
Το 1922 είναι η χρονιά κατά την οποία έλαβε χώρα η Μικρασιατική Καταστροφή, κατά την οποία έγινε η αναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάνης.
Οι Μικρασιάτες αναγκάστηκαν να εγκατασταθούν στις μεγάλες ελληνικές πόλεις. Δεν εγκαταστάθηκαν όμως μόνοι, αφού είχαν ως παρακαταθήκη τις μουσικές τους διαδρομές.
Το ρεμπέτικο τραγούδι έγινε ευρέως γνωστό εκείνη την περίοδο πραγματευόταν τον έρωτα ή απαρτιζόταν από μάγκικα τραγούδια, που παρέπεμπαν σε φυλακή και ναρκωτικά.
Μικρασιατική καταστροφή
Η Μικρασιατική καταστροφή θεωρείται η τελευταία πράξη του ελληνοτουρκικού πολέμου μεταξύ του 1918 και 1922. Την περίοδο αυτή, η Ελληνική διοίκηση είχε εγκατασταθεί στα δυτικά παράλια της Τουρκίας. Όμως, σύμφωνα με την ανακωχή του Μούνδρου έπαψε να ισχύει πλέον η συμφωνία που είχε υπογράψει ο Ελευθέριος Βενιζέλος το 1914 για την Σμύρνη, πράγμα που είχε σαν αποτέλεσμα την αναγκαστική υπαναχώρηση των Ελληνικών στρατευμάτων από τη Μικρασία.
Ο πόνος που ακολούθησε από την μικρασιατική καταστροφή για τους πρόσφυγες ήταν αβάσταχτος. Στα κιτάπια των βιβλίων γίνεται λόγος για βιασμούς, εκτελέσεις, κλοπές, βασανιστήρια, καταπάτηση περιουσίας, ξεριζωμό από τους Τούρκους. Παρόλα αυτά δεν έχει εξακριβωθεί μέχρι σήμερα γιατί έγιναν τόσο κτηνώδεις επιχειρήσεις στην Σμύρνη.

Πως ξεκίνησε η Μικρασιατική Καταστροφή
Με τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου συντάχτηκε μία συνέλευση στο Παρίσι, η οποία παραχώρησε την Σμύρνη στην Ελλάδα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να φέρει απέναντι την Τουρκία, οδηγώντας την σε αναγκαστική επίθεση, προκειμένου να προστατεύσει τα συμφέροντα της. Αυτό συνέβη διότι, δεν θέλησε να λάβει υπόψη την συνθήκη του Παρισιού, που προάσπιζε την Σμύρνη στο Ελληνικό κράτος.
Έτσι, το 1920 ήρθε η συνθήκη του Λονδίνου, η οποία παραχώρησε επισήμως τη Σμύρνη και τη Θράκη στο Ελληνικό κράτος. Εν συνεχεία, με διαταγή του Ελευθέριου Βενιζέλου πέρασαν τα Ελληνικά στρατεύματα στην Μικρά Ασία. Με βάση τη συνθήκη των Σεβρών στις 10 Αυγούστου παραχωρήθηκε επισήμως η Μικρασία στο ελληνικό κράτος και προσαρτήθηκαν σε αυτήν η ανατολική Θράκη και τα νησιά του Αιγαίου.
Σε αντίθεση με την Ελλάδα, στην Τουρκία επικρατούσε εμφύλια διαμάχη. Ο Κεμάλ Ατατούρκ ήρθε σε ρήξη με τον Σουλτάνο. Εν συνεχεία, κατάφερε να συγκροτήσει με το στράτευμα του κυβέρνηση. Μέσω αυτής της κυβέρνησης πέρασε την πρωτεύουσα του τουρκικού κράτους από την Κωνσταντινούπολη στην Άγκυρα. Από την νέα αυτή τοποθεσία κατάφερε να συγκρατήσει έναν ισχυρότερο στρατό και να ενισχύσει τα νώτα του. Επιπροσθέτως, έφερε ανακωχή με την Ρωσία και την Γαλλία, πράγμα που τον βοήθησε ακόμα περισσότερο στα σχέδια του.
