(Πηγή: Αλεξία Φέσσα/Φωτογραφία αρχείου)
Στους πρόποδες της Ροδόπης ξεπροβάλει μια πόλη με έντονο θρησκευτικό και πολυπολιτισμικό χαρακτήρα. Η Κομοτηνή, η πρωτεύουσα της δυτικής Θράκης είναι μια πόλη αφιερωμένη για τους λάτρεις της ιστορίας, του καλού φαγητού αλλα και της διασκέδασης.
Η Κομοτηνή χαρακτηρίζεται από πολλούς Έλληνες λαογράφους και εθνολόγους ως μια πόλη με έντονο πολιτισμικό πρόσωπο. Τα πρωινά του Σαββάτου στο κεντρικό παζάρι της πόλης μεταξύ των οδών Αγχιάλου και Δημοκρατίας μπορεί κάποιος να διακρίνει τους χριστιανούς, μουσουλμάνους, Ρομά και Πομάκους να πουλούν από ρούχα μέχρι λαχανικά και μπαχάρια με αρώματα ανατολής , από την οδό Μπακαλμπάση με τους καφενέδες και τα τσιπουράδικα, τις πλακοστρωμένες οδούς Ηπείρου και Ερμού του εμπορικού κέντρου με τα παραδοσιακά καφεκοπτεία, τα τενεκετζίδικα, τα ζαχαροπλαστεία με τα βουτυρένια γλυκίσματα, τα λουκούμια και τα πτι-φουρ.
Το σύγχρονο πρόσωπο της Κομοτηνής είναι επίσης γοητευτικό και ατίθασο με ωραία στέκια για φαγητό, μεζέ, καλόγουστα μπαράκια και νυχτερινά κέντρα διασκέδασης που γεμίζουν με φοιτητές και νέους. Αυτοί είναι που δίνουν νεανικό και ταυτόχρονα ζωντανό παλμό στην πόλη και πολλές φορές, νωρίς το πρωί, καθώς επιστρέφουν από τη νυχτερινή διασκέδαση, οι φωνές τους καλύπτουν τις ψαλμωδίες από τον ορθόδοξο ναό Κοίμησης της Θεοτόκου ή τη φωνή του μουεζίνη από το Γενί ή το Εσκί Τζαμί.
Γαστρονομική πανδαισία
Η πόλη της Κομοτηνής θεωρείται απο πολλούς βορειοελλαδίτες και μη ως μια περιοχή αφιερωμένη για τους λάτρεις του καλού και ιδιαίτερου φαγητού. Σήμα κατατεθέν της πόλης είναι τα περίφημα Σουτζούκ Λουκούμ τα οποία ειναι μακρόστενα λουκούμια που περιέχουν ζάχαρη, γλυκόζη, νεζεστέ και καρύδια. Τα σουτζούκ λουκούμ, που παρασκευάζονται στην Κομοτηνή από ειδικούς τεχνίτες (γνωστούς και ως λουκομοποιούς), διαφέρουν από τα υπόλοιπα λουκούμια ως προς την διαδικασία παρασκευής καθώς και στη μορφή.
Πέρα απο τα λουκούμια η Κομοτηνή καθώς και η ευρύτερη περιοχή της Ροδόπης έχουν να επιδείξουν μια μεγάλη ποικιλία απο πολυπολισμίκα φαγητά και εδέσματα όπως είναι το κεμπάπ η παστουρμαδόπιτα και πολλά άλλα.

Κύρια αξιοθέατα
Το Σπαθί
Το σύμβολο της Κομοτηνής και ίσως το πιο γνωστό αξιοθέατο της ειναι το Σπαθί (αλλιώς Ηρώο) το οποίο κατασκευάστηκε στις αρχές του 1970, εν μέσω της Χούντας των συνταγματαρχών, για τους ήρωες και πεσόντες του Δευτέρου Παγκόσμιου Πολέμου. Σύμφωνα με τους ντόπιους όσο είναι το ύψος του σπαθιού τόσα μέτρα βρίσκεται κάτω από το ύψος της θάλασσας η πόλη, καθότι είναι σε βαθούλωμα πεδιάδας.
Το Γενι Τζαμί
Το Γενι Τζαμί (Yeni Camii) το οποίο μεταφράζεται ως το «νέο τζαμί» ή αλλίως «νέο τέμενος» είναι ένα Οθωμανικό μνημείο το οποίο σύμφωνα με τη μουφτεία, χρονολογείται από το 1585. Η τοποθεσία του τεμένους βρίσκεται στο κέντρο της πόλης της Κομοτηνής καθώς δίπλα συναντάται και η μουφτεία της Ροδόπης. Η ίδρυσή του τεμένους αποδίδεται στον Αχμέτ Πασά Εκμεκτζόγλου, αρχιντεφτερδάρη (υπεύθυνος επί των οικονομικών) το διάστημα 1606-1613 του σουλτάνου Αχμέτ Α’ (1603-1617) και Οσμάν Β’ (1618-1622).
Πύργος του Ρολογιού
Ο Πύργος του Ωρολογιού (Τουρκικά: Saat Kule) είναι ένας πύργος της Οθωμανικής Περιόδου ο οποίος βρίσκεται στο κέντρο της Κομοτηνής δίπλα στο Γενί Τζαμί και χρονολογείται από τον 19ο αιώνα. Το μνημείο αυτό θεωρείται δείγμα του οθωμανικού μοντερνισμού του 1884 και ήταν αφιέρωμα του σουλτάνου Αμπντουλ Χαμίτ. Απέναντι απο τον πύργο βρίσκονται διάφορα καφέ, ταβέρνες και εστιατόρια που συχνάζουν άνθρωποι όλων των ηλικιών.

Τα παλαιά αρχοντικά
Στην Κομοτηνή, δίασπαρτα στο κέντρο της πόλης της, θα παρατηρήσει κανείς μια πληθώρα από παλιά αρχοντικά τα οποία αποτελούν ένα αδιάψευστο μάρτυρα της οικονομικής και πνευματικής ανάπτυξης των Ελλήνων της πόλης κατά την τελευταία περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας. Ανάλογα με την αρχιτεκτονική τους μορφή χωρίζονται σε δυο ομάδες. Στην πρώτη ομάδα περιλαμβάνονται όσα ακολουθούν την τοπική λαϊκή αρχιτεκτονική της Θράκης ενώ στη δεύτερη όσα ακολουθούν ευρωπαϊκούς αρχιτεκτονικούς ρυθμούς (μπαρόκ, νεοκλασικά) που είναι τα νεότερα.

Βιβλιογραφία
-
- Η Οθωμανική Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα. Υπουργείο Πολιτισμού (ΥΠ.ΠΟ.). 2008. σελ. 323
- Ethnos.gr. “Τα λουκουμάδικα” Ανακτήθηκε στις 2020-05-15