Με αφορμή την εθνική μας επέτειο του «ΟΧΙ» την 28η Οκτωβρίου 1940, αυτή την εβδομάδα θα μιλήσουμε για μια θεατρική μορφή που έζησε παράλληλα με αυτά τα ιστορικά γεγονότα. Ο λόγος για την Ελένη Παπαδάκη.
Μια από τις πιο γνωστές ηθοποιούς του 20ου αιώνα, η Ελένη Παπαδάκη γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου του 1908 στην Αθήνα. Αρκετοί βέβαια αναφέρουν ότι γεννήθηκε το 1903. Προερχόμενη από εύπορη οικογένεια, ήταν ιδιαίτερα μορφωμένη, καθώς μιλούσε άπταιστα τέσσερις γλώσσες, διάβαζε τα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων από το πρωτότυπο και είχε κάνει σπουδές φωνητικής, μουσικής και πιάνου στο Ελληνικό Ωδείον Αθηνών. Ήταν απόφοιτη της Γερμανικής Σχολής Αθηνών και είχε ολοκληρώσει σπουδές Φιλολογίας.
Μόλις σε ηλικία 17 ετών ξεκίνησε το πρώτα της επαγγελματικά βήματα. Το 1925 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο θέατρο, στο «Θέατρο Τέχνης» του Σπύρου Μελά, στη παράσταση “Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα” του Λουίτζι Πιραντέλλο. Έλαμψε με την όμορφη και δημιουργική της παρουσία από την πρώτη στιγμή και θεωρήθηκε αποκάλυψη. Ο θεατρικός κριτικός Κωστής Μπαστιάς είχε γράψει στην εφημερίδα «Δημοκρατία» για εκείνη: «σήμερα η σκηνή απέκτησε μια μεγάλη ηθοποιό». Την ίδια χρονιά, γίνεται η Ηρωδιάδα στην «Σαλώμη» του Όσκαρ Γουάιλντ και Ρίλκε βαν Έιντεν στο έργο του Λενορμάν «Ο χρόνος είναι όνειρο».
Ένα χρόνο αργότερα, το 1926 πρωταγωνιστεί πλέον στο θίασο «Οι Νέοι» στα έργα: «Όταν οι γυναίκες αγαπούν» του Μπράκλαιϋ Μπουσόν, «Τζοκόντα» του Γκαμπριέλε Ντ’ Αννούντσιο, «Τα ωραιότερα μάτια του κόσμου» του Ζαν Σερμάν, «Αιμέ» του Ζεραλντύ, «Δωδεκάτη νύχτα» του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, «Η αναδυομένη» του Ξενόπουλου, «Τρισεύγενη» του Κωστή Παλαμά, και άλλα.
Τα χρόνια που διαδέχονται φέρνουν και άλλες επιτυχίες. Οι συνεργασίες της με τους γνωστούς του θεάτρου: Κυβέλη, Μαρίκα Κοτοπούλη, Αιμίλιο Βεάκη, Νίκο Δεδραμή, Γεώργιο Παππά, Π. Γαβριηλίδη, φέρνουν τις παραστάσεις: Μαργαρίτα («Κυρία με τις Καμέλιες» του Δουμά), Άννα («Ωραία Νεράιδα» του Λοτάρ), Κάτια Μάσλοβα («Ανάσταση» του Λέων Τολστόι), Νόρα («Σπίτι με τις Κούκλες» του Ίψεν), Δούκισσα («Εχθρά» του Νικοντέμι), Ελένη Νικολάγεβνα («Ζήλεια» του Αρτσιμπάτσεφ).
Το 1931 ξεκινάει πλέον την πορεία της με τον δικό της θίασο και μάλιστα ταξιδεύει μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Εκεί οι κριτικές είναι θριαμβικές και μάλιστα ξεχωρίζει η άποψη του Τούρκου συγγραφέα και ποιητή Χαλίτ Φαχρί για εκείνη: «Είδα τότε την Παπαδάκη εμπρός μου ζωντανό σύμβολο μιας ευγενούς τέχνης. Αν και δεν γνωρίζω λέξη ελληνική, ούτε και είχα διαβάσει το έργο στο πρωτότυπο, η φωνή της, οι κινήσεις, η μιμική και οι στάσεις της καλλιτέχνιδας αυτής με τη φλογερή ψυχή, μου μιλούσαν και έρχονταν σε εμένα ως λόγια. Είναι ιδιαιτέρως άξιο εκτίμησης και επαίνου το γεγονός ότι μια καλλιτέχνις τόσο νέα υποδύεται με τόση δύναμη το πρόσωπο μιας ώριμης γυναίκας, μιας μητέρας».
