Η μπάμπουσκα έλαμψε για πρώτη της φορά

 

-Στην βιβλιοθήκη, στο δεύτερο ράφι ψάξε,  μου πρόσταξε,

-Δεν το βρίσκω! έλα να με βοηθήσεις,  της φώναξα

Aφού καταφθάνει εμφανώς νευριασμένη, για να με βοηθήσει, ανοίγει τα γυάλινα παραθυρόφυλλα της βιβλιοθήκης απότομα και άγαρμπα. Ψαχουλεύει με τα λεπτεπίλεπτα δάχτυλά της και ενώ αρπάζει τον τρίτο σκληρόδετο, τόμο πορφυρού χρώματος, με τίτλο  “Oι Δαιμονισμένοι του”,  Φ. Ντοστογιέβσκι, ένας θόρυβος διακόπτει την σπασμωδική της κίνηση.

Advertising

Advertisements
Ad 14

– Ωχ! όχι! Έπεσε η μπάμπουσκα, το κειμήλιο από την γιαγιά, απρόσεχτη! Aπάντησα με θυμό

-Δεν φταίω εγώ, απολογήθηκε. Δεν την είδα! Ευτυχώς! Δεν έσπασε, με καθησύχασε.

Άρπαξα την αγαπημένη μου μπάμπουσκα και έτρεξα εμφανώς συγκινημένη με τις αναμνήσεις ζωγραφισμένες στο πρόσωπό μου, λίγο πριν τα δάκρυα το λερώσουν, να κρυφτώ στο δωμάτιό μου. Έκλεισα την πόρτα με δύναμη ώστε να μεταδώσω το μήνυμα να μη με ενοχλήσει κανείς. Ξάπλωσα στο κρεββάτι, έκλεισα τα μάτια και ήρθε να με παραλάβει ένας γλυκός και ανάλαφρος ύπνος, χαϊδεύοντας τα μάτια μου με σκοπό να με παραπλανήσει στο κόσμο του. Στο συναρπαστικό κόσμο των ονείρων.

-Αχ! δεν αντέχω άλλο αυτό το βάρος τόσα χρόνια, κλαψούριζε η μπάμπουσκα.

Advertising

Συνήθιζε η άμοιρη να παραπονιέται, γιατί αντιλαμβανόταν δυσλειτουργίες διάφορες στο σώμα της, στην ψυχοσύνθεσή της, στην συμπεριφορά της γεγονός ποy της δημιουργούσε, ένταση, γκρίνια, αναποφασιστικότητα, κυκλοθυμία, νεύρα. Η μπάμπουσκα ως φύσιν αισιόδοξο άτομο, ήταν μια δεσποινίς, γεννημένη στην Ρωσία. Οι καμπύλες της κρύβονταν περίτεχνα πίσω από ένα μακρύ και άμορφο παραδοσιακό ρωσικό χωρικό φόρεμα, το χαρακτηριστικό σαραφάν. Πρόκειται για την παραδοσιακή ενδυμασία της χώρας. Τα μαλλιά της ήταν πλούσια και στιλπνά. Το χρώμα τους μαρτυρούσε το τρυφερό φιλί του ήλιου. Καλυμμένα με το χαρακτηριστικό ρώσικο μαντήλι, τυλιγμένο με τρόπο ιδιαίτερο, βασισμένο στην αρχαία ρωσική τεχνική κατασκευή. Αριστερά και δεξιά της μικρής, χαριτωμένης μύτης της, έφεγγαν δυο τέλειοι κύκλοι, δυο μάτια μεγάλα σαν μπίλιες, και μαύρα σαν μελάνι. Λειτουργούσαν, έλεγες, όχι ως οπτικά αισθητήρια μα ως παράθυρα για τον εγκέφαλο της, στο εσωτερικό της οποίας φαινόταν να καίει ένα λυχνάρι. Απαρατήρητο και αντίστοιχο της φρέσκιας ηλικίας της, που έκλεβε τις εντυπώσεις, ήταν και το παιχνιδιάρικο γεμάτο νάζι χαμόγελο της.

