
Καλημέρα Δευτέρα
Δευτέρα 07:20 π.μ το ξυπνητήρι χτυπά βασανιστικά, υπενθυμίζοντας το ξεκίνημα της νέας εβδομάδας! Πρέπει να ετοιμαστώ να πάω στην δουλειά… Σηκώνομαι βαριεστημένα, ανοίγω το ραδιόφωνο και την καφετιέρα μηχανικά. Τραβάω το κουρτινάκι του παραθύρου να δω τον καιρό, μαντεύω πως θα εξελιχθεί, και παράλληλα σκέφτομαι τι θα φορέσω. Γελάω με τους εκφωνητές στο ραδιόφωνο, δαγκώνω μια φρυγανιά με μέλι,ακούγοντας στο παρά πέντε της ώρας, τα πρώτα νέα της ημέρας. Ντύνομαι, βάφομαι (τα βασικά), βουτάω καφέ, ταπεράκια, και μπαίνω βιαστικά στο αυτοκίνητο, πριν ξεκινήσει η κίνηση.
Στο πρώτο φανάρι βάζω κραγιόν, στο δεύτερο ανοίγω φουλ το ραδιόφωνο και τραγουδάω δυνατά και φάλτσα, χωρίς να υπάρχουν υποχρεώσεις και σαν να είναι η δουλειά μια μικρή περιπέτεια, ένας μικρός προ-θάλαμος προς το βασικό σκοπό μου! «Τα χρειάζεσαι τα χρήματα» λέω και ξαναλέω στον εαυτό μου, προσπαθώντας να τον πείσω, «είναι ο τρόπος να κάνεις αυτά που θες. Άλλωστε δεν σε βασανίζουν Ελένη μου, προσφέρεις εργασία και αμείβεσαι. Ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης, η βασικότερη αρχή της οικονομίας, θυμήσου, μάθημα βασικές αρχές οικονομίας!» Πείθομαι κάπως, αυθυποβάλομαι στον μέγιστο βαθμό, φτιάχνω ψυχολογία και θαρρώ πώς μέχρι να φτάσω, θα είμαι έτοιμη ν’ανταπεξέλθω σε όλες τις σημερινές απαιτήσεις της δουλειάς. Στο πίσω μέρος του μυαλού, παραμένει το Σαββατοκύριακο, αυτό που πέρασε και αυτό που θα έρθει! Όαση στην έρημο της εβδομάδας!
Παρκάρω, άνετα ομολογώ, ανεβαίνω τους τρεις ορόφους από τα σκαλιά, να διατηρήσουμε και το κορμί σκέφτομαι με αυτοσαρκασμό, παραγγέλνω ακόμα έναν καφέ και ξεκινώ.
Ανοίγω τα emails με επιφυλακτικότητα και θετική σκέψη, να είναι όλα καλά, η ροή της ημέρας να είναι ήρεμη και δημιουργική, ελπίζω ενδόμυχα.
Κατεβαίνω δυο ορόφους, καλημερίζω την Γιώτα στο καφέ, έχει γίνει ήδη γιαγιά και είναι μόλις σαράντα επτά! Πώς θα είμαι στα σαράντα επτά, αναρωτιέμαι. «Ζεστό να φτιάξω;» με ρωτά, «Ζεστό. Αν δεν μπει Αύγουστος τον καφέ δεν τον αλλάζω» απαντώ χαριτολογώντας.
Αύγουστος.Σκέψεις,θα ήθελα να ήταν ήδη καλοκαίρι, να μετρούσα τις ημέρες να φύγω με άδεια! Διακοπές, που θα πάμε φέτος (;) θα είναι όλα πανάκριβα, να δεις σε αυτή την θαυμάσια χώρα σε λίγο δεν θα μπορούμε ούτε μέχρι την παραλιακή να πάμε! Παραλιακή, κάνουν έργα, κίνηση…τι όμορφα βράδια έχουμε περάσει! Νιώθω ενοχές, κάπου σε μια άλλη χώρα γίνεται πόλεμος τώρα, και εσύ γλυκιά μου, περιμένεις να πάρεις καφέ και σκέφτεσαι αν, και που θα πας διακοπές, μέσα στην θαλπωρή της ασφάλειας σου! Διώχνω τις σκέψεις και προχωρώ με τον καφέ στο χέρι, επιστρέφοντας στο γραφείο, σε μια καθημερινότητα που γνωρίζω καλά.
Σταδιακά έρχονται και άλλοι συνάδελφοι, κάποιοι ήδη ταλαιπωρημένοι από την απόσταση και την κίνηση, κάποιοι φρέσκοι από τον πρωινό ύπνο ακόμα, άλλοι ανάλαφροι, άλλοι πιο βαριεστημένοι. Καλημεριζόμαστε, μιλάμε όσο προλαβαίνουμε και ξεκινάμε την δουλειά.
