η συμπεριφορά του, όμως, άλλαξε άρδην και, αντί να της βρει δουλειά, την έστειλε στο στόμα του λύκου. Επέτρεψε να τη βιάσουν και στο τέλος την πούλησε σε μαστροπό σαν να ήταν εμπόρευμα.
Η Μέγκαν εξαναγκάστηκε, με τη χρήση απειλών και βίας, να εργαστεί ως πόρνη. Παρέμεινε εγκλωβισμένη σε έναν κόσμο ωμότητας και κακοποίησης επί έξι χρόνια, αδυνατώντας να ζητήσει βοήθεια. Η τρομοκρατία και οι απειλές είχαν πετύχει το έργο τους. Στο τέλος, υπήρχε μόνο μία διέξοδος.
Η συγκλονιστική αληθινή ιστορία της Βρετανής Μέγκαν Στίβενς αποκαλύπτει την ανατριχιαστική πραγματικότητα του εμπορίου λευκής σαρκός και καταδεικνύει πώς ο φόβος μπορεί να φυλακίσει τα θύματά του πιο αποτελεσματικά από οποιοδήποτε κλουβί.
Λίγα λόγια για τη συγγραφέα:
Η Μέγκαν Στίβενς, αφού πέρασε έξι χρόνια αιχμάλωτη σε δίκτυο πορνείας, κατάφερε να επιστρέψει στη γενέτειρά της, την Αγγλία, όπου και προσπαθεί να συνεχίσει την εκπαίδευσή της. Λέγοντας τη δική της ιστορία, επιθυμεί να αφυπνίσει και να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο για το θέμα της εμπορίας λευκής σαρκός. Η Μέγκαν Στίβενς συνεργάζεται γι’ αυτό τον σκοπό με διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα. Φυσικά το Μέγκαν Στίβενς αποτελεί ψευδώνυμο, ώστε να προστατευτεί η συγγραφέας.