Η Ελένη Λαζάρου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Το Κακό μέσα μου» κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΔΕΡΕ τον Ιούνιο του 2022. Πρόκειται για μία ιστορία που βασίζεται σε αληθινά γεγονότα και αφορά έναν άντρα τον οποίο γνώριζε η ίδια. Αυτός ο άντρας είχε βιώσει ένα πολύ μεγάλο κακό. Όπως θα πει και η ίδια η συγγραφέας «Ένα έγκλημα μεταφέρεται από γενιά σε γενιά, “σκοτώνει” ξανά και ξανά αφήνοντας πίσω του ένα θλιβερό απόηχο».
Επιμέλεια συνέντευξης: Χριστίνα Γκουτή
Παράλληλα έχει εργαστεί και ως γραφίστρια, αλλά γρήγορα η συγγραφή κέρδισε το ενδιαφέρον της. Έχει ασχοληθεί κυρίως με την συγγραφή σεναρίων σε κινηματογράφο και διαφημίσεις, ενώ σε κάθε ευκαιρία παρακολουθεί σεμινάρια συγγραφής και λογοτεχνίας. Ανήκει από τον Μάρτιο του 2022 στην συγγραφική οικογένεια των εκδόσεων ΔΕΡΕ.
Σας ευχαριστούμε πολύ για την συνέντευξη που μας παραχωρείτε. Από γραφίστας γίνατε συγγραφέας. Πώς προέκυψε αυτή η αλλαγή καριέρας;
Ως παιδί δύο πράγματα αγαπούσα, να ζωγραφίζω και να γράφω. Ως ενήλικας έχω την ευτυχία να εξακολουθώ να κάνω και τα δύο εφευρίσκοντας πάντα νέους τρόπους να τα συνδυάζω. Για να είμαι ειλικρινής η λέξη “αλλαγή” είναι κάτι που δεν έχει περάσει ποτέ από το μυαλό μου, το ίδιο και η “καριέρα”.
Πόσο δύσκολο είναι για κάποιον να αποφασίσει ότι θέλει να κάνει κάποιο άλλο επάγγελμα στην ζωή του, να παρατήσει όλα όσα έχει πετύχει και να ξαναρχίσει από το μηδέν;
Το επάγγελμα της γραφιστικής το άφησα σταδιακά όταν έγινα μητέρα. Έχασα τον πατέρα μου πολύ μικρή και η μητέρα μου αναγκάστηκε να βγει από το σπίτι, να δουλέψει. Ερχόταν μια γειτόνισσα και μας κρατούσε, εμένα και την αδερφή μου. Είχε τα ίδια μαύρα καρέ μαλλιά με την μητέρα μου. Στεκόμουν με τις ώρες πίσω της όσο έκανε διάφορες δουλειές, παρατηρούσα τα μαλλιά της και προσποιούμουν ότι ήταν η μητέρα μου. Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν ήταν για μένα πολύ σημαντικό να αφιερωθώ στα παιδιά μου και δεν υπήρξε ποτέ η παραμικρή δυσκολία να αποφασίσω αν θα αφήσω τη δουλειά μου. Εξάλλου η μητρότητα δεν με εμπόδισε ποτέ να είμαι δημιουργική. Το αντίθετο μάλιστα. Κάπου τότε κορυφώθηκε και η επιθυμία μου να γράψω.
Έχετε ασχοληθεί με την συγγραφή σεναρίων για κινηματογράφο και διαφημίσεις. Υπάρχει κάποια δουλειά σας που να σας έχει μείνει στο μυαλό ή να την ξεχωρίζετε από τις άλλες;
Η πρώτη. Μια μεγάλου μήκους ταινία “17 στα 18”, για την οποία αρχικά έγραψα το σενάριο μαζί με τον σύζυγό μου Αλέξανδρο Γραμματόπουλο και αργότερα εκείνος τη σκηνοθέτησε μαζί με τον Μίμη Κουγιουμτζή.
