Ο Θίασος Συν-θήκη συνεχίζει από 15 Δεκεμβρίου, στο Studio Μαυρομιχάλη, τον τρίτο κύκλο των παραστάσεων του κλασικού έργου της Λίλιαν Χέλμαν «Μικρές Αλεπούδες».Ένας αδυσώπητος οικονομικός πόλεμος μαίνεται μεταξύ των μελών μιας οικογένειας, που βάζουν το χρήμα πάνω από τον άνθρωπο και πάνω από την ίδια τη ζωή. Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί Γιώργος Κροντήρης, Δέσποινα Πόγκα, Μαρία Μακρή, Βέρα Χατζηϊακώβου, Χρήστος Συριώτης, Πέτρος Πέτρου, Εύη Τσάφου, Πάρις Σκαρτσολιάς. Το Maxmag παρευρέθηκε στο studio Μαυρομιχάλη και σας μεταφερουμε τις εντυπώσεις μας.
Η Λίλιαν Χέλμαν [Lillian Hellman], θεατρική συγγραφέας γεννήθηκε στις 20 Ιουνίου 1905 στη Νέα Ορλεάνη και πέθανε στις 30 Ιουνίου 1984. Χαρακτηριστικά έργα της Λίλιαν Χἐλμαν η «Ώρα των Παιδιών» και οι «οι Μικρές Αλεπούδες» τα οποία μεταφέρθηκαν και στον κινηματογράφο. Τα έργα της χαρακτηρίζονται ως μελοδραματικά και με ένα εύστοχο τρόπο κατακρίνει τον αμερικανικό τρόπο ζωής. Οι «Μικρές Αλεπούδες» γράφτηκαν το 1939 και η θεματολογία τους εξακολουθεί να είναι επίκαιρη. Παρουσιάστηκαν στην μεγάλη οθόνη το 1941 σε σκηνοθεσία Γουίλιαμ Γουάιλερ ως διασκευή της ίδιας της Χέλμαν. Πρωταγωνιστές της ταινίας είναι οι Μπέτι Ντέιβις, στο ρόλο της αδίστακτης Ρεγγίνας. Στην Ελλάδα ως θεατρικό έργο παίχτηκε το 1972-73 στο θέατρο Διάνα με εξαιρετική επιτυχία από το θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη με την Έλλη Λαμπέτη. Το 1988 γίνεται ραδιοφωνική ηχογράφηση σε σκηνοθεσία Γιώργου Θεοδοσιάδη με την Μάρθα Βούρτση.
Η Υπόθεση
«Οι Μικρές Αλεπούδες» μεταφρικά αναφέρεται σε μια πλούσια οικογένεια στον αμερικανικό νότο η οποία αλληλοεξοντώνεται προσκυνώντας την εξουσία και το χρήμα. Κεντρική ηρωίδα και πρωταγωνίστρια της οικογενειακής αυτής τραγωδίας η Ρεγγίνα (Δέσποινα Πόγκα) η οποία είναι μια αυταρχική και σατανική γυναίκα. Η Ρεγγίνα είχε άλλους δυο αδερφούς τον Όσκαρ και τον Μπεν. Σύμφωνα με την οικογενειακή τους παράδοση ήταν οι μοναδικοί και νόμιμοι κληρονόμοι της περιουσίας του πατέρα τους. Η Ρεγγίνα είχε παντρευτεί τον πάμπλουτο κύριο Οράτιο, τον οποίο δεν αγάπησε ποτέ αλλά τον ήθελε μόνο για τα χρήματα του. Εκείνη έπρεπε να κάνει σκευωρίες για το πώς θα διεκδικεί χρήματα είτε από τα αδέλφια της είτε από το σύζυγο της. Ο Γιώργος Κροντήρης ως Οράτιος, σύζυγος της Ρεγγίνας, είχε σοβαρά καρδιακά προβλήματα και έπρεπε να ακολουθεί μια συγκεκριμένη αγωγή. Η Ρεγγίνα ως γνήσιο αρπακτικό και μέγαιρα αφήνει το σύζυγο της αβοήθητο σε καρδιακό επεισόδιο να σέρνεται στα πόδια της. Στο τέλος, εκείνος πέθανε και εκείνη κατόρθωσε να πλουτίσει με τίμημά την απόλυτη μοναξιά της.
Οι ερμηνείες
Η Δέσποινα Πόγκα ανταποκρίνεται επάξια στην αλαζονεία και απάθεια του ρόλου της. Εξαιρετική, επίσης, είναι και η ερμηνεία του Γιώργου Κροντήρη ως Οράτιου, ο οποίος με σοφία είχε σχεδιάσει το πώς θα χειριστεί την άπληστη οικογένειά του. Μια καθηλωτική ερμηνεία, κυρίως, σε έντονες συναισθηματικά σκηνές όπως όταν ήταν καθιστός και άρρωστος σε καρότσι ή όρθιος και μιλούσε για την απληστία της οικογένειας του ή πεσμένος κάτω και αβοήθητος από την μέγαιρα γυναίκα του. Όλες αυτές οι σκηνές αναδεικνύουν την εμπειρία της υποκριτικής ενός καλού ηθοποιού.