Ένα χρόνο αργότερα και συγκεκριμένα τον Νοέμβριο του 1932 όταν άνοιξε ξανά το «Εθνικό θέατρο», προσλαμβάνει την Ελένη Παπαδάκη, όπου τέλεσε τα επαγγελματικά της καθήκοντα μέχρι το τέλος της ζωής της, με τις παραστάσεις: Δυσδαιμόνα (Οθέλλος), Ρεγγάνη (Βασιλιάς Ληρ του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ), Πόρτσια (Έμπορος της Βενετίας), Βασίλισσα Ελισάβετ (Δον Κάρλος) του Σίλλερ, Ναταλία (Πρίγκιπας του Χόνμπουργκ) του Χάινριχ φον Κλάιστ, Ερσίλια Ντρέι (Να ντύσουμε του γυμνούς) του Λουίτζι Πιραντέλλο, Η βεντάλια της λαίδης Γουίντερμηρ του Όσκαρ Ουάιλντ, Σελιμέν (Μισάνθρωπος) του Μολιέρου, Έλα Ρέντχαϊμ (Γιάννης Γαβριήλ Μπόρκμαν) του Ίψεν, Πειρασμός του Γρηγορίου Ξενόπουλου, Ιούδας του Σπύρου Μελά κ.α.
Ιδιαίτερα ήταν τα επιτεύγματά της και στον τομέα του αρχαίου δράματος:
Ως Κλυταιμνήστρα στην Ηλέκτρα με σκηνοθέτη τον Δ.Ροντήρη στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού (1936) και στην Επίδαυρο (1938), Αντιγόνη του Σοφοκλή (1940-41), Ιφιγένεια εν Ταύροις (1941), Εκάβη του Ευριπίδη (1943-44) στο Εθνικό Θέατρο.
Όλη αυτή η αναπαράσταση στο θέατρο, των αρχαίων κειμένων, που όπως προείπαμε, η Ελένη Παπαδάκη, γνώριζε και μελετούσε άπταιστα, έφερναν τρομερή δόξα. Στα θετικά αυτών των επιτυχιών, ήταν και η βράβευση με “βασιλικό έπαινο – ευαρέσκεια” στις 31 Οκτωβρίου του 1939, σε ιδιαίτερη τελετή από τον Βασιλέα, «δια τας εις το ελληνικόν θέατρον εξαιρέτους αυτής υπηρεσίας και ιδιαιτέρως δια τας εν τω εξωτερικώ παρασχεθείσας τοιαύτας».
Η γνωστή θεατρική ηθοποιός, είχε κάνει επίσης και την πρώτη και τελευταία της κινηματογραφική ταινία, στην «Στέλλα Βιολάντη – η ψυχή του πόνου» την βωβή ταινία του Ιωάννη Λούμου, βασισμένη στο διήγημα του Γρηγόριου Ξενόπουλου «Στέλλα Βιολάντη». Όμως δεν την κέρδισε το κινηματογραφικό αποτέλεσμα και αποφάσισε να αφιερωθεί εξ’ ολοκλήρου στην θεατρική σκηνή.
