Όσο νόστιμο είναι ένα γλυκό ακόμη πιο «νόστιμη» είναι η ιστορία που κρύβεται πίσω από αυτό. Κι αν η επιστήμη της ιστορίας αδυνατεί να εξηγήσει τη καταγωγή των γλυκών, έρχεται η μυθολογία για να πλάσει ιστορίες με κυρίαρχους πρωταγωνιστές το αλεύρι, τη ζάχαρη και τα αβγά. Πραγματικά γεγονότα, μύθοι και φήμες περιπλέκονται σε μια ιστορία ενός απολαυστικού γευστικού ταξιδιού. Στο άρθρο που ακολουθεί θα εξερευνήσουμε την ιστορία 5 διάσημων γλυκών που μεταφέρουν την τέχνη και τη μαεστρία της ζαχαροπλαστικής στο πιάτο μας.
Μαντλέν
Η ιστορία της μαντλέν, του κέικ σε σχήμα αχιβάδας, επιδέχεται πολλές διαφορετικές εκδοχές. Ωστόσο, σύμφωνα με την επικρατέστερη το 1755 ο εκθρονισμένος βασιλιάς της Πολωνίας Στανίσουαφ Λεστσίνσκι ζούσε στη Λωρραίνη της Γαλλίας. Κατά τη προετοιμασία του δείπνου ένας παραμάγειρος κατέστρεψε το επιδόρπιο που θα σερβίρονταν. Μια καμαριέρα ονόματι Μαντλέν Πολμιέ προσπαθώντας να σώσει τη κατάσταση πρότεινε μια εύκολη συνταγή για κέικ που έκανε η γιαγιά της.
Έψησε την αφράτη ζύμη σε φόρμες με σχήμα αχιβάδας. Είχαν τόσο μεγάλη επιτυχία που η σύζυγος του βασιλιά, Μαρία Λετσίνσκα τα εισήγαγε στις Βερσαλίες. Την ίδια περίοδο όμως στο Κομερσί άρχισαν να ανοίγουν οικογενειακές βιοτεχνίες εδραιώνοντας τη μαντλέν ως σπεσιαλιτέ της περιοχής. Από όπου κι αν ξεκίνησε η παρασκευή της, η φήμη της εκτός Γαλλίας οφείλεται στον Μαρσέλ Προυστ ο οποίος αναφέρθηκε στο γλυκό στο έργο του «Αναζητώντας το χαμένο χρόνο».
Το ροζ μπισκότο της Ρενς
Τον 17ο αιώνα στη πόλη Ρενς, στην επαρχία Καμπανία της βόρειας Γαλλίας, είχαν ανοίξει πολλά αρτοποιεία. Κάποιος φούρναρης εκμεταλλευόμενος τη ζέστη του φούρνου έφτιαξε μια ειδική ζύμη για μπισκότα, πάλλευκη σαν μαρέγκα, η οποία ολοκληρώνονταν μ’ ένα δεύτερο ψήσιμο. Το χαρακτηριστικό ροζ χρώμα της το πήρε λόγω της προσθήκης καρμινιού, μιας κόκκινης φυσικής χρωστικής που προέρχεται από το αποξηραμένο σώμα του εντόμου κοχινίλη που ζει πάνω σε κάκτους. Η σύσταση των μπισκότων ήταν τέτοια, που μετά το δεύτερο ψήσιμο γίνονταν τραγανά και συμπαγή εξωτερικά και μαστιχωτά εσωτερικά.
Εκτός από τα μπισκότα αυτά και η σαμπάνια κατάγεται από τη πόλη Ρενς. Συνηθίζονταν λοιπόν να βουτούν τα ροζ μπισκότα στο αφρίζον κρασί. Γι’ αυτό και έχουν μακρόστενο σχήμα, για να διευκολύνει το βούτηγμα τους μέσα στα flute ποτήρια της σαμπάνιας. Η ιδιοκτησία της συνταγής των ροζ μπισκότων της Ρενς (biscuit rose de Reims) ανήκει σήμερα στον οίκο Fossier ο οποίος μαζί με τη συνταγή διατηρεί και μια παράδοση αιώνων.
