Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, και ιδιαίτερα μετά την ανταλλαγή πληθυσμών όπως υπογράφηκε στη Σύμβαση της Λοζάνης, κατέφτασε στην Ελλάδα πλήθος προσφύγων. Εκείνοι συνέβαλαν με την πάροδο του χρόνου σημαντικά στην οικονομία της χώρας, όπως και στον πολιτισμό. Παρόλα αυτά, η ένταξή τους στην κοινωνία δεν υπήρξε εύκολη υπόθεση, καθώς αντιμετώπισαν δύσκολες συνθήκες διαβίωσης και προκαταλήψεις από τον γηγενή πληθυσμό.
Ο αριθμός των προσφύγων
Στην απογραφή πληθυσμού του 1928 καταμετρήθηκαν συνολικά 1.221.849 πρόσφυγες, εκ των οποίων 1.104.216 είχαν έρθει από την Τουρκία. Οι 1.017.794 από αυτούς είχαν φτάσει στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η απογραφή, όμως, δεν ήταν απολύτως ακριβής, καθώς συγκατάλεξε ανάμεσα στους πρόσφυγες και τα παιδιά που είχαν γεννηθεί στην Ελλάδα από πρόσφυγα πατέρα. Επιπλέον, δεν έλαβε υπόψη τον μεγάλο αριθμό προσφύγων που έχασαν τη ζωή τους σε σύντομο χρονικό διάστημα από την έλευσή τους στη χώρα, ούτε όσους, έπειτα, μετανάστευσαν στο εξωτερικό.
Εκείνη την περίοδο, οι γηγενείς της Ελλάδας άγγιζαν σχεδόν τα 5 εκατομμύρια, που σημαίνει πως οι πρόσφυγες αποτελούσαν το 1/5 του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Μεγάλο ποσοστό προσφύγων που ζούσαν προηγουμένως σε αστικά κέντρα εγκαταστάθηκαν στην ύπαιθρο. Μάλιστα, σύμφωνα με την Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, σχεδόν οι μισοί από τους αγρότες πρόσφυγες ήταν προηγουμένως κάτοικοι αστικών κέντρων.
Κρατικά μέτρα και υποστήριξη προς τους πρόσφυγες
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, τόσο το κράτος όσο και ιδιώτες κινητοποιήθηκαν για την κάλυψη των βασικών αναγκών των προσφύγων. Οργάνωσαν συσσίτια, διενέργησαν εράνους και τους παρείχαν διάφορα είδη πρώτης ανάγκης. Ακόμα, σημαντική ήταν η συμβολή ξένων φιλανθρωπικών οργανώσεων, ιδιαίτερα στον τομέα της ιατρικής περίθαλψης.
Την προσωρινή στέγαση των προσφύγων ανέλαβε το Υπουργείο Περιθάλψεως. Υπήρξε πληθώρα αυτοσχέδιων κατασκευών για στέγαση, όπως καλύβες και σκηνές, σε δημόσιους χώρους, ενώ χρησιμοποιήθηκαν επίσης σχολεία, εκκλησίες, αποθήκες κ.ά.. Τα άδεια σπίτια επιτάχθηκαν και αρκετοί υπήρξαν οι ένοικοι που μοιράστηκαν τις κατοικίες τους με πρόσφυγες.
Οι πρόσφυγες θεωρούσαν την παραμονή τους στην Ελλάδα μια προσωρινή κατάσταση, γι’ αυτό και τον πρώτο καιρό ανέχονταν τις δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να καθυστερεί η ένταξή τους στην κοινωνία. Όμως, με την υπογραφή της Σύμβασης της Λοζάνης μερικούς μήνες αργότερα, συνειδητοποίησαν πως δε θα επέστρεφαν στην πατρίδα τους. Έτσι, στόχος τους ήταν πλέον η ενσωμάτωση στον νέο αυτό τόπο.
Η Συνθήκη της Λοζάνης
Η Συνθήκη της Λοζάνης υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου 1923, με την ομώνυμη Σύμβαση να έχει υπογραφεί από τις 30 Ιανουαρίου του ίδιου έτους. Η Σύμβαση ρύθμιζε την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Συγκεκριμένα, αφορούσε τους Έλληνες ορθόδοξους της Τουρκίας και τους μουσουλμάνους της Ελλάδας και ίσχυε αναδρομικά για όλες τις μετακινήσεις από τη μέρα κήρυξης του Α’ Βαλκανικού Πολέμου. Εξαίρεση από τη Σύμβαση αποτελούσαν οι Έλληνες ορθόδοξοι της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου και οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης.
