Άρτεμις Βελούδου – Αποκότου: «Δεν υπάρχει μεγαλύτερος ανασταλτικός παράγοντας από την αδυναμία του να κάνεις όνειρα…»

Άρτεμις Βελούδου

Τελικά τι θα ήταν ο κόσμος χωρίς φαντασία; Πιστεύω ότι απλά δεν θα “ήταν”. Ποιος δεν αγαπάει να διαβάζει ένα καλό βιβλίο φαντασίας; Βέβαια το να το γράφει είναι μία άλλη δύσκολη ιστορία, από αυτήν του να απολαμβάνει την ανάγνωση του, πόσο μάλλον όταν αυτό εξελίσσεται σε τριλογία. Και τί τριλογία! Αυτοί οι “Εφιάλτες”, για τους αναγνώστες είναι πάντα ένα ονειρικό ταξίδι. Σήμερα λοιπόν για να μας μιλήσει για τα βιβλία της και όχι μόνο, φιλοξενούμε την Άρτεμις Βελούδου- Αποκότου.

Η Άρτεμις Βελούδου – Αποκότου γεννήθηκε το 1988 στον Πειραιά, και μεγάλωσε στην Άνοιξη, όπου ζει και εργάζεται έως σήμερα. Σπούδασε στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στη Φιλοσοφική, και αποφοίτησε από το Ιστορικό και Αρχαιολογικό τμήμα με την ειδικότητα ιστορικού-φιλολόγου. Έχει δημοσιεύσει άρθρα στο περιοδικό “Historical Quest”. Αγαπάει το διάβασμα, τον κινηματογράφο, το θέατρο και τα ταξίδια. Αγαπάει τους  μύθους και θρύλους ξένων χωρών τους οποίους συλλέγει υπό μορφή δοκιμίου.

Σύνταξη Συνέντευξης: Νίκη Δούκα, Θοδωρής Μπόνης, Νικολέτα Παπαδάκη

Κατ’ αρχήν θα θέλαμε να σας ευχαριστήσουμε που μας κάνετε την τιμή να μιλήσετε στο MAXMAG . 

Advertising

Advertisements
Ad 14
  • Τι σας παρακίνησε να ασχοληθείτε με την συγγραφή; Είναι κάτι που πάντα το είχατε έστω και στο πίσω μέρος του μυαλού σας;

Στο λεύκωμα της ΣΤ’ δημοτικού, στην ερώτηση «τι θέλετε να γίνετε όταν μεγαλώσετε», η απάντηση μου ήταν «συγγραφέας». Τότε ακόμη αγνοούσα πως η ιδιότητα αυτή με δυσκολία χαρακτηρίζεται «επάγγελμα» -τουλάχιστον στη χώρα μας-, αλλά ένιωθα μέσα μου πως ήταν αυτή που ήθελα να κατακτήσω, ώστε να νιώθω ολοκληρωμένη. Η επιθυμία προέκυψε από τη φανατική ανάγνωση βιβλίων, σε μικρή ηλικία, που έθρεφε τη φαντασία μου και καθοδηγούσε τη δημιουργία δικών μου ιστοριών. Αυτό, και το πρότυπο της μητέρας μου.

  • Υπάρχει κάποιος συγγραφέας τρόμου ή φαντασίας που έχετε ως πρότυπο;

Θαυμάζω πολύ –για το σύνολο της σταδιοδρομίας, του έργου και της προσωπικής της εξέλιξης- την J.K. Rowling. Όμως μου είναι δύσκολο να αναγνωρίσω έναν συγγραφέα – πρότυπο, με τη στενή έννοια του όρου. Μου αρέσει να επηρεάζομαι από ένα συναίσθημα, μια περιγραφή, μια ιδέα, μια πληροφορία που συναντώ κατά την ανάγνωση ενός βιβλίου, να αφομοιώνω ό,τι με επηρέασε και να γεννιέται από την πρόσμιξη αυτή κάτι τελείως δικό μου.