Το γλυκό Paris-Brest
Το 1891 ξεκίνησε ένας ποδηλατικός αγώνας, η διαδρομή Παρίσι-Βρέστη-Παρίσι που κάλυπτε 1.200 χλμ. Επινοήθηκε από τον δημοσιογράφο της «Le Petit Journal», Πιερ Ζιφάρ, ο οποίος προκειμένου να ενισχύσει τη κυκλοφορία της εφημερίδας ακολούθησε τη πρακτική άλλων εκδοτών, αυτή της διοργάνωσης αθλητικών αγώνων. Το 1910 ένας ζαχαροπλάστης από το χωρίο Μεζόν-Λαφίτ, ο Λουί Ντουράν, παρασκεύασε ένα εκλέρ σε σχήμα κουλούρας, που παρέπεμπε σε ρόδα ποδηλάτου για να τιμήσει τους ποδηλάτες. Το γέμισε με κρέμα πραλίνας, πλούσια σε ενέργεια. Σήμερα, η ποδηλατική διαδρομή Παρίσι-Βρέστη γίνεται κάθε τέσσερα χρόνια. Παράλληλα, το ζαχαροπλαστείο του κύριου Ντουράν παρασκευάζει ακόμα το γλυκό με την αυθεντική συνταγή.
Το γλυκό Αλάσκα
Το 1804 ο εφευρέτης Μπέντζαμιν Τόμσον ή αλλιώς κόμης Ράμφορντ επινόησε τη «ψητή Αλάσκα». Ασχολούμενος με τις μονωτικές ιδιότητες των υλικών παρατήρησε πως η θερμοκρασία διατηρείται καλύτερα όταν το υλικό έχει την ιδιότητα να εγκλωβίζει μέσα του τον αέρα.Έτσι, ανακάλυψε πως η μαρέγκα και το παντεσπάνι είναι μονωτικά υλικά. Για να το αποδείξει, άπλωσε παγωτό πάνω σε μια βάση από παντεσπάνι και κάλυψε το όλον με μαρέγκα. Έβαλε το γλυκό στο φούρνο. Το παγωτό δεν έλιωσε και ο ισχυρισμός του απεδείχθη αληθής. Σ΄αυτόν αποδόθηκε η παρασκευή της omelette à la norvègienne (νορβηγική ομελέτα), όπως ονομάστηκε το γλυκό λόγω της εξωτερικής όψης του.
Όμως, η ιστορία του γλυκού δε σταματά εκεί. Στις 30 Μαρτίου 1867 οι Αμερικανοί αγόρασαν από τους Ρώσους την Αλάσκα. Για να γιορτάσουν το γεγονός το εστιατόριο Delmonico’s της Νέας Υόρκης πρόσθεσαν το γλυκό αυτό με το όνομα Αλάσκα-Φλόριντα. Η αντίθεση κρύου-ζεστού μέσα στο γλυκό θύμιζε τις μεγάλες διαφορές στη θερμοκρασία στις δύο αυτές περιοχές της Αμερικής. Αργότερα, για λόγους συντομίας χάθηκε η λέξη Φλόριντα με αποτέλεσμα σήμερα το γλυκό να εμφανίζεται ως Αλάσκα ή ψητή Αλάσκα.
Σεράνο
Η σοκολατένια πάστα με το όνομα σεράνο είναι ελληνικό γλυκό το οποίο εμπνεύστηκε ο ζαχαροπλάστης Τρύφωνας Πανταζόπουλος προς τιμήν της οπερικής τραγουδίστριας Ροζίτα Σεράνο. Αυτό ήταν το καλλιτεχνικό όνομα της Χιλιανής Μαρία Μάρθα Έστερ Αλντουνάτε ντελ Κάμπο. Γεννήθηκε το 1914 και έπειτα από περιοδείες της στη Πορτογαλία και τη Γαλλία, τη δεκαετία του ’30 εγκαταστάθηκε στο Βερολίνο. Εκεί γνώρισε μεγάλη επιτυχία η οποία έληξε άδοξα το 1943. Τότε κατηγορήθηκε από τους ναζί για κατασκοπεία καθώς τα έσοδα από μια συναυλία της στη Σουηδία δόθηκαν σε Εβραίους πρόσφυγες. Παρόλο ταύτα μετά το πόλεμο συνέχισε τις περιοδείες της στην Ελλάδα. Τα επόμενα χρόνια ήρθε πολλές φορές στη χώρα μας.
Μάλιστα, το 1951 η παραμονή της στην Αθήνα προκάλεσε έντονη φημολογία ότι είχε συνάψει ερωτική σχέση με τον Γεώργιο Παπανδρέου. Το πάρτι στο σπίτι του Γεωργίου Παπανδρέου στο Καστρί και το ατύχημα της Σεράνο με το αυτοκίνητο έδωσε στο Τύπο την αφορμή να πλέξει ο ειδύλλιο μεταξύ των δύο. Πολλοί θεωρούσαν ότι αυτή ήταν η αιτία χωρισμού Παπανδρέου-Κυβέλης. Οι φήμες δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ. Η Ροζίτα Σεράνο πάρα την επιτυχημένη καριέρα της πέθανε ξεχασμένη και φτωχή στη πατρίδα της αφήνοντας μας για κληρονομία τόσο τα τραγούδια της όσο και τη πάστα που επινοήθηκε προς τιμήν της.