Τα πρώτα τηλέφωνα της ημέρας μας καλούν, χρήστες που κλείδωσαν τα username τους, δεν μπορούν να μπουν στο σύστημα, δεν εκτυπώνουν, δεν μπορούν, δεν, δεν, δεν…πρωινές καθημερινές δουλειές του συστήματος, λάθη από χρήστες, καταστήματα, αποθήκες, όλοι βιάζονται, με καλεί ένας συνάδελφος που δεν γνωρίζω, καινούριος από άλλο τμήμα, υπομονή σκέφτομαι και έσυ κάποτε καινούρια ήσουν. Μπούχτησα, και είναι μόλις 09:30…ο μικρός έχει εργασία στο σχολείο, μην ξεχάσω να πάρω μελάνια στον εκτυπωτή. Να πάρω την μητέρα τηλέφωνο το απόγευμα, την έχω παραμελήσει!
On the job…δουλειά for ever
Μισή ώρα από την προέλευση μου στην δουλειά, έχω αναιρέσει τις αρχικές σκέψεις, τα τηλέφωνα έχουν συμβάλει σε μέγιστο βαθμό, παρόλα αυτά ψύχραιμη εναποθέτω τις ελπίδες μου στο ότι «μέρα είναι θα περάσει». Κάπου μεταξύ καφέδων, emails και τηλεφώνων σκέφτομαι τις φίλες μου. Θα ήθελα να πιώ έναν καφέ, (ακόμα έναν) στον ήλιο με τις φίλες μου, χαζογελώντας για όλους και για όλα, ξένοιαστα όπως τότε που ήμουν φοιτήτρια και ζούσα με κέρματα! Στέλνω μήνυμα «καφέ το απόγευμα;» . Μπορούν, δεν μπορούν, έχουν τόσα να κάνουν, άντε ίσως να πιούμε έναν γρήγορο, μισή ώρα να πούμε τα βασικά, ραντεβού στο γνωστό μέρος, μην αργήσουμε, έχω σιδέρωμα!
Πληκτρολογώ απαντήσεις σε emails, προσοχή τα νύχια μην σπάσουν, πρέπει να πάρω τηλέφωνο την Ιωάννα, να μου κλείσει ραντεβού. Τι χρώμα να κάνω αυτή την φορά; «Ιωάννα μπορείς την Πέμπτη; Ωραία ναι στις 19:00» Όμορφα, πάει αυτό. Με ζητάνε, έχουμε teams meeting, ακόμα μια εφαρμογή που μας κληρονόμησε ο covid, εξ αποστάσεως επικοινωνία, η νέα τάση! Δεν ανοίγουμε κάμερα συνήθως, ακουστικά, join the group και ξεκινάμε! Ο εισηγητής μιλά, αλλά σαν υπνωτισμένη χαζεύω τις φωτογραφίες προφιλ των συναδέλφων στο meeting, με γυαλιά ηλίου, με πουκάμισα, όλοι χαμογελαστοί και όμορφοι! Καμία σχέση με την τρέλα που ζούμε καθημερινά! Σκέφτομαι πως ίσως φανταζόμαστε ή υποψιαζόμαστε την κατάσταση ευτυχίας που θα θέλαμε να ζούμε, άλλα λίγοι καταφέρνουμε εν τέλει να είμαστε ευτυχισμένοι! Οι περισσότεροι υποθέτω έχουμε πάρει δάνεια που θα εξοφλούμε μέχρι την τελευταία νιότη μας, ελπίζοντας πώς κακό δεν θα μας βρει!
Μιλάμε, ρωτάμε, εξηγώ μου εξηγούν με μια ευγένεια επαγγελματική και ξένη, πώς θα ήταν όλοι αυτοί με τις πιτζάμες τους αναρωτιέμαι…και εμείς οι γυναίκες, πόσο ψέμα, το βάψιμο, το ντύσιμο, θεέ μου, πόσο θα ήθελα να είμαι αλλού αυτή την στιγμή! Να βλέπω την θάλασσα απλά να κινείται και μια μπυρίτσα να με κρατά ζωντανή ή ν’ ανεβαίνω ένα βουνό και τα πνευμόνια μου να γεμίζουν οξυγόνο και ζωή!