Τώρα πως σχετίζεται η Ελένη Παπαδάκη με τα γεγονότα της εθνικής μας εορτής του «ΟΧΙ» είναι ξεκάθαρο αφού την εποχή μετά το 1940, υπήρξε έντονη πολιτική αναταραχή και στους θεατρικούς κύκλους. Η γνωστή ηθοποιός όταν έκανε τις παραστάσεις βασισμένες στην αρχαία τραγωδία, είχε τραβήξει το ενδιαφέρον του τότε πρωθυπουργού της χώρας μας, Ιωάννη Ράλλη, και μάλιστα πολλοί έλεγαν πως μεταξύ τους υπήρχε σχέση.. και ότι της είχε δωρίσει μια πλατινένια ζώνη, αξίας πολλών εκατομμυρίων. Φανταστείτε απλώς και μόνο το σκάνδαλο αυτών των υποθέσεων και το γεγονός πως ο θεατρικής ελληνικός κόσμος, είχε χωριστεί σε δυο ομάδες, τους αριστερούς και τους δεξιούς. Οι εντάσεις κλιμακώθηκαν όταν μετά την απελευθέρωση της χώρας μας από τον Γερμανικό, Ιταλικό, Βουλγαρικό ζυγό έγιναν εκλογές στο Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών (ΣΕΗ) τον Νοέμβριο του 1944. Εκείνη την χρονιά κέρδισε η δεξιά παράταξη που αποτελείτω από τους ηθοποιούς: Δημήτρης Χορν, Άννα Καλουτά, Νϊκος Δενδραμής, Ρένα Βλαχοπούλου, Ορέστης Μακρής, Βασίλης Αυλωνίτης, κ.α. Στην αριστερή παράταξη μετείχαν, μεταξύ άλλων, οι : Αιμίλιος Βεάκης, Μάνος Κατράκης, Τίτος Βανδής, Δήμος Σταρένιος, Δημήτρης Μυράτ, Νίκος Τζόγιας και άλλοι. Αμέσως μετά ξεκίνησαν οι διαγραφές μελών, ηθοποιών δηλαδή, από το σωματείο και ανάμεσα τους ήταν και η Ελένη Παπαδάκη. Μάλιστα εκείνη παρότι δεν ήταν παρούσα στην διαγραφή, έστειλε γράμμα όπου αναρωτιέται με τα λόγια της να αναφέρουν επ’ακριβώς: «Κατά πόσον η όλη στάσις μου κατά το διάστημα της Κατοχής υπήρξεν αντεθνική, αντισυναδελφική, εγωιστική και απρεπής».
Η Ελένη Παπαδάκη όπως αναφέρεται ιστορικά, ήταν αρκετά κοντά στον πρωθυπουργό Ιωάννη Ράλλη, ο οποίος ήταν κολλητός φίλος του πατέρα της. Με αυτή την συμπάθεια προς το όνομα της, είχε κερδίσει αρκετές χάρες, όπως ότι επιβεβαιωμένα ισχύει, είχε καταφέρει να σώσει πολλούς ανθρώπους από τον θάνατο. Παρόλα αυτά, πλέον η φήμη της είχε γεμίσει με υβριστικά σχόλια και υπήρξε η εικόνα πως ήταν συνεργάτιδα των Γερμανών ή δοσίλογων, αλλά κυρίως ως ερωμένης του τελευταίου κατοχικού πρωθυπουργού Ιωάννη Ράλλη, σε πολλά δημοσιεύματα, τόσο αριστερά όσο και δεξιά.
Ένα μήνα αργότερα, στις 21 Δεκεμβρίου του 1944, όταν θα αρχίσει να ανησυχεί στα αλήθεια για την ζωή της, παρότι ο φίλος – συνάδελφος Δημήτρης Μυράτ, την είχε προειδοποιήσει έμμεσα καιρό πριν, θα αποφασίσει να φύγει από το σπίτι της και θα μείνει στο σπίτι του Μυράτ. Δυστυχώς όμως το ίδιο απόγευμα τα μέλη της Πολιτοφυλακής Πατησίων την συλλαμβάνει και την οδηγεί στα γραφεία της Λαϊκής Επιτροπής του ΕΑΜ, επί της οδού Πατησίων 314, μαζί με τη φίλη της Αιμιλία Καραβία και τον ίδιον τον Δημήτρη Μυράτ. Όλοι πήγαν στη συνέχεια στην Πολιτοφυλακή Πατησίων, στην επιταγμένη βίλα Παπαλεονάρδου, στη διασταύρωση των οδών Πολυλά και Ροστάν. Εκεί, εκδιώχθηκαν ο Μυράτ και η Καραβία. Διοικητής της Πολιτοφυλακής Πατησίων ήταν ένας 23χρονος, γνωστός με το ψευδώνυμο «Καπετάν Ορέστης», με ιδιαίτερη αδυναμία στο γυναικείο φύλο.
Κάπου εκεί ορίζεται και αρχή του τέλους για την ζωή της Ελένης Παπαδάκη, αφού δεν βρέθηκε κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο στο σπίτι της, μετά από έρευνα που έγινε, μετά την τυπική ανάκριση εκείνης και της συγκρατούμενή της Νιόβη Χαριτάκη, 20 χρονών και 7 μηνών έγκυος, οδηγήθηκαν από την Πολιτοφυλακη στα διυλιστήρια της ΟΥΛΕΝ.
