
Το σατυρικό δράμα «Κύκλωψ» είναι έργο του τραγικού ποιητή Ευριπίδη. Αποτελεί το μοναδικό σατυρικό δράμα που σώθηκε ολόκληρο, και βασίστηκε στην ένατη ραψωδία της Οδύσσειας, όπου μυθολογικά ο Οδυσσέας τύφλωσε τον γιο του Ποσειδώνα, Κύκλωπα Πολύφημο, προκειμένου να αποδράσει απ’ τη σπηλιά του. Ο Ευριπίδης «απλά» προσθέτει το Διονυσιακό στοιχείο. Πριν προχωρήσουμε όμως στην υπόθεση του έργου, ας πούμε δυο λόγια για το σατυρικό δράμα ως είδος.
Το σατυρικό δράμα
Χαρακτηριστικό γνώρισμα του σατυρικού δράματος- στο οποίο οφείλεται και η ονομασία του- είναι η παγιωμένη σύσταση του χορού, που αποτελείται πάντοτε από Σατύρους. Τα όντα αυτά- όντα της βλάστησης, που μυθικά κατοικούσαν σε δάση-, με την αχαλίνωτη ερωτική επιθυμία, την ωμότητα και ενίοτε την πονηριά, κατέληξαν να αφομοιωθούν από τον Διονυσιακό θίασο και να αποτελέσουν το στοιχείο εκείνο που έδινε στο σατυρικό δράμα το πιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του.
Θεματικά τα σατυρικά δράματα αντλούσαν υλικό από τους ίδιους μύθους με τις τραγωδίες. Ωστόσο αντιμετώπιζαν τους μύθους αυτούς με μια περισσότερο παιγνιώδη και χιουμοριστική διάθεση αναδεικνύοντας τις πιο αστείες πλευρές τους. Η οινοποσία, ο έντονος ερωτικός χαρακτήρας, σε κάποιες περιπτώσεις η βωμολοχία, δεσπόζουν στο σατυρικό δράμα, ενώ το τέλος είναι συνήθως ευχάριστο- σε αντίθεση με αυτό των τραγωδιών.
Αξίζει να σημειωθεί πως τα σατυρικά δράματα διαγωνίζονταν κατά κανόνα στους δραματικούς αγώνες των Διονυσίων, καθώς οι τραγικοί ποιητές φαίνεται να συμμετείχαν με τρείς τραγωδίες και ένα σατυρικό δράμα ο καθένας. Σκοπός αυτής της «αναλογίας» ήταν να ανακουφίσει και να διασκεδάσει τους θεατές έπειτα από την θέαση τριών τραγωδιών.

«Κύκλωψ»: Η υπόθεση του έργου
Έχουμε ήδη πει πως όλο το έργο βασίζεται στη σκηνή της Ομηρικής τύφλωσης του Πολύφημου από τον Οδυσσέα.
Ο Ευριπίδης, λοιπόν, αφομοίωσε τα ήδη παγιωμένα από την Οδύσσεια χαρακτηριστικά του Πολύφημου- τον μονόφθαλμο δηλαδή, ανθρωποφάγο γίγαντα που είναι απολίτιστος, σχετικά αφελής, ζει σε ένα νησί με άλλους κύκλωπες και τρέφεται με γάλα και αρνίσιο κρέας. Οι προσθήκες του Ευριπίδη προκειμένου να ταιριάζει περισσότερο σε έναν ήρωα σατυρικού δράματος είναι εμφανείς: τρεκλίζει μεθυσμένος- μετά την πίεση των σατύρων και του Οδυσσέα να πιεί κρασί-, τραγουδάει παράφωνα, αυνανίζεται, και είναι ιδιαίτερα ερωτύλος. Τα στοιχεία αυτά κάνουν τον Ευριπίδειο Πολύφημο πιο εξανθρωπισμένο και αστεία δοσμένο σε σχέση με τον Ομηρικό.
Ο χορός αποτελείται από τους σατύρους- δούλους του Κύκλωπα και τον «αρχηγό» τους, τον Σιληνό και συνιστούν κατ’ ουσίαν όργανα του θεού Διονύσου. Προσπαθούν να μυήσουν τον «άξεστο» Πολύφημο, με τη βοήθεια του Οδυσσέα, στα ήθη του συμποσίου . Η άρνηση του Κύκλωπα και η περιφρόνησή του απέναντι στο Διόνυσο κάνουν τη μύηση ενδιαφέρουσα και την καθιστούν «γόνιμο έδαφος» από πλευράς μελέτης.
Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω ο χορός, με μπροστάρη τον Σιληνό, επικουρούμενος από τον Οδυσσέα προσπαθεί να μυήσει τον Πολύφημο στην Διονυσιακή λατρεία και την οινοποσία. Η άρνηση του Κύκλωπα, ο οποίος καταδικάζει τη βακχική κραιπάλη και τον ίδιο το Διόνυσο είναι συμβολική· αναφέρεται ευθύτατα στην τάση αδυναμίας πρόσληψης οποιασδήποτε νέας λατρείας από τους μυούμενους. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από τον «Κύκλωπα» που ακολουθεί, στ. 203-211. Μιλά ο Κύκλωπας Πολύφημος απευθυνόμενος στον χορό.
Στην άκρη! Παραμέρισε! Μα τί ‘ν’ αυτά τα χάλια;
Βλέπω μια χαλαρότητα, μια βακχική κραιπάλη.
Advertising
Όμως δεν έχει Βάκχο εδώ, τύμπανα δεν βροντούνε.
Ο Κύκλωπας όχι μόνο καταδικάζει την προηγούμενη χαλαρότητα των Σατύρων αλλά τα βάζει και με τον ίδιο το θεό Διόνυσο, αρνούμενος την ύπαρξή του· ή μάλλον καλύτερα, αρνούμενος την οποιαδήποτε ανάμειξη αυτού του θεού στα μέρη του «δεν έχει Βάκχο εδώ» και στις ασχολίες του
Λίγο πριν το τρίτο επεισόδιο, όπου η μύηση του Πολύφημου προχωρά, αξίζει να σταθούμε στους στίχους 517-518 (Μια φορά, πάντως, εγώ για πολύχρωμα τα βλέπω, τα λουλούδια που σε λίγο θα σου ράνουν το κεφάλι.) όπου ο χορός, απευθυνόμενος στον Κύκλωπα παρουσιάζει ένα πολυσήμαντο στοιχείο που σχετίζεται με τη Διονυσιακή μύηση.
Αυτό το στοιχείο δεν είναι άλλο από το συμποτικό στεφάνι με πολύχρωμα λουλούδια, ανατολίζον στοιχείο, το οποίο συνηθιζόταν να φοριέται σε γλέντια και συμπόσια. Εδώ πρόκειται για το γλέντι που θα ακολουθήσει μέσα στη σπηλιά του Κύκλωπα.
Φτάνοντας στο τρίτο επεισόδιο του σατυρικού δράματος, ο Οδυσσέας, ως κύριος υπεύθυνος να ποτίσει τον Κύκλωπα με το δώρο του Βάκχου (το κρασί), καμώνεται πως είναι ο ίδιος άνθρωπος του Βάκχου. (στ. 538: είμαι ειδικός στον Βάκχο που σου έδωσα να πιείς).

