Το μεγαλύτερο μέρος του εγκεφάλου καλύπτεται από ένα παχύ πέπλο μυστηρίου. Οι δυνατότητες του είναι απεριόριστες και ο τρόπος που λειτουργεί τόσο συναρπαστικά περίπλοκος που μοιάζει μαγικός. Στη σύγχρονη παγκόσμια βιβλιογραφία υπάρχει πληθώρα ερευνών σχετικά με την επίδραση της ανάγνωσης στην εγκεφαλική λειτουργία. Κάποια από τα γνωστότερα οφέλη είναι η μείωση των καρδιακών παλμών και της πίεσης του αίματος, με αποτέλεσμα τη γενικευμένη μείωση του άγχους. Σε αυτά προστίθενται φυσικά η ενδυνάμωση της μνήμης και η ενίσχυση των μηχανισμών ενσυναίσθησης.
Οπότε πώς ακριβώς το διάβασμα επηρεάζει τον εγκέφαλο; Όλα ξεκινούν από την εκπληκτική ιδιότητα του εγκεφάλου να μεταβάλει τη δομή και τη λειτουργία του,αντιδρώντας στις αλλαγές των απαιτήσεων του ανθρώπινου οργανισμού. Έτσι είναι ικανός να αναδιοργανώνεται και να δημιουργεί νέες συνάψεις μεταξύ των ήδη υπαρχουσών δομών (= νευροπλαστικότητα).
Ακόμη και τώρα, καθώς διαβάζεις αυτές τις λέξεις, διαφορετικά μέρη του εγκεφάλου δρουν ταυτόχρονα για να αποκωδικοποιήσουν μια σειρά τυχαίων συμβόλων και να συνθέσουν τα αποτελέσματα σε μια περίπλοκη ιδέα. Θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τα διαφορετικά όργανα μια ορχήστρας που δουλεύουν μαζί αρμονικά, προσπαθώντας να αποδώσουν κάποια μελωδία. Από την ανάλυση των λέξεων μέχρι να προκύψει η εμπειρία της ανάγνωσης όπως τη γνωρίζουμε, ο εγκέφαλος διανύει με ιλιγγιώδη ταχύτητα μια περίπλοκη διαδρομή, αποτελούμενη από πολλά στάδια επεξεργασίας. Ας δούμε λοιπόν 6 τρόπους με τους οποίους η ανάγνωση επηρεάζει την εγκεφαλική λειτουργία.
1.
Η ανάγνωση αυξάνει τη λειτουργική συνδεσιμότητα του εγκεφάλου.
Ως λειτουργική συνδεσιμότητα ορίζεται η δυνατότητα του εγκεφάλου να δημιουργεί συνάψεις (/συνδέσεις) μεταξύ διαφορετικών τμημάτων αυτού. Είναι στην ουσία η διαδικασία ανάλυσης πληροφοριών και δημιουργίας συμπερασμάτων.
Ερευνητές από το Emory University’s Center for Neuropolicy έχουν πραγματοποιήσει μια έρευνα, που αποδεικνύει πως η ανάγνωση μπορεί να προκαλέσει την αύξηση των ήδη υπαρχόντων εγκεφαλικών συνδέσεων αλλά και τη δημιουργία νέων συνάψεων μεταξύ διαφορετικών περιοχών του εγκεφάλου, όχι μόνο κατά τη διάρκεια της εν λόγω δραστηριότητας, αλλά και σε “κατάσταση ηρεμίας”. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό;
Σύμφωνα με την έρευνα, παρατηρήθηκε μεγάλη αύξηση της λειτουργικής συνδεσιμότητας του κροταφικού λοβού του αριστερού ημισφαιρίου του εγκεφάλου – περιοχή που συνδέεται με την κατανόηση και παραγωγή της γλώσσας– με άλλες περιοχές επεξεργασίας. Επιπλέον αυτή η αυξημένη εγκεφαλική λειτουργία διατηρείται για αρκετές μέρες, μετά το πέρας της διαδικασίας.
2.
Μεταθέτει τους αναγνώστες στην κατάσταση που περιγράφεται, νοητά και βιολογικά.
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα του Emory University το διάβασμα προκαλεί την αύξηση της συνδεσιμότητας και στον εγκεφαλικό φλοιό. Ο εγκεφαλικός φλοιός είναι μια δομή του εγκεφάλου που σχετίζεται με την οργάνωση κινητικών πράξεων, την ακούσια κινητικότητα και αντίστοιχα τις υποσυνείδητες σκέψεις.
Φαίνεται πως όταν διαβάζουμε, ενεργοποιούνται οι κατάλληλοι νευρώνες της συγκεκριμένης περιοχής με σκοπό να δημιουργήσουν την αίσθηση πως βιώσαμε στην πραγματικότητα όσα περιγράφηκαν.
Διαβάζοντας λοιπόν, κάποιο απόσπασμα που θέλει – για παράδειγμα- κάποιον χαρακτήρα να τρέχει, οι νευρώνες που σχετίζονται με τη φυσική δραστηριότητα του τρεξίματος … πραγματικά ενεργοποιούνται! Αυτό το φαινόμενο περιγράφεται από τη θεωρία της “ενσωματωμένης γνώσης” (embodied and grounded cognition), που προτείνει πως οι συναισθηματικές και σωματικές προσομοιώσεις καταστάσεων ( = “να μπαίνεις στη θέση κάποιου”) αποτελούν τη βάση της γνώσης.
