“Γόνιμες μέρες ” από τη Τζούλια Γκανάσου

Η Τζούλια Γκανάσου σπούδασε Πληροφορική (Ο.Π.Α. & Παν/μιο Λονδίνου), Λογοτεχνία (ως υπότροφος, Παν/μιο Σορβόννης & Παν/μιο Εδιμβούργου) & Ευρωπαϊκό Πολιτισμό (Ε.Α.Π.). Εκδόσεις: «Σε μαύρα πλήκτρα» (Μυθιστόρημα, Γκοβόστης 2006 & Παν/μιο Εδιμβούργου 2007, συλλογή «Παγκοσμιουπόλεις»). «Ομφάλιος λώρος» (Μυθιστόρημα, Γκοβόστης 2011 – 4ο Διεθνές Λογοτεχνικό Φεστιβάλ Dasein, 1ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών Αθήνας, 9ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών Γλασκώβης). «Ως το τέλος» (Νουβέλα, Γκοβόστης 2013 – υποψήφιο για το «Βραβείο Νέου Λογοτέχνη 2013» Λογοτ. Περιοδικό «Κλεψύδρα» & για το «Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 2014»). «Γονυπετείς» (Νουβέλα, Γκοβόστης 2017, Γ’ Έκδοση – Βραβείο Αφηγήματος «Μεσόγειος 2018» Παν/μιο Έξιτερ & «Βραβείο Διηγήματος» Βραβεία Βιβλίου Public 2018). «Γόνιμες Μέρες» (Νουβέλα, Γκοβόστης 2021 – υποψήφιο για το βραβείο «Ιστορίες Εγκλεισμού 2021» του λογοτεχνικού περιοδικού World Literature Today).

Είμαστε ό,τι αντέχουμε να θυμόμαστε, να γευόμαστε, να διαχειριζόμαστε, να ονειρευόμαστε, να εγκαταλείπουμε για να επιβιώσουμε. Ή όπως λέει ο κεντρικός ήρωας στις “Γόνιμες Μέρες”: «Είμαστε οι επιλογές, η τύχη, η πίστη μας – μια προσέγγιση του εαυτού μας: μια εκδοχή πεπερασμένου και μια εκδοχή αιωνιότητας». Τζούλια Γκανάσου

Η Τζούλια Γκανάσου στη συνέντευξη που μας παραχώρησε μας μίλησε για το βιβλίο της “Γόνιμες μέρες”,τη λογοτεχνία και όλα αυτά που κάνουν τα βιβλία της να ξεχωρίζουν.

Επιμέλεια συνέντευξης Βασιλική Ευαγγέλου-Παπαθανασίου

Advertising

Advertisements
Ad 14

 

Πώς ξεκίνησε η ενασχόληση σας με τη συγγραφή;

 

Από μεγάλη ανάγκη έκφρασης, υπέρμετρη αγάπη προς τη λογοτεχνία, χάρη σε ένα εσωτερικό κάλεσμα το οποίο αδυνατούσα να αψηφήσω.

Γόνιμες μέρες

«Γόνιμες Μέρες»: «Οι θύμησες είναι σαν τα παιδιά: παύεις να είσαι κύριος του εαυτού σου από όταν μπουν στη ζωή σου, ωστόσο, ποτέ δεν αγαπάς περισσότερο τον εαυτό σου από την ώρα που παίρνουν σάρκα και οστά.» «Ελάτε, για λίγο, μαζί. Μη με αφήνετε μόνο. Την ώρα που θα ανακαλώ, ίσως αγαπήσω, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, τον εαυτό μου.» Αγαπημένα αποσπάσματα του βιβλίου. Τι είναι τελικά η θύμηση; Θυμόμαστε ότι αγαπάμε;

Advertising

 

