Φανή Κεχαγιά: Ταξίδι στον χρόνο με το βιβλίο της «Ομηρία»

Φανή Κεχαγιά / Πηγή: vivlio- life.gr

Η Φανή Κεχαγιά έχει δώσει τα διαπιστευτήρια της ως συγγραφέας με το μυθιστόρημα Ήθελα μόνο να με αγαπήσεις από τις εκδόσεις Έξη αλλά και με το παραμύθι Τα Φυγοπούλια από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Με καταγωγή από την Κεντρική Μακεδονία, και συγκεκριμένα από τις Σέρρες, εμπνέεται το καινούργιο της βιβλίο από την ιστορία των προγόνων της. Με γραφή ρεαλιστική, ώριμη και συγκινητική συνάμα, μοιράζεται μαζί μας το ταξίδι του ξεριζωμού των κατοίκων της Τζουμαγιάς (σημερινή Ηράκλεια) το 1916 μέχρι το Ποζάρεβιτς της Σερβίας μέσα από τις σελίδες του βιβλίου της Ομηρία, η ανείπωτη ιστορία ξεριζωμού της Τζουμαγιάς, από τις εκδόσεις Έξη, που κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες.


Πόσο δύσκολο ήταν αυτό το ταξίδι στο παρελθόν; Ποια ήταν τα προβλήματα που συναντήσατε και τα εμπόδια που ξεπεράσατε;

Οι πρώτες αναγνωριστικές βουτιές στο παρελθόν έγιναν όσο σκάλιζα ιστορικές πηγές και τις ελάχιστες μαρτυρίες που περισώζονται, τουλάχιστον όσες κατάφερα να συλλέξω, μια που όσες αφορούν την τοπική ιστορία όχι μόνο δεν αφθονούν, αλλά τουναντίον είναι σποραδικές, σπάνιες και διάσπαρτες. Ακολούθησε το ζόρικο μακροβούτι με τη συγγραφή. Εκεί, το ιστορικό υλικό πέρασε ξανά και ξανά –συχνά, επώδυνα– μέσα από το φίλτρο της μυθοπλασίας, μέχρι να κατασταλάξω πόσο από αυτό το υλικό θα αξιοποιηθεί στο βιβλίο, αυτούσιο ή υπαινικτικά. Εν τέλει, κράτησα το ιστορικό πλαίσιο μόνο ως καμβά πάνω στον οποίο κεντήθηκε η πλοκή του βιβλίου, που είναι μυθοπλασία.

Επομένως, ήταν ένα ταξίδι που είχε λίγο απ’ όλα. Αμφιταλάντευση, συγκίνηση, συγκλονισμό και αρκετό βασανισμό, κυρίως στο ζήτημα κάποιων επιλογών που έπρεπε να κάνω σχετικά με τη γλώσσα και με τους ήρωες. Για παράδειγμα, αν και υπάρχουν επώνυμες μαρτυρίες για το γεγονός, επέλεξα τελικά, από σεβασμό και διακριτικότητα, οι ήρωές μου και η δράση τους, όπως και η πλοκή, να είναι εξολοκλήρου προϊόν μυθοπλασίας.

Πως επιλέχθηκε ο τίτλος του βιβλίου σας «Ομηρία»;

Ως «Ομηρία» είναι γνωστό το γεγονός του καθολικού ξεριζωμού των Τζουμαγιωτών κατά τη Β΄ Βουλγαρική Κατοχή της Μακεδονίας, τη διετία 1916-18. Οπότε, ο τίτλος είναι φόρος τιμής σε αυτούς που το έζησαν και στους απογόνους τους.

Advertising

Advertisements
Ad 14
ekdoseiseksi.gr

Μιλήστε μας για την πρωταγωνίστρια του βιβλίου σας, την Αννού. Τα χαρακτηριστικά ποιων γυναικών ανασύρατε για να τη δημιουργήσετε;

Α, η Αννού… Δεν νομίζω πως είχα συνειδητά στο μυαλό μου κάποια γυναικεία πρότυπα όταν έπλαθα την Αννού. Υποθέτω όμως πως ο χαρακτήρας της ήταν, με κάποιον τρόπο, ήδη προκαθορισμένος από τη στιγμή που, σχεδόν παιδί ακόμη, εγκατέλειψε το σπίτι και τη βολή της, προκειμένου να ζήσει τον απαγορευμένο έρωτά της με τον Τούρκο Φουρκάν. Στην πορεία, η Αννού ζυμώθηκε και ατσαλώθηκε από τις καταστάσεις που αναγκάστηκε να ζήσει, παλεύοντας να κρατήσει ανόθευτη την προσωπική της ηθική.