  • Κατά την γνώμη σας, τι χαρακτηρίζει ένα καλό βιβλίο, και στην περίπτωσή μας ένα βιβλίο fantasy;

Έχω την αίσθηση πως αυτό είναι κάτι το υποκειμενικό. Σίγουρα, υπάρχουν κάποιοι τεχνικοί παράγοντες που κρίνουν ένα καλο-γραμμένο βιβλίο (χρήση γλώσσας, συντακτικού, δόμηση ιστορίας, πιστότητα στο είδος, συνέπεια στην εξέλιξη της πλοκής), αλλά δεδομένου ότι το πρωτόλειο μπορεί να περάσει από επιμέλεια, ξέρω πως αυτό που καταλήγει να εκδοθεί ενδεχομένως να είναι από ελαφρώς διορθωμένο, έως άλλο κείμενο. Για μένα λοιπόν, «καλό βιβλίο» είναι αυτό που θα με σημαδέψει, που θα με αγγίξει διαπλαστικά, που θα ανατρέχω σ’ αυτό και ανάμεσα σε τόσες χιλιάδες ιστορίες, δε θα το ξεχάσω ποτέ. Κι αυτή η συνθήκη ισχύει για όλα τα είδη.

  • Θα γράφατε ποτέ κάποιο άλλο λογοτεχνικό είδος; Ποιο θα ήταν αυτό;

Η πρώτη μου μεγάλης έκτασης συγγραφική απόπειρα, δεν ανήκε στην κατηγορία του fantasy. Το ίδιο και η δεύτερη και η τρίτη. Οι «Εφιάλτες» ήταν το πρώτο έργο που ολοκληρώθηκε και μάλιστα αβίαστα. Παρόλο που διαδραματίζεται στον δικό μας κόσμο, ήταν το μεταφυσικό στοιχείο αυτό που με έλκυε και μ’ έκανε να χαθώ στα μονοπάτια της ιστορίας. Επειδή όμως δε μου αρέσει  να είμαι και απόλυτη, ενδεχομένως, αν έγραφα κάποιο άλλο λογοτεχνικό είδος, αυτό να ήταν το ιστορικό μυθιστόρημα.

Διαβάστε επίσης  Νίνα Μαζάνη: Η Νύχτα μυρίζει γιασεμί...
Advertising

  • Η συγγραφή μιας τριλογίας ή σειράς βιβλίων τι ευκολίες και τι δυσκολίες σας δημιούργησε;

Η ιστορία εξαρχής ήταν μία. Δεν είχα σκοπό να γράψω σειρά βιβλίων, όμως ο αριθμός σελίδων που θα προέκυπτε, ήταν αποτρεπτικός για να εκδοθεί σε ένα. Από αυτήν την άποψη, το ότι διαμορφώθηκε μια τριλογία, ήταν μεγάλη ευκολία για την έκδοση της ιστορίας των «Εφιαλτών». Η δυσκολία που προκύπτει έγκειται στο ότι οι αναγνώστες δυσπιστούν απέναντι στις τριλογίες και ειδικά όταν πρόκειται για κλιμακωτή διάρθρωση (και όχι για αυτοτελή μέρη, περιπέτειες κ.ο.κ.). Το κάθε βιβλίο είναι ένα στοίχημα που μόνο αν κερδηθεί, θα προχωρήσει ο αναγνώστης στο επόμενο. Αυτό σίγουρα δε μου προκάλεσε αντικειμενικές δυσκολίες όσο έγραφα, ήταν όμως ένας προβληματισμός για το τι θέση ενέχει το κάθε μέρος στην τριλογία και πώς θα μπορούσε να διαιρεθεί σωστά, ώστε να έχουν όλα τα βιβλία μια σχετική αυτοτέλεια, στα πλαίσια της ιστορίας.