Τα σημαντικότερα γεγονότα που οδήγησαν στην Μικρασιατική Καταστροφή
Το 1920 αποτέλεσε σημείο καμπής για την μικρασιατική καταστροφή. Εκείνη την περίοδο, ο Ελευθέριος Βενιζέλος λόγω της έντονης δυσαρέσκειας του ελληνικού λαού, έχασε τις εκλογές από το Δημήτριο Γούναρη. Ο λαός της Ελλάδας δεν μπορούσε να αποδεχτεί τα ελληνικά στρατεύματα στην Μικρά Ασία. Αυτό οδήγησε στο να εκλεγεί νέος ηγέτης, προκειμένου να σταματήσουν οι εχθροπραξίες.
Στην πορεία όμως, το σκηνικό αλλάζει ριζικά. Ο Κεμάλ Ατατούρκ άρχισε να αποκτά ισχυρή δύναμη, λόγω του ότι συμμάχησε με την Γαλλία και την Ιταλία. Τα κράτη αυτά πέραν του ότι του προσέφεραν πρόσβαση σε ελληνικά εδάφη, τον ενίσχυσαν με νέο οπλισμό για τον πόλεμο. Παράλληλα, έκανε συμφωνία με την Γαλλία, ώστε να διακοπεί η συνθήκη των Σεβρών. Η Ελλάδα άρχισε να χάνει έδαφος και το χρέος του πολέμου είχε γίνει δυσβάσταχτο, εφόσον έφτασε να ξεπερνά τις 8.000.000 δραχμές ημερησίως.

Στις 5 Απριλίου του ίδιου χρόνου, η Ελλάδα κατέλαβε την Σμύρνη. Την ίδια περίοδο, ο Δημήτριος Γούναρης παραιτήθηκε και έκανε κυβέρνηση συνασπισμού με τον Παπαναστασίου.
Την επόμενη χρονιά και συγκεκριμένα τον Μάϊο του 1921 υπήρξε έντονη αντίδραση των Ελλήνων με την απόβαση στρατευμάτων στην Σμύρνη. Την θέση του τότε στρατηγού πήρε ο Χατζανέστης ο οποίος έκανε ένα τραγικό λάθος. Συνένωσε ταυτόχρονα τα τρία σώματα του στρατού.
Επιπλέον, είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι οι περισσότεροι αξιωματικοί επέστρεψα στην Ελλάδα. Όταν η Ελλάδα ζήτησε από την Γαλλία βοήθεια, η Γαλλία τόνισε ότι έχουν δωθεί σαφείς εντολές, ώστε να εμποδιστούν τα στρατεύματα να περάσουν στην Κωνσταντινούπολη.
Η Τουρκία έτοιμη να επιτεθεί
Μόλις από το Σεπτέμβριο του 1921 ο ελληνικός στρατός άρχισε να επικεντρώνεται στο πως θα καταλάβει την Κωνσταντινούπολη. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, να χάσει πολύ χρόνο ξεχνώντας τα ελληνικά σύνορα. Οπότε, ο Κεμάλ βρήκε την ευκαιρία να συντάξει ισχυρότερο στρατό και την κατάλληλη στιγμή να χτυπήσει το ελληνικό κράτος μέσα από τα σύνορα του.
Σε αντίθεση με τον Κεμάλ Ατατούρκ, οι Έλληνες αξιωματούχοι ένιωθαν τεράστια αυτοπεποίθηση για την δύναμη του ελληνικού στρατού. Αυτό είχε ως αντίκτυπο να αποσπαστεί η προσοχή τους από τα σημαντικά και καίρια σημεία για τη μάχη. Τις σημαντικότερες θέσεις τις είχαν καταλάβει αξιωματούχοι, οι οποίοι δεν είχαν λάβει ποτέ μέρος σε πεδίο μάχης, με αποτέλεσμα να μην έχουν την απαιτούμενη εμπειρία.