Μετά από εντολή του διοικητή «Καπετάν Ορέστη» η Ελένη Παπαδάκη, αφού της αφαιρέθηκαν όλα τα ρούχα και τα κοσμήματα της, οδηγήθηκε στον εκτελεστή -δήμιο Βλάση Μακαρώνα, τέως μπακάλη από τη Νέα Ιωνία. Ο Μακαρώνας εκτελούσε τους άλλους μελλοθάνατους με τσεκούρι. Στην περίπτωση όμως της Ελένης Παπαδάκη, ο θάνατος της ήρθε, ύστερα από πυροβολισμό δις στον σβέρκο, αφού πιθανότητα, ο Μακαρωνάς γοητεύθηκε από την ομορφιά της.
Η σορός της γνωστής ηθοποιού, έκανε να βρεθεί έναν μήνα αργότερα, στις 26 Ιανουαρίου 1945, και η κηδεία της τελέστηκε δυο ημέρες αργότερα. Ήταν μόνο 41 ετών.
Παρ’όλες τις φήμες και τον εθνικό διχασμό, ο θάνατος της έπληξε τον καλλιτεχνικό και μη κόσμο, και θρηνήθηκε ως εθνική απώλεια.
Το όνομα της «καθάρισε» εκ των υστέρων, όταν ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ, Νίκος Ζαχαριάδης, μιλώντας για την εκτέλεση της, την χαρακτήρισε ως «υπερβασία». Όσον αφορά τον «Καπετάν Ορέστη», όταν συνελήφθη με την ομάδα του, παραδέχτηκε ενώπιον λαϊκού δικαστηρίου του ΕΑΜ, πως εκείνος και η ομάδα του «ενήργησαν κατ’ εντολή των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών». Καταδικάστηκαν σε θάνατο από ΕΑΜικό Λαϊκό Στρατοδικείο και εκτελέστηκαν δημόσια στην Πλατεία Κολιάτσου. Το 1945 ο Νίκος Ανδρικίδης, ΕΛΑΣίτης λοχαγός και διαμερισματάρχης που είχε συλλάβει τους εκτελεστές της Παπαδάκη, παραπέμφθηκε σε κακουργιοδικείο για την εκτέλεση των εκτελεστών της και καταδικάστηκε σε ισόβια. Ο φυσικός αυτουργός της δολοφονίας της, Βλάσης Μακαρώνας, εκτελέστηκε το 1948.
Σε περιόδους πολέμου, τα νερά γίνονται εύκολα θολά και άνθρωποι που δεν ευθύνονται για πράξεις προδοσίας, πληρώνουν το τίμημα της στιγμής. Καμία τιμωρία δεν μπορεί να επαναφέρει στην ζωή την Ελένη Παπαδάκη, ούτε να εξαφανίσει τις υποψίες και τις φήμες, που πάντα θα ακολουθούν την ιστορία της, ακόμα και αν διασταυρώθηκαν ως ψευδείς.
Στην κηδεία της, ο Άγγελος Σικελιανός, είπε: «Μνήσθητι Κύριε : Για την ώρα που η λεπίδα του φονιά άστραψε κι όλος ο θεός της τραγωδίας εφάνη. Μνήσθητι Κύριε: για την ώρα που άξαφνα, κι οι εννιά αδερφές εσκύψαν να της βάλλουν των αιώνων το στεφάνι».
Κλείνοντας το κείμενο, παραθέτουμε μερικά όμορφα λόγια, που ειπώθηκαν για την Ελένη Παπαδάκη, από ανθρώπους του χώρου:
Στρατής Μυριβήλης: «Ένας τυφλός, ακούγοντας την Ελένη Παπαδάκη, θα βλέπει ασφαλώς τα χρώματα και τα σχήματα».
Γρηγόριος Ξενόπουλος: «Η Ελένη Παπαδάκη είναι η αδιαμφισβήτητη διάδοχος της Κοτοπούλη».
Κώστας Γεωργουσόπουλος: «Η Παπαδάκη υπήρξε ηθοποιός μυθικών προσόντων… Το πέρασμά της από την ελληνική σκηνή άφησε ένα μυθικό αποτύπωμα οριακό και ανεπανάληπτο και ήδη σε ηλικία 36 ετών κατόρθωσε να οικοδομήσει ένα μέγιστο παράδειγμα ολοκληρωμένου καλλιτέχνη».
Καθώς και μερικά βίντεο από την καλλιτεχνική της δημιουργία…:
https://www.youtube.com/watch?v=U7shHpFAqEo