Ήμουν μικρή, μόλις είκοσι χρονών, πετούσα στα σύννεφα, αγνοούσα τις δυσκολίες, αψηφούσα τους κινδύνους, η λέξη αποτυχία δεν περνούσε καν από το μυαλό μου. Ήμουν θαρραλέα, είχα πείσμα και ανεξάντλητη δύναμη. Ένιωθα χτυποκάρδι κάθε φορά που έβλεπα μια σελίδα του σεναρίου να μεταφέρεται στο φιλμ. Κοιτώντας πίσω θα έλεγα πως ήταν μια από τις πιο “ζωντανές” δουλειές.
Υπάρχει κάποιος συγγραφέας που θαυμάζετε και έχετε ως πρότυπο;
Υπάρχουν συγγραφείς που διαβάζοντάς τους αισθάνομαι ότι είναι ειλικρινείς και αυθεντικοί, με αυτούς τους συγγραφείς συνδέομαι και κατά κάποιο τρόπο τους βάζω μέσα στην καρδιά μου και δεν τους βγάζω ποτέ. Μου αρέσει να αφουγκράζομαι μέσα στο κείμενο το προσωπικό τους βίωμα, να α αποκομίζω πράγματα που με κάνουν καλύτερο άνθρωπο. Η τεχνική, το λεξιλόγιο, μαθαίνονται η ψυχή όμως δεν διαποτίζει τις λέξεις αν αυτή δεν υπάρχει.
Η Lionel Shriver, για παράδειγμα αποτελεί πρότυπο για μένα. Λατρεύω την ευφυΐα της L.S, το θάρρος και την ειλικρίνεια της -χρειάζεται να έχεις θάρρος για να πεις αλήθειες που πονάνε- , το υποδόριο χιούμορ της, την ικανότητα της να ψυχαναλύει τους χαρακτήρες και να αντιμετωπίζει συγγραφικά τις καταστάσεις. Αν και έχει γραφτεί πολλά χρόνια πριν, το μυθιστόρημα της Lionel Shriver “Lets talk about Kevin” ήταν πηγή έμπνευσης για μένα και θεωρώ ότι είναι ένα μυθιστόρημα αντισυμβατικό και επίκαιρο.
Φέτος κυκλοφόρησε και το πρώτο σας μυθιστόρημα με τίτλο «Το κακό μέσα μου». Πείτε μας λίγα λόγια γι’ αυτό.
“Το κακό μέσα μου” είναι ένα μυθιστόρημα βασισμένο σε αληθινά γεγονότα. Υπήρξε κάποτε ένας ενήλικας. Όλοι έλεγαν ότι ήταν πολύ καλός, γλυκός και χαρούμενος τύπος. Κάθε φορά όμως που εγώ, σαν παιδί, ακουμπούσα στον μπράτσο του μπορούσα να ακούσω μέσα του την βοή και κάθε φορά που κοιτούσα τα μάτια του έβλεπα μέσα την αντάρα. Χρόνια μετά το θάνατό του έμαθα πως στα 13 χρόνια του, “σχεδόν αντράκι”, έγινε μάρτυρας ενός ειδεχθούς εγκλήματος, αυτό για το οποίο τελικά έγραψα. Ο μπαμπάς του, ένας βίαιος άντρας, πήρε τη ζωή της μητέρας του με 11 μαχαιριές, ενώ εκείνος βρισκόταν κάτω από το τραπέζι της κουζίνας.
Στην πραγματικότητα αυτό που πραγματικά ήθελα ήταν να συνθέσω ένα ψυχογράφημα όλων των ανθρώπων της ιστορίας. Να σκιαγραφήσω τις ζωές τους σε βάθος χρόνου, στην διάρκεια μιας ολόκληρης ζωής. Να αποδείξω ότι ένα έγκλημα δεν διαρκεί ποτέ μονάχα μια στιγμή. Ένα έγκλημα μεταφέρεται από γενιά σε γενιά, “σκοτώνει” ξανά και ξανά αφήνοντας πίσω του ένα θλιβερό απόηχο.