Κλείνουμε, ανοίγω καθρεφτάκι στρώνω μαλλί, αστειεύομαι με τον συνάδελφο πίσω μου, μιλάμε λίγο με τους υπολοίπους, χασκογελάμε συγκρατημένα. Ποια τύχη μας ένωσε και μας έφερε στο ίδιο γραφείο, στην ίδια εταιρεία αναλογίζομαι! Τι μέλλον θα έχουμε, ποια project θα έρθουν, τι γίνεται; Ο Γιώργος παντρεύεται τον επόμενο μήνα. Γιατί όλα είναι τόσο οργανωμένα σε φάσεις ζωής, στον ανθρώπινο χρόνο μας; Μα αν δεν ήταν έτσι, πώς θα ήταν; Έχουμε και ένα νέο παιδί, μόλις τελείωσε την σχολή, τόσο φρέσκο και με όρεξη να μάθει. Τόσο έξυπνο, ανταγωνίζεται στυγνά τις προηγούμενες γενιές, με μοναδικό μειονέκτημα την απειρία του! Μέχρι ποιά ηλικία θα δουλεύω, άπειρε κόσμε; Πότε επιτέλους θα μαζέψω τα χρήματα για εκείνο το ταξίδι ζωής; Πότε θα ξυπνήσω, και θα πω, σήμερα θα τελειώσω εκείνο το βιβλίο που ξεκίνησα να γράφω, και δεν θα με νοιάζει ο χρόνος και ο τόπος!
Περάσαν τρεις ώρες, να τσιμπήσω ένα τοστ, θα πρέπει να προσέχω τι τρώω, να βοηθήσω το στομάχι μου, κτυπάει τηλέφωνο αλλά έχω δαγκώσει ήδη μπουκιά. Την κρύβω στο μάγουλο και προσπαθώ να μιλήσω. Άκρη δεν βγάζουμε, ζητάω ευγενικά να καλέσω εγώ σε λίγο, και με τρόπο καταπίνω την κρυμμένη μπουκιά. Σχεδόν κρυφά βγάζω και ένα μήλο, με την υπόσχεση ότι θα το φάω πριν σχολάσω. Νόστιμο το τοστ γαλοπούλα, τυρί, ντομάτες να πάρω, το ψυγείο έχει δυο αυγά, πρέπει να πάω σουπερ μαρκετ! Ωχ κανόνισα καφέ, καλά μετά, δεν χάθηκε ο κόσμος. Την μητέρα μην ξεχάσω! Μηνύματα σε messenger, viber, Instagram με ψάχνουν, φίλοι με ρωτούν τι κάνω…τι να σας πρωτοπώ, δεν είμαι σίγουρη αν μπορώ να εξηγήσω…δεν είμαι σίγουρη αν έχω καταλάβει τι κάνω. Νιώθω κάπως…εγκλωβισμένη ίσως η λέξη… χαμένη θα έλεγα.
Σκέψεις, σκέψεις, σκέψεις…
Εκατοντάδες σκέψεις κατακλύζουν το μυαλό μου, σκέψεις που αφορούν την διαχείριση της καθημερινότητας, της δουλειάς, ομιλίες που έχουν γίνει, αναθεωρούνται στην σκέψη μου και αναλύονται λεπτομερώς, γίνονται μικρά, μικρά κομματάκια και αρχειοθετούνται στα συρτάρια της μνήμης. Λάθος επιλογές, σωστές επιλογές, οι αγάπες της ζωής μου, οι φίλοι μου, οι γονείς, τα αδέλφια, ένας μικρός κόσμος γύρω μου. Δουλεύω για όλους, δουλεύω για εμένα, γιατί έτσι έμαθα (;) και νιώθω άσχημα όταν δεν είμαι ικανή να το κάνω σωστά.
Μέχρι το απόγευμα είμαι χαμένη στην δουλειά, στο κόσμο των tasks και των τηλεφώνων. Πονοκεφαλιάζω στο πεντάωρο, καταπίνω παυσίπονα στο επτάωρο, λυπάμαι όσους θα μείνουν δεκάωρο, ασχολίαστο το δωδεκάωρο, και απορώ με εμένα. Στο μυαλό, μου έρχεται ο στίχος από εκείνο το τραγουδάκι
σ’ ένα κλουβί γραφείο σαν αγρίμι, παίζω ατέλειωτο βουβό ταξίμι Έλληνας νεοέλληνας
Πόσο μάταιο, σκέφτομαι, και αναπνέω μισό λεπτό χωρίς να κάνω τίποτα. Βλέπω άνεργους και απολυμένους να μου κουνάνε το δάχτυλο και να με μακαρίζουν! Ναι είμαι τυχερή, ομολογώ, ή αρκετά δειλή, αλλά οφείλουμε όλοι να παραδεχτούμε πώς αν δεν υπήρχε ανάγκη οι περισσότεροι από εμάς δεν είχαν λόγο να δουλεύψουν. Προσοχή διαχωρίζω την θέση μου από το δεν κάνω απολύτως τίποτα, από το αν είχα επιλογή, δεν θα δούλευα. Άλλωστε σας ρωτώ εσάς που ίσως σας φάνηκε κάπως η δήλωση μου. Μέχρι πότε θα καταπίνω παυσίπονα, και θα προσποιούμε πως μου αρέσει να δουλεύω; Μέχρι πότε θα ξοδεύω χρόνο και θα καλύπτω υποχρεώσεις και καταστάσεις που δεν θέλω και δεν θέλησα;
Και επιτέλους… εκείνο το ταξίδι πότε θα το πάω;