Σύμφωνα με τη Σύμβαση, οι ανταλλάξιμοι θα απέβαλλαν την παλιά τους ιθαγένεια, αποκτώντας εκείνη της χώρας στην οποία θα εγκαθίσταντο, ενώ τη μετακίνησή τους θα διευκόλυνε η Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής. Είχαν το δικαίωμα να μεταφέρουν μαζί την κινητή περιουσία τους, καθώς και να λάβουν από το κράτος στο οποίο θα πήγαιναν αποζημίωση ισάξια με την ακίνητη περιουσία που εγκατέλειψαν στην πατρίδα τους. Οι αντιδράσεις των προσφύγων της Ελλάδας στην υπογραφή της Σύμβασης ήταν έντονες, υπήρξαν διαμαρτυρίες και οργανώθηκαν πολλά συλλαλητήρια.
Η αποκατάσταση των προσφύγων
Για τον καθορισμό του τρόπου μετανάστευσης των πληθυσμών και την εκτίμηση της ακίνητης περιουσίας των ανταλλαξίμων, ιδρύθηκε, με βάση τη Σύμβαση της Λοζάνης, η Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής. Ακόμα, συστάθηκε η Γενική Διεύθυνση Ανταλλαγής Πληθυσμών, καθώς και κατά τόπους Γραφεία Ανταλλαγής Πληθυσμών.
Το 83% της αγροτικής αποκατάστασης των προσφύγων, που είχε σχεδιάσει η ΕΑΠ, πραγματοποιήθηκε σε τρία χρόνια. Στόχος ήταν να λάβει κάθε οικογένεια προσφύγων γη, ζώα και μόνιμη κατοικία. Μέχρι το 1926 είχαν εγκατασταθεί οριστικά 551.936 αγρότες πρόσφυγες, ενώ το 1938 ο αριθμός είχε ανέλθει σε 668.316.
Η αστική αποκατάσταση, αντιθέτως, προχωρούσε με αργούς ρυθμούς και αφορούσε τη χορήγηση κατοικιών σε συνοικισμούς γύρω από την Αθήνα, τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη και άλλα αστικά κέντρα της χώρας. Τέτοιοι συνοικισμοί ήταν στην πρωτεύουσα η Νέα Σμύρνη, η Νέα Ιωνία, η Νέα Φιλαδέλφεια, ο Βύρωνας, η Δραπετσώνα, η Καλλιθέα, η Κοκκινιά και η Καισαριανή. Μέχρι το 1926 είχαν εγκατασταθεί σε κατοικίες μόνο 72.230 αστοί πρόσφυγες. Μέχρι το 1930 είχαν κατασκευαστεί περίπου 52.000 κατοικίες, όμως υπήρχαν δεκάδες χιλιάδες οικογένειες προσφύγων που ζούσαν ακόμα σε αυτοσχέδιες κατασκευές.
Συνθήκες διαβίωσης
Παρά το μεγάλο έργο της αποκατάστασης των προσφύγων στην Ελλάδα, οι συνθήκες διαβίωσης ειδικά τα πρώτα χρόνια ήταν αντίξοες. Οι πρόσφυγες ήταν αρχικά ψυχικά τραυματισμένοι, απόρροια της κατάστασης την οποία βίωναν. Μεταξύ άλλων, μαστίζονταν από πλήθος ασθενειών, συγκεκριμένα τύφο, γρίπη, φυματίωση (κυρίως στις πόλεις) και ελονοσία (κυρίως στην ύπαιθρο).
Κοινωνικές συνθήκες
Οι πρόσφυγες δεν αποτελούσαν ένα ενιαίο σύνολο. Υπήρχαν πρόσφυγες από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα και προερχόμενοι από διαφορετικές περιοχές. Αυτό σήμαινε πως μιλούσαν διαφορετικές διαλέκτους, ακόμα και γλώσσα (μάλιστα, περίπου το 10% των προσφύγων που έφτασαν στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ήταν τουρκόφωνοι). Αυτό εμπόδιζε σε μεγάλο βαθμό την επικοινωνία τους με τους γηγενείς, οι οποίοι αμφισβητούσαν την «ελληνικότητα» των πρώτων.
Οι εύποροι κάτοικοι της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης που έφεραν στην Ελλάδα την περιουσία τους εντάχθηκαν εύκολα στην οικονομική και κοινωνική ζωή του τόπου. Όμως, η πλειοψηφία, αφομοιώθηκε πολύ αργά. Κατηγορούσαν το κράτος πως, με την υπογραφή της Σύμβασης της Λοζάνης, παραβίασε τα βασικά τους δικαιώματα και πως αποζημιώθηκαν μόνο εν μέρει για τις περιουσίες τους.