Το βιβλίο μιλάει για την έμφυλη βία, ένα θέμα αρκετά επίκαιρο. Γιατί επιλέξατε αυτό το θέμα;
Το θέμα της έμφυλης ήταν πάντα επίκαιρο και είναι πολύ εύκολο να το διαπιστώσει κανείς αυτό ανοίγοντας παλιές εφημερίδες.
Η επιλογή του θέματος δεν είχε να κάνει καθόλου με την επικαιρότητα αλλά με μια ιστορία, ένα έγκλημα το οποίο μέχρι την στιγμή που το ανακάλυψα ήταν ένα μυστικό για το οποίο κανείς δεν μιλούσε. Ένα ανείπωτο μυστικό πάνω στο οποίο είχαν σμιλευτεί ζωές τριών γενεών.
Στο ίδιο σποτ αναφέρει πως «Ένα έγκλημα κρύβει μέσα του πολλούς μικρούς θανάτους». Μπορείτε να μας εξηγήσετε την φράση αυτή;
Το έγκλημα, η αφαίρεση μιας ανθρώπινης ζωής, ιδίως μέσα σε μια οικογένεια, είναι η κορύφωση πολλών οδυνηρών καταστάσεων. Ένας άνθρωπος που ασκεί βία σε έναν άλλον στην πραγματικότητα προσπαθεί να τον μειώσει ακόμα και τον αφανίσει. Κάθε απειλή, κάθε εκβιασμός, κάθε είδος βίας είτε αυτή είναι κοινωνική, οικονομική, λεκτική, σωματική, σεξουαλική θεωρώ πως και ένας μικρός θάνατος.
Αυτό το βλέπουμε να συμβαίνει και στο βιβλίο. Δεν ξύπνησε μια μέρα ο πατέρας και σκότωσε τη γυναίκα του. Είχαν προηγηθεί πολύ άσχημες καταστάσεις και εδώ θα αναφέρω ένα απόσπασμα όταν το παιδί περιμένει τον βίαιο πατέρα να επιστρέψει σπίτι: “Έσφιγγε το σεντόνι μέσα στα χέρια του, κουλουριαζόταν στο σκληρό στρώμα στην προσπάθειά του να συρρικνώσει την εκτεθειμένη στο Κακό ύπαρξή του, να χαθεί σε μια ασφαλή ανυπαρξία. Η αναπνοή του σχεδόν κομμένη. Η ελάχιστη δόση οξυγόνου θόλωνε τη σκέψη του. Το στόμα του στέγνωνε. Το κορμί του ίδρωνε τόσο που θα έλεγε κανείς πως το ζήτημα ήταν να κατορθώσει με κάποιον τρόπο να υγροποιηθεί και ύστερα να εξατμιστεί.”
Αν δεν είναι αυτός ένας μικρός θάνατος τότε τι είναι;
Πόσο καιρό διήρκησε η συγγραφή του βιβλίου σας;
Τρία χρόνια. Ξυπνούσα και κοιμόμουν μέσα στην ιστορία μου. Ξεκίνησα μια μεγάλη έρευνα. Επισκέφτηκα τις φυλακές. Μου άνοιξαν τα αρχεία. Από εκεί ανέσυρα υλικό για την ολοκλήρωση και τη δομή του βιβλίου. Μίλησα με ανθρώπους που γνώριζαν. Έλαβα μέρος σε σεμινάρια εγκληματολογίας για να μάθω περισσότερα για τα εγκλήματα που έγιναν “εν βρασμώ ψυχής”, για να καλύψω το ερωτηματικό που ανερχόταν συνέχεια στην επιφάνεια. Πως μπορούμε να μιλάμε για “εν βρασμώ” όταν ο θύτης απειλεί ξανά και ξανά το θύμα; Δεν εμπεριέχει αυτή η απειλή, η προειδοποίηση, μια μορφή προμελέτης; Ήταν τρία πολύ γεμάτα χρόνια.
