Η επικαιρότητα και η ιστορία μπορούν να βρουν δίοδο έκφρασης μέσω της τέχνης; Το θέατρο μπορεί να λειτουργήσει ως εναλλακτική πηγή πληροφόρησης πέρα από τα υπόλοιπα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης; Ποια είναι τα όρια ανάμεσα στη μυθοπλασία και την πραγματικότητα; Αυτά τα ερωτήματα εγείρει το λεγόμενο Θέατρο Ντοκουμέντο, ένα είδος θεάτρου που επιχειρεί να φωτίσει αφανείς όψεις της επικαιρότητας και της ιστορίας.
Πότε και πού πρωτοεμφανίστηκε το Θέατρο Ντοκουμέντο και ποια η εξέλιξή του μέσα στο χρόνο;
Αφετηρία αποτελεί η Ομιλούσα Εφημερίδα στη Ρωσία.Ειδικότερα, μετά την επανάσταση του 1917 δημοσιογράφοι αναλάμβαναν να διαβάζουν δυνατά την ημερήσια εφημερίδα, καθώς ένας μεγάλος αριθμός των πολιτών δε γνώριζε ανάγνωση και γραφή. Αργότερα, η ενημέρωση διανθίστηκε με στατιστικά στοιχεία, αφίσες, διαγράμματα, δραματοποιημένο υλικό, σκετς και μουσική.
Στη συνέχεια, μεταφέρθηκε και στη Γερμανία και ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η συμβολή του Έρβιν Πισκάτορ, ο οποίος παρακινούσε τους θεατρικούς συγγραφείς να ασχολούνται αποκλειστικά με την απόδοση της πραγματικότητας. Μεγάλη άνθιση γνώρισε το Θέατρο Ντοκουμέντο τη δεκαετία του 1960. Τότε παρατηρείται μεγάλος βαθμός πολιτικοποίησης των διανοούμενων, ενώ ο γερμανικός λαός ήρθε ξανά αντιμέτωπος με τις μνήμες του ναζιστικού παρελθόντος της χώρας μέσα από τις ναζιστικές δίκες. Οι Γερμανοί δημιουργοί συνειδητοποίησαν πως η χρήση ιστορικά τεκμηριωμένου υλικού μπορεί να φωτίσει ολόπλευρα άγνωστες πτυχές του παρελθόντος και να οδηγήσει στη συνειδητοποίηση κοινωνικών και πολιτικών προεκτάσεων αποτελεσματικότερα από ότι η μυθοπλασία. Το συγκεκριμένο είδος επεκτάθηκε και σε άλλες χώρες της Ευρώπης αλλά και στην Αμερική.
Τι λειτουργεί, άραγε, ως ντοκουμέντο στο θέατρο;
Στο νου μας έρχονται αυθόρμητα έγγραφα, συνεντεύξεις, μαρτυρίες, αποσπάσματα άρθρων, αφίσες, στατιστικοί πίνακες, δικογραφίες και επιστημονικές μελέτες…όλα αυτά διακρίνονται για τον επίσημο χαρακτήρα τους και την αναγνωρισιμότητά τους. Ωστόσο, ο συγκεκριμένος όρος μπορεί να πάρει και άλλες διαστάσεις και να αποκτήσει προσωπικό χαρακτήρα. Έτσι, ως ντοκουμέντο μπορεί να λειτουργήσει ένα αγαπημένο αντικείμενο με το οποίο το πρόσωπο που το παρουσιάζει έχει συναισθηματική σχέση ή ένα αγαπημένο τραγούδι που συνδέεται με την κατάσταση που παρουσιάζεται επί σκηνής.
Το Θέατρο Ντοκουμέντο καταπιάνεται με αληθινά ιστορικά γεγονότα, καθώς και πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα. Στη θεματολογία του εντάσσονται πόλεμοι, ξεριζωμοί, γενοκτονίες, δίκες, σκάνδαλα, ηθικά διλήμματα που ταλανίζουν κοινωνικές ομάδες, η κοινωνική αδικία, το μεταναστευτικό…Όλα αυτά αποτυπώνονται σκηνικά όχι μόνο από επαγγελματίες ηθοποιούς αλλά επιστρατεύονται και απλοί πολίτες, μέλη διαφόρων κοινωνικών ομάδων που με την εμπειρία τους και την αφήγησή τους φωτίζουν μια νέα πλευρά του θέματος που παρουσιάζεται.
Καθοριστικός θεωρείται και ο ρόλος του σκηνοθέτη. Στο Θέατρο Ντοκουμέντο ο σκηνοθέτης καλείται να προβεί σε ενδελεχή έρευνα προκειμένου να συλλέξει το ιστορικό και πληροφοριακό υλικό, να κρίνει την αξιοπιστία του, να συγκρίνει τις πηγές του και να τις συνθέσει σε ένα ενιαίο έργο.Να σημειωθεί ότι δεν κρίνεται ούτε ως ιστορικός ούτε ως δημοσιογράφος.Σαφώς ο σκηνοθέτης εκφράζει την ιδιαίτερη προσωπική του άποψη για το ιστορικό γεγονός ή το κοινωνικοπολιτικό πρόβλημα που θίγεται επί σκηνής. Συνεπώς, τίθεται το ερώτημα αν και κατά πόσο οφείλει να παίρνει θέση για φλέγοντα ζητήματα και αν με το έργο του εξυπηρετεί σκοπιμότητες.
Ενδιαφέρουσες απαντήσεις σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα έχουν δώσει ορισμένοι Έλληνες καλλιτέχνες που ασχολούνται με το Θέατρο Ντοκουμέντο. Ο σκηνοθέτης Ανέστης Αζάς επισημαίνει πως ο σκηνοθέτης οφείλει πάντα να παίρνει θέση έστω και αν φαινομενικά δεν το κάνει (και αυτό θεωρείται θέση). Ο σκηνοθέτης Πρόδρομος Τσινικόρης με τη σειρά του τονίζει πως ο σκηνοθέτης με τις επιλογές του διαμορφώνει σε κάθε περίπτωση θέση, αλλά υπογραμμίζει την ανάγκη διαρκούς αμφισβήτησης της παράστασης και απορρίπτει την άποψη ότι το θέατρο κατέχει και μπορεί να προσφέρει τη μία και μοναδική αλήθεια λειτουργώντας ως ιδεολογικός μοχλός. Τέλος, οι Influx (Χάρης Πεχλιβάνης και Κορίνα Βασιελιάδου) θεωρούν πως είναι δύσκολο να επιτευχθεί η αντικειμενική μελέτη και παρουσίαση της ιστορίας, μια και ο καθένας την προσεγγίζει διαφορετικά. Ωστόσο, πιστεύουν πως μέσα από το θέατρο επαναπροσδιορίζεται η “αντικειμενική” πραγματικότητα και καθίσταται αναγκαία η πολιτικο-ποιητική θέση του σκηνοθέτη.