Ο Αμερικανός underground σκηνοθέτης και performer, Τζακ Σμιθ, έχει αφήσει ανεξίτηλα το σημάδι του στην ιστορία του σινεμά για παραπάνω από έναν λόγους. Τολμηρός, προκλητικός, φιλελεύθερος, ιδιοφυία, τρελός και πάνω από όλα συνεπής, όσο αφορά την τέχνη του, ο Σμιθ θεωρείται ο «πατέρας» της αμερικανικής «performance art». Οι ταινίες του, «Flaming Creatures» (1963) και «Normal Love» (1963), έκαναν τόσο «θόρυβο» όταν πρωτο-κυκλοφόρησαν, που σύντομα απαγορεύτηκαν ως πορνογραφήματα και η επιρροή τους είναι φανερή από τις μετέπειτα ταινίες του avant–garde κινηματογράφου, αλλά και εκείνες του Φεντερίκο Φελίνι, ο οποίος ήταν θαυμαστής του Σμιθ. Λιγότερο γνωστές, όμως εξίσου ενδιαφέρουσες ήταν και οι συνεργασίες του με τον Κεν Τζέικομπς και τον Άντι Γουόρχολ, σε ταινίες των οποίων ο Σμιθ παίζει και εκτελεί νούμερα από το εκκεντρικό του ρεπερτόριο. Οι παραστάσεις του Σμιθ λάμβαναν χώρα στο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη, συνήθως με παρουσία ενός περιορισμένου κοινού ή καμιά φορά χωρίς καθόλου κοινό (!). Εξαιρετικά εσωστρεφής και ευαίσθητος, ο Τζακ Σμιθ διατηρούσε εμμονικό μίσος απέναντι στους σπιτονοικοκύρηδες, ο οποίοι, κατά τη γνώμη του, χρέωναν υπέρογκα χρηματικά ποσά για διαμερίσματα στο Μανχάταν με πολύ χαμηλά στάνταρ διαβίωσης, ενώ έδινε πάντα έμφαση στην αισθητική λεπτομέρεια, σταματώντας συχνά τη βόλτα του για να αναταξινομήσει ένα βουνό από σακούλες σκουπιδιών. Ο Σμιθ πέθανε σχετικά νέος από AIDS, κολλώντας επίτηδες μέσω της σεξουαλικής επαφής με μία οροθετική αρσενική πόρνη, καθώς, όπως είχε πει, η ασθένεια του φαινόταν ο πλέον αριστοκρατικός τρόπος για να πεθάνει κάποιος. Αυτές είναι μερικές από τις χαρακτηριστικότερες ταινίες του, για να γνωριστεί κανείς με το λαμπερό και γεμάτο θλίψη κόσμο του μεγάλου καλλιτέχνη:
Little Stabs at Happiness (1960)
Δείτε απόσπασμα από την ταινία στο YouTube: https://www.youtube.com/watch?v=838luVjIuHA
Η ταινία του Κεν Τζέικομπς, «Little Stabs at Happiness», με πρωταγωνιστή τον Τζακ Σμιθ, έχει διάρκεια 15 λεπτά και είναι έγχρωμη, κάτι το οποίο την καθιστά ως την πρώτη έγχρωμη ταινία στη φιλμογραφία του Σμιθ, κυκλοφορώντας 3 χρόνια πριν το δικό του, «Normal Love» (1963). Χωρίς ιδιαίτερο σενάριο ή κόνσεπτ, η ταινία μοιάζει με μία μικρή ονειροπόληση, κατά τη διάρκεια ενός νεοϋορκέζικου μεσημεριού. Ο Σμιθ φοράει ένα ολόσωμο κολάν που καλύπτει ως και το κεφάλι του και πάνω από το μέτωπό του έχει στηριγμένο ένα κορδελάκι. Η «παράσταση» που δίνει εστιάζει σε μία απογυμνωμένη κούκλα, την οποία κακοποιεί σεξουαλικά και καίει με το τσιγάρο του. Με φόντο τον απογευματινό ήλιο, το φιλμ είναι ένα από τα ομορφότερα στην εργογραφία του Τζέικομπς, με σκηνές, όπως εκείνη όπου μία παρέα παιδιών ζωγραφίζουν το πεζοδρόμιο με κιμωλία, που χαράσσονται έντονα στη μνήμη του θεατή.