Η θύμηση είναι σωτήρια λέμβος: γεμίζει τους ασκούς όσο χρειάζεται για να μπορούμε να συνεχίζουμε να ταξιδεύουμε (ηττημένοι ή πιο σπάνια, νικητές) σαφώς πιο πλούσιοι, πιο δυνατοί, με περισσότερη γνώση. Ωστόσο, οι ώρες που αλλάζουν τα πάντα, οι ώρες που διανοίγουν χαραμάδες, παράθυρα, υπόγειες στοές, είναι οι ώρες και κατά τον υπέροχο πάντα Σεφέρη, όπου «η θύμηση πλανεύει τη μνήμη», οι ώρες που επιλέγουμε, συνειδητά ή ασυνείδητα, με ποιες μνήμες θα πορευτούμε μαζί και ποιες θα ξεφορτωθούμε. Είμαστε ό,τι αντέχουμε να θυμόμαστε, να γευόμαστε, να διαχειριζόμαστε, να ονειρευόμαστε, να εγκαταλείπουμε για να επιβιώσουμε. Ή όπως λέει ο κεντρικός ήρωας στις “Γόνιμες Μέρες”: «Είμαστε οι επιλογές, η τύχη, η πίστη μας – μια προσέγγιση του εαυτού μας: μια εκδοχή πεπερασμένου και μια εκδοχή αιωνιότητας».

 

 

Γόνιμες μέρες

Έχετε ένα μητρικό τόνο διάχυτο στο βιβλίο. Η μάνα τι είναι για σας ως έννοια; Στις μέρες μας βλέπουμε ειδεχθή εγκλήματα από μάνες… πώς νιώθετε;

 

Για εμένα, η μάνα είναι κάτι ιερό. Θλίβομαι βαθιά και σοκάρομαι όταν βλέπω ανήκουστα εγκλήματα να διαπράττονται από τον άνθρωπο που εμπιστευόμαστε τυφλά, τουλάχιστον στην αρχή της ζωής μας. Μεγαλώνοντας τον γιό μου τα πρώτα χρόνια της ζωής του και βλέποντας όλα τα θαυμαστά και τα σκληρά που βιώνουν οι άνθρωποι εκείνη την εποχή και στα οποία δεν έχουν συνειδητή πρόσβαση, συνειδητοποίησα πόσο πολύ τα βιώματα της πρώτης ζωής μας επηρεάζουν χωρίς να το ξέρουμε, πόσο μας κατοικούν, μας ορίζουν. Θέλησα, έτσι, να αποτυπώσω ορισμένες από τις στιγμές του παιδιού ώστε να μην τις χάσει ποτέ. Θέλησα, επίσης, να μιλήσω για την ιστορία που κατασκευάζουν οι γονείς ή οι οικείοι περί της πρώτης ζωής και πολλές φορές είναι ψεύτικη ή πιο σωστά, είναι μια «ιστοριογραφική προσέγγιση» όπως κάθε μορφή καταγραφής της Ιστορίας. Θέλησα, τέλος, να αφήσω σαν διαθήκη στον γιό μου τις πρώτες κουβέντες, τα λόγια που του έλεγα όταν με κοίταξε πρώτη φορά κατάματα. Πιστεύω ότι ο μητρικός λόγος και ειδικά ο λόγος που απευθύνει η μάνα τα πρώτα χρόνια στο παιδί, το καθορίζει εφ’ όρου ζωής, του δίνει φτερά ή το παραλύει. Θέλησα, λοιπόν, να γράψω ένα βιβλίο το οποίο θα παρηγορεί σαν μητρικός λόγος, θα παρακινεί σαν μητρικός λόγος, θα μας κάνει να λαχταράμε ξανά τη ζωή.

