
Μικρή, με σχήμα που θυμίζει ακατέργαστο διαμάντι, μόλις που ξεπροβάλει στο χάρτη. Η Αντίπαρος, υπάρχει για να μας μεταφέρει σε μια άλλη εποχή, μακρινή. Τότε που το ανθρώπινο χέρι δεν είχε καν σμιλεύσει την πέτρα για να χτίσει κατά καιρούς τεράστιους τσιμεντένιους ογκόλιθους. Σαν ξεχασμένη άπ’ το Θεό θα ισχυριζόταν κανείς. Το ανθρώπινο μάτι βλέπετε συνήθισε στο χάος, στη βουή, σε πελώριους τοίχους, σε αχανείς λεωφόρους. Σε ανθρώπους που τρέχουν να προλάβουν. Να προλάβουν,τι; Γαλήνη, αρμονία, εξερεύνηση, φυσικός πλούτος, γραφικότητα, τόσο δυσεύρετα πια…
Στην καρδιά του συμπλέγματος των Κυκλάδων, στο νότιο Αιγαίο, σε απόσταση λιγότερη του ενός ναυτικού μιλίου νοτιοδυτικά από την πολυσύχναστη, κοσμοπολίτικη, “ταραχώδη” Πάρο βρίσκεται η βραχώδης, απόκοσμη για πολλούς, Αντίπαρος. Πόλος έλξης τουριστών, ερευνητών από όλο τον κόσμο, κινηματογραφικών παραγωγών. Σε κάνει να αναλογίζεσαι πώς ένα τόσο μικρό νησί, μεγίστου μήκους 7 μιλίων και με μήκος ακτών που φτάνουν μόλις τα 57 χλμ. είναι τόσο πολυδιάστατο. Το στενό της Αντιπάρου, επονομαζόμενο ως Αμφίγειο, το οποίο χωρίζει τα δύο άλλοτε ενωμένα νησιά, Πάρο και Αντίπαρο. Έχει βάθος 4,5 μέτρα και πλάτος που φτάνει το 1 χλμ. σε κάποια σημεία.

Η ιστορία της
Η Αντίπαρος διαθέτει ιστορία μακρόχρονη, γεγονός που καταδεικνύεται από το αρχαίο φοινικικό της όνομα “Ωλίαρος“, δηλαδή “δασώδες βουνό”. Δόθηκε κατά το πέρασμα των Φοινίκων από τα νησιά των Κυκλάδων. Επίσης αποτέλεσε σημείο αναφοράς σε πληθώρα κειμένων της αρχαιότητας, όπως εκείνα του Στράβωνος. Το σπήλαιό της, ήδη από την νεολιθική εποχή υπήρξε καταφύγιο.
Ο παλαιότερος οικισμός των Κυκλάδων φαίνεται μέσα από έρευνες να βρίσκεται στο νησί, ενώ η άνθιση των πρωτοκυκλαδικών πολιτισμών της Πάρου, της Αντιπάρου και του Δεσποτικού συνεχίστηκε την 3η χιλιετία π.Χ., με την ανάδειξη νεκροταφείων, ειδών κεραμικής και με ειδώλια της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού από τις ανασκαφές σε περιοχές του νησιού, οι πρώτες από τις οποίες έλαβαν χώρα στο Δεσποτικό, μικρής ακατοίκητης νησίδας νοτιοδυτικά της Αντιπάρου, το 1889 από το Χρήστο Τσούντα, αποκαλύπτοντας πρωτοκυκλαδικά νεκροταφεία, ίχνη προϊστορικού οικισμού, ερείπια νεολιθικού οικισμού , ειδώλια πρωτοκυκλαδικής περιόδου καθώς και είδη κεραμικής που χρονολογούνται στους γεωμετρικούς χρόνους υποδηλώνοντας την ανθρώπινη παρουσία.