Flaming Creatures (1963)
Δείτε ολόκληρη την ταινία στο YouTube: https://www.youtube.com/watch?v=iI8SBXiX-1Q
Η 45λεπτη ασπρόμαυρη, πειραματική ταινία του Σμιθ, «Flaming Creatures», είναι αναμφίβολα η πιο γνωστή του σκηνοθέτη. Χωρίς ιδιαίτερες εναλλαγές πλάνων και με θέμα, ουσιαστικά, ένα μεγάλο όργιο με τραβεστί, άσημες αλλά και διάσημες (όπως είναι, για παράδειγμα, ο Μάριο Μοντέζ), η ταινία χρησιμοποιεί κινηματογραφικές τεχνικές, όπως το «εφέ Κουλεσόφ» και δημιουργεί την ψευδαίσθηση μιας εναλλακτικής «πλοκής». Ο Σμιθ δεν χρησιμοποιεί διάλογο η ξεκάθαρα ορισμένους χαρακτήρες, αλλά πετυχαίνει το ίδιο αποτέλεσμα μέσα από μουσικά θέματα («España cañi», «Misirlou», κ.α.) ή εκφράσεις και κινήσεις των ηθοποιών. Εκκεντρικός και απαιτητικός όπως ήταν, ο Σμιθ αποστράφηκε την επιτυχία που είχε η ταινία του και κατηγόρησε τον διευθυντή του Anthology Film Archives, που ήταν υπεύθυνος για την προώθησή της, τον Τζόνας Μίκας, τον οποίο αποκάλεσε «αστακό», ένα παράξενο σύμβολο καταπίεσης που επιστρέφει συχνά ως θέμα στο έργο του. Λόγω του γυμνού και την υπόνοια (τουλάχιστον) της σεξουαλικής επαφής, η ταινία κατασχέθηκε από τον νόμο την πρώτη μέρα προβολής της και ο Τζακ πέρασε το βράδυ στη φυλακή. Σήμερα τα ήθη έχουν σαφώς αλλάξει και η κοινωνία είναι πολύ πιο ανεκτική όσο αφορά την σεξουαλικότητα. Παρόλα αυτά, το «Flaming Creatures» συνεχίζει να σοκάρει και ακόμα και ο πιο προοδευτικός θεατής μπορεί να σαστίσει με ορισμένες σκηνές της τολμηρής ταινίας του Σμιθ.
Normal Love (1963)
Δείτε ολόκληρη την ταινία στο YouTube: https://www.youtube.com/watch?v=l1HanTOxToA&t=8s
Δεν υπάρχει απολύτως τίποτε το «φυσιολογικό» σχετικά με τη δίωρη, έγχρωμη «camp» ταινία του Σμιθ, με τον περιπαικτικό τίτλο «Normal Love». Η πρώτη σκηνή δίνει τον τόνο για όλη την υπόλοιπη ταινία και χρησιμοποιεί τα έντονα χρώματά της, άλλοτε ως τακτική σοκ και άλλοτε για κωμικό εφέ. Με φόντο ένα δυναμικό λατινοαμερικανικό μουσικό κομμάτι, βλέπουμε τον Μάριο Μοντέζ να φοράει ουρά ψαριού, σαν τραβεστί γοργόνα που άθελά της έχει βγει στη στεριά και έχει «παγιδευτεί» στον κόσμο των ανθρώπων. Από το «Siboney» ως τη «Misirlou» και το «Quiet Village», το εξωτικό σάουντρακ δίνει μία αίσθηση άλλης εποχής, μίας φανταστικής «belle époque» με ανατολίτικες επιρροές, στην οποία η ιστορία της ταινίας διαδραματίζεται. Η ταινία του Σμιθ έχει επηρεάσει πολλούς ευυπόληπτους σκηνοθέτες, όπως τον Φεντερίκο Φελίνι που χάρη στο «Normal Love» εισήγαγε διάφορες «camp» φιγούρες στις ταινίες του, κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970. Το καστ συμπεριλαμβάνει τον σκηνοθέτη Τόνι Κόνραντ ντυμένο ως μούμια, τον Μάριο Μοντέζ, τη Μπέβερλι Γκράντ ως τη Γυναίκα Κόμπρα, τον τραγουδιστή Tiny Tim και τον Άντι Γουόρχολ.
Blonde Cobra (1963)
Δείτε ολόκληρη την ταινία στο YouTube: https://www.youtube.com/watch?v=nQqcTHs5mFQ&t=2s
Η μισάωρη ταινία του Κεν Τζέικομπς αποτελείται, στην ουσία, από μικρότερου μήκους γυρίσματα που επιμελήθηκε ο Μπομπ Φλάισνερ, με θέμα «performances» του Τζακ Σμιθ που εκτέλεσε στο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη. Αντί για συγχρονισμένο ήχο, το σάουντρακ της underground ταινίας είναι μία αφήγηση από τον Σμιθ, που περιγράφει τη ζωή του και την κατάθλιψη από την οποία υποφέρει, προσπαθώντας να επιβιώσει στη μεγαλούπολη της Νέας Υόρκης. Θεωρούμενο ως ένα από τα αριστουργήματα της κινηματογραφικής σκηνής στην οποία ανήκει, το «Blonde Cobra» (ο τίτλος μας παραπέμπει και πάλι, εμμέσως, στο ίνδαλμα του Σμιθ, Μαρία Μοντέζ, και τη χολιγουντιανή επιτυχία της, «Cobra Woman», 1944) είναι καταθλιπτικό και σκοτεινό και συνάμα χαρακτηριζόμενο από ένα ειρωνικό χιούμορ. Ο Σμιθ, ντυμένος με γυναικεία ρούχα, αναρωτιέται φωναχτά, «Γιατί να ξυρίζομαι, όταν δεν μπορώ να βρω ένα λόγο για να ζω;» και φτάνει στο συμπέρασμα πως, «Το σεξ είναι ταλαιπωρία (Αγγ.: Sex is a pain in the ass)» και το πλάνο δείχνει ένα κουζινομάχαιρο να πέφτει από τα οπίσθια του καλλιτέχνη. Περισσότερο «κολλάζ», παρά συμβατική ταινία με αρχή-μέση-και-τέλος, το φιλμ του Τζέικομπς είναι ένα από τα σημαντικότερα ντοκουμέντα για όσους ενδιαφέρονται για τη δουλειά ενός από τους πρωτοπόρους της «performance art».
Batman Dracula (1964)
Δείτε ολόκληρη την ταινία στο YouTube: https://www.youtube.com/watch?v=sSe3b0aJYwM&t=5s
Ο Άντι Γουόρχολ γύρισε το «Batman Dracula» στην ταράτσα ενός νεοϋορκέζικου κτηρίου (μάλλον του Factory), χωρίς να ζητήσει την άδεια της DC για να χρησιμοποιήσει το όνομα του διάσημου σούπερ ήρωα. Γνωστό μόνο από προβολές σε εκθέσεις του Pop καλλιτέχνη, το φιλμ θεωρούταν χαμένο, ώσπου μερικές σκηνές του εμφανίστηκαν στο ντοκιμαντέρ, «Jack Smith and the Destruction of Atlantis», το 2006. Ο Σμιθ παίζει εδώ τον εχθρό του Batman, Κόμη Δράκουλα, όμως, ενώ ο Σμιθ ήταν περήφανος για την ερμηνεία του στην ταινία, όταν είδε πια το τελικό «cut», συνειδητοποίησε πως ο Γουόρχολ τον είχε αφήσει σχεδόν εντελώς εκτός πλάνου, καθώς δεν γύρισε ποτέ την κάμερα για να τον συμπεριλάβει. Γνωστός για τον ευέξαπτο χαρακτήρα του και τις έριδές του με τους καλλιτεχνικούς συνεργάτες του, ο Τζακ Σμιθ ήρθε σε ρήξη με τον Γουόρχολ και οι δυο τους δεν ξανασυνεργάστηκαν έκτοτε.
Shadows in the City (1991)
Το «Shadows in the City» του Άρι Μ. Ρουσιμόφ, είναι ασπρόμαυρο, με συνολική διάρκεια μία ώρα και 40 λεπτά και είναι η τελευταία ταινία με πρωταγωνιστή τον Τζακ Σμιθ, ο οποίος πέθανε από AIDS το 1989, δύο χρόνια, δηλαδή, πριν η ταινία κυκλοφορήσει στις underground κινηματογραφικές αίθουσες της Νέας Υόρκης. Η ταινία πραγματεύεται την ιστορία του Πωλ Μιλς (Κρεγκ Σμιθ), ενός μοναχικού ανθρώπου που ζει μια ανούσια ζωή, σε μια ανώνυμη μεγαλούπολη και βλέπει οράματα με το Πνεύμα του Θανάτου που καραδοκεί για να τον πάρει μαζί του στον Κάτω Κόσμο. Η πλοκή της ταινίας έχει μία τραγικά ειρωνική σχέση με την ιστορία του ίδιου του Σμιθ, ο οποίος έχοντας επίτηδες κολλήσει HIV από μία αρσενική πόρνη από το Πουέρτο Ρίκο, ήταν ετοιμοθάνατος κατά την περίοδο των γυρισμάτων. Ο Σμιθ, δηλώνοντας ενθουσιασμό για την αριστοκρατική (κατά τον ίδιο) φύση της ασθένειας, κοιμήθηκε συνειδητά με τον οροθετικό νέο, κάνοντας στην ουσία μία απόπειρα αυτοκτονίας, θέλοντας να δώσει τέλος στη ζωή του και το φαύλο κύκλο της μανιοκατάθλιψης, η οποία τον ταλαιπώρησε για πολλές δεκαετίες. Ο Ρουσιμόφ περιγράφει τη βαριά και παράξενη ατμόσφαιρα των γυρισμάτων και λέει πως ακόμα και ο καιρός, που συννέφιαζε και έβρεχε αναπάντεχα, στάθηκε εμπόδιο στην ολοκλήρωσή τους. Ο Σμιθ είναι ντυμένος με ένα μανδύα και υποδυόμενος το Πνεύμα του Θανάτου, αποτελεί μία πραγματικά δυσοίωνη φιγούρα. Το καστ συμπεριλαμβάνει, εκτός από τον Τζακ και τον Κρεγκ Σμιθ, τον Μπρους Μπάιρον, τον Εμίλ ντε Αντόνιο, την Άνι Σπρίνκλε, τον Τέιλορ Μεντ, τον Τζο Κόλμαν, την Κέμπρα Φάλερ, τον Nick Zedd και τη Μρινκ Στίβενς.
Ο Τζακ Σμιθ είναι ένα «πρόσωπο-κλειδί», όσο αφορά το είδος των avant–garde, ή underground ταινιών, όπως ονομάζονταν κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970, ούτως ώστε να ταιριάζουν με το κυρίαρχο κίνημα της αντι-κουλτούρας εκείνη την περίοδο. Από τον Γουόρχολ και τον Nick Zedd, ή τον Τόνι Κόνραντ, ως τον Φελίνι, τον Φασμπίντερ και άλλους πολυβραβευμένους σκηνοθέτες από την Ευρώπη, η μνήμη του μεγάλου κινηματογραφιστή επιβίωσε μέχρι τις μέρες μας. Ειλικρινής και από την άλλη πλευρά, βαθιά (ψυχολογικά) τραυματισμένος, ο Σμιθ μίλησε ανοιχτά για την ομοφυλοφιλία και τις δυσκολίες που συναντά ένα trans άτομο, ακόμη και σε μία αχανή μεγαλούπολη, όπως είναι η Νέα Υόρκη. Αν και ο ψυχικός κόσμος του καλλιτέχνη χαρακτηριζόταν από πηχτό σκοτάδι, το όνομά του έγινε ταυτόσημο με τα εξωτικά φορέματα και ένα εκλεπτυσμένο, «μαύρο» χιούμορ, που άμεσα φέρνει στο νου το Στόουνγουολ και το επαναστατικό κλίμα γύρω από το όνομα του θρυλικού γκέι μπαρ της Νέας Υόρκης. Πέρα από τις ταινίες-ορόσημα του Σμιθ: «Flaming Creatures» (1963) και «Normal Love» (1963), ολόκληρη η φιλμογραφία του καλλιτέχνη, είτε ως σκηνοθέτης, είτε ως ηθοποιός και performer, έχει πολλά να προσφέρει σε ένα σύγχρονο κοινό. Το να γνωρίσει κανείς τον φανταχτερό και πολύχρωμο κόσμο του Τζακ Σμιθ είναι μία θαυμάσια εισαγωγή στον queer κινηματογράφο, που μόλις το 1992 πήρε την επίσημη ονομασία «New Queer Cinema» και ορίστηκε πια ξεκάθαρα ως κινηματογραφικό είδος. Η αμεσότητα του Σμιθ και η αποστροφή του προς την απληστία και την απανθρωπιά, τον έχουν ανυψώσει στο πάνθεον με τους «μεγάλους» σκηνοθέτες της avant–garde σκηνής.