Ο Κεμάλ από την άλλη, είχε σαν αξιωματούχος μέρος σε πολλές οπότε γνώριζε την επικινδυνότητα και την δυσκολία που υπήρχε. Η εμπειρία του τον καθιστούσε έναν σοβαρό αντίπαλο απέναντί στους Έλληνες. Εξόπλισε τον στρατό του με πυροβόλα και νέα όπλα, τα οποία ήταν ικανά να εξολοθρεύσουν όλο τον ελληνικό στρατό.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο στρατός της Ελλάδας αποτελούνταν από 177.000 στρατιώτες, εκ των οποίων οι 70.000 μόνο ήταν ενεργοί. Οι υπόλοιποι είχαν καταλάβει διοικητικές θέσεις. Ο Ελληνικός στρατός φέρεται πως είχε πληγεί από άγνοια όσον αφορά την δύναμη των αντιπάλων. Ακόμη, η έλλειψη στρατεύματος και πολεμικού εξοπλισμού δεν ήταν ικανή να καλύψει τις απαιτούμενες ανάγκες στην μάχη.

Αφιόν Καραχισάρ
Η σημαντικότερη μάχη, η οποία αποτέλεσε την αρχή του τέλους της Μικράς Ασίας από το ελληνικό κράτος ήταν αυτή στο Αφιόν Καραχισάρ.
Στις 13 Σεπτεμβρίου ο Κεμάλ Ατατούρκ επιτέθηκε με τον στρατό του και παρότι φαίνεται πως ο Ελληνικός στρατός θα τον απωθούσε, τελικά κατάφερε να κερδίσει αυτή τη μάχη. Ο στρατός του Κεμάλ κατάφερε να θέσει υπό τον έλεγχο του την 1η και 4η μεραρχία. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, την πλήρη αποδιοργάνωση του Ελληνικού στρατού. Τα άλλα στρατεύματα λόγω της ανασφάλειας που ένιωθαν επειδή ήδη είχε αρχίσει να γκρεμίζεται το ελληνικό στράτευμα, οδήγησε στην αποκαθηλωτική ήττα του ελληνικού στρατού από τον Κεμάλ Ατατούρκ. Σε αυτή την επιχείρηση επίσης, βοήθησε το ότι είχαν αποσυντονιστεί οι άμαχοι πληθυσμοί και ειχε διακοπεί κάθε μορφή επικοινωνίας, μεταξύ των οποίων το τηλέφωνο και ο τηλέγραφος.
Η δύναμη του Τουρκικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή
Η δύναμη του Τουρκικού στρατού ολοένα και επεκτείνονταν. Στο νότο παρατάχθηκαν στρατεύματα των Φράγκου και Τρικούπη, τα οποία όμως δεν αποτέλεσαν εμπόδιο για τον τουρκικό στρατό. Στις 17 Αυγούστου η επιχείρηση του Τρικούπη περικυκλώθηκε από τους Τούρκους και δεν κατάφερε να αντέξει παραπάνω από τις 20 Αυγούστου, όπου και παραδόθηκε στους Τούρκους.
Όσον αφορά το στράτευμα στο Βορρά δεν είχε ιδιαίτερες απώλειες, καθώς τα στρατεύματα της Τουρκίας είχαν εστιαστεί σε αυτά του νότου. Τα στρατεύματα λοιπόν του νότου, έφτασαν χωρίς εμπόδια στην Προύσα και πέρασαν τα παράλια. Μέσα σε αυτό το διάστημα, υπήρξε μία διάσπαση του τουρκικού στρατού από τον Δημήτριο Θεοτόκη, ο οποίος κατάφερε και έσπασε την 11η μεραρχία του. Για τον Τούρκο αυτή η επιτυχία του οφειλόταν στο ότι, ήταν απολύτως ειλικρινής απέναντί στο στράτευμα του, λέγοντάς τους ότι θα είναι μία πάρα πολύ δύσκολη κατάσταση, αλλά αν είναι ενωμένα θα καταφέρουν να αποικήσουν τους Τούρκους.
Όσον αφορά τον ελληνικό λαό βρισκόταν σε πλήρη άγνοια, καθώς ο στρατηγός Χατζανέστης βρίσκονταν στην Αθήνα, προκειμένου να καταστρώσει σχέδιο για το πως θα καταλάβει την Κωσταντινούπολη. Οι πληροφορίες λένε ότι, στις 4 Αυγούστου τα ελληνικά στράτα συγκεντρώθηκαν στηνν Σμύρνη, προκειμένου να εκδώσουν διαταγές. Όμως, οι διαταγές αυτή την φορά δεν εισακούστηκαν, καθώς πρώτον δεν υπήρχε καλή επικοινωνία και δεύτερον έπαψαν πλέον να υπακούουν οι στρατιωτικοί. Τα στρατεύματα αποκόπηκαν και προχώρησαν προς την Μικρά Ασία.