Η Αντίπαρος του Μεσαίωνα
Χρήζει αναφοράς η περίοδος του Μεσαίωνα στο νησί, κατά την οποία, χρησιμοποιήθηκε ως ορμητήριο το στενό στην Αντίπαρο, γνωστό και ως «Στενό των 14 ποδών», από Έλληνες και ξένους πειρατές έως ότου περιήλθε η νήσος στον βενετικό Οίκο των Λορεντάνο ως προίκα, όταν ο Τζιοβάννι Λορεντάνο αποφάσισε να παντρευτεί τη Μαρία Σομμαρίπα στην Αντίπαρο. Ο Λορεντάνο έχτισε την κατοικία του και εγκατέστησε νέους κατοίκους, οικοδομώντας σταδιακά μαζί με τις υπόλοιπες κατοικίες γύρω από «το Σπίτι του Άρχοντα» το Κάστρο περί το 1440. Στη συνέχεια περιήλθε στον Οίκο των Πιζάνη μέχρι το 1537, οπότε και κατελήφθη από τον Οθωμανό κουρσάρο Μπαρμπαρόσα . Το 1566 εντάχθηκε ολοκληρωτικά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Εν έτει 1770 στην Αντίπαρο αριθμούσαν 78 οικίες με περίπου 200 κατοίκους. Αργότερα βρέθηκε για ακόμη μια φορά υπό την κατοχή των Οθωμανών και έγινε συχνά στόχος επιδρομών από πειρατές, με αποκορύφωμα τη λεηλασία του νησιού και τη σφαγή του πληθυσμού το 1794 από Κεφαλλονίτες και Μανιάτες πειρατές, οι οποίοι απήγαγαν την κόρη του Βενετού υποπρόξενου Γκρατσιόζα Φραντζίσκα, με συνέπεια τη δημιουργία ενός άνευ προηγουμένου ανθελληνικό κύματος στην τότε Ευρώπη. Την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης με τα πρωτόκολλα του Λονδίνου της 3ης Φεβρουαρίου του 1830 και της 18ης Αυγούστου του 1832 η Αντίπαρος ενσωματώθηκε στο Ελληνικό Κράτος, με πληθυσμό 224 κατοίκων.

Στα νεότερα χρόνια η Αντίπαρος με τον φυσικό πλούτο και τα ιστορικά σημεία της αναδείχθηκε ιδιαιτέρως μέσα από τις ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, καθώς τα συνεργεία της Φίνος Φιλμ τη εγκαταστάθηκαν εκεί για τα γυρίσματα της ταινίας “Μανταλένα”. Εν συνεχεία, ο τουρισμός του νησιού -με τα ηφαιστειογενή πετρώματα και το ξερό κλίμα- , σε όλες τις μορφές του, εναλλακτικού και μη, εξελίχθηκε ραγδαίως. Πέρα από τα κατάλευκα αιγαιοπελαγίτικα σπίτια, τα στενά λιθόστρωτα σοκάκια, τα γαλαζοπράσινα νερά της, στοιχεία της απαράμιλλης γραφικότητας της, το Κάστρο της Αντιπάρου και το Σπήλαιο οφείλουν να συμπεριληφθούν στη λίστα του κάθε ταξιδιώτη.
Σπήλαιο Αντιπάρου
Η Αντίπαρος στο μέσο της περίπου, ανατολικά και σε αρκετό ύψος από την επιφάνεια της θάλασσας διαθέτει το Σπήλαιο της Αντιπάρου. Η μετάβαση έως την είσοδο αποπερατώνεται, είτε μέσω παραλίας, είτε από το Κάστρο. το οποίο και συνδέεται με οδική αρτηρία που έως το 1970 ήταν ημιονικό μονοπάτι. Η μεγάλη στοά του σπηλαίου αποτελείται από το κυρίως σπήλαιο με διαστάσεις που αντιστοιχούν σε πλάτος 33 μ., μήκος είσδυσης 48 μ. και ύψος 25 μ. Η είσοδος στο σπήλαιο αρχίζει από αψιδωτή στοά και συνεχίζει στενός και χαμηλός διάδρομος που απολήγει σε άλλη απόκρημνη στοά που αποτελεί και το κυρίως σπήλαιο. Η λευκότητα και η διαφάνεια των σταλακτιτών του σμιλεύουν ένα τοπίο άκρως περίτεχνο. Ωστόσο, κατά τη ρωσική κατοχή της νήσου, όταν πολλοί σταλακτίτες αφαιρέθηκαν από πλήρωμα του ρωσικού στόλου των αδερφών Ορλώφ, προκειμένου να εμπλουτίσουν το αυτοκρατορικό μουσείο Ερμιτάζ, το σπήλαιο υπέστη αρκετές καταστροφές.
Απόκοσμη μα και ζωντανή, ιστορική αλλά και σύγχρονη, εναλλακτική και συνάμα κλασική, η Αντίπαρος υφίσταται για να μας ταξιδέψει και η εξερεύνηση της μόνο ως πρόκληση μπορεί να θεωρηθεί. Πόσες αντιθέσεις σε έναν τόπο αλήθεια;
Πηγές:
- discovergreece
- antiparos.com
- ert.gr
Σύνταξη κειμένου: Γιούλη Αμπαρτζόγλου
Επιμέλεια κειμένου: Ελευθερία Σακελλαρίου