Άρτεμις Βελούδου

  • Είναι γεγονός ότι το θέμα που πραγματεύονται Οι «Εφιάλτες», είναι εξαιρετικά πρωτότυπο, ο μύθος που έχετε δημιουργήσει, δεν θυμίζει τις σειρές φαντασίας, που κυκλοφορούν. Μιλήστε μας, πώς συλλάβατε την κεντρική ιδέα του έργου; Υπήρξαν κάποιες επιρροές;

Ο θρύλος πάνω στον οποίο βασίστηκε η ιστορία, «Η Κοντέσα Κατλίν Ο ‘Σι», είναι κέλτικος. Με χρήση του μοτίβου «τοποθέτηση μυθολογικού φόβου στο σήμερα» διαμορφώθηκε ο σκελετός της ιστορίας. Τα υπόλοιπα προέκυψαν από τη στιγμή που στήθηκαν τα ψυχογραφήματα των ηρώων, όσο προχωρούσε η έρευνα αλλά και η ίδια η ιστορία. Όταν είχα φτάσει στο σημείο που το ψυχοκοινωνικό υπόβαθρό ήταν έτοιμο, ανακάλυψα πως ήθελα να γράψω μια ιστορία με φαντάσματα. Μπορεί το κεντρικό θέμα να είναι η κατάρα, αλλά αναντίρρητα το παραφυσικό στοιχείο στους «Εφιάλτες» μπορεί να είναι δίπλα μας, πίσω μας, γύρω μας, σίγουρα όμως προκύπτει από εμάς. Όσο για τις επιρροές, από την πλευρά της αναγνώστριας είμαι πλέον είμαι σε θέση να εντοπίσω πολλές και αυτό μου αρέσει, νιώθω το βιβλίο πολύ οικείο κι ακόμα πιο «δικό μου».

  • Είναι φανερό ότι πριν τη συγγραφή, μελετήσατε βαθιά τις μυθικές παραδόσεις και τον αποκρυφισμό, τι σας ώθησε προς αυτή την κατεύθυνση;

Πίσω από κάθε τέτοια ερώτηση, βρίσκεται η μητέρα μου ως απάντηση. Η βιβλιοθήκη της ήταν και είναι εξοπλισμένη με γνώσεις σχεδόν για τα πάντα. Ειδικά όταν μας φόβιζε κάτι, τακτική της μητέρας μου ήταν να μας το εξηγεί ή να μας προτρέπει να διαβάσουμε γι’ αυτό, καθώς ο φόβος προκύπτει από το άγνωστο. Καθιστώντας το άγνωστο, γνωστό, αποβάλλεις ή έστω περιορίζεις τον φόβο. Όσο περίεργο κι αν φανεί, μικρή φοβόμουν υπερβολικά στην ιδέα των φαντασμάτων. Μπορεί να ήταν και ο μεγαλύτερος φόβος μου. Ξεκινώντας, λοιπόν, από τότε να διαβάζω για το μεταφυσικό, είχα πολλά χρόνια μπροστά μου, τα οποία αξιοποίησα τοιουτοτρόπως.

Advertising

  • Αποφασίσατε να δημιουργήσετε το σκηνικό σας, στο Ντάνγουτς της Αγγλίας και στην ιρλανδική ύπαιθρο. Αλήθεια είναι ότι το Ντάνγουιτς, μας παραπέμπει και σε μία από τις ιστορίες του Λάβκραφτ. Τι σας παρακίνησε να εγκαταστήσετε εκεί τους ήρωες σας;

Έχοντας ως βάση της πλοκής έναν κέλτικο μύθο, θα ήταν παράδοξο το να εγκαταστήσω τους ήρωες οπουδήποτε αλλού. Ίσως παρακινήθηκα και από μια εγωιστική ανάγκη να εξερευνήσω την Ιρλανδία μέσα από τα μάτια τους, τη χώρα που με ελκύει όσο καμία άλλη «εκεί έξω».  Τώρα, για το «σημείο εκκίνησης», το Ντάνγουιτς, θα ομολογήσω ότι ήταν μια στοχευμένη επιλογή. Χρειαζόμουν ένα παραθαλάσσιο βρετανικό χωριό, με λίγους κατοίκους. Όσο ερευνούσα τον χάρτη της Αγγλίας και τα δημογραφικά δεδομένα, βρήκα και το Ντάνγουιτς. Σκέφτηκα ότι μου άρεσε η ιδέα να δημιουργήσω μεταφυσικούς εφιάλτες στο συγκεκριμένο χωριό, στη σωστή γεωγραφική του θέση. Ήταν ένα είδος προσωπικού αστείου, το οποίο δεν μπορούσα –και δεν ήθελα- να διορθώσω, όταν τελικά πάρθηκε η απόφαση να εκδοθούν οι «Εφιάλτες».