Advertising

 

Τι πιστεύετε ότι είναι αυτό που κάνει τα βιβλία σας να ξεχωρίζουν;

 

Η κεντρική συνθήκη γύρω από την οποία στήνεται η αφήγηση, η ιδιαιτερότητα στον τρόπο γραφής και θέασης του κόσμου, ο πλουραλισμός ιδεών και εικόνων, η εμβάθυνση στις πιο μύχιες, αποκαλυπτικές σκέψεις των ηρώων. Για παράδειγμα, ο πρωταγωνιστής από τις «Γόνιμες Μέρες», το τελευταίο βιβλίο μου, ο άντρας σε κώμα ο οποίος αποκτά πρόσβαση στην εποχή πριν από τα πέντε του χρόνια, ανακαλύπτει μυστικά που αλλάζουν εντελώς τον τρόπο που διάγει τον βίο του. Η πρωταγωνίστρια από τους «Γονυπετείς», την προηγούμενη νουβέλα μου, ήταν μια γυναίκα στα τέσσερα, μια αναβάτης και υπερβάτης, μια ικέτιδα η οποία στράφηκε προς την πρωταρχική έκφραση, προς την επανεκκίνηση εξαντλώντας όλες τις δυνάμεις που θα μπορούσαν να τη βοηθήσουν μέχρι εκείνη την στιγμή. Και ο άντρας πίσω από το κλειστό παράθυρο στο έρημο σπίτι στο χωριό, ο ήρωας από το «Ως το τέλος», ο παρατηρητής της μεταθανάτιας περιφοράς του παιδικού φίλου με την φιμωμένη αιχμάλωτη μες στο κατώι, επέλεξε να ανοίξει την πόρτα μόνο όταν εξομολογήθηκε τα πάντα εκ βαθέων, ό,τι κι αν σήμαινε αυτό, ακόμη και την καταστροφή του.

 

Ποιο είναι το μεγάλο σας όνειρο σε ό,τι αφορά τη λογοτεχνία;

 

Να με διαβάζουν ακόμη και όταν θα έχω φύγει…

Advertising

 

«Γόνιμες Μέρες». Πείτε μας λίγα πράγματα γι’ αυτό το βιβλίο. Πώς προέκυψε;

 

Ο αδελφός μιας καρδιακής φίλης είχε περάσει πολύ χρόνο σε κώμα μετά από ένα δυστύχημα. Κάθε φορά που τον επισκεπτόμουν, φανταζόμουν τη ζωή που ζούσε μέσα στην ακινησία, το σκοτάδι, τη μνήμη με μόνο εφόδιο, ενδεχομένως, την όσφρηση και την ακοή. Αναρωτιόμουν αν αρκούσαν αυτά τα ερεθίσματα ώστε να παλέψει για να επιστρέψει ξανά στη ζωή. Διερωτόμουν αν υπήρχε ζωή μέσα σε αυτό το κλουβί. Αναρωτιόμουν τι ανακάλυπτε όσο βρισκόταν εκεί. Ήθελα απεγνωσμένα να του δώσω φωνή!

Ένας άντρας βρίσκεται αναίσθητος δίπλα σε έναν νεκρό. Χαρακτηρίζεται ως ύποπτος. Του χορηγείται φάρμακο ώστε να βγει από το κώμα και να δώσει κατάθεση. Θυμάται την τελευταία αίσθηση προτού κλείσει τα μάτια: γινωμένο πορτοκάλι, γλυκό. Θυμάται έναν άντρα αιμόφυρτο και έναν σκελετό βλοσυρό. Ξαφνικά, αποκτά πρόσβαση στην εποχή πριν από τα πέντε του χρόνια, πριν απ’ τη μνήμη, στην αχαρτογράφητη ζώνη της ύπαρξης. Κυριαρχεί μια γυναίκα της οποίας αναζητά τη μορφή, ένα μυστικό που του κλέβει, τελικά, τη φωνή. Την ίδια ώρα, ακούει τους δικούς του να ομολογούν όσα έπρεπε να αγνοεί. Πρόκειται για ένα κυνήγι θησαυρού στα πρώτα χρόνια της ζωής, μια αφήγηση από και προς το σώμα, μια πορεία ανασύστασης μετά από πτώση σε γκρεμό, ένα παζλ που ξορκίζει την απώλεια κι ο πόθος του νέου προορισμού με αφορμή την επιβίωση, το όνειρο και πάντα, την ελπίδα.