Η Αλεξάνδρα η κόρη της Ρεγγίνας και του Οράτιου, Εύη Τσάφου, είναι ο μοναδικός καλός άνθρωπος της υπόθεσης του έργου. Προσπαθεί να βοηθήσει τον πατέρα της, όταν χρειάζεται. Καταλαβαίνει τις δολοπλοκίες της μητέρας της με τους θείους της και τον ξάδερφο της, τον Λίο. Η Αλεξάνδρα το μόνο που θέλει είναι να φύγει να σωθεί από αυτά τα αρπακτικά. Στο σημείο αυτό θα τη βοηθήσει η οικονόμος του σπιτιού η Άντυ (Βέρα Χατζηϊακώβου) η οποία παρακολουθεί τα πάντα, γνωρίζει και ακούει το τι συμβαίνει στο σπίτι αλλά δεν μπορεί να επέμβει ως πιστή οικονόμος. Η Άντυ θα δώσει όμως την υπόσχεση της στον Οράτιο να σώσει την Αλεξάνδρα από τα υπόλοιπα αρπακτικά του σπιτιού κάτι που της το ζήτησε ο ίδιος πριν φύγει από τη ζωή.
Η Μαρία Μακρή ως Μπέρντι, σύζυγος του ενός αδερφού της Ρεγγίνας, του Όσκαρ, είναι μια γυναίκα ευαίσθητη. Ο μόνος λόγος που την παντρεύτηκε ο Όσκαρ ήταν η περιουσία της, η οικογενειακή της βαμβακοφυτεία. Η ίδια μοναχική και χωρίς να έχει λάβει ποτέ αγάπη από τον Όσκαρ. Σε κάποια στιγμή ευαισθησίας και έχοντας πιει λίγο παραπάνω εξομολογήθηκε στον Οράτιο και την Αλεξάνδρα την πίκρα της για αυτό τον αποτυχημένο γάμο με τον Όσκαρ. Μια σκηνή εξαιρετικής ερμηνείας από την Μαρία Μακρή.
Τόσο ο Πέτρος Πέτρου ως Μπέν, ο πρώτος αδερφός αλλά και ο Χρήστος Συριώτης ως Όσκαρ, ο δεύτερος αδερφός της Ρεγγίνας, κατορθώνουν να είναι απόλυτα πειστικοί στην συμφεροντολογική επιχειρηματολογία που επιβάλλει ο ρόλος τους. Κυνικοί απατεώνες ρισκάρουν τα πάντα για να κερδίσουν με κάθε κόστος.
Ο Πάρις Σκαρτσολιάς στο ρόλο του Λιο, του γιου του Όσκαρ και της Μπέρντι, ο οποίος μεγάλωσε με τα ιδανικά της πλεκτάνης, της δολοπλοκίας και της απληστίας ως δεύτερη φύση του. Οι θείοι του θα τον χρησιμοποιήσουν ως μέσον επειδή εργαζόταν σε τράπεζα για να κλέψουν τα ομόλογα του Οράτιου. Ένας άλλος τρόπος να απομυζήσουν την περιουσία του Οράτιου ήταν να παντρέψουν τα δυο πρώτα ξαδέρφια την Αλεξάνδρα με το Λίο, κάτι το οποίο απεχθανόταν και ο Οράτιος και η κόρη του.
Ο Οράτιος αρνήθηκε να δώσει τα 75.000 δολάρια που ζητούσαν η Ρεγγίνα και τα αδέρφια της για να επενδύσουν σε επιχείρηση βαμβακοφυτείας. Τότε ο Λίο έκλεψε τα ομόλογα από τη θυρίδα της τράπεζας. Αυτή ήταν μια σκευωρία του Μπέν και του Όσκαρ εν αγνοία της αδερφής τους. Όταν ο Οράτιος επισκέφτηκε την τράπεζα και διαπίστωσε την κλοπή, το είπε στη γυναίκα του, η οποία ξαφνιάστηκε. Ο Ορατιος εξομολογείται στην Ρεγγίνα πως θα αλλάξει τη διαθήκη του και θα τα αφήσει όλα στην Αλεξάνδρα εκτός από αυτά τα 75.000 δολάρια που του έκλεψαν, τα οποία θα ισχυριστεί ότι τα δάνεισε οικειοθελώς στο Λιο. Ξαφνικά, ο Οράτιος θα υποστεί καρδιακό επεισόδιο ζητώντας τα φάρμακα του από την Ρεγγίνα. Όταν η Ρεγγίνα τον άφησε αβοήθητο για να τον εκδικηθεί , εκείνος σύρθηκε στο πάτωμα για να πάρει τα φάρμακα του και όταν πήγε ο γιατρός ήταν ήδη αργά. Είχε υποστεί οξύ έμφραγμα.
