
Η νέα γενιά έρχεται να διαδεχτεί την προηγούμενη και η ώρα της κρίσης πλησιάζει, στον Αρχιμάστορα Σόλνες. Ένας αυτοδίδακτος επιτυχημένος αρχιτέκτονας καταλαβαίνει πως η καρέκλα του τρίζει και απειλείται από τον ίδιο το χρόνο και φοβάται τον τελικό απολογισμό. Ο ίδιος αρνείται με παιδικό πείσμα τη φυσική ροή των πραγμάτων και τρέμει να αντιμετωπίσει τα λάθη του. Επιμένει σε συμπεριφορές που άλλοτε θυμίζουν κρίση μέσης ηλικίας και άλλοτε εκδικητική επίδειξη και κατάχρηση εξουσίας. Παρόλα αυτά, θα προσκρούσει στα όρια του.
Ο Γρηγόρης Βαλτινός ως Σόλνες αποδεικνύει τη θεατρική του εμπειρία και επαγγελματική ωριμότητα. Με αυτόν τον τρόπο ταυτίζεται με τον ήρωα προσδίδοντάς του όλα τα χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου χορτασμένου, αλλά και ενάντιου στην παραίτηση. Ο Σόλνες είναι ανθρώπινος και ισορροπεί με δεξιοτεχνία ανάμεσα στον κωμικό μεσήλικα και τον αεικίνητο άνδρα, πολύ μακριά από μελό ή παρωδικά στοιχεία. Η Κατερίνα Λέχου, ως σύζυγος του Σόλνες, κατορθώνει να δώσει μία απόμακρη και συγκρατημένη γοητεία σε ένα δύσκολο ρόλο παρουσιάζοντας την Αλίνα προσηλωμένη στο περιβόητο «καθήκον» της και ταυτόχρονα εύθραυστη αναζητώντας μια κλεμμένη παιδική ανεμελιά, όπως και ο άνδρας της. Επιβλητική δίχως στοιχεία, που να την καθιστούν τρομακτική – κάθε άλλο, αποδίδει τον ρόλο εξίσου ώριμα με το Γρηγόρη Βαλτινό.
Το συστατικό, όμως, που κρατά την παράταση έντονη και με στοιχεία ψυχολογικού θρίλερ είναι η τολμηρή ερμηνεία της Ιώβης Φραγκάτου ως Χίλντε. Στέκεται ισάξια δίπλα στους ωριμότερους συμπρωταγωνιστές της και κατά κάποιο τρόπο τους παρακινεί να ακολουθήσουν το νεανικό και ορμητικό ρυθμό της. Η Χίλντε είναι το μέλλον που τα σαρώνει όλα δίχως δεύτερες σκέψεις και προκαλεί όσους μπορούν να συμβαδίσουν μαζί του ή να αποσυρθούν δίνοντας της «ένα κάστρο» για να βασιλέψει. Ο Αντίνοος Αλμπάνης και η Κατερίνα Κρέπη αποδίδουν εξαιρετικά το πάθος, τον εγωισμό και την επιμονή της νιότης, ενώ ο Κώστας Καστανάς και ο Μιχάλης Αεράκης αποτελούν ιδανική ανάδειξη του κοινωνικού πλαισίου που περιτριγυρίζει τον Σόλνες, της πραγματικότητας που αρνείται να δει.
Παρά την ένταξη του κειμένου στα «έργα δραματολογίου», η απόδοση της Αθανασίας Καραγιαννοπούλου – σε συγχρονισμό με τα σκηνικά και τα κοστούμια των Μουρίκη και Σεγρεδάκη, τα οποία είναι πιστά στην εποχή χωρίς ψεύτικους εντυπωσιασμούς και περιττό ρομαντισμό – διαμορφώνει μία σύγχρονη ανάγνωση. Το γυναικείο στοιχείο παρουσιάζεται θελκτικό, αλλά και δυναμικό, το πείσμα της νιότης διαχρονικό και οικείο, ενώ η γενική αισθητική μοντέρνα χωρίς παρατυπίες και ανακρίβειες.
Εν κατακλείδι, ο «Αρχιμάστορας Σόλνες» είναι μία παράσταση για όλους όσους αναζητούν μια κινητήρια δύναμη καθημερινά, κυνηγούν τα πιο σπουδαία και επιθυμούν συμφιλίωση με τον ίδιο τους τον εαυτό.