
Έχει στα χείλη έρωτα κι έναν καημό στο βλέμμα. Αγκάθι ριζώνει στην ψυχή της και την τρέφει μέρα- νύχτα, πονά και βασανίζεται, μα δε βγάζει μιλιά. Γελά στον έξω κόσμο, μα σα μείνει μονάχη της σεκλετίζεται. Τρέχει το δάκρυ της σα νερό ορμητικό που πια δεν την ξεδιψά, μα θέλει να την πνίξει. «Αγάπησες χωρίς να αγαπηθείς;» τη ρώτησα κι εκείνη βούρκωσε.
Τον περίμενε κάθε μέρα να φανεί, περιπλανιόταν στους σταθμούς, καθόταν υπομονετικά και περίμενε. Η ζωή προχωρούσε, μα εκείνη κολλημένη στο να περιμένει, στο να βλέπει τους άλλους να φεύγουν κι αυτή η δόλια να μη μπορεί. Είχε βολευτεί στο ρολό του θεατή. Ήταν ακίνδυνος αυτός ο ρόλος, δεν απαιτούσε ρίσκο βλέπεις. Προτιμούσε να περιμένει αυτό το κάτι που βάφτισε αγάπη παρά να ψάξει για άλλο αληθινό.
Δεν την παρεξήγησα ποτέ μου, ούτε ένιωσα οίκτο. Όποιος αγαπά -έλεγα και ξανάλεγα μέσα μου- έτσι πρέπει να ‘ναι, κάπως έτσι πρέπει να λειτουργεί, να περιμένει υπομονετικά και να δίνει ό,τι μπορεί κι ας μην περιμένει κάτι για αντάλλαγμα. Δεν είναι εμπορική συναλλαγή η αγάπη σκεφτόμουν, τη δίνεις απλόχερα, όπου νιώθεις κι όχι όπου χρειάζεται κι απαιτείται. Τη θαύμαζα ενίοτε για την υπομονή της, θα ‘θελα να ‘χα τα κότσια και το κουράγιο κι εγώ να προσμένω τόσο ήσυχα και καρτερικά. Καθόμουν δίπλα της με τις ώρες να περιμένουμε μαζί κι όταν πια κουραζόμουν την χαιρετούσα και προχωρούσα για λίγο τη ζωή μου. Μα εκείνη εκεί, μέρα- νύχτα κι ας ήξερε πως ίσως δε θα φανεί ποτέ αυτό που προσδοκά.
Ρωτούσαν διάφοροι στο σταθμό το όνομά της. Παράξενη κοπέλα, ατίθαση, ασυμβίβαστη και τρομερά πεισματάρα. Δε μιλούσε πολύ, όλα τα έλεγε η σιωπή της και η ματιά της. Εμένα όμως με εκτίμησε και μου ανοίχτηκε. Είχα μάθει πολλά για εκείνη. Το όνομα της δεν το ‘λεγε συχνά, δεν ήθελε να την ξέρουν, δεν ήταν αυτός ο σκοπός της. Είχε άλλο ρόλο, θεωρούσε ότι είχε πλαστεί απλά και μόνο για να περιμένει, απλά και μόνο για να αγαπά. Μαζί με τη ζωή προχωρούσε με ένα χαρακτηριστικό και μελωδικό τικ- τακ. Κι αν ακόμα δεν κατάλαβες, την έλεγαν Καρδιά κι αγάπησε χωρίς να αγαπηθεί.
Δεν είναι μόνο εκείνη η παράξενη κοπέλα, είναι κι άλλοι πολλοί, είσαι κι εσύ που αγάπησες χωρίς να αγαπηθείς και που πονάς ακόμα. Και σε ρωτώ: Αξίζει να περιμένεις, σαν την καρδιά της ιστορίας μας, κάτι που ίσως δε θα φανεί ποτέ; Μα είναι βάσανο διάολε να ξέρεις ότι έδωσες σε λάθος άτομο την ουσία σου, πως διάλεξες ξένη φωλιά να κουρνιάσεις. Δε σου ανήκει κάνεις κι αυτό να μην το απαιτήσεις ποτέ κι από κανέναν! Σε όλο το ρίσκο που λέγεται ανταλλαγή συναισθημάτων, όλο και κάπου θα βγεις χαμένος και σε ρωτώ: Αξίζει να περιμένεις;
Μα θα μου πεις κι εσύ αγαπώ, κι αυτό δεν κόβεται σαν μαχαίρι απ’ τη μια μέρα στην άλλη, δεν ελέγχεται η αγάπη ορέ! Εάν μπεις στη διαδικασία να μετριάσεις και την αγάπη τότε πάει χαθήκαμε και στο λέω με το χέρι στην Καρδιά. Αξίζει η αναμονή μόνο για λίγο, μόνο για τόσο που δε θα χαθεί η ζωή σου, που δε θα περάσει απρόσμενα και θα χάσεις τρένα, λεωφορεία και ό,τι άλλο επιλέξεις, για να σε ταξιδέψει σε μέρη που δεν τα είχες φανταστεί ποτέ. Αγάπησες, δεν αγαπήθηκες, μα θα ξαναγαπήσεις.
Κι όταν εκεί στην αναμονή, καθώς περιμένεις, έρθει κοντά σου ένας ξένος και προσπαθήσει να εισβάλλει στη μοναξιά σου, δώσε λίγο χρόνο από το «περίμενε» σου, καθώς μπορεί να είναι αυτό το κάτι που λαχταρούσες, απλά σε μια αλλιώτικη, πρωτόγνωρη μορφή του. Μη σε κάνει το βάσανό σου τυφλό και εγκλωβισμένο σε σκέψεις κουτσουρεμένες από φαντασία και χρώμα. Αγάπησες και δεν αγαπήθηκες, μα δε χάθηκε κι ο κόσμος φως μου. Σκέψου πως κι εσύ από θύμα κάποτε υπήρξες ο θύτης σε όλο αυτό το κυνήγι του έρωτα. Σε αγάπησαν κι εσένα μα δεν ανταπέδωσες, όχι από κακία, μήτε από εγωισμό απλά από Καρδιά. Ναι, όπως τα ακούς, από Καρδιά! Έτσι είναι πλασμένη τούτη η παράξενη κοπέλα, κολλά πολύ κι είναι φορές που την πατά με τα λάθος κι όχι με τα σωστά. Δεν έχει συνείδηση, δεν έχει μυαλό, φτιάχτηκε ανεξάρτητη απ’ όλα αυτά, χτυπά πιο έντονα όπου εκείνη το επιλέξει και δε σε ρωτά. Κι αφού η Καρδιά δε ρωτά κι είναι επαναστάτρια και δε μπορείς να την ελέγξεις, άσ’ την να περιμένει και μη τη λογαριάζεις. Εσύ βάλε όλα τα άλλα να δουλέψουν. Το μυαλό να βρει μια λύση της προκοπής και την ψυχή να βρει που να σταθεί, για να νιώσει καλά.
Αγάπησες δεν αγαπήθηκες, μα θα ξαναγαπήσεις. Κλείνει η πληγή του έρωτα, αργεί μα επουλώνεται, μόνο μην πάψεις να αγαπάς, μόνο μην πάψεις να ελπίζεις.