Η Ρεγγίνα ως αδίστακτη αλεπού θα πει στα αδέρφια της ότι γνωρίζει για την κλοπή αλλά θα ζητήσει το 75% της περιουσίας για να μη τους καταδώσει. Αυτοί μην έχοντας άλλη επιλογή θα υποκύψουν στην επιθυμία της αδερφής τους.
Η Αλεξάνδρα (Εύη Τσάφου) άκουσε τη συζήτησή της μητέρας της με τους θείους της και έτρεξε καταβεβλημένη για το θάνατο του πάτερά της. Η Αλεξάνδρα ξέροντας καλά τη μητέρα της δεν μπορούσε να πιστέψει πως έμεινε αβοήθητος από τη μητέρα της και πεσμένος στο πάτωμα. Η Αλεξάνδρα πήρε την οριστική απόφαση να φύγει από το σπίτι και το ανακοινώνει στη μητέρα της λέγοντάς της «θα φύγω και δεν μπορεί να με εμποδίσει κανείς…»Η παράσταση θα κλείσει με την εξής φράση από την Αλεξάνδρα, την Εύη Τσάφου σε μια επίσης εξαιρετική ερμηνεία ως κόρη της οικογένειας και ως άνθρωπος με ενσυναίσθηση, η φράση αυτή είναι και το μήνυμα που περνάει στους θεατές η ίδια η θεατρική συγγραφέας η Λίλιαν Χέλμαν.
Υπάρχουν άνθρωποι που κατασπαράσσουν ανθρώπους, αλλά υπάρχουν κι άλλοι που βλέπουν ανθρώπους να κατασπαράσσουν ανθρώπους και δεν κάνουν τίποτα.
Ο παραλληλισμός με τις αλεπούδες επιβεβαιώνει το πως μπορεί ένας άνθρωπος να γίνει αρπακτικό και να εξοντώσει τους άλλους μέχρι θανάτου ακόμα και τα μέλη της ιδίας της οικογένειας του. Δεν είναι τυχαίος ο τίτλος της ταινίας ο οποίος προέρχεται από το αλληγορικό άσμα ασμάτων του Σολομώντα (Παλαιά διαθήκη) που λέει σε κάποιο σημείο «Πιάστε για μας τις μικρές αλεπούδες που αφανίζουν τους αμπελώνες επειδή, τα αμπέλια μας βρίσκονται σε άνθηση“αυτό συμβαίνει γιατί η αλεπού είναι το μόνο ζώο που κυνηγάει όχι μόνον όταν πεινάει αλλά και για την απόλαυση που νιώθει όταν ξεσκίζει το θύμα του.
Η σκηνοθεσία
Η σκηνοθεσία του Κώστα Καπελώνη απλή, με λιτά μέσα δίνοντας βαρύτητα περισσότερο στους ρόλους. Χρησιμοποιεί εύστοχα τους φωτισμούς όπου ακριβώς χρειάζεται. Επιπλέον, εντυπωσιακός είναι ο τρόπος που έχουν τοποθετηθοί οι ηθοποιοί. Άλλοτε κοιτώντας ο ένας τον άλλο στα μάτια, άλλοτε κοιτώντας αλλού, είτε με γυρισμένη την πλάτη. Οι θέσεις των ηθοποιών, ειδικά όταν είναι ακίνητοι, μοιάζουν σαν πιόνια σε σκακιέρα, σε μια σκακιέρα βρώμικων παιχνιδιών.
Εντυπωσιακή ήταν η τελευταία σκηνή του θεατρικού έργου «Μικρές Αλεπούδες» όπου όλοι είναι ακίνητοι και στο βάθος βλέπει κανείς τη σκιά του Οράτιου που ήδη έχει φύγει από τη ζωή ως φόντο του «ήρωα» της υπόθεσης. Η στάση του σώματος των ηθοποιών, ο άρτιος λόγος τους αλλά και οι εξαιρετικοί φωτισμοί του Κώστα Καπελώνη έδεναν απόλυτα με την ατμόσφαιρα του έργου. Τέλος, τα κουστούμια του Ανδρέα Σαραντόπουλου ταίριαζαν με την εποχή και το ακριβό γούστο των πλουσίων.
Η Λίλιαν Χέλμαν μέσα από το θεατρικό της έργο «Οι Μικρές Αλεπούδες» το οποίο αν και επίκαιρο σοκάρει με την ωμότητα της απληστίας που φτάνει στην αλληλοεξόντωση και στο θάνατο με σκοπό το κέρδος. Το έργο μεταφέρει ξεκάθαρα το καπιταλιστικό αμερικανικό τρόπο ζωής και σίγουρα έχει πολιτικό χαρακτήρα. Η Λίλιαν Χελμαν βρέθηκε στο στόχαστρο του μακαρθισμού στις ΗΠΑ και πέρασε στη μαύρη λίστα των κινηματογραφικών εταιρειών του Χόλυγουντ.