Διαβάστε επίσης  Η μεγαλύτερη ξεφτίλα: Όταν τα φίδια ζουν ακέφαλα

Γκρίνιαζε η δόλια και όχι άδικα! Αναζητούσε να μάθει τι ήταν αυτό που έκρυβε μέσα της και ευθυνόταν για την ύπαρξη των διαφορετικών εκφάνσεων του εαυτού της. Είχε μαζέψει τόση σκόνη πάνω της, που θόλωνε την ορατότητά της, μα ακόμη περισσότερο, θόλωνε την διαύγεια της. Την τρόμαζαν οι αλλαγές που παρατηρούσε κάθε τόσο στην διάθεση της και διαισθανόταν οτι κάτι μέσα της, στο σώμα της, ευθυνόταν γιαυτό. Κάτι που δεν μπορούσε να προσδιορίσει ακριβώς. Κάτι που κουβαλούσε μαζί της και έπρεπε να σκαρφιστεί ένα τρόπο να μάθει. Εξ ου και προσπαθούσε να πείσει τον επιστήθιο φίλο της να την βοηθήσει να απαλλαγεί από αυτό το σκοτάδι που ξημέρωνε όλο και πιο συχνά στην ζωή της.

Την φιλία της την μοιραζόταν με ένα γυάλινο σκίουρο πιο προχωρημένης ηλικίας. Τοποθετημένος παραδίπλα της, λίγο πιο μπροστά, στο ίδιο ράφι της μεγαλοπρεπούς, κεντημένης από ξύλο βελανιδιάς, βιβλιοθήκης. Είχε κατασκευαστεί σε μια προηγούμενη εποχή. Στην εποχή του ρομαντισμού, του γραμμόφωνου,της καντάδας! Παλιά αλλά με τόσο μεράκι και αγάπη για να στεγάζει τις ταινίες που παίζουν στο μυαλό του αναγνώστη. Πως αλλιώς θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κάποιος τα βιβλία άλλωστε;!

Το σώμα της δεν ήταν σύμμαχος της σε αυτές τις ανησυχίες, καθώς η ελαστικότητα και η ευελιξία απουσίαζαν από όταν γεννήθηκε. Τα χέρια της, πιο κοντά και μικρά απλώνονταν εκατέρωθεν του σφριγηλού κορμιού της, θαρρείς και έστεκαν μαρμαρωμένα, ίσα που άγγιζαν τους γοφούς της, δυσκολεύοντας την συνάντηση τους εξαιτίας των ζωηρών, καλοσχηματισμένων, καμπυλών του σώματος της. Αδυνατούσε λοιπόν να ξεκλειδώσει μονή της το σώμα της, να το ανοίξει, να το δει, να το περιεργαστεί! Ήταν πεπεισμένη, τροφοδοτώντας για τα καλά το ατσάλινο πείσμα της πως κάτι υπάρχει μέσα της καλά κρυμμένο που δεν μπορούσε να δει, να αναγνωρίσει. Κάτι που την ενοχλεί, που την εμποδίζει, της ανατρέπει την αισιόδοξη της φύση και την φυλακίζει στο μονόχνοτο και βαρετό γκρι, μετατρέποντας την σε μια σκονισμένη, ξεχασμένη και αδιάφορη κούκλα.

Διαβάστε επίσης  Το μπουκαλάκι πάνω από τον νιπτήρα
Advertising

Τσακώνονταν συχνά οι δύο φίλοι γιατί ο γυάλινος σκίουρος, αγνοούσε τους προβληματισμούς της και την κορόιδευε, γελώντας περιπαικτικά. Ενώ η μπάμπουσκα από την άλλη μουρμούραγε ανελλιπώς. Το ροδαλό πρόσωπο της γινόταν ολοένα και πιο άχρωμο, βουτηγμένο στην άρνηση και την μιζέρια, πασπαλισμένο με πολύ λεπτά σωματίδια σκόνης. Την έντονη, γεμάτο ζωή και ενέργεια προσωπικότητα της επισκίαζε η μαλθακότητα σε συνδυασμό με την κατήφεια που της χαμογελούσε όλο και περισσότερο.

Ώσπου ξημέρωσε μια μέρα διαφορετική από τις υπόλοιπες. Μια μέρα που στιγμάτισε για πάντα την στραγγισμένη ζωή της μεμψίμοιρης μπάμπουσκα.

….η συνέχεια στο επόμενο άρθρο!

Είμαι απόφοιτος του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (Α.Σ.Ο.Ε.Ε). Κατάγομαι από τα Ιωάννινα. Ζω με ενθουσιασμό. Λατρεύω κάθε έκφραση δημιουργίας και ακολουθώ με πάθος και συνείδηση την χαρά!

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Οι πιο σκληρά εργαζόμενες χώρες

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat και του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας
Brandy Sour

Brandy Sour: το κοκτέιλ του Λήδρα Πάλας που έγινε μυθιστόρημα -της Κωνσταντίας Σωτηρίου

Το Brandy Sour της Κωνσταντίας Σωτηρίου είναι ένα σύντομο, σπονδυλωτό