 

Ποια είναι τα σχέδια σας για το φετινό καλοκαίρι;

Advertising

 

Τα σχέδια συμπεριλαμβάνουν ένα ολιγοήμερο ταξίδι στην Κυανή Ακτή με κέντρο τη Μασσαλία και τη Νίκαια, το οποίο επιθυμούσα από όταν ήμουν έφηβη και τον κλασικό παραθερισμό στο νησί της Σκιάθου.

 

Πώς φαντάζεστε την Τζούλια σε δέκα χρόνια από τώρα;

 

Πιο ελεύθερη…

 

Πόσο σημαντική είναι η έμπνευση για σας;

Advertising

Η έμπνευση είναι οξυγόνο.

 

Πείτε μας λίγα λόγια για την Τζούλια.

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο κέντρο της Αθήνας από οικογένεια Φυσικών. Σπούδασα Πληροφορική στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Βιοπορίζομαι από τον Προγραμματισμό. Ωστόσο, η λογοτεχνία ήταν και είναι το κυρίαρχο πάθος. Έτσι, άρχισα να γράφω αλλά ένιωθα ότι μου έλειπαν τα εφόδια για να βγω «αρματωμένη» στη μάχη, υπήρχε εκκρεμότητα στο επίπεδο των Ανθρωπιστικών σπουδών. Ενόσω εργαζόμουν, σπούδασα Λογοτεχνία (με υποτροφία) στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης και στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Το πρώτο μου μυθιστόρημα «Σε μαύρα πλήκτρα» (Εκδόσεις Γκοβόστη, 2006) συμπεριλήφθηκε στη συλλογική έκδοση του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου με τίτλο «Παγκοσμιουπόλεις». Το δεύτερο μυθιστόρημα, «Ομφάλιος λώρος» (Εκδόσεις Γκοβόστη, 2011) συμμετείχε στο 4ο Διεθνές Λογοτεχνικό Φεστιβάλ στο Dasein, στο 1ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών της Αθήνας και στο 9ο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών της Γλασκώβης. Η νουβέλα μου «Ως το τέλος» (Εκδόσεις Γκοβόστη, 2013) ήταν υποψήφια για το «Βραβείο Νέου Λογοτέχνη 2013» του Λογοτεχνικού Περιοδικού «Κλεψύδρα» και για το «Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 2014». Το επόμενο έργο μου, «Γονυπετείς» (Εκδόσεις Γκοβόστη, 2017) απέσπασε το Βραβείο Αφηγήματος «Μεσόγειος 2018» από το Πανεπιστήμιο του Έξιτερ και το «Βραβείο Διηγήματος» στα Βραβεία Βιβλίου του βιβλιοπωλείου Public το 2018. Το τελευταίο μου έργο, «Γόνιμες Μέρες» (Εκδόσεις Γκοβόστη, 2021) είναι υποψήφιο για το βραβείο «Ιστορίες Εγκλεισμού 2021» του λογοτεχνικού περιοδικού World Literature Today).

 

Αν ζούσατε σε άλλη εποχή, ποια θα ήταν αυτή και γιατί;

Advertising

 

Η εποχή της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού στο Παρίσι.

 

Η πιο ιδιαίτερη, δύσκολη, αστεία ή παράδοξη στιγμή που αποτέλεσε για εσάς έμπνευση.