Έτσι η ανάγνωση μιας αφήγησης δε μας βάζει, μόνο μεταφορικά “στη θέση” κάποιου άλλου, αλλά πυροδοτεί μια διαδικασία κυριολεκτικής μεταφοράς μας σε μια άλλη κατάσταση, μέσω των χημικών αντιδράσεων του εγκεφάλου και της βιολογίας του ανθρώπινου οργανισμού.
3.
Συναισθηματική νοημοσύνη
Όταν διαβάζεις μια ιστορία προσπαθείς να φανταστείς την κάθε λεπτομέρεια που περιγράφεται από το συγγραφέα. Είτε ταυτιστείς με κάποιο φανταστικό χαρακτήρα είτε όχι, το σίγουρο είναι πώς προσπαθείς να καταλάβεις. Να εντρυφήσεις όσο βαθύτερα γίνεται σε μια κατάσταση και να σκεφτείς ανεξάρτητα, πέρα από τα ήδη γνωστά πλαίσια.
Είναι αναμφίβολα μια απόλυτη διαδικασία εμβάπτισης στην ύπαρξη κάποιου άλλου!
Οι ψυχολόγοι David Comer Kidd και Emanuele Castano για το New School for Social Research της Νέας Υόρκης, απέδειξαν μέσω ερευνών που πραγματοποίησαν, ότι η ανάγνωση λογοτεχνίας ενισχύει την ικανότητα ανίχνευσης και κατανόησης των συναισθημάτων των άλλων.
Τέλος, το 2011 μελέτη του Annual Review of Psychology αποκάλυψε μια εξέχουσα περιοχή του εγκεφάλου, που χρησιμοποιείται για την κατανόηση ιστοριών που είναι αφιερωμένες σε άλλους ανθρώπους.
4.
Προκαλεί την παραγωγή “λευκής ουσίας” και
τη βελτίωση της ρευστής ευφυΐας
Το 2009 οι επιστήμονες Timothy Keller και Marchel Just παρουσίασαν μία έρευνα που αποδείκνυε πως η σωστή καθοδήγηση και εκμάθηση της ανάγνωσης, μπορεί να οδηγήσει τον εγκέφαλο σε αυτο-αναδιαμόρφωση. Με αυτόν τον τρόπο, αρχίζει να παράγει μεγαλύτερες ποσότητες λευκής ουσίας, η οποία είναι υπεύθυνη για την ευκολότερη και ταχύτερη μεταφορά πληροφοριών μεταξύ των διαφόρων περιοχών του εγκεφάλου.
Επιπλέον 1963 ο ψυχολόγος Raymond Cattell εισάγει την έννοια της ρευστής ευφυΐας που ορίζεται ως η ικανότητα να σκεφτόμαστε, να λύνουμε προβλήματα και γενικότερα να αντιδρούμε σε καταστάσεις με τις οποίες ερχόμαστε σε επαφή για πρώτη φορά. Ο Cattell προτείνει πως η ρευστή ευφυΐα είναι ανεξάρτητη από την εκπαίδευση, την εμπειρία και τη “καταχωρημένη” γνώση.
Σύγχρονες μελέτες έχουν αποδείξει πως η ανάγνωση επιδρά θετικά στη ρευστή ευφυΐα η οποία με τη σειρά της βελτιώνει την ικανότητα κατανόησης του λόγου και κατά συνέπεια την συναισθηματική νοημοσύνη.
5.
Αυξάνει τη “χωρητικότητα” της μνήμης.
Το διάβασμα περιλαμβάνει ποικίλες εγκεφαλικές λειτουργίες όπως η οπτική και η ακουστική επεξεργασία, ο ερεθισμός των φωνητικών χορδών, η κατανόηση οπτικοακουστικών κειμένων, κ.α. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, η ανάγνωση -σε αντίθεση με τη θέαση ή το άκουσμα κάποιου άλλου μέσου – δίνει στον εγκέφαλο τον απαραίτητο χρόνο να “σκεφτεί”, να επεξεργαστεί και εν τέλει να φανταστεί οτιδήποτε περιγράφεται σα να συμβαίνει μπροστά στα μάτια μας.
Αυτή η αυξημένη εγκεφαλική λειτουργία μπορεί να βελτιώσει τη μνήμη, αυξάνοντας στην ουσία τη χωρητικότητά της με τον ίδιο περίπου τρόπου που η εκγύμναση με βάρη οδηγεί στην αύξηση του όγκου και της δύναμης των μυών. Η επεξεργασία και μετατροπή μιας μουτζούρας σε λέξη, πρόταση και τελικά σε ιστορία αποτελεί μια συνεχής πρόκληση για τον εγκέφαλο.
6.
Διευρύνει το πεδίο προσοχής του αναγνώστη
Άλλος ένας τρόπος με τον οποίο το διάβασμα επηρεάζει τον εγκέφαλο, είναι η διεύρυνση του αντιληπτικού πεδίου του αναγνώστη.
Τα περισσότερα κείμενα χαρακτηρίζονται από μια βασική μορφή – αρχή, μέση και τέλος. Ο εγκέφαλος ερχόμενος σε επαφή με αυτή την “τεχνική”, σταδιακά την υιοθετεί και αρχίζει να σκέφτεται χρησιμοποιώντας την ίδια ακολουθία. Έτσι καταναλώνει τελικά περισσότερο χρόνο στην κατανόηση των διάφορων λεπτομερειών που συνθέτουν μια ιστορία, επιτελώντας μια βαθύτερη πνευματική λειτουργία, αντί να προσπερνά βιαστικά και αδιάφορα κάθε στοιχείο της. Με λίγα λόγια καταφέρνει να δει το δάσος πέρα από το δέντρο.