Πηγή εικόνας: iatropedia
Σήμερα, η ιστορία μας ξεκινά με μια ευκή. Με μια κρητικοπούλα γιαγιά που δίνει μια ευχή (ευκή στην κρητική διάλεκτο) στο εγγόνι της. «Να ‘χεις την ευκή, τση ευκής μου παιδί μου», το εγγονάκι όντας μικρό παιδί, κάπου στα 6 δεν ένιωσε τι του λέγε η γιαγιά, μα αν ήξερε τη δύναμη τούτης της κουβέντας, θα πετούσε από την χαρά του.
Η δύναμη της αγάπης ενός προσώπου δικού μας ισούται με όλα τα δώρα της γης. Όταν ένας άνθρωπος που σε αγαπά προσεύχεται για σένα το καλύτερο, είναι λες κι έχεις χίλιους αγγέλους στο πλευρό σου να σε προστατεύουν. Δεν έχω γνωρίσει πιο ευλογημένο πλάσμα από κείνο που μεγαλώνει με τη δύναμη της στοργής. Που ‘χει γονείς κι ανθρώπους γύρω του που επιθυμούν μονάχα το καλό του. Είμαι από τις τυχερές! Αγαπώ τους ανθρώπους μου, τους λατρεύω θα έλεγα. Είναι πολύ ψηλά στα ματιά μου, αλλά αυτό που σχεδόν με κάνει να δακρύζω σαν το σκέφτομαι είναι πως είμαι κι εγώ στα δικά τους. Και είναι αν θες αυτό μια παρακαταθήκη, να είμαι όσο πιο σωστή μπορώ, για να μην πέσω από αυτά. Μα είναι τόση η αγάπη τους, που και να πέσω πάλι την ευκή τους θα μου δώσουν.
Η γιαγιά χαρίζονταν το πολύτιμο δώρο της ευκής στο εγγονάκι γνωρίζει πολύ καλά μέσα της πως τώρα πια είναι «ασφαλισμένο» από τα κακά. Η αγάπη της, το νοιάξιμο και η σφοδρή ανησυχία της για την ευτυχία του, συγκινούν την τύχη και είναι με το μέρος του. Τι μου τσαφούνας εδώ πέρα θα μου πεις και θα χεις και δίκιο. Τι μοιρολατρικοί αστικοί μύθοι είναι αυτοί, δεν ταιριάζουν με τη σύγχρονη νοθευμένη εικόνα του ανθρώπου σήμερα. Μα εγώ στο λέω και βάζω και το χέρι μου στη φωτιά, η αγάπη σώζει. Μια ευκή να δεις τι κάνει…
Το εγγονάκι μεγάλωνε και μεγάλωνε και άκουγε πολλές φορές, όχι μονό τη γιαγιά αλλά και τον πάππου, τη μαμά και τον μπαμπά και κάποιους άλλους τριγύρω, να του λένε και να του ξαναλένε «να ‘χεις την ευκή μου παιδί μου». Κι αυτό κάθε που έκανε κάτι ευγενικό η κάνα αξιέπαινο επίτευγμα. Σκεφτόταν «αμάν πια με αυτές τις ευκές τι να τις κάνω;». Μέχρι που μια μέρα μιλούσε με τον πάππου, το πηρέ από το χεράκι και του πε «έλα εδώ, βλέπεις αυτά τα άσπρα σημάδια στα νύχια σου;»:
-Ναι πάππου!
-Αυτό καμάρι μου είναι οι ευκές που σου δίνουμε, λέγανε κάποτε οι παλιοί. Κι εσύ έχει πολλές και είμαι χαρούμενος γι αυτό!
-Και που θα μου χρησιμεύσουν πάππου;
-Μέσα από τα χεριά σου, που ‘ναι πασπαλισμένα με τόσες ευκές, θα κάνεις πράγματα όμορφα, πράγματα που θα καμαρώνεις στη ζωή σου από τα δικά σου χεριά! Η δύναμη του ανθρώπου είναι τεραστία κι αν είναι και ευλογημένος γίνεται θεριό!
Το εγγονάκι κοιτούσε με απορία τα δάχτυλα του, δεν τα πολυπίστευε όλα αυτά, δεν του τα έμαθαν στο σχολείο. Πιθανόν δε θα τα ξανάκουγε και ποτέ και δε θα τα πετύχαινε σε κανένα βιβλίο, μα εγώ στο λέω, τα πιστεύω κι ας είμαι και σπουδαγμένη. Είχε δίκιο ο παππούς, τίποτα από τα λόγια του δεν ήταν παράλογο. Η ευκή είναι η αγάπη, η ευλογιά των ανθρώπων μας και η δύναμη μας που πηγάζει από αυτήν κρύβεται στα δικά μας χεριά, στο δικό μας μόχθο και κόπο. Είχαν βλέπεις οι παλιοί μια γλύκα στη σκέψη, μια παραμυθένια εξήγηση για το καθετί που εμείς σήμερα χλευάζουμε στα βιβλία μας. Και διόρθωσε με, εάν κάνω λάθος, μα αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν τίποτε και ένιωθαν λες και είχαν τα πάντα.
Αυτό το μικρό και γεμάτο αμφισβήτηση εγγονάκι ήμουν εγώ! Σήμερα τα σκέφτομαι και συγκινούμαι, τα θυμάμαι και τώρα πια τα κατανοώ. Κάποιοι από τους ανθρώπους που μου δώσαν την ευκή τους έχουν φύγει από τη ζωή και άλλοι δόξα τω θεώ είναι ακόμα εδώ και με πλημμυρίζουν από αγάπη. Και είναι μέρες που νιώθω να μου λείπουν πράγματα κι υστέρα κοιτώ τα χέρια μου και θυμάμαι. Αν έχεις μεγαλώσει με τέτοιους παλιούς ανθρώπους που πια σπανίζουν, είσαι απολυτά τυχερός. Κάποιες κουβέντες τους τις κρατώ ακόμα. Έχω αφιερώσει πολλές γραμμές για τους ανθρώπους που θαυμάζω εδώ μέσα, αλλά θέλω ξανά και ξανά, δε με φτάνει. Ήμουν πολύ μικρή, αλλά πρόλαβα λίγο από το μεγαλείο τους και αυτό είναι θησαυρός. Με αυτό πορεύομαι ξέρεις και ας κάνω ποτέ- πότε πως το ξεχνώ.
Να χετε την ευκή μου κι ας μη σας ξέρω! Αν διαβάσατε αυτές τις γραμμές με μάθατε εσείς…