
Είναι από εκείνες τις φορές που θέλω να σου ανοίξω την καρδιά μου και να σου μιλήσω, για την ευγένεια που θα θελα να έβλεπα στον κόσμο. Ξεκινώ με τη φράση του πατέρα μου-«μα δεν πατώ τα ζάλα σου»- που θα ‘ταν λίγο, ό,τι και να ‘λεγα για ‘κείνον τον τυπά, που ‘χω για πατέρα, μιας και κάθε μέρα, μου δίνει κι από ένα δίδαγμα ζωής, τον λέω χαριτολογώντας αρχηγό, μα μεγαλώνοντας, βλέπω πως του πάει γάντι. Είναι από τους ανθρώπους, που δεν μετρά τα πτυχία στον τοίχο, μήτε και το θέλησε ποτέ, αλλά τις εμπειρίες της ζωής, που τον άλλαξαν τον σμίλεψαν και τον μέστωσαν.
Τα ζάλα στην κρητική διάλεκτο, είναι τα βήματα και τούτο το «δεν πατώ στα ζάλα σου», σημαίνει ότι δεν επεμβαίνω στο δρόμο σου, δε σε ενοχλώ, ούτε και έχω σκοπό να μπω εμπόδιο στην πορεία σου. Είθισται ξέρεις, άνθρωποι ψημένοι από τη ζωή, να μετριάζουν τα λόγια τους και να λένε λίγα, εννοώντας πολλά και σημαντικά. Σε μια αψιμαχία, πάνω που πάει ένας καβγάς να ξεκινήσει από το τίποτε, μην απαντάς με βία, απλά πες την παραπάνω φράση «δεν επεμβαίνω στο δρόμο σου». Μην μπεις σε μια διένεξη, χωρίς αποτέλεσμα, μην έχεις συνεχώς το φιτίλι αναμμένο και το μαχαίρι ακονισμένο και μυτερό έτοιμο, με την πρώτη ευκαιρία, να το καρφώσεις. σε εκείνον που σε εκνεύρισε. Λόγοι πολλοί να τσακωθείς με το δίπλα σου, για να βγάλεις από μέσα σου όλη την επιθετικότητα, που ύπουλα συσσωρεύεται στα σωθικά σου, από τις σκοτούρες της καθημερινότητας. Λόγοι πολλοί, μα και προκλήσεις συνάμα, να κρατηθείς αντάξιος κεινης της ριμάδας, της αξιοπρέπειας σου και να μην απαντάς ποτέ με βία.
Μα η παραπάνω φράση όμως, έχει και κάτι άλλο να σου πει, αρκεί να σαι έτοιμος να το ακούσεις. Ο κάθε άνθρωπος, πρέπει να φτιάχνει το δικό του δρόμο, να πατεί στα ποδιά του, να προχωρεί μπροστά και να σχηματίζει τη δίκη του πορεία. Σαν ζηλέψει, ή θέλει να βολευτεί, με δρόμους έτοιμους, στρωμένους και πάλι την άκρη θα τη βρει, μα θα έχει χάσει τη διαδρομή και τα τοπία της, που άλλοτε έχουν πελάγη και ηλιοβασιλέματα γαλήνια και άλλοτε γκρεμούς και ερημιές. Το ‘χε πει και ο Καβάφης στην Ιθάκη του «να εύχεσαι να ναι μακρύς ο δρόμος» κι εγώ προσθέτω, μα να ‘ναι και δικός σου.
« Σα θέλω»- μου λέει ο πατέρας μου- «κάπου να πατήσω, όταν λοξοδρομώ και δεν γνωρίζω προς τα που να γυρέψω, πατώ στα βήματα του πατέρα μου κι εγώ, τι θα κάνε ‘κεινος στη θέση μου; Αυτό θα ακολουθήσω, θα πατήσω πάνω στο δικό του δρόμο, που κάποτε έστρωσε όλο αγάπη και τον άφησε ανοιχτό και ελεύθερο για τα παιδιά του». Κι εγώ αυτό σκέφτομαι, συχνά-πυκνά που πάω και πως; Ό,τι κάνεις, να το κάνεις με την προσπάθεια και το κουράγιο σου, δε σου χαρίζεται τίποτα σήμερα κι αν σου χαριστεί θα ‘ναι λειψό κι εγώ σου λέω, πως δε σου αξίζει και δεν θα το ευχαριστηθείς. Είναι γλυκός ο πόνος του κόπου σου και όταν λουφάξεις και δεις αυτό που δημιούργησες, απ’ το πιο μικρό, μέχρι το πιο μεγάλο, θα ‘ναι η χαρά σου τόση, που σχεδόν θα δακρύσεις από ευτυχία.
Μα πάνω από όλα, να ‘σαι ευγενικός και όταν βλέπεις πως τα όρια στενεύουν κι είσαι έτοιμος να ξεσπάσεις, κάνε μια σπρωξιά στην ένταση και θωράκισε την ψυχή σου από τη βία. Να ‘σαι ευγενικός και αξιοπρεπής. Μην μπαίνεις εμπόδιο σε κανενός το δρόμο, έχεις το δικό σου, αυτό να κοιτάς, αυτό να οραματίζεσαι, μ’ αυτό να κοιμάσαι και μ’ αυτό να ξυπνάς.
Δε γνωρίζω, αν ένιωσες τα λόγια μου, ή στα είπα κάπως αφηρημένα, συγχωράμε! Είμαι σε εκείνη τη φάση, της πρόσληψης, σα να λέμε απλά και λιτά, μεστώνω τον εσωτερικό μου ψυχισμό, με ό,τι βλέπω κι ακούω. Υιοθετώ αυτά που θαυμάζω και κτίζω σιγά- σιγά, τη διαδρομή μου, μα με τα δικά μου ζάλα.