
Το κρασί είναι μια ολόκληρη επιστήμη ή τέχνη, όπως κάποιοι προτιμούν να λένε. Η γνώση του αντικειμένου δεν σταματά ποτέ μιας και βλέπουμε νέα κρασιά σχεδόν κάθε μέρα από γνωστούς παραγωγούς αλλά και από νεότερους στην αγορά, ακόμα και μερικούς που τους ακούμε για πρώτη φορά. Μεγάλη ποικιλία κρασιών, σε όλες τις αποχρώσεις του λευκού, κόκκινου και ροζέ, από οικονομικά μέχρι πανάκριβα κρασιά από την Ελλάδα ή το εξωτερικό έφεραν την ανάγκη να δημιουργηθεί το λεξιλόγιο του κρασιού.
Οι ειδικοί του χώρου έχουν την ανάγκη να περιγράψουν ένα κρασί μεταξύ τους με σαφήνεια και να καταλήξουν συχνά σε κάποιο ποιοτικό συμπέρασμα ή να συγκρίνουν κάποια δείγματα κρασιού. Υπάρχουν άπειροι όροι για να χρησιμοποιήσει κανείς, και κάποιους από αυτούς τους ακούμε καθημερινά σε κάποια κάβα, στο σούπερ μάρκετ, σε ένα εστιατόριο και τους διαβάζουμε στις online κάβες. Ομολογώ πως στα πρώτα μου βήματα στο χώρο του κρασιού άκουσα πολλούς όρους από το “λεξιλόγιο του κρασιού” και δύσκολα πίστευα πως θα χρησιμοποιώ με άνεση σε λίγο καιρό τον όρο ”τραγανή οξύτητα”.
Έτσι, το κρασί έχει το δικό του λεξιλόγιο, και μάλιστα μας κάνει τη ζωή πιο εύκολη, καθώς γνωρίζοντας μερικές βασικές και απλές λέξεις για ένα κρασί, είναι πιο εύκολο σε κάθε καταναλωτή να διαλέξει το καλύτερο για εκείνον και να μην αναρωτιόμαστε ”Τι θέλει να πει ο ποιητής;”
Μερικές λοιπόν από τις βασικές λέξεις που χρησιμοποιούμε στον μαγικό κόσμο του κρασιού έιναι:
Απλό: γευστική και αρωματική απλότητα, χωρίς ένταση και πολύπλοκη γεύση.
Άρωμα: η μυρωδιά που παράγεται φυσικά από ένα κρασί.
Αυστηρό: το κρασί έχει πολύ υψηλή οξύτητα και δεν αναδεικνύει το φρούτο.
Αφρώδες: το κρασί που παρουσιάζει φυσαλίδες διοξειδίου του άνθρακα όπως η γνωστή σε όλους μας σαμπάνια (δεν είναι όλα τα αφρώδη κρασιά σαμπάνια!) .
Βαρέλι: τα αρώματα ξύλου που προκύπτουν από την παραμονή του κρασιού στο βαρέλι πριν εμφιαλωθεί.
Βελούδινο ή βελούδινη γεύση: το κόκκινο κρασί με πλούσια και απαλή γεύση χωρίς κάποιο χαρακτηριστικό του, όπως οι ταννίνες, να μας ενοχλούν.
Δροσερό: ένα νέο και αρωματικό κρασί με ελαφρώς αυξημένη οξύτητα.
Ελαττωματικό: το κρασί που παρουσιάζει συγκεκριμένες αλλοιώσεις (οξείδωση, ξίνισμα, μούχλα, υδρόθειο) που το καθιστούν ακατάλληλο για κατανάλωση.
Ελαφρύ: το κρασί με μικρή περιεκτικότητα αλκοόλ, καθώς και πολύ απλά αρωματικά και γευστικά χαρακτηριστικά.
Επιτραπέζιο κρασί: ένα κοινό συνηθισμένο, όχι εξαιρετικό, κρασί.
Θαμπό: με βάση το λεξιλόγιο του κρασιού είναι το κρασί που δεν έχει διαύγεια στο ποτήρι.
Καπνός: το άρωμά καπνού που συνήθως οφείλεται στην παραμονή στο βαρέλι.
Κρεμώδες: είναι μια δημοφιλής περιγραφή για τα λευκά κρασιά και τους αφρώδεις οίνους με λιπαρή γεύση,
Μικρό: το κρασί με πολύ απλές και όχι σημαντικές αρωματικές και γευστικές εντάσεις.
Nouveau: ένα ελαφρύ και φρουτώδες νεαρό κρασί.
Παλαίωση: η παραμονή ενός κρασιού στο βαρέλι ή και στη φιάλη.
Πλαδαρό: το κρασί δεν έχει οξύτητα να το δροσίζει και να το ισορροπεί.
Πλούσιο: το κρασί με έντονα γευστικά συστατικά, υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ ή/και τανίνες.
Ταννίνη: φυσική ουσία στους φλοιούς που έχει πικρή και στυφή γεύση.
Φίνο: Χαρακτηρίζεται το κρασί με λεπτά και ευχάριστα αρώματα.
Χαμηλόβαθμο: Το κρασί με χαμηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ (9-11%).
Την επόμενη φορά, λοιπόν, που θα διαλέξετε ή θα ζητήσετε ένα κρασί ελπίζω να χρησιμοποιήσετε το λεξιλόγιο του κρασιού!