Η αντισυμβατικότητα επί τω έργω ή μάλλον επί σκηνής. Ερμηνεύεται ως μια “επώδυνη” διαδικασία θέασης, που εκ των πραγμάτων ενέχει στοιχεία τραγικότητας, μιας και κινείται στα κατώτερα στρώματα του υποσυνείδητου, που συνειδητά ο θεατής, εν προκειμένω, διατηρεί καταχωμένα.
Εμπνευστής αυτής της θεατρικής πρακτικής υπήρξε ο Αντονέν Αρτώ. Η ζωή του ήταν σύντομη, αλλά, παιδιόθεν, διάτρητη από τραύματα σωματικά και ψυχικά, που παρέμεναν ανοιχτά και αθεράπευτα, εθίζοντάς τον όλο και περισσότερο στα οπιούχα φάρμακα και στα κατασταλτικά. Έζησε μαρτυρικά και επί μακρόν στα σανατόρια, ως ‘παράφρων’ που χρήζει ‘θεραπείας’ με απανωτά ηλεκτροσόκ, ενώ μελετούσε Πόε και Μπωλντερ και γνώριζε το σουρεαλιστικό κίνημα, με το οποίο, εν τέλει, δεν ταυτίστηκε πλήρως και εγκατέλειψε. Έζησε στη δίνη της κατάθλιψης, υποφέροντας από νευρικούς κλονισμούς, ιδιοφυής και παραγκωνισμένος από τους συγχρόνους του, ακολούθησε σταθερά το δικό του θεατρικό μονοπάτι, σπέρνοντας την ιδέα ‘περί μαγικού θεάτρου’. Επεδίωκε δηλαδή τη στροφή ή καλύτερα την επιστροφή του θεάτρου στις αρχέγονες ρίζες του, στα τελετουργικά δρώμενα, στο χορό, στη μουσική, στην κίνηση, στην τελετουργία, με στόχο να ανασύρει τις ορμέμφυτες τάσεις του θεατή. Αυτό, λοιπόν, καθορίζει και το πλαίσιο της θεωρίας του Θεάτρου της Σκληρότητας του Αντονέν Αρτώ.
Θεωρούσε αναγκαία τη διάσπαση της συνέχειας του παραδοσιακού θεάτρου, τη ρήξη με την παραδοσιακή σύσταση του από κοινωνικές συμβατικότητες και ψυχολογικές αγκιστρώσεις των ηρώων. Επικεντρώνεται πια στο θεατή. Δεν τον αντιμετώπιζε ως παθητικό δέκτη ενός ψυχαγωγικού-διασκεδαστικού θεάματος, αλλά ‘τού επιτίθετο με σκληρότητα’, με σκοπό να τον αφυπνίσει. ‘Τού επιτίθετο’ για να ενεργοποιήσει το υποσυνείδητό του, ώστε να αναδυθούν οι φόβοι και τα αρχέγονα ένστικτα του, να αναγκαστεί να σταθεί κατά πρόσωπο απέναντί τους, ως μια πνευματική θεραπευτική διαδικασία προς την αυτοβελτίωση και αναμέτρηση με τις κοινωνικές συνθήκες και τα στεγανά που δημιουργούνται εκ γενετής. Το Θέατρο της Σκληρότητας είναι κατ’ ουσία ένα ‘θέατρο συγκρουσιακό’, όπως και η ίδια η ζωή. Χρειάζεται δράση και αντίδραση ενάντια στην παθητικότητα, ενάντια στα ‘φορεμένα’ συστήματα, ενάντια στους φόβους που γεννά το εσωτερικό σκοτάδι. Η διαδικασία είναι επώδυνη και απαιτεί ρίσκο.
Έτσι, στο Θέατρο τού Αρτώ οι λέξεις απογυμνώνονται από το νόημά τους και αποκτούν φωνητική δύναμη, γίνονται κραυγές, κλάματα, συναίσθημα, εμπειρία. Το σώμα πρωταγωνιστεί με χειρονομίες, με χορευτικές κινήσεις και στάσεις, το πρόσωπο συσπάται και εκφράζεται. Ο λόγος αφαιρείται, εγκαταλείπεται ως ένα μέσο που αδυνατεί να εκφράσει στο έπακρο την αλήθεια της ψυχής. Γι αυτό το λόγο, οι παραστάσεις δίνονταν σε ανοιχτούς χώρους, χωρίς σκηνικές συμβάσεις. Ηχητικά και φωτιστικά εφέ πλαισίωναν την παράσταση, καθώς ο Αρτώ επεδίωκε να ταράξει το συναίσθημα, να κεντρίσει τη ψυχή. Η θεωρία του Αρτώ και η εφαρμογή της δεν άφησε ανεπηρέαστους εκείνους που τον μελέτησαν και ασπάστηκαν τη θεατρική του αντίληψη και πρόταση, όπως ο Ζαν Ζενέ, ο Χάινερ Μίλερ και ακόμα περισσότερο ο Γκροτόφσκι που συνέβαλε την εξέλιξή του.
ΠΗΓΕΣ:
Ο Αντονέν Αρτώ και το Θέατρο της Σκληρότητας στο https://www.postmodern.gr
Το Θέατρο της Σκληρότητας στο https://www.mytheatro.gr