  • Ρέιμοντ και Έρνεστ Κνάιτ. Πόσο δύσκολο ήταν για σας, να διαμορφώσετε τους αντρικούς χαρακτήρες και μάλιστα τον ένα ως κεντρικό ήρωα της τριλογίας σας;. Είχατε κάποιο πρότυπο για την δημιουργία τους;
Διαβάστε επίσης  "Το τραγούδι του Αχιλλέα" έπρεπε επιτέλους να ακουστεί!

Είχα ως πρότυπο τον Ρέιμοντ και τον Έρνεστ Κνάιτ. Η αλήθεια είναι πως είμαι παρατηρητικός άνθρωπος και μεγάλωσα με τρεις αδερφούς και αρκετά αγόρια φίλους. Αλλά εν τέλει πιστεύω πως απλά έγραψα τον Ρέιμοντ κατ’ αυτόν τον τρόπο, γιατί έτσι είναι ο Ρέι. Το ίδιο ισχύει και για τον Έρνεστ. Είμαστε άνθρωποι στην ουσία μας, ο καθένας έχει κάποια ιδιαίτερα συμπεριφορικά χαρακτηριστικά και στοιχεία προσωπικότητας -μ’ αυτό το σκεπτικό έγραψα αυτούς, έγραψα για αυτούς. Τώρα, οι κανονιστικές, φυλετικές πινελιές είναι έκδηλες παντού γύρω μας, το ξεδιάλεγμα για το ποιες θα απέδιδα στον κάθε αντρικό χαρακτήρα, δεν ήταν μεγάλος μπελάς.

  • Κνάιτ λοιπόν και όχι Νάιτ. Ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη επιλογή επωνύμου, πώς καταλήξατε σε αυτήν;

Αυτή η επιλογή μεταγραφής του επωνύμου είναι η δαμόκλειος σπάθη που κρέμεται πάνω από το κεφάλι μου, κάθε φορά που ένας αναγνώστης ανοίγει το βιβλίο για πρώτη φορά. Το επώνυμο του πρωταγωνιστή είναι Knight (ιππότης). Εξαιτίας της πανομοιότυπης ελληνικής μεταγραφής της λέξης Night (νύχτα) δεν ήθελα να προκληθεί σύγχυση. Υπάρχει λόγος που το επώνυμο του είναι αυτό που είναι, αποκαλύπτεται στο β’ μισό του τρίτου βιβλίου και δεν υπήρχε περίπτωση να προδώσω κάτι ή και να παραπλανήσω σκοπίμως τους αναγνώστες, που ενδεχομένως χάρη στην αναγραφή «Κνάιτ» μπορούν να κάνουν τους συνδυασμούς και να καταλήξουν στο συμπέρασμα μια ώρα αρχύτερα. Καλώς ή κακώς, σε ένα βιβλίο γραμμένο στα ελληνικά με ξένα δεδομένα, πρέπει να εφευρίσκονται τρόποι ώστε να παρακάμπτονται μεταφραστικά/ μεταγραφικά θέματα, και να διατηρείται η αναγνωστική εμπειρία ατόφια.