Στις 5 Σεπτεμβρίου το Γ’ Σώμα στρατού εγκατέλειψε την Μικρά Ασία μ’εσω του λιμανιού της Αρτάκης. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να παραιτηθεί η κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη. Ύστερα από προσπάθειες της Αυλής συντάχθηκε με επιτυχία κυβέρνηση υπό τον Τριανταφυλλάκο.
Απόβαση στην Σμύρνη
Η απόβαση στην Σμύρνη αποδείχτηκε η μεγαλύτερη τραγωδία, καθώς 25.000 νεκροί και τραυματίες υπολογίστηκαν και πάνω από 1.500.000 Έλληνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και την περιοχή τους προκειμένου να σωθούν.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στο ελληνικό κράτος, οι κάτοικοι της Σμύρνης ανέρχονταν τότε σε 1.695.000 ανθρώπους.
Μετά την ολική καταστροφή στην Σμύρνη τα στρατεύματα εγκαταστάθηκαν εκεί. Στην Αθήνα συντάχθηκε η δίκη των έξι, όπου ο Αλέξανδρος Όθωνας οδήγησε σε καταδίκη με θάνατο τους σημαντικότερους στρατιωτικούς, οι οποίοι είχαν αναλάβει την μάχη κατά των Τούρκων. Μεταξύ αυτών ήταν οι Γούναρης, Χατζανέστης, Πρωτοπαπαδάκης, Μπαλτατζής, Νικολάου και Θεοτόκης.
Το 1922 έγινε η εκτέλεση των έξι στρατιωτικών, πράγμα που δημιουργεί έντονες αντιδράσεις τόσο στο ελληνικό κράτος όσο και στο εξωτερικό. Αξίζει να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι, 88 χρόνια αργότερα ο Άρειος Πάγος ανακάλεσε αυτή την απόφαση και το 2010 όρισε ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν έπρεπε να εκτελεστούν.
Το ρεμπέτικο τραγούδι και η θεματολογία του
Το ρεμπέτικο τραγούδι αποτελεί ελληνικό αστικό είδος μουσικής. Εμφανίστηκε πρώτη φορά τον 19ο αιώνα αλλά η αναγνωρισιμότητα του ήρθε στο τρίτο μισό του 20ού αιώνα. Στην αρχή ήταν γνωστό στα λιμάνια Πειραιά, Θεσσαλονίκη και Βόλου. Εν συνέχεια, μεταφέρθηκε και σε άλλα μεγάλα αστικά κέντρα.
Ο έρωτας πρωτοστάτησε στην θεματολογία του. Όμως, εξίσου σημαντική με τον έρωτα ήταν και η “μαγκιά”, που είχε να κάνει με τη φυλακή και τη χρήση ναρκωτικών ουσιών. Στην πορεία η θεματολογία στράφηκε και σε πιο κοινωνικά θέματα.
Την περίοδο της Μικρασιατικής καταστροφής τα ρεμπέτικα τραγούδια φαίνεται ότι, εστιάζουν κυρίως στον έρωτα των ανθρώπων που αναγκάστηκε να ξεριζωθούν από τα σπίτια τους, προκειμένου να πάνε σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, για να σωθούν.
Η εξάπλωση του ρεμπέτικου τραγουδιού μετά την Μικρασιατική Καταστροφή
Το ρεμπέτικο τραγούδι εξαπλώθηκε σιγά-σιγά και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Με το πέρασμα των χρόνων άρχισε να λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις πέρα από τα λιμάνια και στα μεγαλύτερα αστικά κέντρα της Ελλάδας. Αυτό το οδήγησε στο να γίνει, μια από τις σημαντικότερες μουσικές επιλογές των Ελλήνων μέχρι και σήμερα.