 

Εξαιτίας μιας προσωπικής περιπέτειας η οποία μου επέβαλλε εκτενή παραμονή σε νοσοκομείο, επέλεξα να μιλήσω για αυτόν τον θάλαμο και εκείνη την κλίνη στις «Γόνιμες Μέρες» ώστε να ξορκίσω τους δαίμονες. Σε αυτό το πλαίσιο, με ζόρισε η σκηνή όπου η οικογένεια του πρωταγωνιστή καλείται να αποφασίσει για την έκβαση της ζωής του ερήμην του, όπου τίθεται το δίλημμα της αύξησης του φαρμάκου αφύπνισης του εγκεφάλου του ήρωα, χωρίς να υπάρχει ενδελεχής γνώση των παρενεργειών. Η απουσία ελέγχου επάνω στο σώμα, καθώς και η έλλειψη συμμετοχής στις επιλογές που θα κρίνουν το πού μπορεί να βρεθεί ένας άνθρωπος και πώς θα αναγκαστεί να διάγει τον υπόλοιπο βίο του, με ζορίζει ακόμα. Όταν έβαλα τελεία, ένιωσα ότι ο ήρωας στις «Γόνιμες Μέρες» με είχε παρηγορήσει όσο κανένας άλλος άνθρωπος εν ζωή.

 

 

 

 

 

Βασιλική Ευαγγέλου- Παπαθανασίου
Γεννήθηκα ένα φθινόπωρο στην πιο καυτή πόλη της Κεντρικής Ελλάδας. Πρώτος μου έρωτας ήταν τα 24 γράμματα της αλφαβήτας. Από τότε, δε σταμάτησα να σχηματίζω μ' αυτά λέξεις, προτάσεις, δίνοντας δύναμη και ψυχή στο άδειο χαρτί. Τη γλώσσα μου δώσανε ελληνική κι αυτή θα κρατήσω.
Φιλόλογος και αρθρογράφος σε ηλεκτρονικά περιοδικά στην πραγματική ζωή, αλλά στα όνειρα μου ζωγράφος στη Μονμάρτη.
Σε ένα καλό βιβλίο και στη θέα της θάλασσας βρίσκω την απόλυτη γαλήνη.

Περισσότερα από τη στήλη: Συνεντεύξεις

Συνεντεύξεις

“Η ψυχική υγεία ως γέφυρα για μια καλύτερη ζωή”: Συνέντευξη με την Ιωάννα Αλπέρτη

Θερμές ευχαριστίες στην κα Ιωάννα Αλπέρτη, Επιστημονικά Υπεύθυνη του Iasis at Centro, για την εμπεριστατωμένη…

Συνεντεύξεις

Γνωρίζουμε τη συγγραφέα Αγάπη Μπουντούρη

Αγάπη Μπουντούρη : “Μαθαίνω και βελτιώνομαι με κάθε κριτική αρκεί να γίνεται με καλή θέληση…

Συνεντεύξεις

Μαρια Λεντζου: Η ομορφιά του να είσαι γυναίκα μέσω της Αυθεντικής Κίνησης

Τι σημαίνει άραγε «να είμαστε εντάξει με τον εαυτό μας» ως γυναίκες; Και πως μπορούμε…

Συνεντεύξεις

Νίκος Μαντάς: «Δεν μπορώ να φανταστώ έναν έρωτα να μοιράζεται»

Ο Νίκος Μαντάς με τη γραφή του εκπλήσσει, προβάλλει το νόημα, το σημαντικό. Είναι ο…

Συνεντεύξεις

Κλειώ Ιερωνυμάκη: «Έγραφα από μικρό παιδί»

Η Κλειώ Ιερωνυμάκη είναι μαζί στη στήλη των συνεντεύξεων για μια συζήτηση για το βιβλίο…

Συνεντεύξεις

Δήμητρα Καλλιγέρη: Τα πάντα στη ζωή μας είναι «Περατζάδες»

Η Δήμητρα Καλλιγέρη με την ποίησή της φτάνει κατευθείαν στην καρδιά μας και μας κατακτά…

Συνεντεύξεις

Σοφία Ιωσηφίδου: Στην Κορυφή των Εμποδίων στην Ελλάδα

Βρίσκεται ανάμεσα στις καλύτερες αθλήτριες στα 60 και 100 μέτρα με εμπόδια στην Ελλάδα. Η…