Άρτεμις Βελούδου

Advertising

  • Και μιας και αναφερθήκαμε στους αγαπημένους μας Κνάιτ. Εσείς αγαπήσατε περισσότερο, έστω και λίγο, κάποιον από τους ήρωες τις τριλογίας;

Τον Ρέιμοντ. Έζησα μ’ αυτόν στο κεφάλι μου για πέντε σχεδόν χρόνια, τον είδα να μεταμορφώνεται από ένα κακομαθημένο, χαμένο πλάσμα σε έναν άντρα που -εντάξει, παρέμεινε αντιδραστικός, απερίσκεπτος, σαρκαστικός, αλλά- ωρίμασε, έγινε υπεύθυνος και προστάτεψε όσα αγαπούσε με θάρρος. Κυρίως όμως, δεν έχασε τα λογικά του σε καταστάσεις που θα του ήταν εύκολο απλά να παραιτηθεί, μετέτρεψε την αδυναμία σε δύναμη, τον φόβο σε σθένος. Και πάνω απ’ όλα, μπορούσε να συγχωρεί, με τον λυτρωτικό και απόλυτο τρόπο που λίγοι έχουν την τύχη να το κάνουν. Τον θαυμάζω, τον αγαπώ και είμαι πολύ περήφανη γι’ αυτόν -κάτι που δεν μπορώ να πω για άλλους από τους ήρωες της τριλογίας.

  • Ελληνικό fantasy. Οι περισσότεροι λένε ότι είναι ρίσκο. Ότι δεν υπάρχει χώρος για το ελληνικό fantasy. Ποια είναι η γνώμη σας;

Ότι για το σύνολο της λογοτεχνικής παραγωγής της χώρας, πρέπει να υπάρχει χώρος για όλα τα είδη. Γιατί να υστερούμε σε κάποιο, εφόσον υπάρχουν πένες που μπορούν να τα υποστηρίξουν όλα; Καταλαβαίνω ότι το αντικειμενικό πρόβλημα που προκύπτει είναι πως το fantasy στην Ελλάδα απευθύνεται σε ένα εξαιρετικά περιορισμένο αναγνωστικό κοινό και όντως αυτό θα με προβλημάτιζε, αν σκόπευα να βιοποριστώ από τη συγγραφή. Δεδομένου ότι αυτό στη χώρα μας είναι πολύ δύσκολο, δεν το λαμβάνω υπόψη ως κριτήριο. Προσωπικά πιστεύω πως πρέπει να ανταποκρινόμαστε στο κάλεσμα μας, μόνο έτσι θα μας γεμίζει η δημιουργία και θα προκύπτει κάτι καλό. Σίγουρα ένας εκδότης δεν αντιλαμβάνεται το θέμα με τον ίδιο τρόπο, καθώς το προαναφερθέν αντικειμενικό πρόβλημα είναι Γολγοθάς στη δική του θέση, αλλά πλέον υπάρχουν επιλογές και τρόποι ώστε να επιβιώσει και να ανθίσει το είδος στην Ελλάδα.

  • Από την απλή ιδέα στο χαρτί και από το χαρτί, η εύρεση του κατάλληλου εκδοτικού οίκου. Συναντήσατε δυσκολίες στην υλοποίηση του όλου εγχειρήματος;
Διαβάστε επίσης  Δέσποινα Χατζή: "Οι 'Αλεξανδρινές' είναι αφιερωμένες στις γυναίκες που παλεύουν με τις ανισότητες"

Η συγγραφή του πρώτου βιβλίου βγήκε αβίαστα, ενώ της συνέχειας –καθώς οι συνθήκες της ζωής μου είχαν αλλάξει- ήταν πιο δύσκολη. Σπάνια έβρισκα χρόνο, ενώ η ψυχολογία μου έπρεπε να είναι συγκεκριμένη για να αφιερωθώ όπως έπρεπε σ’ αυτό. Η εύρεση του εκδοτικού οίκου ήταν μια επίπονη διαδικασία, μέσα από την οποία έμαθα πολλά για τον χώρο αλλά και για εμένα, ως δημιουργό. Το θέμα είναι να υπάρχει η προσήλωση στον στόχο, αλλά και η αυτογνωσία του πότε πρέπει να γίνει μια ανακατεύθυνση ή υποχώρηση. Πιστεύω πως είναι ζωτικής σημασίας για έναν συγγραφέα το να ξεκινάει προσγειωμένος, συνειδητοποιημένος και προσαρμοστικός. Άλλωστε οι δυσκολίες δε σταματάνε ούτε μετά την υλοποίηση του εγχειρήματος. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάει την πραγματική ουσία, το γιατί αφιέρωσε χρόνο και ψυχή στο πρωταρχικό στάδιο: να γράψει την ιστορία του. Προσηλωμένη σ’ αυτό, συνάντησα δυσκολίες, βρήκα όμως και λύσεις.

  • Τελικά στην Ελλάδα της οικονομικής – και ίσως θα μπορούσαμε να πούμε, της πολιτιστικής- κρίσης, πόσο εύκολο είναι να πραγματοποιήσει κανείς το όνειρό του;

Δε φοράω παρωπίδες, ούτε είμαι γενικά αισιόδοξος άνθρωπος. Ανήκω μάλιστα στη μερίδα του πληθυσμού που έχει πληγεί σημαντικά από την κρίση –σε πολλά επίπεδα. Θα πω όμως αυτό που βλέπω γύρω μου, αλλά και στη δική μου ζωή αρκετές φορές: η μεγαλύτερη πληγή που μας έχει προκαλέσει αυτή η κατάσταση, είναι η απώλεια κινήτρου. Είναι η παραίτηση, η αίσθηση του περιορισμού. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος ανασταλτικός παράγοντας, από την αδυναμία του να κάνεις όνειρα. Κάποτε τα κάναμε κι ας ξέραμε ότι μπορεί να μην εκπληρωθούν, συνεχίζαμε να τα κυνηγάμε και απολαμβάναμε το κάθε λεπτό. Τώρα τρέμουμε να «απλώσουμε το πόδι μας μακρύτερα απ’ όσο φτάνει το στρώμα μας». Ε, λοιπόν, είναι η εποχή που πρέπει να σηκώσουμε μανίκια και να κατασκευάσουμε οι ίδιοι ένα στρώμα στα μέτρα μας, ακόμα και με άχυρα.

Advertising

  • Κλείνοντας και αφού σας ευχαριστήσουμε θερμά για τη συνέντευξη, θα θέλατε να μας μιλήσετε για τα επόμενα συγγραφικά σας πλάνα;

Εγώ ευχαριστώ για τις ωραίες ερωτήσεις και τη φιλοξενία! Η αλήθεια είναι ότι έχω ακόμα κάποια σχέδια για τους «Εφιάλτες», τουλάχιστον μέχρι το τέλος του χρόνου, τα οποία με κρατάνε «δεμένη» μαζί τους. Υπάρχουν κάποιες ιδέες στο μυαλό μου, αλλά όπως συνέβη και με την τριλογία, ξέρω ότι θα ζυμωθούν με τον χρόνο τους, θα προκύψει μια νέα ιστορία κι απλά μια μέρα θα πρέπει να κάτσω να γράψω. Σίγουρα όμως θέλω να είναι κάτι που θα εκπλήξει κι εμένα την ίδια, κάτι που θα αξίζει να μοιραστώ.

[punica-divider]

Τα βιβλία της Άρτεμις Βελούδου – Αποκότου θα τα βρείτε σε όλα τα μεγάλα βιβλιοπωλεία:
Εφιάλτες, Συμβόλαιο Ψυχής (βιβλίο 1ο) | Εκδόσεις iWrite
Εφιάλτες – Ψευδαίσθηση (βιβλίο 2ο) | Εκδόσεις iWrite
Εφιάλτες – Αποδέσμευση (βιβλίο 3ο) | Εκδόσεις iWrite

Αρθρα απο την ιδια κατηγορια

Ιστορίες προδοσίας στην αρχαιότητα

Ιστορίες προδοσίας στην αρχαιότητα

Όπως λέει και το λαϊκό απόφθεγμα «την προδοσία πολλοί αγάπησαν,
Τρίστραμ Σάντι

Τρίστραμ Σάντι: σουρεαλισμός στα χρόνια της λογικής

Η “αρχή του αποχρώντος λόγου” -η ολοένα υποχώρηση κι εμβάθυνση