Ως τα τέλη της δεκαετίας του 1930 επικράτησε στο ρεμπέτικο τραγούδι η επιρροή της Σμύρνης και οι ανατολίτικοι ρυθμοί. Η επιρροή της προσφυγιάς από τη Μικρα Ασία ήταν τόσο έντονη, εφόσον εντοπίζουμε αμανέδες και ταξίμια. Επίσης, οι Σμυρνιές τραγουδίστριες έπαιξαν καίριο ρόλο εκείνη την περίοδο. Ακόμη, τα όργανα που εντάχθηκαν στην ελληνική μουσική ήταν το σάζι, το σαντούρι, το ούτι και το κανονάκι.
Το 1936 υπό το καθεστώς Μεταξά έγινε λογοκρισία στο ρεμπέτικο τραγούδι, που το ανάγκασε να αλλάξει ριζικά την θεματολογία του. Έπαψε πλέον να αναφέρεται σε θέματα, όπως τα ναρκωτικά και η φυλακή. Άρχισε από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, να αποκτά πιο κοινωνικό χαρακτήρα, εστιάζοντας περισσότερο στα θέματα που έχρηζαν ιδιαίτερης προσοχής εκείνη την εποχή.
Την περίοδο αυτή όμως και το πειραιώτικο στυλ είχε την τιμητική του. Το 1937 εμφανίζεται για πρώτη φορά ο Χιώτης και ο Τσιτσάνης, οι οποίοι ήταν από τους πρώτους ανθρώπους που υπηρέτησαν το ρεμπέτικο τραγούδι και λογοκρίθηκαν εντόνως.

Διαφορές Ελλήνων-Σμυρνιών στην διασκέδαση
Σε αντίθεση με τους Έλληνες, οι πρόσφυγες ήταν πιο δυναμικοί και εξωστρεφείς στην διασκέδαση, στην οποία συμπεριελάμβαναν όλη την οικογένεια.
Οι Μικρασιάτες σιγά-σιγά άρχισε να παίρνουν μέρος στην ελληνική διασκέδαση και να έρχονται σε επαφή με τους ανθρώπους του λαϊκού τραγουδιού, οι οποίοι χαρακτηρίζονταν από μαγκιά. Κατ’ αυτό τον τρόπο, συνδέθηκαν τα δυο αυτά είδη μουσικής και άρχισαν να κάνουν την εμφάνιση τους οι πρώτοι Σμυρνιοί συνθέτες Π. Τούντας, ο Βαγγ. Παπάζογλου, ο Γ. Δραγάτσης κ.α. Μέσα από τα τραγούδια τους, άρχισαν να εξιστορούν τα γεγονότα που συνέβησαν με την μικρασιατική καταστροφή πράγμα που έκανε πιο αισθητό στους Έλληνες, τα όσα βίωσαν αυτοί οι άνθρωποι.
Τέλος, ύμνησε τον έρωτα και τον πόλεμο που οδήγησε στον μεγάλο ξεριζωμό της Μικράς Ασίας. Επιπροσθέτως, άφησε ως παρακαταθήκη στις νεότερες γενιές αυτά που πέρασαν οι παλαιότεροι από αυτή την καταστροφή, πράγμα που θα κρατήσει αναλλοίωτες τις μνήμες αυτές στα μυαλά των Ελλήνων για πάντα. Το ρεμπέτικο τραγούδι αποτέλεσε την φωνή των προσφύγων στην Ελλάδα.
Πηγές
«Εγώ ο άλλος: Διαφορετικότητα και ανθρώπινα δικαιώματα» – Β. Δακανάλη & Ν. Παπαδάκη – 2011 – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση: 1lyk-moiron.ira.sch.gr (Τελευταία τροποποίηση: 3/10/2022)
Στα καταγώγια του ρεμπέτικου: Η ιστορία του τραγουδιού που αποτέλεσε συνώνυμο του μάγκα – dinfo.gr – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση: dinfo.gr (Τελευταία τροποποίηση: 3/10/2022)
Πρόσφυγες και Ρεμπέτικο τραγούδι (1923-1940) – Μουσικές διαδρομές – Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση: mousikes-diadromes.gr (Τελευταία τροποποίηση: 3/10/2022)