Ο Αιμίλιος Βεάκης γεννήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 1884 στον Πειραιά. Εγγονός του λόγιου και θεατρικού συγγραφέα Ιωάννη Βεάκη, έμεινε ορφανός από μητέρα λίγες μέρες μετά τη γέννησή του. Σε ηλικία τεσσάρων ετών χάνει και τον πατέρα του. Έτσι την κηδεμονία του ανέλαβαν άτεκνοι συγγενείς. Η πρώτη του επαφή με το θέατρο ήταν στην παράσταση του Ευάγγελου Παντόπουλου. Παράλληλα διάβαζε Αλέξανδρο Δουμά και Σαίξπηρ με αποτέλεσμα στο σπίτι του να τον αποκαλούν «θεατρίνο». Σε ηλικία 16 ετών (1900) αποφασίζει να γραφτεί στη «Βασιλική Δραματική Σχολή», παρά τις αντιρρήσεις της οικογένειάς του. Οι σπουδές αυτές, όμως, θα διακοπούν απότομα. Ο νεαρός Βεάκης στρέφεται προς τη Σχολή Καλών Τεχνών όπου και σπούδασε ζωγραφική. Το 1901 όμως, διέκοψε τις σπουδές του και άρχισε την καριέρα του ως ηθοποιός στο Βόλο με το θίασο της Ε. Νίκα. Για 13 χρόνια συμμετείχε σε θιάσους στο πλευρό σπουδαίων ηθοποιών της εποχής. Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων(1912-1913) θα εγκαταλείψει την υποκριτική για να υπηρετήσει την πατρίδα.
Όταν επέστρεψε συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους θιάσους εκείνης της εποχής, μεταξύ των άλλων με αυτών της Μαρίκας Κοτοπούλη και της Κυβέλης. Το 1919 έπαιξε στην τραγωδία του Σοφοκλή «Οιδίπους Τύραννος», η οποία τον καθιέρωσε ως ηθοποιό. Από το 1932 μεσουράνησε στο επανασυσταθέν Βασιλικό Θέατρο ως Εθνικό Θέατρο. Τότε ήταν που συνεργάστηκε με τον Αλέξη Μινωτή και την Κατίνα Παξινού. Διετέλεσε κι ο ίδιος θιασάρχης του, καθώς επίσης και καθηγητής υποκριτικής στην επαγγελματική σχολή του Εθνικού θεάτρου.
Οιδίπους Τύραννος στο ομώνυμο έργο (1933)Κατά τη διάρκεια της Κατοχής συνεργάστηκε με τον θίασο της κυρίας Κατερίνας και συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση από τις τάξεις του ΕΑΜ. Μετά τα Δεκεμβριανά, ακολούθησε το ΕΑΜ μαζί με άλλους ηθοποιούς στην υποχώρηση προς τα βουνά όπου και συνέχισαν να δίνουν θεατρικές παραστάσεις. Υπήρξε μέλος του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου. Γι’ αυτήν την πολιτική του τοποθέτηση ο Βεάκης μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας αντιμετώπισε διώξεις.
Για σχεδόν μισό αιώνα έπαιξε αμέτρητους ρόλους στο θέατρο. Χαρακτηριστικό του ταλέντου του, ήταν μια φράση που είπε ένας από τους σημαντικότερους ηθοποιούς του 20ού αιώνα, Λώρενς Ολιβιέ, γι’ αυτόν κατά τη διάρκεια της παράστασης «Βασιλιάς Ληρ» «Αυτός είναι ο Βασιλιάς Ληρ!». Εκτός από το θεατρικό σανίδι, ο Βεάκης συμμετείχε και σε ταινίες. Η πρώτη του εμφάνιση έγινε σε βωβές ταινίες, ενώ το 1927 έπαιξε στην πρώτη του ταινία με ήχο, το “Έρως και κύματα”.

Γνήσια ανήσυχο πνεύμα ο Βεάκης ασχολήθηκε και με τη μετάφραση, κυρίως στα έργα του Ντοστογιέφσκι. Έγραφε, επίσης, ποιήματα και θεατρικά έργα.
Όσον αφορά στην προσωπική του ζωή νυμφεύθηκε δύο φορές (Μαρία Ράμφου και Σμαράγδα Μπόλλα). Κι οι δύο σύζυγοι ήταν ηθοποιοί, ενώ και τα παιδιά του ασχολήθηκαν κι αυτά με το θέατρο.
Συνταξιοδοτήθηκε το 1947 και έκανε κάποιες σποραδικές εμφανίσεις μέχρι τις αποχαιρετιστήριες παραστάσεις του στο Εθνικό θέατρο τον Απρίλιο και το Μάιο του 1951. Πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο σε ηλικία 67 ετών και κηδεύτηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Την περίοδο εκείνη ετοιμαζόταν να παίξει τον Τειρεσία στον «Οιδίποδα» σε μια παράσταση που θα ήταν αφιερωμένη σε εκείνον στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, αλλά δεν πρόλαβε.
Μετά το θάνατό του αναγνωρίστηκε μερικώς η τεράστια προσφορά του στο ελληνικό θέατρο με ορισμένες τιμητικές κινήσεις. Το σύγχρονο θερινό θέατρο -τύπου αρχαίου θεάτρου- “Σκυλίτσειο” μετονομάσθηκε το 1976 σε “Βεάκειο”. Επίσης προτομή του Αιμίλιου Βεάκη ανεγέρθηκε στη δεξιά πλευρά της πρόσοψης του Δημοτικού Θεάτρου του Πειραιά. Το θεατρικό μουσείο απονέμει σε άνδρες ηθοποιούς από το 1994 και ανά διετία το Έπαθλο «Αιμίλιος Βεάκης» για την ερμηνεία α΄ ανδρικού ρόλου καθώς και το τιμητικό Έπαθλο Βεάκη για τη συνολική προσφορά τους στο θέατρο.

Πηγές:
https://www.sansimera.gr/biographies/1380