Τώρα που το σκέφτομαι, μάλλον υποσυνείδητα στο πρόσωπο της Αννούς «ενσαρκώνεται» –μυθοπλαστικώ τω τρόπω– το πρότυπο όλων των γρανιτένιων γυναικών του παρελθόντος, που εξαναγκάστηκαν να επιβιώσουν με πείσμα  σε εποχές τραγικές –και σε πείσμα των καιρών– υπερβαίνοντας εαυτόν. Ναι, τελικά, ίσως αυτές τις γυναίκες θέλησα να τιμήσω πλάθοντας την Αννού.

Διαβάστε επίσης  Πάνος Μπούσαλης: «Απολαμβάνω τις συνεργασίες. Είναι που μας λείπει η αγκαλιά»

Αν και χρησιμοποιήσατε ιστορικά στοιχεία για να καταγράψετε το βιβλίο, έχετε τονίσει σε παλαιότερη συνέντευξή σας ότι δεν είναι ιστοριογραφία, αλλά μυθιστόρημα. Ποιες είναι οι διαφορές και οι ομοιότητες αυτών των δύο ειδών γραφής;

Το τόνισα και το ξανατονίζω, η Ομηρία δεν πρέπει να διαβαστεί ως ιστοριογραφία, αλλά ως μυθιστόρημα. Οι αφηγημένες ιστορίες και η δράση των ηρώων της Ομηρίας είναι εξολοκλήρου επινοημένες, δεν είναι αληθινές. Αληθινό είναι το ιστορικό γεγονός της μετατόπισης, εν καιρώ πολέμου, των κοντά 10.000 κατοίκων της Τζουμαγιάς, το οποίο θέλησα να γνωστοποιηθεί, εφόσον μέχρι τώρα, αν εξαιρέσουμε τους κατοίκους κάποιας ηλικίας της σημερινής Ηράκλειας (παλιά, Τζουμαγιάς), ελάχιστοι το γνωρίζουν και σαφώς όχι οι νεότεροι.

Στην ιστοριογραφία απαιτούνται εντελώς διαφορετικές διεργασίες από τη μυθιστορία. Στην ιστοριογραφία δεν χωράνε επινοήσεις. Της ιστοριογραφίας θεμέλιος λίθος είναι το επιβεβαιωμένο γεγονός. Στο μυθιστόρημα, το λέει και λέξη, αφηγείσαι έναν μύθο και, ασχέτως του αν υπάρχει ή δεν υπάρχει πρωτογενές υλικό, συνδετικός ιστός για την εξιστόρηση του μύθου, η μαγιά αν θέλετε, είναι εξολοκλήρου η φαντασία.

Advertising

Στο βιβλίο σας Ομηρία, χρησιμοποιείτε στη γραφή σας και την ντοπιολαλιά των κατοίκων της Τζουμαγιάς, τα βλάχικα. Σας προβλημάτισε αν έπρεπε να μιλήσετε με τη φωνή των προγόνων σας ή ήταν αυθόρμητη ανάγκη να εκφραστείτε με αυτό τον τρόπο;

Καταρχάς, να επισημάνω πως είμαι κατά το ήμισυ Θρακιώτισσα και δεν έχω καμία βλάχικη ρίζα. Για τα βλάχικα, προσέτρεξα σε λεξικά του Ι.Μ.Χ.Α. (Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου), αλλά κυρίως συμβουλεύτηκα γνήσιους Βλάχους, τον κύριο Ευάγγελο Αυδίκο με καταγωγή από το Συρράκο Ιωαννίνων και τον Γιάννη Τραγούδα από το Χιονοχώρι Σερρών, τους οποίους ευγνωμονώ για τα φώτα τους. Οι βλάχικες φράσεις, ωστόσο, είναι στο βιβλίο λίγες και διάσπαρτες, για να μη βαρύνουν την αφήγηση.