Έτσι, αφού πρώτα πείθει τον Πολύφημο για την σπουδαιότητα του νέου θεού (Διονύσου), την βολικότητα και την καλοσύνη του (στ 522: Ο πιο σπουδαίος (αναφέρεται στον Διόνυσο, αν θες να ‘σαι ευτυχισμένος, στ 526: Είναι βολικός θεούλης, κάθεται όπου κι αν τον βάλεις.) ύστερα μεθάει τον Πολύφημο. Κατά τη διάρκεια όλης της οινοποσίας συναντάμε στοιχεία του αρχαιοελληνικού συμποσίου, που μας είναι ιδιαίτερα γνωστά.
Το ασκί, το οποίο ο Κύκλωπας παραδέχεται πως σιχαίνεται, τον απαράβατο νόμο του συμποσίου για κεκαρμένο οίνο (στ 557: Μήπως έπεσε- να δούμε- παραπάνω το νερό;) και βέβαια, την παραζάλη του κρασιού που γεννά παραισθήσεις. Συγκεκριμένα μες στην παραζάλη του ο Πολύφημος νομίζει ότι βλέπει τον θρόνο του ίδιου του Δία και ότι ο γέρος Σιληνός είναι ο μυθικός οινοχόος Γανυμήδης .
Τελικά στο στίχο 576, ο Πολύφημος παραδέχεται τη χάρη του κρασιού ευρισκόμενος σε μια έντονη μέθη. Δεν είναι τυχαίο το ότι σε αυτό ακριβώς το σημείο ο Ευριπίδης τον βάζει να μιλά σε ζωηρό τροχαϊκό ρυθμό. Όλες, λοιπόν, οι αντιρρήσεις του περί τον Διόνυσο κάμπτονται και παραδομένος στη μαγεία του ηδύγευστου οίνου πηγαίνει να πλαγιάσει με τον Σιληνό. Εκείνος, λοιπόν, ο άξεστος γίγαντας που διατράνωνε πως οι σοφοί έχουν το χρήμα για θεό τους, παραδέχεται τώρα ότι σοφόν γε το ξύλον της αμπέλου (στ. 572).
Η κατάληξη είναι η τύφλωση από τον Οδυσσέα και τους συντρόφους του με τη βοήθεια των σατύρων. Αυτό, βέβαια, δεν μειώνει σε τίποτα την αξία της μεταστροφής του Ομηρικού Πολύφημου μέσα από τη διαδικασία της Διονυσιακής μύησης, πόσο μάλλον οδηγεί στην επίρρωσή της. Επίρρωση, γιατί σκεπτόμενος κάποιος βαθύτερα θα μπορούσε να συμπεράνει πως ο Κύκλωπας με την «τύφλωσή» του έπαψε να βλέπει την προηγούμενη αλήθεια του (χρήμα και υλικά αγαθά) ενώ λίγο πριν από αυτή, βίωσε τη Διονυσιακή γλύκα. Βέβαια, η πρότερη περιφρόνησή του προς το θεό είχε το τίμημά της.

Πηγές:
- Ευριπίδης, Κύκλωψ, μετάφραση Βάϊος Λιάπης, εκδ. Κίχλη, Αθήνα. 2016
- Ευριπίδου Βακχαι, Αμφιλόχιος Παπαθωμάς, Αθήνα, 2018
- Ευριπίδου Κύκλωψ, μετάφραση Κ.Χ. Μύρης, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2003