Οι πρόσφυγες και οι γηγενείς είχαν μεταξύ τους διαφορετική νοοτροπία. Οι γηγενείς ήταν πολλές φορές αφιλόξενοι, συχνά αναφέρονταν απαξιωτικά στην κοσμοπολίτικη συμπεριφορά των προσφύγων και υπήρχαν στερεότυπα για τα ήθη των γυναικών προσφύγων. Οι πρόσφυγες ήταν σε πολλά μέρη ανεπιθύμητοι, αποκαλούνταν από τους γηγενείς «τουρκόσποροι» και «ξενομερίτες» και υπήρξαν φορές που ασκήθηκε εις βάρος τους σωματική βία, εκτός της ψυχολογικής. Οι Έλληνες ένιωθαν απειλή από εκείνους στον επαγγελματικό τομέα και τους θεωρούσαν υπεύθυνους όταν έχαναν δουλειές, καθώς οι πρόσφυγες αναλάμβαναν εργασία με χαμηλούς μισθούς.
Αρνητική στάση της κυβέρνησης
Εκτός από την αρνητική αντιμετώπιση των Μικρασιατών προσφύγων από μια μεγάλη μερίδα του γηγενούς πληθυσμού, αρνητική στάση απέναντί τους κράτησε αρχικά και η ίδια η κυβέρνηση. Συγκεκριμένα, στις 20 Ιουλίου 1922, δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με ομόφωνη απόφαση της Βουλής, ο νόμος 2870 «περί της παρανόμου μεταφοράς προσώπων ομαδόν ερχομένων εις τους Ελληνικούς λιμένας εκ της αλλοδαπής». Το πρώτο άρθρο του νόμου ήταν υπογεγραμμένο από τον βασιλιά Κωνσταντίνο, τον υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτριο Γούναρη και τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας Λουκά Κανακάρη Ρούφο. Σύμφωνα με το άρθρο, «απαγορεύεται η εν Ελλάδι αποβίβασις προσώπων ομαδόν αφικνουμένων εξ αλλοδαπής, εφ’ όσον ούτοι δεν είναι εφωδιασμένοι διά τακτικών διαβατηρίων νομίμως τεθεωρημένων ή διά των εγγράφων των εκάστοτε οριζομένων διά Βασιλικών διαταγμάτων, εκδιδομένων προτάσει των επί των Εσωτερικών, Εθνικής Οικονομίας και Περιθάλψεως Υπουργών».
Σύμφωνα με το άρθρο 2, προβλέπονταν ποινές για τους δουλέμπορους που μετέφεραν πρόσφυγες στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, τιμωρούνταν με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή που αναλογούσε στον αριθμό των ατόμων που μετέφεραν. Ακόμα, είχε προηγουμένως ανακοινωθεί επίσημα από την κυβέρνηση η μετατροπή της Μακρονήσου σε στρατόπεδο συγκέντρωσης προσφύγων, λόγω του φόβου μετάδοσης ασθενειών.
Ο Αριστείδης Στεργιάδης, Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης, φέρεται να είχε δηλώσει πριν την Καταστροφή πως «Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξη ο Κεμάλ, γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα». Απάνθρωπα ήταν και τα λόγια του πρίγκιπα Ανδρέα, σε επιστολή του προς τον Ιωάννη Μεταξά: «Απαίσιοι πραγματικώς είναι οι εδώ Ελληνες, εκτός ελαχίστων. Επικρατεί Βενιζελισμός ογκώδης. Θα ήξιζε πράγματι να παραδώσωμεν την Σμύρνην εις τον Κεμάλ διά να τους πετσοκόψη όλους αυτούς τους αχρείους, οι οποίοι φέρονται ούτω κατόπιν του φοβερού αίματος όπερ εχύσαμεν εδώ. Αίματος της Παλαιάς Ελλάδος δε, διότι όλα τα παιδιά των οπωσδήποτε καλυτέρων οικογενειών των ενταύθα υπηρετούν εις τα μετόπισθεν, αλλοίμονον δε αν οιονδήποτε τμήμα ευρεθή σχηματισμένον μόνον από Μικρασιάτας και ενώπιον του εχθρού!».
Η σημαντική προσφορά των Μικρασιατών
Είναι πραγματικά αδιαμφισβήτητη η προσφορά των Μικρασιατών προσφύγων, τόσο στην οικονομία όσο και στον πολιτισμό, παρά τα δεινά που υπέστησαν μετά την άφιξη τους στην Ελλάδα. Στον τομέα της οικονομίας, η βιομηχανία επωφελήθηκε από το νέο και ειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Οι πρόσφυγες ήταν εγγράμματοι, γνώριζαν ξένες γλώσσες, είχαν επιχειρηματικό μυαλό, δεξιότητες και πείρα. Έτσι, μπόρεσαν σταδιακά να αναδειχθούν σε επιχειρηματίες και βιομήχανους.
Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις αυξήθηκαν σημαντικά, συνεπώς και η αγροτική παραγωγή. Εισήχθησαν νέες καλλιέργειες και επεκτάθηκαν εκείνες του καπνού, του βαμβακιού και της σταφίδας. Η κτηνοτροφία βελτιώθηκε και αναπτύχθηκε η δενδροκομία, η σηροτροφία και η αλιεία. Ο αριθμός των βιομηχανικών μονάδων διπλασιάστηκε τη δεκαετία που ακολούθησε. Οι πρόσφυγες, επιπλέον, εργάστηκαν και διέπρεψαν στους τομείς της κλωστοϋφαντουργίας, της ταπητουργίας, της μεταξουργίας και της αλευροβιομηχανίας.
Συνολικά, συνέβαλαν σημαντικά στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού και πρόσφεραν πολλά στον πολιτισμό, ιδιαίτερα στη λογοτεχνία και το τραγούδι, με τα έργα τους να έχουν μείνει αλησμόνητα. Παρακάτω ακολουθεί βίντεο με σπάνια πλάνα με τους πρώτους Μικρασιάτες πρόσφυγες στην Ελλάδα.
Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν στο άρθρο:
– «Ξενομερίτες». Οι απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί και η αφιλόξενη υποδοχή των μικρασιατών στην Ελλάδα. Η συμβολή τους στον πολιτισμό και την οικονομία. Ανακτήθηκε από https://www.mixanitouxronou.gr/xenomerites-oi-apaxiotikoi-charaktirismoi-kai-afiloxeni-ypodochi-ton-mikrasiaton-stin-ellada/ (Τελευταία πρόσβαση: 07/10/2022)
– Χάρτης απεικόνισης κύριων περιοχών εγκατάστασης Μικρασιατών προσφύγων σε Αθήνα και Πειραιά. Ανακτήθηκε από https://refugeesingreece.gr/χάρτης-απεικόνισης-κύιων-περιοχών-ε/ (Τελευταία πρόσβαση: 07/10/2022)
– Ελληνιάδης, Σ. (2022). 1922 – Όταν οι πρόσφυγες συνάντησαν τους γηγενείς. Ανακτήθηκε από https://www.kar.org.gr/2022/01/20/1922-otan-oi-prosfyges-synantisan-toys-gigeneis/ (Τελευταία πρόσβαση: 07/10/2022)
– Κρεασίδης, Γ. (2022). 1922: Το δράμα της προσφυγιάς- Ξεριζωμός, εκμετάλλευση και ρατσισμός. Ανακτήθηκε από https://prin.gr/2022/07/prosfygia/ (Τελευταία πρόσβαση: 07/10/2022)
– Κωστόπουλος, Τ. (2016). Ανεπιθύμητοι πρόσφυγες. Ανακτήθηκε από https://www.efsyn.gr/arheio/fantasma-tis-istorias/66128_anepithymitoi-prosfyges (Τελευταία πρόσβαση: 07/10/2022)
– Μαυρογορδάτος, Γ. Θ. (2019). Μύθοι και αλήθειες για τους πρόσφυγες του 1922. Ανακτήθηκε από https://www.lifo.gr/culture/arxaiologia/mythoi-kai-alitheies-gia-toys-prosfyges-toy-1922 (Τελευταία πρόσβαση: 07/10/2022)
– Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας (Γ Λυκείου Ανθρωπιστικών Σπουδών) – Γ. Η αποκατάσταση των προσφύγων. Ανακτήθηκε από http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2758/Themata-Neoellinikis-Istorias_G-Lykeiou_html-apli/index3_9.html (Τελευταία πρόσβαση: 07/10/2022)
– Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας (Γ Λυκείου Ανθρωπιστικών Σπουδών) – Δ. Η αποζημίωση των ανταλλαξίμων και η ελληνοτουρκική προσέγγιση. Ανακτήθηκε από http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2758/Themata-Neoellinikis-Istorias_G-Lykeiou_html-apli/index3_10.html (Τελευταία πρόσβαση: 07/10/2022)
– Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας (Γ Λυκείου Ανθρωπιστικών Σπουδών) – Ε. Η ένταξη των προσφύγων στην Ελλάδα. Ανακτήθηκε από http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2758/Themata-Neoellinikis-Istorias_G-Lykeiou_html-apli/index3_11.html (Τελευταία πρόσβαση: 07/10/2022)