Από την άλλη, η ντοπιολαλιά βγήκε αυθόρμητα, αφού μεγάλο μέρος της είναι ριζωμένο μέσα μου από ακούσματα που έχω από τους παππούδες και τις γιαγιάδες μου. Οι ήρωες της Ομηρίας είναι άνθρωποι των αρχών του 20ού αιώνα, οπότε ήταν για μένα απολύτως λογικό να μιλούν τη γλώσσα της εποχής τους, ασχέτως αν αυτή μπορεί να δυσκολεύει τον αναγνώστη. Με μια σύγχρονη γλώσσα, η αληθοφάνεια του βιβλίου θα πήγαινε περίπατο, οπότε όχι, δεν προβληματίστηκα καθόλου για το ποια γλώσσα έπρεπε να μιλούν οι ήρωες.

Ποιοι είναι οι λόγοι για τους οποίους θα προτείνατε στους αναγνώστες να διαβάσουν την Ομηρία;

Μου βάζετε δύσκολα. Ειλικρινά, δεν είμαι σε θέση να προτείνω σε κάποιον να διαβάσει βιβλίο που έγραψα εγώ. Μπορώ ίσως να το κάνω για βιβλία που διάβασα, αλλά για βιβλίο δικό μου δυσκολεύομαι, το αισθάνομαι κάπως σαν χειραγώγηση. Συνεπώς, χάριν της αναγνωστικής ελευθερίας, ας αφήσουμε καλύτερα να επιλέγει ο κάθε αναγνώστης μόνος του τα βιβλία που πιστεύει πως έχουν κάτι να του πουν.

Εκτός από τη συγγραφή των δύο μυθιστορημάτων, έχετε εκδώσει και το παραμύθι Τα Φυγοπούλια, από τις εκδόσεις Ψυχογιός, με θέμα τη μετανάστευση. Ποιος είναι ο δρόμος γραφής που επιλέγει ένας συγγραφέας να μιλήσει στα παιδιά για ένα τόσο σοβαρό θέμα;

Το παιδικό βιβλίο είναι ένα ολότελα διαφορετικό είδος γραφής από το μυθιστόρημα ενηλίκων. Σε ένα βιβλίο που απευθύνεται σε ενήλικους έχεις την «ευκολία» πως μπορείς να είσαι όσο σκληρός, αφαιρετικός, ρεαλιστικός, ωμός ή κυνικός θέλεις. Στο παιδικό βιβλίο, πρέπει να στρογγυλεύεις τις λέξεις, τις έννοιες και τις καταστάσεις όσο δυσάρεστες ή δύσκολες κι αν είναι, αλλά με τρόπο ειλικρινή και ξεκάθαρο. Να λες –ενίοτε σκληρές– αλήθειες με τέτοιον τρόπο που να μην τραυματίσουν την παιδική ψυχή. Όταν γράφεις παιδικό βιβλίο, πρέπει να θυμηθείς και να ξαναβρείς τον παιδικό εαυτό σου και να πεις τα πράγματα όπως θα λαχταρούσε να τα ακούσει ο εαυτός σου-παιδί: με απλότητα, γνησιότητα και ευθύτητα.

Διαβάστε επίσης  Κλαίρη Θεοδώρου: "Η ζωή όλων θα μπορούσε να ήταν καλύτερη, αν συνειδητοποιούσαμε πόσο σημαντική είναι η αγάπη."
Advertising

Θέλω να πιστεύω πως στα Φυγοπούλια η μαμά λέει στον μικρό αλήθειες για τα παιδιά-πρόσφυγες ακριβώς με αυτόν τον τρόπο.

psichogios.gr

Ως φιλόλογος αλλά και ως συγγραφέας πώς πιστεύετε ότι θα βοηθήσει την εκπαιδευτική κοινότητα αλλά και τη λογοτεχνία η τεχνητή νοημοσύνη;

Χωράει μεγάλη συζήτηση το θέμα που θίγετε. Είναι δικέφαλο το τέρας της τεχνητής νοημοσύνης. Όπως οτιδήποτε τεχνολογικό –και, κατ’ επέκταση, ψηφιακό–, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να ωφελήσει και να βλάψει εξίσου, αναλόγως της χρήσης της.

Για παράδειγμα, σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση, μπορεί να αξιοποιηθεί από τον εκπαιδευτικό ως εναλλακτικό των παραδοσιακών μεθόδων εκπαιδευτικό εργαλείο προς εμπλουτισμό της διδασκαλίας με μέσα οικεία στον μαθητή, μα χρειάζεται φειδώ. Δίνεται, ας πούμε, η δυνατότητα στον εκπαιδευτικό να αξιοποιήσει το Chat-GPT ή άλλες εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης –όπως είναι το Bard της Google και το Sidney της Microsoft– στο μάθημα της Ιστορίας ή της παραγωγής λόγου (Έκθεση) για προσαρμοσμένο στο περιβάλλον της τάξης σχέδιο μαθήματος ή για επανάληψη / εμπέδωση της διδαγμένης γνώσης ή ακόμη και ως μέσο αυτοαξιολόγησης των μαθητών. Αλλά γνώμη μου είναι πως δεν πρέπει επ’ ουδενί να αντικαταστήσει τον διάλογο μέσα στη σχολική αίθουσα και, προπάντων, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή να μη γίνει κατάχρηση από τον μαθητή στο επίπεδο των δοθέντων εργασιών για το σπίτι. Συνεπώς, όταν ένας εκπαιδευτικός ενσωματώνει την τεχνητή νοημοσύνη στη διδασκαλία του, είναι ζωτικής σημασίας να διασφαλίζει τόσο ότι η χρήση της συμμορφώνεται με τα εκπαιδευτικά πρότυπα όσο και ότι οι μαθητές έχουν την ηθική ωριμότητα να κάνουν συνετή χρήση της.

Στη λογοτεχνία τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Εγείρονται από κάποιους φόβους πως η τεχνητή νοημοσύνη βαθμιαία θα υποσκελίσει τον συγγραφέα, ποιητή ή πεζογράφο, ή πως προσεχώς θα εμφανίζονται ολοένα και περισσότεροι συγγραφείς-απατεώνες, εφόσον κανένας δεν θα είναι ικανός να εξακριβώσει αν το “χ” μυθιστόρημα είναι προϊόν ανθρώπου ή μηχανής. Επίσης, υπάρχουν δυσοίωνες προβλέψεις ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα καταργήσει το επάγγελμα του λογοτεχνικού μεταφραστή, αφού μπορεί να μεταφράσει οτιδήποτε. Η λογοτεχνία, όμως, είναι καθαρά ανθρώπινη δημιουργία. Η λογοτεχνική γλώσσα λειτουργεί με μηχανισμούς αφαίρεσης, υπέρβασης των συντακτικών κανόνων, είναι ενίοτε αιρετική και ανατρεπτική, σε βαθμό που κανένα πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης δεν μπορεί να τη μιμηθεί. Ναι, είναι τρομακτικό να διαπιστώνεις πως ένα τέτοιο πρόγραμμα είναι ικανό να παραγάγει σε δευτερόλεπτα ένα ποίημα στο στιλ του Καβάφη ή ένα διήγημα στο ύφος του Τολστόι, αλλά αυτό που εντέλει έχει σημασία είναι πως πρόκειται για δίχως ψυχή ξερό μιμητή και όχι για δημιουργό.

Διαβάστε επίσης  WedMyWay: Μια έμπιστη μηχανή αναζήτησης γάμου
Advertising

Ο Τσόμσκι διατείνεται πως η τεχνολογική νοημοσύνη είναι ελαττωματική στη βαθύτερη αντίληψη για τη γλώσσα, εξού και είναι ανίκανη να παρέχει εξηγήσεις, που είναι στοιχείο αληθινής νοημοσύνης. Προσωπικά, πιστεύω πως το μεγαλύτερο έλλειμμα ενός προγράμματος τεχνητής νοημοσύνης, σε επίπεδο παραγωγής λογοτεχνίας, είναι η αδυναμία να σκιαγραφήσει τις λεπτές αποχρώσεις και τις απέραντες διαβαθμίσεις των ανθρώπινων συναισθημάτων, να καταγράψει ή να υπονοήσει σύνθετους και υπόρρητους ιστούς ανθρώπινων σχέσεων ή να ανατέμνει τον ανθρώπινο ψυχισμό, όπως μόνο ο λογοτέχνης-άνθρωπος είναι ικανός να κάνει. Στη λογοτεχνία, συχνά μεγαλύτερη βαρύτητα έχει ό,τι δεν λέγεται και αυτό είναι κάτι που μόνο ένας συγγραφέας με συναισθηματική ευφυΐα μπορεί να μεθοδεύσει.

Από την άλλη, η τεχνητή νοημοσύνη είναι αναμφίβολα εργαλείο που ο συγγραφέας δύναται να αξιοποιήσει σε προσυγγραφικό επίπεδο, για έρευνα και αναζήτηση υλικού. Εδώ ναι, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να συνεπικουρήσει τη λογοτεχνία.

Παράλληλα με τη συγγραφική σας ιδιότητα, έχετε και την ιδιότητα της επιμελήτριας κειμένων. Αν και αφανής ρόλος, πόσο σημαντικός είναι για την πορεία και ολοκλήρωση ενός βιβλίου;

Η επιμέλεια είναι κομβική για το τελικό αποτέλεσμα ενός βιβλίου, λιγότερο ίσως στην ποίηση, που είναι εξ’ ορισμού πιο σφιχτή, αλλά απολύτως ζωτική στην πεζογραφία, που ρέπει προς την απεραντολογία. Και δεν αναφέρομαι στη διόρθωση γραμματικών ή συντακτικών αστοχιών, αλλά στην καθοριστική παρέμβαση του ειδικού, που είναι ο επιμελητής, στον εσωτερικό ρυθμό, στη δόμηση, στο ωφέλιμο «σφίξιμο», στη λείανση και στην ανάδειξη των αρετών ενός κειμένου. Ο συγγραφέας, ως συναισθηματικά εμπλεκόμενος με το κείμενό του, είναι πολύ συχνά υποκειμενικός, μύωψ ή και τυφλός· αδυνατεί να γίνει αυστηρός, να αποχωριστεί χωρίς πόνο και ενδοιασμούς κομμάτια που πλαδαρεύουν τη ροή του λόγου. Ο επιμελητής είναι ο αφανής ήρωας, το αντικειμενικό και καθαρό βλέμμα που λειτουργεί προς το τελικό όφελος του κειμένου και ενός βιβλίου εν γένει. Είναι –ή, έστω, πρέπει να είναι– το δεξί χέρι του συγγραφέα.

Ποια είναι τα επόμενα λογοτεχνικά σας σχέδια; Η έμπνευση έχει την προτεραιότητα για την αρχή ενός καινούργιου βιβλίου ή ο συγγραφέας πρέπει να είναι ένας στρατιώτης της γραφής με πρόγραμμα και πειθαρχία;

Λογοτεχνικά πλάνα πολλά και κάποιες φορές συγκρουόμενα μεταξύ τους. Συχνά ένα λογοτεχνικό σχέδιο μένει στην άκρη, για να δώσει τη θέση σε ένα άλλο που ζητά μεγαλύτερο μερτικό – ξέρετε, κάποιες ιδέες είναι επιτακτικότερες από άλλες, είναι οι άτιμες πολύ πεισματάρες.

Advertising

Και, για να απαντήσω και στη δεύτερη ερώτησή σας, ισχύουν και τα δύο: το λογοτεχνικό κλικ, η έμπνευση αν θέλετε, δίνει ξεκάθαρα το έναυσμα, είναι η θρυαλλίδα για ένα νέο λογοτεχνικό ξεκίνημα, αλλά ο συγγραφέας που έχει τη συγγραφή ανάγκη ραμμένη στο πετσί του είναι αναπόφευκτα και στρατιώτης της γραφής, είτε με πρόγραμμα είτε χωρίς.

Έχω πτυχίο και μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Αγαπώ τη λογοτεχνία ,τη γραφή και τα ταξίδια. Ασχολούμαι με τη συγγραφή διηγημάτων και έχω συμμετάσχει με κείμενά μου σε συλλογικά βιβλία.

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Σχολική ετοιμότητα παιδιών με χαμηλό βάρος γέννησης

Το παρόν άρθρο Το παρόν άρθρο, με τίτλο Σχολική ετοιμότητα

Ανατροφή παιδιών με ΑΓΔ: Ανταμοιβές και προκλήσεις

Το παρόν άρθρο Περίπου 7,6% των παιδιών (~ δύο παιδιά