
Σήμερα θα σου μιλήσω για τα πρότυπά μου, τους ανθρώπους που γελούν συχνά, πολύ και με όλο τους το είναι. Να τονίσω εδώ, ότι οι άνθρωποι που γελούν δε σημαίνει ότι δεν πονούν, απλώς έχουν εκείνο το χάρισμα του να μετατρέπουν τον πόνο σε μια γλυκιά καμπύλη στο στόμα τους. Βγαίνει ένα ήχος ηχηρός από την ψυχή κι ο πόνος κοπάζει. Δεν τους αρέσει ο οίκτος, θέλουν μονάχα να ζουν με σεβασμό. Φαινομενικά αήττητοι και ότι τίποτε δεν τους αγγίζει, κι από μέσα μαλάματα, η ευαισθησία κτυπάει κόκκινο. Όταν πια το γέλιο δεν κρύβει τη λύπη τους ξεσπούν, μα μόνο εκεί που νιώθουν ασφαλείς, μόνο εκεί που δεν ανησυχούν να πέσουν στα μάτια του άλλου.
Να ‘ξερες μοναχά πόσος πόνος μπορεί να κρυφτεί πίσω από ένα γέλιο, ένα χαμόγελο πλατύ κι ένα άγγιγμα ζεστό στον ώμο. Πίσω από ένα «όλα καλά». Άνθρωποι με ένα γέλιο εκκωφαντικό που σπαράζουν αλλιώτικα, κάνουν τη θλίψη χαρά και τη βγάζουν από μέσα τους ανώδυνα. Όλοι περνούν διάφορα, είτε μικρά είτε μεγάλα, τα βαφτίζουν προβλήματα, δυστυχίες, ανησυχίες, και είναι κι εκείνοι που τα καμουφλάρουν ιδανικά! Άλλοι το λένε δύναμη, άλλοι υποκρισία, εγώ το λέω τρόπο ζωής, τρόπο αντίληψης του «υπάρχω». «Εγώ υπάρχω για να ευχαριστιέμαι κι όχι να υπομένω, υπάρχω για να παλεύω, να προσδοκώ, να ονειρεύομαι κι όχι να υποφέρω». Αυτό θα σου πουν, εάν τους ρωτήσεις. Γελούν όσο κι αν πονούν!
Δεν ξέρω.. Από τη μια είναι πραγματικά δυνατοί, ατσάλινοι και από την άλλη δέσμιοι να κρατούν μέσα τους ό,τι τους βασανίζει. Συνήθως όσο γελούν, άλλο τόσο κλαίνε όταν είναι μόνοι ή με εκείνους τους «ιδανικούς» που έχουν διαλέξει. Πονούν, μα δεν το ομολογούν.
Έχουν βρει το νόημα πιστεύω, της ζωής. Δεν τους αρέσει να γκαντεμιάζουν το τώρα, γελούν και προσφέρουν χαρά στους γύρω τους με τόση ευκολία, όσο κι αν πονούν. Συνήθως δρουν ως μαγνήτες για τα προβλήματα των άλλων και παίρνουν τον ρόλο του ψυχολόγου, του συμβουλευτή και του life coach. Καθόλου δεν τους ενοχλεί αυτό, καθένας σκέφτονται έχει τον ρόλο του στο κόσμο, έτσι κι εκείνοι οι γελαστοί διόλου δεν τους πειράζει που πρέπει να στηρίζουν και να δίνουν ελπίδα, ακόμα και μέρες που οι ίδιοι έχουν σχεδόν γονατίσει μέσα τους.
Τους έχω δει με τα ματιά μου, τους έχω περιεργαστεί, τους έχω μελετήσει, όπως σου είπα είναι τα πρότυπα μου και πασχίζω να τους μοιάσω, έχω δικούς μου πολλούς γελαστούς ανθρώπους και κυρίως τη μάνα μου. Αχ! Έχω αναφερθεί πολλές φορές σε εκείνη τη ΜΑΝΑ, μα μια ακόμη δεν πειράζει. Με έμαθε να ‘μαι έτσι κι εγώ με τη σειρά μου και είναι κάτι που θα της το χρωστάω παντοτινά. Κάθε μέρα γελά, μια μέρα -ακόμα και στα δύσκολα- δεν την είδα να μη γελά, έτσι μας έκανε όλους μας, μας το μετέδωσε με την αισιοδοξία και την παιδικότητά της. Άλλωστε είναι μεταδοτικό το γέλιο, είναι το πιο έντονο συναίσθημα της στιγμής που και να θες, δε μπορείς να μείνεις αδιάφορος στο άκουσμα του (αυτοί που πονούν και γελούν θα με καταλάβουν σε αυτό το σημείο).
Έτσι κι εγώ, έμαθα πια να τους διακρίνω του «γελαστούς», άλλοι τους λεν χαζοχαρούμενους, μα εγώ τους λέω «γελαστούς». Φαίνεται στα μελαγχολικά μάτια τους, μα όλο λάμψη και παιχνίδισμα τούτη τους η χαρά. Μια παιδικότητα ανεπιτήδευτη που δε θέλει κόπο για να φανεί. Από το «γεια» μέχρι το «καληνύχτα» που θα ακούσεις από εκείνους, θα διαπιστώσεις ότι είναι απλώς μεγάλα παιδιά. Μόνο αναίσθητους δε θα τους χαρακτήριζα. Έχουν μαγκιά, αέρα και λεβεντιά. Λεβεντιά, όπως τ’ άκους, για μια ζωή φευγάτη, για ένα κόσμο που δε σε θέλει δειλό ούτε μίζερο, σε θέλει επαναστάτη κι έτοιμο για όλα. Μα να ‘ξερες μόνο πόσο πονούν!
Λοιπόν δε θα πω πολλά, νομίζω τα είπα όλα. Κάτι τελευταίο μονάχα. Τέτοια άτομα να παλεύεις να βρεις στη ζωή σου, με τέτοια άτομα να τη στολίζεις. Αυτά τα γελαστά πρόσωπα φέγγουν σαν τον ήλιο και ακτινοβολούν, ακόμα κι όταν πονούν. Σαν τα βρεις να τα προσεχείς, όπως τα φυλαχτά, και να τα αγαπάς όσο σε αγαπούν και περισσότερο. Είσαι πολύ τυχερός αν έχεις ήδη στη ζωή σου ή αν βρεις τέτοιους ανθρώπους. Είναι σπάνιοι και με λίγα λόγια, αστέρια στον ουρανό.