Μήδεια: η πρώτη εγγεγραμμένη παιδοκτόνος. Ο Ευριπίδης στην ομώνυμη τραγωδία αφηγείται την ιστορία μιας γυναίκας, η οποία για να εκδικηθεί τον άντρα της σκοτώνει τα παιδιά της. Πώς, όμως, μια μάνα μπορεί να σκοτώσει τα παιδιά της; Τυφλωμένη από το ερωτικό πάθος, κατά τη σκηνοθέτιδα. Τέτοια δύναμη μπορεί να έχει ο έρωτας – γιατί δεν είναι παρά ένας δαίμονας.
Ένα κρεβάτι στη θυμέλη. Κυκλικά τοποθετημένες της ορχήστρας βρίσκονται οι καρέκλες όπου κάθεται ο θίασος. Πρώτη σηκώνεται η Γλαύκη (Θεοδώρα Τζήμου) και μας αφηγείται τη γένεση του κόσμου κατά τους αρχαίους. Έπειτα οι γυναίκες της πόλης κι η Τροφός. Σιγά σιγά οι καρέκλες αδειάζουν και τα πρόσωπα της ιστορίας ανεβαίνουν στη σκηνή. Καθένας τους αποτελεί τους συνδετικούς κρίκους της νοσηρής ιστορίας που εξυφαίνεται μπροστά στα μάτια του θεατή. Η Μήδεια (Μαρία Ναυπλιώτου) απελπισμένη από την προδοσία του Ιάσονα (Χάρης Φραγκούλης) συλλαμβάνει ένα διαβολικό σχέδιο για να εξοντώσει το σύζυγό της και τη νέα του αγαπημένη. Τυφλωμένη από το μίσος της για τον άλλοτε μεγάλο της έρωτά της καταφεύγει ακόμη και στη θυσία των παιδιών της στην προσπάθειά της να τον πληγώσει.
Ερμηνευτικά υπήρχε μια γραμμή με μόνη εξαίρεση τον Ιάσονα του Χάρη Φραγκούλη. Ο ηθοποιός αποφάσισε να διαφοροποιηθεί ερμηνευτικά από τη σκηνοθετική οδηγία, ακολουθώντας το μονοπάτι της αποστασιοποίησης από το ρόλο. Αποτέλεσμα αυτής της επιλογής ήταν να υπερτονιστεί η θηλυκή πλευρά του ήρωα, στα όρια της γελοιοποίησής του. Από την άλλη η Μαρία Ναπλιώτου απέδωσε την ηρωίδα λιτά και δωρικά. Στις συγκινησιακά φορτισμένες όμως στιγμές η ηθοποιός δεν απέδωσε την απαιτούμενη δραματική ένταση αποστραγγίζοντας από την ηρωίδα το συναισθηματικό της πλούτο κι αγγίζοντας τα όρια του κυνισμού. Αντιθέτως, η Ιωάννα Μαυρέα κι η Σύρμω Κεκέ αλλά κι η Μαριάννα Κάλμπαρη υπήρξαν καίριες στις ερμηνείες του με την τελευταία να αποτελεί την ευχάριστη έκπληξη της βραδιάς. Κι η Γλαύκη όμως της Θεοδώρας Τζήμου κέντρισε το ενδιαφέρον του θεατή. Με μέτρο αλλά και πάθος ισορρόπησε με μαεστρία τις τραγικές καταστάσεις που βίωναν οι υπόλοιποι ήρωες.
Η παράσταση όμως, ευτύχησε στη μουσική της επιμέλεια. Υπέροχες μελωδίες πλημμύριζαν το χώρο όσο κι όταν έπρεπε. Στα θετικά της παράστασης το υπέροχο σκηνικό κι οι φωτισμοί. Η αισθητική τους, αν και σύγχρονη, εν τούτοις δεν αφαίρεσε καθόλου από τη διαχρονικότητα του έργου. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και τα κουστούμια που ναι μεν ήταν εποχής, είχαν, όμως, σύγχρονη ματιά.
Μια παράσταση σπουδή στο ανοίκειο του έρωτα που προσπαθεί να φωτίσει τους σκοτεινούς δαιδάλους του μυαλού της ηρωίδας. Αν κι η παράσταση υποθετικά είχε τα εχέγγυα για να απογειωθεί, εν τούτοις δεν δικαίωσε την όποια καλή πρόθεση της σκηνοθέτη.