Πιστεύετε ότι υπάρχει κακό μέσα σε όλους μας; Πώς μπορούμε να προφυλαχτούμε από αυτό το κακό;
Υπάρχει και το κακό υπάρχει και το καλό, ωστόσο θέλω να πιστεύω πως όταν ένας άνθρωπος έρχεται στη ζωή η “δοσολογία” αρχικά είναι τέτοια που το καλό επικρατεί. Υπάρχουν όμως οι εξωτερικοί παράγοντες που έρχονται να μεταβάλλουν τις αναλογίες, να φυτέψουν σπόρους κακού στην ανθρώπινη ψυχή όταν εκείνη είναι ακόμα αγνή, εύπλαστη και ανυποψίαστη για την ύπαρξή του. Και αυτό είναι και κάτι που με απασχόλησε στο βιβλίο. Το κακό, η βία για παράδειγμα φέρνει πάντα βία; Το ελπιδοφόρο μήνυμα, αν θέλετε, το οποίο ήταν και το κίνητρο για να γράψω το βιβλίο ήταν ότι υπήρχε ένας άνθρωπος, τον οποίο γνώριζα πολύ καλά, ο οποίος είχε καταφέρει να διατηρήσει το καλό μέσα του ακόμα και αν σε μικρή ηλικία είχε βιώσει την βία και είχε γίνει μάρτυρας του απόλυτου Κακού.
Κάνατε μία πολύ δυναμική αρχή με το συγκεκριμένο μυθιστόρημα. Τι να περιμένουμε στο μέλλον;
Έκανα μια αρχή. Έγραψα ένα μυθιστόρημα. Το θέμα τώρα δεν είναι τι να περιμένουν οι άλλοι από εμένα αλλά τι περιμένω εγώ από τον εαυτό μου και αυτό είναι να μάθω από τα λάθη μου, να προσπαθήσω σκληρότερα, να καταφέρω να αφοσιωθώ και πάλι με το ίδιο πάθος σε κάτι καινούριο.
Τι συμβουλή θα δίνατε στα νέα παιδιά που θέλουν να ακολουθήσουν την καριέρα του συγγραφέα;
Δεν ξέρω αν μπορώ να δώσω κάποια συμβουλή συγκεκριμένα στα παιδιά που επιθυμούν να γίνουν συγγραφείς, μπορώ όμως να συμβουλεύσω τους νέους ανθρώπους που ονειρεύονται να δημιουργήσουν κάτι μικρό ή κάτι μεγάλο. Να μην φοβούνται να εκτεθούν, να κάνουν λάθη, να πουν την αλήθεια τους. Ο φόβος μας κρατάει πίσω. Και κάτι πολύ σημαντικό. Να μην ξεχνούν να λένε που και που και ένα μπράβο στον εαυτό τους ακόμα και για τα μικρά πράγματα το οποία με πίστη και μια μικρή επιβράβευση μπορούν να γίνουν μεγάλα.
Κλείνοντας, υπάρχει κάτι που γράφετε αυτό το διάστημα; Κάποια νέα ιστορία;
Πάντα κάτι σκέφτομαι να γράψω και πάντα κάτι γράφω. Ιστορίες έρχονται στο μυαλό μου σαν σχήματα και χρώματα που αλλάζουν συνεχώς μορφή, κάτι σαν καλειδοσκόπιο, περιστρέφω τον σωλήνα συνεχώς, με παιδικό ενθουσιασμό μέχρι να κατασταλάξω σε κάτι που θα με συνεπάρει.
Το βιβλία της Ελένης Λαζάρου από τις εκδόσεις ΔΕΡΕ μπορείτε να το βρείτε στον παρακάτω σύνδεσμο: